ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 600/2006
12 Ιουνίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
MOHAMMAD REHAN UDDIN
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - - -
Γ. Γιωργαλλής για τον αιτητή
Μ. Πασιαρδή (κα), για τους καθ΄ων η αίτηση.
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, που κατάγεται από την Μπαγκλαντές, ήρθε στην Κύπρο νόμιμα στις 7.7.03 και ακολούθως στις 6.2.04 υπέβαλε αίτηση για την απόκτηση της ιδιότητας του πολιτικού πρόσφυγα. Μετά από εξέταση του αιτήματος του και συνέντευξη, στις 28.1.05 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτησή του. Ο αιτητής υπέβαλε ακολούθως έφεση στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία, με απόφαση της ημερ. 27.12.05, την απέρριψε.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακύρωση της τελευταίας πιο πάνω απορριπτικής απόφασης.
Ο αιτητής βασίζει την προσφυγή του στα πιο κάτω νομικά σημεία:
«1. Η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
2. Η απόφαση ελήφθη καθ΄υπέρβαση ή/και κατάχρηση εξουσίας.
3. Η απόφαση είναι αντίθετη με το Σύνταγμα και την κειμένη νομοθεσία.
4. Η απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα και τον Νόμο, αφού λήφθηκαν υπόψη στοιχεία και γεγονότα που δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη ή/και δεν λήφθηκαν υπόψη στοιχεία και γεγονότα που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη.
5. Η απόφαση λήφθηκε σε διαδικασία που πάσχει νομικά αφού στον αιτητή παράνομα δεν δόθηκε το δικαίωμα της ακρόασης με αποτέλεσμα να παραβιαστεί η αρχή της φυσικής δικαιοσύνης.
6. Η καθ΄ης η αίτηση έχει παραβιάσει στο σύνολο του το άρθρο 28Ζ του Περί Προσφύγων Νόμου.»
Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 προνοεί τα ακόλουθα:
«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. . . .»
Παραθέτω πιο κάτω απόσπασμα από την απόφασή μου στην Hamid Reza Ezzate v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Αρ. Υπ. 884/05, ημερ. 12.6.07 αναφορικά με το θέμα αυτό:
«Στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 135 στη σελ. 139 - 140 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Η έννοια του νομικού σημείου είναι αδιαχώριστη από τον επακριβή προσδιορισμό του. Αλλιώς θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί γενικά τα όσα διαλαμβάνονται στο Άρθρο 146 του Συντάγματος ως λόγοι ακυρότητας, ήτοι, ότι η απόφαση «είναι αντίθετος προς τας διατάξεις του Συντάγματος ή τον νόμον ή εγένετο καθ΄υπέρβασιν ή κατάχρησιν της εξουσίας . . . .». Η ανάγκη για εξειδίκευση υπογραμμίζεται άλλωστε από την απαίτηση του κανονισμού για πλήρη αιτιολόγηση. Το τι βέβαια αποτελεί ικανοποιητική εξειδίκευση συνδέεται και με τη φύση του τιθέμενου ζητήματος. Στην Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) όπου με την αίτηση είχε τεθεί ως νομικό σημείο η έλλειψη δέουσας έρευνας σε υπόθεση στην οποία ενδιέφερε άμεσα το κατά πόσο υποψήφιος κατείχε ή όχι τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, η πλειοψηφία της Ολομέλειας έκρινε ότι υπήρχε εξειδίκευση του ζητήματος, όχι ότι δεν χρειαζόταν.»
Περαιτέρω, η Ολομέλεια στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, αναφέρει τα πιο κάτω:
«Ο εξεταστικός χαρακτήρας της διαδικασίας κάτω από το Άρθρο 146 αμβλύνει μεν το στοιχείο της αντιπαράθεσης που ενυπάρχει στους δικονομικούς θεσμούς (προσαρμοσμένους στην πολιτική δίκη), δεν καταργεί όμως τη δικογραφία ως το μέσο προσδιορισμού των επιδίκων θεμάτων. Οι τελικές αγορεύσεις που υποβάλλονται μετά την επιθεώρηση των φακέλων εξειδικεύουν και συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα (που προσδιορίζονται στην αίτηση) που καλείται το δικαστήριο να επιλύσει. Μόνο λόγοι δημόσιας τάξης που άπτονται του θεμελίου της δικαιοδοσίας μπορεί να εγερθούν αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και να αποτελέσουν λόγους ακύρωσης. . .. . . .».».
Παρατηρώ πως από τα όσα παρέθεσα ανωτέρω προκύπτει σαφώς πως τα πλείστα νομικά σημεία που επικαλείται ο αιτητής είναι γενικά και αόριστα και αυτά δεν αιτιολογούνται. Περαιτέρω, σε πλείστα από τα πιο πάνω θέματα, ούτε στην γραπτή αγόρευσή του υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά ή αιτιολογία ή συγκεκριμενοποίηση των ισχυρισμών του. Το μόνο που εγείρεται στη γραπτή αυτή αγόρευση είναι το παράπονο του για μη διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων. Εξειδικευμένο επίσης είναι και το παράπονο του ότι δεν κλήθηκε για συνέντευξη από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων.
Είναι το παράπονο του αιτητή ότι παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του άρθρου 28Ζ του περί Προσφύγων Νόμου, επειδή, κατά τον ισχυρισμό του, δεν έγινε δέουσα έρευνα από αρμόδιο λειτουργό της Αναθεωρητικής Αρχής, αφού η έκθεση του δεν δείχνει να προέβη ο ίδιος προσωπικά σε οποιαδήποτε έρευνα, αλλά απλώς επανέλαβε τα γεγονότα που υπήρχαν στο φάκελο του αιτητή, όπως αυτά είχαν καταγραφεί από τον αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου.
Είναι νομολογημένο ότι η έρευνα και η μορφή της σε κάθε υπόθεση είναι θέμα που βρίσκεται στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου οργάνου. Είναι προφανές ότι στην παρούσα περίπτωση έγινε η δέουσα έρευνα, αφού ο λειτουργός που ετοίμασε τη σχετική έκθεση είχε ερευνήσει όλες τις διαδικασίες και τα γεγονότα που βρίσκονταν ενώπιον του με βάση την έρευνα που διεξάχθηκε από την Υπηρεσία Προσφύγων και συμφώνησε με την κατάληξη και τα ευρήματα της Υπηρεσίας αυτής.
Επισημαίνω, περαιτέρω, πως πουθενά στη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής δεν εγείρει θέματα ορθότητας της αξιολόγησης της μαρτυρίας του και των στοιχείων που υπήρχαν ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση, ούτε και πρόβαλε λόγους περί λανθασμένης εκτίμησης του αρμοδίου οργάνου.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό για μη διεξαγωγή συνέντευξης από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και κατ΄ακολουθία παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, επισημαίνω πως το θέμα αυτό έχει ήδη λυθεί από την Ολομέλεια που έκρινε ότι η κλήση του αιτητή σε συνέντευξη από την αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων είναι δυνητική και εντός της διακριτικής της ευχέρειας και η απόφαση για συνέντευξη συναρτάται με το κατά πόσο έχουν τεθεί νέα στοιχεία ενώπιον της Αρχής. (Δέστε, μεταξύ άλλων, Harpreet Singh v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 481/05, ημερ. 26.6.06).
Ως συνέπεια των πιο πάνω καταλήγω πως η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Επιδικάζονται £400 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Π. Αρτέμης, Δ.
/Χ.Π.