ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Φράγκου Στέφανος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270
Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών και Άλλου (1999) 3 ΑΑΔ 447
Hλιόπουλος Kωνσταντίνος ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (2000) 3 ΑΑΔ 438
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 171/2005)
10 Αυγούστου, 2007
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146
ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΣ ΗΡΟΔΟΤΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Αρ. Βρυωνίδης, για τον Αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ζητείται όπως κηρυχθεί άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα απόφαση των καθ' ων η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 21/12/2004, όπου αναφέρεται:-
«Σας πληροφορούμε ότι η σύνταξη ανικανότητας που σας καταβαλλόταν από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τερματίζεται από 1/1/2005, γιατί το ποσοστό της ανικανότητας σας για εργασία είναι χαμηλότερο του 66.2/3%.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν χορηγείται σύνταξη όταν η ανικανότητα για εργασία είναι κάτω από το ποσοστό αυτό.
..............................................................................................................
Παρακαλείστε να μας επιστρέψετε την ταυτότητα δικαιούχου δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης την οποία κατέχετε.»
Από τα αναντίλεκτα γεγονότα της υπόθεσης, προκύπτει ότι ο αιτητής, οικοδόμος το επάγγελμα, υπέβαλε, μετά που ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα στις 13/2/2001, αίτηση για παραχώρηση σ' αυτόν σύνταξης ανικανότητας. Με την αίτησή του, παρουσίασε ΄Εκθεση από το Δρ. Κ. Κολιανδρή, Ορθοπεδικό στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, σύμφωνα με την οποία υπέφερε από «Δυσκαμψία (ΔΕ) γόνατος και (ΔΕ) ποδοκνημικής αρθρώσεως ...» και ότι ήταν ανίκανος για το επάγγελμα του οικοδόμου. Ο αιτητής παραπέμφθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και εξετάστηκε από αρμόδιο Ιατρικό Συμβούλιο του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το οποίο γνωμάτευσε ότι ήταν ανίκανος να εκτελεί το επάγγελμα του οικοδόμου, ήταν, όμως, ικανός για εκτέλεση ελαφράς εργασίας. Εισηγήθηκε επανεξέταση της κατάστασής του σε δύο χρόνια. Με βάση τη Γνωμάτευση, εγκρίθηκε, από τους καθ' ων η αίτηση, και παραχωρήθηκε στον αιτητή σύνταξη ανικανότητας.
Την 1/12/2004, ο αιτητής κλήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση να παρουσιαστεί ενώπιον του Ιατρικού Συμβουλίου στις 14/12/2004, για σκοπούς επανεκτίμησης της κατάστασής του. Του ζητήθηκε να παρουσιάσει: «Πρόσφατες ακτινογραφίες, εκθέσεις εργαστηριακών εξετάσεων και ιατρικά πιστοποιητικά τα οποία δεν έχετε υποβάλει ...»
Ο αιτητής, χωρίς να παρουσιάσει ο,τιδήποτε, εξετάστηκε από το Ιατρικό Συμβούλιο, το οποίο γνωμάτευσε ότι η γενική κατάσταση της υγείας του ήταν καλή, βάδιζε χωρίς υποστηρίγματα και ήταν πλέον ικανός να ασκεί το επάγγελμά του. Η ΄Εκθεση του Ιατρικού Συμβουλίου, η οποία έχει τη μορφή ερωτοαπαντήσεων, έχει ως εξής, στην έκταση που εδώ ενδιαφέρει:-
«ΜΕΡΟΣ IV - ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΣΤΟ ΙΑΤΡΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Ίδε γνωμάτευση 29/10/02.
Τα ίδια υποκειμενικά ενοχλήματα.»
«ΜΕΡΟΣ V - ΠΟΡΙΣΜΑ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ
1. Περιγραφή γενικής κατάστασης της υγείας του αιτητή με αναφορά στην ακριβή φύση και έκταση οποιασδήποτε φυσικής ή πνευματικής αναπηρίας:
Γενική κατάσταση καλή
Βαδίζει χωρίς υποστήριγμα
.................................................................................................................
3. Λεπτομερή κλινικά ευρήματα: Τα ίδια αντικειμενικά ευρήματα.
Βελτίωση κινητικότητας. Εξακολουθεί ελαφρά μυϊκή αδυναμία γαστροκνημίας.
4. Ευρήματα από ακτινογραφίες, αναλύσεις και άλλες διαγνωστικές εξετάσεις:
2/11/04 α/α δ. κάτω γόνυ.
..................................................................................................................
ΜΕΡΟΣ VI - ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
1. Είναι ο αιτητής σήμερα ανίκανος για άσκηση του επαγγέλματος του οικοδόμου; ΄Οχι
Εργάζεται σε οικογενειακή επιχείρηση (όπως αναφέρει) εκτελώντας εργασίαν βάσει των δυνατοτήτων του.»
Με βάση την πιο πάνω Γνωμάτευση, οι καθ' ων η αίτηση απέστειλαν στον αιτητή την επιστολή ημερομηνίας 21/12/2004, η οποία έχει ήδη παρατεθεί.
Ο αιτητής αντέδρασε και ζήτησε επανεξέταση, αναφέροντας ότι, σύμφωνα με Γνωμάτευση του Δρα Κ. Κολιανδρή και τις τελευταίες του εξετάσεις, η κατάστασή του παραμένει η ίδια. Καταχώρισε, επίσης, την παρούσα προσφυγή. Το αίτημά του για επανεξέταση απορρίφθηκε και του απεστάλη η πιο κάτω επιστολή:-
«Σύμφωνα με τη νομοθεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων σύνταξη ανικανότητας καταβάλλεται σε ασφαλισμένους που ικανοποιούν τις προϋποθέσεις εισφοράς και έχουν απώλεια της ικανότητάς τους για εργασία σε βαθμό τουλάχιστο 66 2/3%.
Στη δική σας περίπτωση το αρμόδιο Ιατρικό Συμβούλιο που σας εξέτασε στις 14.12.2004, γνωμάτευσε ότι η γενική κατάσταση της υγείας σας είναι καλή και είστε ικανός πλέον για το επάγγελμα σας. Το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων υιοθετώντας τη γνωμάτευση του Ιατρικού Συμβουλίου τερμάτισε τη σύνταξη σας από 1.1.2005.
Με βάση τα πιο πάνω, λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι η απόφαση του Εξεταστή Απαιτήσεων να τερματίσει τη σύνταξη ανικανότητας σας δεν μπορεί να αναθεωρηθεί, γιατί τέτοια ενέργεια θα ήταν αντίθετη με ρητές πρόνοιες της Νομοθεσίας.»
Η επίδικη απόφαση χαρακτηρίζεται από τον αιτητή αναιτιολόγητη και αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας. Εάν, ισχυρίζεται, οι καθ' ων η αίτηση ερευνούσαν, θα διαπίστωναν ότι ο Δρ. Κολιανδρής, ο οποίος τον παρακολουθούσε, είχε, με τις Εκθέσεις του ημερομηνίας 24/3/2005 και 18/3/2003, αντίθετη άποψη. Η αναφορά, συνεχίζει, και μόνο ότι το ποσοστό ανικανότητάς του είναι χαμηλότερο του 66 2/3% δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία.
Είναι γνωστή η αρχή ότι η έρευνα είναι επαρκής, εφόσον αυτή εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα το οποίο εξετάζεται - (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447, 450). Το δικαστήριο εξετάζει κατά πόσο έχει ερευνηθεί κάθε πτυχή του θέματος, που τείνει να αποκαλύψει το διερευνώμενο γεγονός. Το κατά πόσο μια έρευνα είναι επαρκής εξαρτάται από τα περιστατικά της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Στην παρούσα περίπτωση, οι καθ' ων η αίτηση, με τη συμπλήρωση της διετίας, όπως ήταν η εισήγηση του Ιατρικού Συμβουλίου, κάλεσαν τον αιτητή να εξεταστεί εκ νέου και να παρουσιάσει ιατρικά πιστοποιητικά και αποτελέσματα εξετάσεων σχετικά με την εξέλιξη της κατάστασής του. Ο αιτητής επέλεξε να μην παρουσιάσει ο,τιδήποτε. Στην ΄Εκθεση του Ιατρικού Συμβουλίου είναι με λεπτομέρεια καταγραμμένα όλα όσα αυτό διαπίστωσε. Διερωτώμαι τι άλλη έρευνα μπορούσαν να κάμουν οι καθ' ων η αίτηση και πώς θα εβοηθείτο ο αιτητής, ο οποίος, μετά την εξέταση από το κατά νόμο αρμόδιο όργανο για διαπίστωση της κατάστασης της υγείας του, κρίθηκε ικανός για εργασία και η κρίση του Ιατρικού Συμβουλίου είναι ανέλεγκτη. Παραπονείται ο αιτητής ότι το Ιατρικό Συμβούλιο δεν ερεύνησε, αφού δεν τον υπέβαλε σε εξετάσεις και δεν έλαβε υπόψη του την ΄Εκθεση του Δρα Κολιανδρή, ο οποίος τον παρακολουθούσε. Ο ισχυρισμός αυτός του αιτητή καταρρίπτεται από τα στοιχεία του φακέλου. Στην ΄Εκθεση του Ιατρικού Συμβουλίου, είναι καταγραμμένο, στο υπ' αρ. 4 - Ευρήματα από ακτινογραφίες και αναλύσεις - ότι στις 2/11/2004 έγινε ακτινογραφία, η οποία λήφθηκε υπόψη, όπως λήφθηκε υπόψη και η προηγούμενη ΄Εκθεση του Ιατρικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 29/10/2002. Τα όσα ο αιτητής, εκ των υστέρων, επικαλείται, με την επιστολή του ημερομηνίας 3/1/2005, για να πλήξει την ΄Εκθεση του Ιατρικού Συμβουλίου, δεν προσθέτουν ο,τιδήποτε νέο, που θα δικαιολογούσε επανεξέταση της υπόθεσής του. Η παρουσίαση, με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του, της ΄Εκθεσης του Δρα Κολιανδρή, η οποία, βέβαια, φέρει μεταγενέστερη ημερομηνία από την ημερομηνία εξέτασής του από το Ιατρικό Συμβούλιο, δεν επιδρά και ούτε πλήττει την επάρκεια της έρευνας, αφού αναφορές σε γεγονότα από συνήγορο δεν αποτελούν μέρος των γεγονότων της υπόθεσης.
Σύμφωνα με το εδάφιο (1) του ΄Αρθρου 26 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99), οι πράξεις της διοίκησης πρέπει να είναι επαρκώς αιτιολογημένες και τούτο για να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος.
Τι συνιστά έλλειψη αιτιολογίας είναι καλά νομολογημένο ότι εξαρτάται από τα περιστατικά της συγκεκριμένης υπόθεσης - (βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Η επάρκεια της αιτιολογίας, η οποία και καθιστά το δικαστικό έλεγχο εφικτό, δεν εξαρτάται πάντοτε από την έκταση του λεκτικού της απόφασης αλλά από την ουσία του περιεχομένου της - (βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ.(Ε) 589). Παρέχεται, βέβαια, δυνατότητα συμπλήρωσης της ελλείπουσας αιτιολογίας από τα στοιχεία του φακέλου - (βλ. Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 438). Με σαφήνεια απαιτείται να προκύπτει, μέσα από το διοικητικό φάκελο, τι ακριβώς είχε υπόψη του το αποφασίζον όργανο, όταν λάμβανε την απόφαση. Πρέπει, δηλαδή, από τα στοιχεία του φακέλου, να καταδεικνύονται αναντίλεκτα οι λόγοι που οδήγησαν στη λήψη της απόφασης, αφού δεν είναι έργο του δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων και η διαμόρφωση κρίσης σε σχέση με το τι θα μπορούσε να επενεργήσει υπέρ ή εναντίον της όποιας προσέγγισης - (βλ. Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145).
Το λεκτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, παρά το γεγονός ότι είναι λακωνικό, εξηγεί γιατί η παροχή σύνταξης τερματίζεται. Επειδή, αναφέρει, το ποσοστό της ανικανότητας του αιτητή είναι χαμηλότερο από το προβλεπόμενο στον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο του 1980, (Ν. 41/80), (όπως τροποποιήθηκε). Εν πάση περιπτώσει, και μη επαρκής να θεωρηθεί η αιτιολογία, αυτή συμπληρώνεται από την ΄Εκθεση του Ιατρικού Συμβουλίου, όπου, με σαφήνεια, αναφέρεται ότι ο αιτητής είναι ικανός για εργασία.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με £300,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ