ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                      &n bsp;                          Υπóθεση  Αρ. 1164/2005

 

 

24  Αυγούστου, 2007

 

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

                                    Αιτητής

 

ν.

 

ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

                                    Καθού  η αίτηση.

................................

 

Μ. Ο. Ιωαννίδης με Χρ. Σιακαλλή (κα),  για τον αιτητή

Λ. Δημητριάδης με Χρ. Κλεάνθους (κα), για το καθού η αίτηση

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή ζητείται η ακύρωση της απόφασης του καθού η αίτηση που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 3/7/05 και με την οποία του επέβαλε την ποινή της διαγραφής από το Μητρώο των Εγκεκριμένων Λογιστών και την αφαίρεση του δικαιώματος απόκτησης άδειας άσκησης του επαγγέλματος του εγκεκριμένου λογιστή.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο αιτητής είναι εγκεκριμένος Ελεγκτής/Λογιστής και εγγεγραμμένος στο Μητρώο Εγκεκριμένων Λογιστών.  Ο καθού η αίτηση με επιστολή του ημερ. 4/3/03 ενημέρωσε τον αιτητή ότι προτίθεται να παραπέμψει στην Πειθαρχική Επιτροπή εναντίον του κατηγορίες για κατ' ισχυρισμό παράλειψη του να παράσχει στοιχεία και πληροφορίες στον Εισηγητή της Πειθαρχικής Επιτροπής του καθού η Αίτηση αναφορικά με διερευνώμενο ενδεχόμενο παράπτωμα.  Ο αιτητής απάντησε στην εν λόγω επιστολή με επιστολή του ημερ. 6/3/03.  Ο καθού η αίτηση με επιστολή του ημερ. 10/2/05 απέστειλε στον αιτητή το κατηγορητήριο με τις εναντίον του κατηγορίες.  Η πρώτη κατηγορία αφορούσε παράλειψη κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου 3.3 (θ) των Κανονισμών Επαγγελαμτικής δεοντολογίας που ςιεήχθηκαν με βάση το άρθρο 50(α) του Καταστατικού του Συνδέσμου να προστατεύσει το κύρος του θεσμού του Συνδέσμου, δηλαδή, ότι απρέλειψη να παράσχει τις αναγκαίες πληροφορίες και εξηγήσεις στον Εισηγητή που διορίστηκε από το Συμβούλιο του Συνδε΄σμου για διερεύνηση του ενδεχομένου διάπραξης πιεθαρχικών αδικημάτων ούτως ώστε ενήγρησε με τρόπο που εκθέτει το κύρος του Συνδέσμου.  Η δεύτερη κατηγορία αφορούσε την παροχή ανακριβών ή παραπλανητικών στοιχείων και πληροφοριών σε θεσμικά και εντεταλμένα όργανα του Συνδέσμου κατά παράβαση της παραγράφου 3.3.(στ) των προαναφερθέντων Κανονισμών δηλαδή ότι έδωσε ανακριβείς πληροφορίες και στοιχεία στον Εισηγητή που διερευνούσε την εναντίον του υπόθεση και η Τρίτη κατηγορία ήταν η αποδοχή εργασίας ή μη διακοπή εργασίας που του ανατέθηκε κάτω από συνθήκες που κλόνιζαν την ανεξαρτησία αντικειμενικότητα και την προς αυτό εμπιστοσύνη των τρίτων κ.λ.π. κατά παράβαση των παραγράφων 4 (1), 4(2) και 4(3) των Κανονισμών, δηλαδή ενώ ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας L.K. Globalsoft Com. Limited, ήταν ταυτόχρονα συνέταιρος του ελεγκτικού οίκου Σαββίδης & Συνέταιροι Panel Kerr Foster που ήσαν οι ελεγκτές της πιο πάνω εταιρείας.  Ο καθού η αίτηση επιλήφθηκε του θέματος στις 7/4/05 και 21/6/05 οπότε και εξέδωσε την απόφαση του, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 13/7/05.  Αποφάσισε όπως επιβάλει στον αιτητή τις ποινές της διαγραφής από το Μητρώο Εγκεκριμένων Λογιστών του Συνδέσμου και της αφαίρεσης του δικαιώματος απόκτησης άδειας άσκησης του επαγγέλματος του εγκεκριμένου λογιστή.  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης στρέφεται η παρούσα προσφυγή.

 

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Με τη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής αναπτύσσει τους εξής λόγους ακύρωσης:  (α) Έλλειψη αρμοδιότητας και/ή εξέτασης εκδίκασης της υπόθεσης και/ή επιβολής ποινής. (β) Νομική και/ή πραγματική πλάνη σε σχέση με τη στοιχειοθέτηση της πρώτης κατηγορίας εναντίον του αιτητή. (γ) Νομική και/ή πραγματική πλάνη σε σχέση με τη στοιχειοθέτηση της δεύτερης κατηγορίας, (δ)  Έλλειψη αιτιολογίας και/ή δέουσας αιτιολογίας των επιβληθεισών ποινών, (ε)  η επιβληθείσα ποινή είναι υπερβολική και/ή δεν είναι εύλογη υπό τις περιστάσεις, και (ζ) παραβίαση του δικαιώματος για δίκαιη δίκη εντός ευλόγου χρόνου.

 

Από πλευράς του καθού η αίτηση υποστηρίζεται η νομιμότητα και ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Ενόψει του γεγονότος ότι μεταξύ των νομικών λόγων υπάρχει και ο ισχυρισμός ότι ο καθού η αίτηση δεν είχε αρμοδιότητα να εκδικάσει την υπόθεση και/ή επιβάλει ποινή, το κρίνω ορθό να εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό αυτό.

 

Αναφορικά με το λόγο αυτό είναι η θέση της πλευράς του αιτητή ότι εφόσον κατά το χρόνο της επιβολής ποινής ο αιτητής δεν ήταν μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου (καθού η αίτηση), ο καθού η αίτηση δεν είχε αρμοδιότητα επί του αιτητή.  Ο αιτητής υπέβαλε παραίτηση στις 7/4/05, πριν δηλαδή την 21/6/05 που επιβλήθηκε η ποινή.  Ότι γνώριζε ο καθού η αίτηση ότι υπέβαλε παραίτηση ο αιτητής φαίνεται, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, και από το πρακτικό της συνεδρίας κατά την οποία επιβλήθηκε η ποινή.

 

Επί του σημείου αυτού η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του καθού η αίτηση είναι ότι εφόσον η παραίτηση του αιτητή δεν έγινε αποδεκτή με αποτέλεσμα να συνεχίζει μέχρι και την επιβολή ποινής να είναι εγγεγραμμένο μέλος του Συνδέσμου, τότε είχε αρμοδιότητα να επιβάλει ποινή. 

 

Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις.  Προκύπτει ότι αποτελεί κοινό έδαφος ότι κατά την έναρξη της πειθαρχικής διαδικασίας έναντίον του αιτητή ο τελευταίος ήταν μέλος του Συνδέσμου, όπως ήταν και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.  Αυτή άρχισε με κατηγορητήριο ημερ. 10/2/05 το οποίο απαγγέλθηκε στον αιτητή στις 7/4/05 οπότε δεν παραδέχθηκε ενοχή στην πρώτη και τρίτη κατηγορίες.  Αναφορικά με τη δεύτερη απάντησε ότι δεν την καταλαβαίνει.  Άρχισε η ακρόαση της υπόθεσης (ακούστηκε και ο ίδιος ο αιτητής) για τις πρώτη και τρίτη κατηγορίες και η υπόθεση αναβλήθηκε για να δοθεί χρόνος μιας εβδομάδας στον αιτητή να απαντήσει αν ήταν διατεθειμένος, έστω και σε αυτό το αργό στάδιο, να επιτρέψει πρόσβαση στα βιβλία για σκοπούς της αυτεπάγγελτης έρευνας που άρχισε εναντίον του και αν δεν το πράξει να συνεχίσει η διαδικασία για τελική απόφαση.

 

Λίγες μέρες μετά, στις 11/4/05, ο ατητής υπέβαλε την παραίτηση στον Γενικό Διευθυντή του καθού η αίτηση Συνδέσμου.  Η επιστολή διαλάμβανε τα ακόλουθα:

«Διά της παρούσης επιστολής μου επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι για προσωπικούς λόγους έλαβα την απόφαση όπως παραιτηθώ από μέλος του ΣΕΛΚ με ισχύ από σήμερα και ως εκ τούτου παρακαλώ όπως μη ανανεωθεί η συνδρομή μου για το έτος 2005»

(ακολουθούν ευχαριστίες προς το Σύνδεσμο).

 

Από πλευράς του καθού η αίτηση γίνεται δεκτό ότι έλαβε γνώση της επιστολής αυτής αλλά αναφέρουν ότι αυτό έγινε στις 7/6/05 και ώρα 10.00 π.μ.   Παράμεινε λοιπόν σε διαφορά (μεταξύ των διαδίκων) το κατά πόσο η παραίτηση έγινε αποδεκτή ή όχι.

 

Εξέτασα επί του προκειμένου τις αντίστοιχες θέσεις και έχω καταλήξει να δεχθώ τη θέση του αιτητή ότι η παραίτηση του έγινε αποδεκτή, για τους εξής λόγους: 

(α) Δεν υπάρχει οιαδήποτε γραπτή απάντηση από πλευράς του καθού η αίτηση ότι η παραίτηση δεν γίνεται αποδεκτή.  Ως θέμα χρηστής διοίκησης, όφειλε ο καθού η αίτηση να ανταποκριθεί στην εν λόγω, ουσιώδους περιεχομένου επιστολή του αιτητή ιδιαίτερα αν δεν αποδεχόταν την παραίτηση του.

(β)  Αντίθετα προκύπτει, έμμεσα βέβαια, ότι έγινε αποδεκτή, αλλά κατά την άποψη του καθού η αίτηση αυτό δεν επηρέαζε την εξουσία του να προχωρήσει στην επιβολή ποινής, πράγμα που έπραξε στις 21/6/05.  Το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της 21/6/05 έχει ως εξής:

«Η Επιτροπή με ομόφωνη απόφαση των μελών της που συμμετέχουν στη διαδικασία αποφασίζει και επιβάλλει εναντίον του κατηγορουμένου τις ακόλουθες ποινές:

1.  Για την πρώτη κατηγορία την ποινή της διαγραφής από το Μητρώο Εγκεκριμένων Λογιστών του Συνδέσμου διαπαντός.  Η Επιτροπή στην επιβολή της πιο πάνω ποινής έλαβε υπόψη το γεγονός ότι στις 7/6/05 ουσιαστικά μετά τη συμπλήρωση της διαδικασίας ενώπιον της λήφθηκε στη διεύθυνση του Συνδέσμου επιστολή οικειοθελούς παραίτησης του κατηγορουμένου από την ιδιότητα του μέλους του Συνδέσμου πλην όμως θεωρεί ότι παρά το γεγονός αυτό δικαιούται να προχωρήσει στην επιβολή της ποινής της διαγραφής εφόσον ο κατηγορούμενος ήταν μέλος όταν διαπράχθηκαν τα παραπτώματα για τα οποία κατηγορήθηκε και τα οποία αποδείχθηκαν ενώπιον της Επιτροπής. 

2.  Την ποινή της αφαίρεσης του δικαιώματος απόκτησης άδειας άσκησης επαγγέλματος του Εγκεκριμένου Λογιστή διαπαντός.

..........»

 

(γ) Στη γραπτή τους αγόρευση οι ευπαίδευτοι δικηγόροι του καθού η αίτηση σελ. 5 και 6 όπου απαντούν τους ισχυρισμούς του αιτητή για παραβίαση του δικαιώματος για δίκαιη δίκη εντός ευλόγου χρόνου, αναφέρουν ότι και αν ακόμα υπήρχε τέτοια καθυστέρηση,  ο αιτητής δεν επηρεάστηκε εφόσον αυτός είχε παραιτηθεί από μέλος του Συνδέσμου.  Βέβαια τούτο είναι σε αντίθεση με τη θέση του καθού η αίτηση, όπως εκφράζεται στη σελ. 2 της αγόρευσης του, όπου ισχυρίζεται ότι ο αιτητής συνέχισε να είναι μέλος και κατά την 21/6/05.  Όμως δεν μπορεί ένας να επιδοκιμάζει και αποδοκιμάζει ταυτόχρονα μια κατάσταση.

 

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι κατά το χρόνο (21/6/05), που ο καθού η αίτηση επέβαλε τις πειθαρχικές ποινές ο αιτητής δεν ήταν μέλος του καθού η αίτηση.  Το ερώτημα είναι κατά πόσο, με την υποβολή παραίτησης, η αρμοδιότητα του καθού η αίτηση επί του αιτητή έχει τερματισθεί.

 

 Αναφορικά με τη νομική πτυχή του θέματος, δυστυχώς δεν είχα την κατάλληλη βοήθεια από πλευράς των συνηγόρων.  Εξέτασα το θέμα με κριτήριο τα όσα εφαρμόζονται στη δημόσια υπηρεσία χωρίς βέβαια αυτά να είναι δεσμευτικά αφού εδώ δεν έχουμε παρόμοιες νομοθετικές πρόνοιες.  Στον παλαιό περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1967 (Ν. 33/67 ως είχε τροποποιηθεί), άρθρο 76,  προβλέπετο ότι:

«ουδεμία πειιθαρχική δίωξις ασκείται καθ' οιουδήποτε προσώπου αφ' ότου τούτο έπαυσε να είναι δημόσιος υπάλληλος».

 

Δεν προβλεπόταν τότε οτιδήποτε για την περίπτωση που η πειθαρχική δίωξη αρχίζει και η παραίτηση υποβάλλεται κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής διαδικασίας. 

 

Στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Ν. 1/90 ως έχει τροποποιηθεί) άρθρο 76 προβλέπονται τα εξής:

«Ο υπάλληλος ο οποίος απέβαλε την υπαλληλική ιδιότητα με οποιοδήποτε τρόπο δε διώκεται πειθαρχικώς, η πειθαρχική όμως διαδικασία η οποία τυχόν έχει αρχίσει συνεχίζεται και μετά τη λήξη της υπαλληλικής σχέσης, με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου.»

 

Στη δική μας περίπτωση, όπως ήδη ανάφερα, δεν έχει υποδειχθεί οποιαδήποτε νομοθετική πρόνοια που να διέπει το θέμα.  Ενόψει της απόφασης μου ότι η όλη συμπεριφορά του καθού η αίτηση αναφορικά με το θέμα παραίτησης του αιτητή από μέλος του ήταν τέτοια που να δείχνει ότι αυτή έγινε αποδεκτή, κρίνω ότι κατά την 21/6/05 που επιβληθηκαν οι ποινές αυτός δεν ήταν μέλος του καθού η αίτηση και επομένως ο τελευταίος δεν είχε αρμοδιότητα να επιβάλει ποινή.  Θεωρώ δηλαδή ότι ο τερματισμός της υπαλληλικής σχέσης (εδώ της σχέσης μέλους και Συνδέσμου) τερματίζει αυτόματα και την εξουσία επί του υπαλλήλου ή μέλους ανάλογα με την περίπτωση, εκτός αν υπάρχει ειδική πρόνοια ότι η σχέση αυτή συνεχίζει.  Στους σχετικούς κανονισμούς δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε.

 

Παρά το ότι ο πιο πάνω λόγος είναι αρκετός για επιτυχία της προσφυγής, προτιμώ να εξετάσω και τον έκτο λόγο, τον ισχυρισμό δηλαδή ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα του αιτητή για δίκη μέσα σε εύλογο χρόνο.  Ο συνήγορος του αιτητή παράθεσε νομολογία σύμφωνα με την οποία ο κατηγορούμενος σε πειθαρχική διαδικασία απολαμβάνει τα ίδια δικαιώματα που αναγνωρίζει και παρέχει το άρθρο 12 του Συντάγματος σε κατηγορούμενο σε ποινική διαδικασία.  (Βλ. μεταξύ άλλων Φιλίππου ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου, (2000) 1 Α.Α.Δ. 1839Αντίθετη άποψη επί της νομικής πτυχής δεν έχει διατυπωθεί από πλευράς του καθού η αίτηση.

 

Ενόψει του ότι έχω προσέξει ότι η προαναφερθείσα υπόθεση Φιλίππου ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου, όπως και αριθμός άλλων υποθέσεων στις οποίες έγινε αναφορά, ασχολούνται βασικά με δικαιώματα που προκύπτουν από το άρθρο 12 του Συντάγματος, εξέτασα και το κατά πόσο δικαιώματα με βάση το άρθρο 30.2 τυγχάνουν εφαρμογής σε πειθαρχική διαδικασία.  Στην υπόθεση Matsas v. Republic (1988) 3 (B) C.L.R. 1448, sel. 1457 το θέμα παράμεινε ανοικτό ενόψει του ότι δεν είχε παρατηρηθεί καθυστέρηση στην πειθαρχική δίκη.  Από την υπόθεση όμως Α.Η. Δικηγόρος (2004) 1 (Α) Α.Α.Δ. 254, σελ. 264-267, προκύπτει ότι η πρόνοια του άρθρου 30.2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 (1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων περί δίκης σε εύλογο χρονικό διάστημα τυγχάνει εφαρμογής και σε πειθαρχική δίκη.  Απλώς στην εν λόγω υπόθεση δε διαπιστώθηκε τέτοια καθυστέρηση.  Εφόσον λοιπόν δεν είχα αντίθετο ισχυρισμό από πλευράς του καθού η αίτηση, προχωρώ να εξετάσω την υπόθεση με υπόβαθρο ότι το άρθρο 30.2 του Συντάγματος και το άρθρο 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τυγχάνουν εφαρμογής.

 

Σύμφωνα με τον αιτητή η εναντίον του πειθαρχική δίωξη άρχισε αυτεπάγγελτα ως αποτέλεσμα μιας ανακοίνωσης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ημερ. 19/12/01 σε σχέση με την οικονομική κατάσταση της εταιρείας  LK. Globalsoft Com. Limited για το έτος 2000.  Για το σκοπό αυτό ο καθού η αίτηση διόρισε εισηγητή τον Ιωάννη Χαριλάου στις 4/6/02.  ΄Αρχισαν συναντήσεις του εισηγητή με τον αιτητή από 5/6/02 που διάρκεσαν μέχρι και 28/8/02.  Το επόμενο βήμα ήταν να σταλεί η επιστολή ημερ. 4/3/03 για παραπομπή του αιτητή στην Πειθαρχική Επιτροπή στις 20/3/03.  Κατηγορητήριο ετοιμάστηκε 2 χρόνια μετά, στις 10/2/05, για πρώτη εμφάνιση στις 20/2/05. 

 

Από πλευράς του καθού η αίτηση δεν παρέχεται καμιά εξήγηση για την όλη καθυστέρηση, πέραν του απλού ισχυρισμού ότι αυτή οφείλεται «αποκλειστικά και μόνο στις ενέργειες ή παραλήψεις του αιτητή», και ότι εν πάση περιπτώσει δεν έχει υποστεί βλάβη αφού ο ίδιος υπέβαλε παραίτηση.  Δεν εξηγούν όμως σε ποιες ενέργειες και παραλείψεις του αιτητή αναφέρονται.

 

Με βάση τα πιο πάνω γεγονότα και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των αδικημάτων για τα οποία διώχθηκε ο αιτητής πειθαρχικά που δεν φαίνεται να αφορούσαν περίπλοκο θέμα, καταλήγω να δεχθώ τη θέση της πλευράς του αιτητή ότι η όλη διαδικασία δε διεκπεραιώθηκε μέσα σε εύλογο χρόνο όπως προβλέπει το άρθρο 30.2 του Συντάγματος και το άρθρο 6.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.  Επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί και για αυτό το λόγο.

 

Προτού τελειώσω το θεωρώ ορθό να αναφέρω και το εξής που με  απασχόλησε κατά την ετοιμασία αυτής της απόφασης:  Με προβλημάτισε το κατά πόσο ο καθού η αίτηση είναι όργανο, αρχή ή πρόσωπο που ασκεί διοικητική λειτουργία με την έννοια του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.  Παρόλο που τέτοιο θέμα εξετάζεται και αυτεπάγγελτα, αφού έλαβα υπόψη ότι στην παρούσα υπόθεση ο καθού ασχολήθηκε με θέματα επιβολής ποινής και εφόσον δεν είχε εγερθεί το θέμα αυτό και αναπτυχθεί ενώπιον μου από τους δικηγόρους, ούτε και υποδείχθηκε οποιαδήποτε νομοθεσία που διέπει το θέμα πέραν των προνοιών του Κατασταστικού, προτίμησα να μην ασχοληθώ περαιτέρω με το θέμα.

 

Με βάση τα πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα εναντίον του καθού η αίτηση.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4 (β) του Συντάγματος.

 

                                                                                           Μ. Φωτίου, Δ.

/ΚΑΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο