ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 4 ΑΑΔ 450
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1073/2005)
16 Ιουλίου, 2007
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ Κ. Γ. ΛΕΒΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ
ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ & AΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ
2. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΛΕΒΑΣ
3. ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ
4. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ (ΤΑΚΗΣ) ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
5. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
6. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΥΜΠΟΥΡΙΔΗΣ
7. ΣΑΒΒΑΣ ΛΥΜΠΟΥΡΙΔΗΣ,
Αιτητές,
ν.
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
2. γενικησ διευθυντριας του υπουργειου
παιδειασ και πολιτισμου,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Κ. Καλλής, για τους Αιτητές.
Ελ. Γαβριήλ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση σύμφωνα με την οποία έχουν καταταγεί στην 38η θέση στο διαγωνισμό για παροχή υπηρεσιών αρχιτέκτονα και πολιτικού μηχανικού στην προκήρυξη των προσφορών υπ΄ αρ. Τ.Υ. 124/2004, ημερ. 10.12.2004.
Υποβλήθηκαν 73 προσφορές και ύστερα από κατάταξη και αξιολόγησή τους οι αιτητές βαθμολογήθηκαν με 96.5 βαθμούς και κατατάγηκαν στην 38η θέση.
Οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση στην αναθέτουσα αρχή ισχυριζόμενοι ότι έπρεπε να τους είχε δοθεί η πλήρης βαθμολογία των 100 μονάδων. Στις 24.8.2005 οι αιτητές κλήθηκαν από τους καθ΄ ων η αίτηση να παρευρεθούν στη συνάντηση ανάθεσης έργου.
Οι αιτητές κατ΄ αρχάς ισχυρίστηκαν ότι ίσχυε ο Νόμος 102(Ι)/1997, αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο συμφώνησαν με την άλλη πλευρά ότι το νομικό καθεστώς που διέπει την παρούσα υπόθεση είναι ο Νόμος 101(Ι)/2003.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι βάσει του Νόμου και των περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, ΄Εργα και Υπηρεσίες) Γενικών Κανονισμών του 2004, Κ.Δ.Π. 71/04, πάσχει η σύσταση, η σύνθεση και η συγκρότηση του Συμβουλίου Προσφορών.
Συγκεκριμένα αναφέρονται στον κανονισμό 5 (1) (α) (β) ο οποίος διέπει τα της σύνθεσης του Συμβουλίου Προσφορών και ο οποίος προνοεί ότι πρόεδρος του Συμβουλίου Προσφορών ορίζεται ανάλογα με την περίπτωση, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου ή ο προϊστάμενος του ανεξάρτητου γραφείου ή της ανεξάρτητης υπηρεσίας της Δημοκρατίας ή αντιπρόσωπός τους. Μέλη διορίζονται τέσσερις λειτουργοί του Υπουργείου και/ή των υπηρεσιών και/ή των τμημάτων που υπάγονται σ΄ αυτό ή του ανεξάρτητου γραφείου ή της ανεξάρτητης υπηρεσίας της Δημοκρατίας.
Οι αιτητές υποβάλλουν ότι ο όρος «ανεξάρτητο γραφείο» και «ανεξάρτητη υπηρεσία» έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στο άρθρο 2 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, όπως τροποποιήθηκε, δηλαδή γραφείο ή υπηρεσία που δεν υπάγονται σε συγκεκριμένο υπουργείο. Αφού λοιπόν, υποστηρίζουν, στην παρούσα περίπτωση οι προσφορές προκηρύχθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, πρόεδρος του Συμβουλίου Προσφορών θα έπρεπε να ήταν ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας και όχι ο Διευθυντής Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Υποστηρίζουν ακόμα ότι το Τμήμα Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, δεν αποτελεί «ανεξάρτητο γραφείο» ή «ανεξάρτητη υπηρεσία» μέσα στην έννοια του Νόμου 1/90, αλλά αποτελεί υπηρεσία που υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Κατά συνέπεια, συνεχίζουν οι αιτητές, η ανάληψη της προεδρίας του Συμβουλίου από τον πιο πάνω Διευθυντή ήταν παράνομη και παραβιάζει τον κανονισμό 5(1)(α).
Όπως καταγράφεται στο σχετικό πρακτικό της συνεδρίας του Συμβουλίου Προσφορών ημερ. 22.6.2005 πρόεδρος ήταν ο κ. Χ. Κωνσταντίνου, Διευθυντής Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, ο οποίος προήδρευε της Επιτροπής ως αντιπρόσωπος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου και όχι βεβαίως ως προϊστάμενος ανεξάρτητου γραφείου ή υπηρεσίας, κάτι που, εν πάση περιπτώσει, δεν ήταν. ΄Ετσι το σχετικό επιχείρημα των αιτητών θα πρέπει να απορριφθεί.
Ο επόμενος ισχυρισμός ανάγεται στην αναρμοδιότητα του Συμβουλίου Προσφορών να εκδώσει την επίδικη απόφαση γιατί η προσφορά υπερέβαινε το ποσό το οποίο το Συμβούλιο δικαιούται να κατοχυρώνει σύμφωνα με τον περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμο του 1997, Ν.102(Ι)/97.
Το επιχείρημα έχει τις ρίζες του, όπως φαντάζομαι, στη λανθασμένη εντύπωση που οι αιτητές είχαν αρχικά για το ποιος νόμος εφαρμοζόταν στην παρούσα περίπτωση. Όπως είδαμε και πιο πάνω, ο Νόμος 101(Ι)/03 κατάργησε το Νόμο 102(Ι)/97. Σύμφωνα με τον κανονισμό 3(2) της Κ.Δ.Π. 71/04 τα Συμβούλια Προσφορών έχουν εξουσία να αποφασίζουν για διαγωνισμούς που οδηγούν στην ανάθεση συμβάσεων απεριόριστης αξίας η καθεμιά.
Άλλος ισχυρισμός που εγείρουν οι αιτητές είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει γιατί οι καθ΄ ων η αίτηση, κατά παράβαση των αρχών του διοικητικού δικαίου παρέλειψαν να τηρήσουν πρακτικά της διαδικασίας. Το θέμα επικεντρώνεται σε κάποια σημείωση η οποία καταγράφεται στον πίνακα που επισυνάφθηκε από τους αιτητές ο οποίος τιτλοφορείται «πείρα προσφέροντα». Η σημείωση αυτή απετέλεσε, όπως υποστηρίζουν πάντα οι αιτητές, το μοναδικό λόγο για τη στέρηση μονάδων, αφού έτσι εξασφάλισαν σύνολο 96.5 μονάδες με συνέπεια να καταλάβουν, αντί της πρώτης θέσης την 38η. Υποστηρίζουν ότι η σχετική σημείωση βαρύνεται με ατέλειες και πλημμέλειες. Για παράδειγμα δεν φέρει υπογραφή, ούτε ημερομηνία, δεν φαίνεται να έχει υιοθετηθεί από το αρμόδιο συλλογικό όργανο, δεν υπάρχει πρακτικό υιοθέτησής της, ενώ είναι άγνωστη η ταυτότητα και η ιδιότητα του συντάκτη της. Όλα τα πιο πάνω συνιστούν, υποστηρίζουν, παράλειψη τήρησης πρακτικού της διαδικασίας, όπως υπαγορεύεται από τις σχετικές αρχές του διοικητικού δικαίου.
Το όλο θέμα αναφέρεται στην πείρα του κ. Πασχαλίδη, ο οποίος, ενώ σε προγενέστερο χρόνο υπηρετούσε ως προϊστάμενος των Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, από την 1.2.2003 ιδιωτεύει ως σύμβουλος και εργάζεται για τους αιτητές. Οι αιτητές στην προφορά τους, με σκοπό να αποδείξουν την πείρα του γραφείου τους σε παρόμοια έργα κατά τα τελευταία 18 χρόνια, αναφέρτηκαν σε κάποια έργα που είχαν εκτελεστεί από τις τεχνικές υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας. Η σημείωση αναφέρει ότι τα καθήκοντα του κ. Πασχαλίδη ως προϊσταμένου, σε σχέση με τα συγκεκριμένα έργα, ήταν μόνο διοικητικής φύσης, ενώ μελετητές των έργων και επιβλέποντες, ήταν άλλοι λειτουργοί της υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τη αξιολόγηση αυτή, ο κ. Μ. Πασχαλίδης, δεν κρίθηκε ότι είχε προσφέρει πλήρεις υπηρεσίες, στα έργα τα οποία αναφέρονται στη σημείωση και κατά συνέπεια δεν μπορούσε να του πιστωθεί η ανάλογη πείρα. ΄Ετσι οι αιτητές τον τομέα «πείρα προσφοροδότη σε παρόμοια έργα» βαθμολογήθηκαν με 6.5, με μέγιστο βαθμό 10/100.
Η συγκεκριμένη σημείωση συνιστά κατά τη γνώμη μου μέρος του πρακτικού της Επιτροπής Αξιολόγησης Προσφορών. Είναι φανερό ότι η σημείωση γράφτηκε κατά την αξιολόγηση της προσφοράς, γι΄ αυτό και δεν φαίνεται στο τεκμήριο 3 που είναι βέβαια ο πίνακας όπως αρχικά υποβλήθηκε από τους αιτητές κατά την κατάθεση της προσφοράς τους.
Όλα τα πιο πάνω στοιχεία συνηγορούν στην κατάληξη ότι υπάρχει πρακτικό της Επιτροπής Αξιολόγησης το οποίο έγινε μετά την αξιολόγηση των προσφορών και την κατάταξή τους, μετά τη βαθμολογία που τους δόθηκε. Στη συνέχεια, το Συμβούλιο Προσφορών, στις 22.6.2005, υιοθέτησε την εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης για κατάταξη των προσφοροδοτών με τη σειρά που δόθηκε στον αρχικό κατάλογο και αποφάσισε να καλέσει την ενδιαφερόμενη υπηρεσία να προχωρήσει με τη διαδικασία κατανομής έργων με βάση την πρόνοια της προσφοράς και ακολουθώντας τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες.
Στο σημείο αυτό χρήσιμη είναι η αναφορά στην υπόθεση Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, 359, όπου αποφασίστηκε ότι στην απουσία νομοθετικής διάταξης που να ρυθμίζει το θέμα τήρησης πρακτικού, η μη τήρησή του από το συλλογικό όργανο δεν καθιστά αφ΄ εαυτής άκυρη τη συγκεκριμένη διοικητική πράξη, εκτός αν η απουσία πρακτικού ή η ασάφειά του τείνει να στερήσει την πράξη της δέουσας αιτιολογίας.
Οι κανονισμοί 9, 10 και 11 της Κ.Δ.Π. 71/04, οι οποίοι διέπουν τα της σύστασης και λειτουργίας Επιτροπών Αξιολόγησης, δεν προβλέπουν οτιδήποτε για την τήρηση πρακτικών, σε αντίθεση με τον κανονισμό 7 ο οποίος προβλέπει ξεκάθαρα ότι κατά τις συνεδρίες των Συμβουλίων Προσφορών τηρούνται πρακτικά από το γραμματέα ή τον αναπληρωτή γραμματέα. Εξάλλου, όπως έχουμε πει και προηγουμένως, η συγκεκριμένη σημείωση ουσιαστικά αποτελεί μέρος του πρακτικού και ενεργεί ως αιτιολογία της βαθμολογίας που δόθηκε στους αιτητές.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ακόμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, προϊόν μη δέουσας έρευνας, προϊόν πλημμελούς και πεπλανημένης αξιολόγησης των στοιχείων που υπέβαλαν και των στοιχείων που σχετίζονται με την πείρα και την υπηρεσία του κ. Μ. Πασχαλίδη (αιτητή 3). Και πάλι η επιχειρηματολογία των αιτητών περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι ο κ. Πασχαλίδης ως προϊστάμενος των Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας για τριάντα ολόκληρα χρόνια, ασκούσε εποπτεία και έλεγχο των Τεχνικών Υπηρεσιών. Είχε επίσης την επίβλεψη των υπό εκτέλεση έργων και σε καμιά περίπτωση ο ρόλος ή τα καθήκοντά του δεν ήταν διοικητικής φύσης. Προς ενίσχυση της θέσης τους παραπέμπουν στις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης που κατείχε ο κ. Πασχαλίδης, αλλά και στις ετήσιες υπηρεσιακές του εκθέσεις στις οποίες περιγράφονται τα καθήκοντά του. Υποστηρίζουν ότι η σημείωση υποβιβάζει το ρόλο του ως τεχνικού συμβούλου του Υπουργείου επί θεμάτων σχολικών κτιρίων και άλλων συναφών οικοδομικών έργων, μεταβάλλοντας τα καθήκοντά του σε διοικητικά. Αντίθετα, ήταν, υποστηρίζουν οι αιτητές, ο υπεύθυνος επικεφαλής, δηλαδή ο άνθρωπος που έλυε τα προβλήματα, είτε αυτά ήταν τεχνικής, οικονομικής ή ακόμα και νομοτεχνικής φύσης. ΄Ετσι, θεωρούν ότι η συγκεκριμένη σημείωση, υποβιβάζει το ρόλο του.
Και αυτό το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί. Η αρμόδια Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών, η οποία αποτελείται από εμπειρογνώμονες, δηλαδή άτομα που κατέχουν τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση επί του εξεταζόμενου θέματος, έκρινε ότι τα έργα τα οποία υπέβαλαν οι αιτητές αφορούν έργα τα οποία μελετήθηκαν και εκτελέστηκαν από τις Τεχνικές Υπηρεσίες και όχι από τον κ. Πασχαλίδη. Με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία έκρινε ότι ο κ. Πασχαλίδης δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι στα συγκεκριμένα έργα είχε προσφέρει πλήρεις υπηρεσίες, σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού. Το δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να ελέγξει τη συγκεκριμένη κρίση η οποία είναι θέμα τεχνικής φύσης.
Ούτε θέμα έλλειψης δέουσας έρευνας τίθεται αφού η μόνη μειωμένη βαθμολογία που δόθηκε στους αιτητές ήταν στην «πείρα σε παρόμοια έργα», επειδή τα έργα τα οποία οι αιτητές υπέβαλαν ήταν έργα που μελετήθηκαν από τις τεχνικές υπηρεσίες και όχι από τον κ. Πασχαλίδη.
Όπως είπαμε και πιο πάνω το θέμα αφορούσε αξιολόγηση της πείρας του κ. Πασχαλίδη, η οποία δεν θα μπορούσε να αλλάξει με περαιτέρω έρευνα. Κρίθηκε ότι μόνο στα γραφεία συμβούλων την πλήρη ευθύνη των έργων αναλαμβάνει ο υπεύθυνος του γραφείου, ενώ στις τεχνικές υπηρεσίες η μελέτη και επίβλεψη των έργων εκπονείται και ανατίθεται σε λειτουργούς των τεχνικών υπηρεσιών ή σε ιδιώτες μελετητές οι οποίοι συμβάλλονται ανάλογα. Και στις δύο περιπτώσεις την ευθύνη για τη μελέτη και επίβλεψη φέρουν οι μελετητές.
Εν όψει όλων των πιο πάνω, οι λόγοι ακύρωσης που εγείρουν οι αιτητές θα πρέπει να απορριφθούν. Η προσφυγή απορρίπτεται, με £700 έξοδα εναντίον των αιτητών.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ