ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ.391/2006)
13 Ιουνίου, 2007
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SIGMA RADIO T.V. LTD,
Αιτητές,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Σπ. Ευαγγέλου, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι δημόσια εταιρεία και διατηρούν ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό σταθμό. Η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου («η Αρχή»), μέσα στα πλαίσια των εξουσιών εφαρμογής του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998, Ν.7(Ι)/98 και των συναφών Κανονισμών του 2000, Κ.Δ.Π. 10/2000, ύστερα από παράπονο/καταγγελία του κ. Βασιλείου, έκρινε ότι οι αιτητές είχαν παραβεί συγκεκριμένα άρθρα του Νόμου και τους επέβαλε χρηματικό πρόστιμο ΛΚ3000.
Με την παρούσα προσφυγή ζητείται η ακύρωση της απόφασης για τους πιο κάτω λόγους:
· Η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση τύπου ή προηγούμενης προϋπόθεσης που θέτει το άρθρο 11 του Ν.7(Ι)/98.
· Δεν τηρήθηκαν πρακτικά και η απόφαση, που είναι υπογραμμένη μόνο από τον Πρόεδρο της Αρχής, είναι αναιτιολόγητη.
· Παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης και ισότητας των όπλων.
· Παραβιάζει τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης και της δίκαιης δίκης.
· Δεν διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα.
Η διαδικασία που οδήγησε στην λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ξεκίνησε από την καταγγελία που αφορούσε σε πιθανή παράβαση των άρθρων 26(1)ε, 26(1)στ και 26(2) του Νόμου καθώς και των Κανονισμών 21(3) και 24(1)α και της παρ.4 του Μέρους Ι του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ, όπως εκτίθεται στο Παράρτημα VIIΙ των Κανονισμών. Οι παραβάσεις αφορούσαν ρεπορτάζ που μεταδόθηκε στα πλαίσια του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του σταθμού των αιτητών στις 9.5.04 και 10.5.04, μεταξύ των ωρών 20.20-21.20, ως πρώτη είδηση, σχετικά με δημοσίευμα της αθηναϊκής εφημερίδας «Εθνος της Κυριακής» για κοινά επιχειρηματικά συμφέροντα, μεταξύ του τέως προέδρου της Δημοκρατίας κ. Γ. Βασιλείου και του πρώην ειδικού αντιπροσώπου της Βρετανίας στο κυπριακό σερ Ντέϊβιντ Χάνει, που συνδέονται με το καθεστώς των βρετανικών βάσεων. Η Αρχή, αφού εξέτασε το πόρισμα της λειτουργού που ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης, έθεσε ενώπιον των αιτητών τις διερευνώμενες παραβάσεις. Η Αρχή, αφού άκουσε τις εξηγήσεις και παραστάσεις των αιτητών και παρακολούθησε τις σχετικές βιντεοταινίες, έκρινε ότι υπήρχαν παραβάσεις. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ.10.10.05 και κλήθηκαν να υποβάλουν τις απόψεις τους για σκοπούς επιβολής κυρώσεων. Με απόφαση ημερ.9.11.05 η καθ' ης η αίτηση, αποφάσισε να επιβάλει στους αιτητές πρόστιμο ΛΚ3000 για τις παραβάσεις των άρθρων 26(1)ε και 26(2) του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών νόμου 7(Ι)/98, των κανονισμών 21(3) και 24(1)α και της παρ.4 του Μέρους Ι του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ.
Υποστηρίχθηκε από τους αιτητές ότι η σύνθεση της Αρχής έπασχε λόγω της απουσίας του μέλους κ. Ευθυβούλου από τις συνεδρίες ημερ. 21.7.04 και 13.4.05 (ακροαματική διαδικασία). Στα πρακτικά καταγράφεται η απουσία του καθώς και οι λόγοι. Ο κ. Ευθυβούλου δεν συμμετείχε σε όλη την προηγούμενη διαδικασία εκδίκασης της υπόθεσης και συνεπώς δεν ετίθετο θέμα ενημέρωσης του. Η ενέργεια της Αρχής να τον αποκλείσει από την σύνθεση της κατά την επιβολή της κύρωσης στους αιτητές κατά την συνεδρία ημερ.9.11.05 ήταν νόμιμη και δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της σύνθεσης. Η αποχώρηση του, διασφάλιζε την ενιαία σύνθεση της Αρχής καθ' όλη της διάρκεια παραγωγής της διοικητικής απόφασης.
Θέμα κακής σύνθεσης ετέθη και σε συνάρτηση με την απουσία του μέλους κ. Κωνσταντινίδη ο οποίος, ενώ ήταν παρών σε όλες τις προηγούμενες ουσιαστικές συνεδρίες, δεν καταγράφεται ως παρών στη συνεδρία ημερ. 9.11.05 που επιβλήθηκαν οι κυρώσεις στους αιτητές. Στο ίδιο το πρακτικό δεν καταγράφεται η απουσία του ούτε οι λόγοι της απουσίας του, όπως θα έπρεπε. Ωστόσο, η σύνθεση δεν έπασχε αφού η θέση του κατά την εν λόγω ημερομηνία είχε οριστικά κενωθεί λόγω παραίτησης του. Σχετική είναι η επιστολή παραίτησης του ημερ. 27/07/05 και η αποδοχή της παραίτησης του από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 5/10/05 (ερυθρά 3 και 8 στο διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε ως τεκμήριο Β). Το άρθρο 7(9) προνοεί ότι «η χηρεία θέσης της Αρχής ή ελάττωμα στο διορισμό μέλους δεν επιφέρει ακυρότητα των πράξεων ή διαδικασιών της».
Προέχει η εξέταση των επιμέρους εισηγήσεων των αιτητών αναφορικά με την παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης καθώς και των δικαιωμάτων τους να κριθούν από ανεξάρτητη και αμερόληπτη δικαστική αρχή κατά το άρθρο 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η Αρχή, σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, ενήργησε ως μάρτυρας, ανακριτής και δικαστής, ενώ ταυτόχρονα είχε λόγο μεροληψίας εις βάρος των αιτητών, αφού, σύμφωνα με τη νομοθεσία, τα εισπραττόμενα πρόστιμα καταβάλλονται στο ταμείο της. Υποστηρίζουν επίσης ότι εκτός από το δικαστήριο και υπό τις προϋποθέσεις των ΄Αρθρων 12 και 30 του Συντάγματος, ουδείς άλλος μπορεί να επιβάλλει ποινές. Το Σύνταγμα δεν παρέχει εξουσία επιβολής διοικητικού προστίμου από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
Στις Sigma Radio T.V. Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υποθέσεις 320/99 κ.α. ημερ. 24.2.04 προβλήθηκαν παρόμοιοι ισχυρισμοί. Κρίθηκε κατά πλειοψηφία της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι η διαδικασία που ακολουθεί η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου είναι διαδικασία διοικητικού οργάνου και όχι δικαστηρίου και ότι, ως θέμα πολιτικής του κράτους, ζητήματα παράβασης των ρυθμιστικών προνοιών του Νόμου στον ευαίσθητο και σημαντικό τομέα της Ραδιοτηλεόρασης, ανατίθενται σε ειδική ανεξάρτητη δημόσια Αρχή. Και εφόσον οι αποφάσεις της εν λόγω Αρχής, υπόκεινται στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, διασφαλίζεται η τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Οι αιτητές θεωρούν ότι η επιλογή της πειθαρχικής δίωξης, αντί της ποινικής, είναι γι΄ αυτούς δυσμενέστερη και συνεπώς η Αρχή, κακώς ανέλαβε δικαιοδοσία. Ταυτόσημος ισχυρισμός προβλήθηκε και εξετάστηκε στη Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθεση 392/2003, ημερ. 19.9.2005. Υιοθετώ τα πιο κάτω λεχθέντα από τον Κωνσταντινίδη, Δ., και καταλήγω πως δεν ευσταθεί ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης.
«Εκλαμβάνεται ως δεδομένο πως η επιλογή της πειθαρχικής δίωξης αντί της ποινικής είναι η δυσμενέστερη και επικαλούνται το άρθρο 52(3) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99). Χωρίς όμως αναφορά στο άρθρο 48 του Ν.7(Ι)/98 που προβλέπει, σε περίπτωση καταδίκης για ποινικό αδίκημα, φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £20.000. Μάλιστα με την περαιτέρω πρόνοια του άρθρου 49 πως όταν το ποινικό αδίκημα διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, την ευθύνη γι' αυτό φέρουν και όλα τα μέλη του διοικητικού ή διαχειριστικού συμβουλίου ή της επιτροπής που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του νομικού προσώπου και ο γενικός διευθυντής ή ο διευθυντής ή ο διευθύνων σύμβουλός του. Ενώ, στην άλλη περίπτωση, με βάση το άρθρο 3 του Ν.7(Ι)/98, η Αρχή έχει εξουσία να επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις, μεταξύ των οποίων διοικητικό πρόστιμο που δεν θα υπερβαίνει στην περίπτωση παγκύπριου τηλεοπτικού σταθμού, το ποσό των £5.000 για κάθε ημέρα παράβασης. Οι αιτητές εννοούν πως ήταν δυσμενέστερη γι' αυτούς η επιλογή της διοικητικής διαδικασίας επειδή αυτή έχει ελλείμματα ως προς την αμεροληψία δεδομένου ότι η Αρχή είναι κριτής της δικής της απόφασης να διώξει, στη βάση δικής της έρευνας, χωρίς μαρτυρία ξένου προς αυτή ειδικού. Και εν προκειμένω, όμως, κατά παραγνώριση της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στην Sigma Radio T.V. Ltd (ανωτέρω) πως η διοικητική διαδικασία δεν έχει τέτοια ελλείμματα.»
Σε σχέση με το ζήτημα της παράλειψης της Αρχής να συμβουλευθεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή Ραδιοτηλεόρασης αναφορικά με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, σχετική είναι η απόφαση του Κωνσταντινίδη, Δ., στην υπόθεση 392/2003 (ανωτέρω), όπου οι πρόνοιες του άρθρου 11(1)* του Νόμου 7(Ι)/98, εξετάστηκαν, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του Κανονισμού 10 των περί της Συμβουλευτικής Επιτροπής Ραδιοτηλεόρασης Κανονισμών του 1999 (Κ.Δ.Π. 154/99). Σχετικά με το εγειρόμενο ζήτημα αναφέρθηκαν τα εξής:
«Ανεξάρτητα από το ζήτημα της γενικότερης εμβέλειας του άρθρου 11 του Νόμου, στην οποία δεν χρειάζεται να επεκταθώ, δεν έχει τεκμηριωθεί η αντίληψη πως ήταν υποχρεωτική η εμπλοκή της Συμβουλευτικής Επιτροπής στη διαδικασία προς επιβολή, εφόσον στοιχειοθετείται παράβαση, διοικητικής κύρωσης. Για την οποία ο Κανονισμός 41 της ΚΔΠ.10/00, στον οποίο δεν έγινε καν αναφορά, περιλαμβάνει λεπτομερείς πρόνοιες.»
Εκεί όπου ο νομοθέτης κρίνει απαραίτητη την προηγούμενη άποψη της Συμβουλευτικής Eπιτροπής για συγκεκριμένη απόφαση της Αρχής, αυτό αναφέρεται ρητά. Βλ. π.χ. άρθρο 29(4) του νόμου. Στην προκειμένη περίπτωση, όπου η διαδικασία αφορά εξέταση παραβάσεων (Κανονισμοί 41 και 42) δεν επιβάλλεται καμιά υποχρέωση στην Αρχή να ζητά γνωμάτευση της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία συστάθηκε και λειτουργεί βάσει του νόμου. (Bλ. επίσης Εκδοτικός Οίκος Δίας Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 452/2005, ημ.11.4.06.)
Οι ισχυρισμοί των αιτητών για έλλειψη έρευνας από ειδικό και έλλειψη αιτιολογίας είναι ανυπόστατοι. Η απόφαση ημερ. 13.4.05 στηρίχθηκε στο σημείωμα αρμόδιας λειτουργού ημερ. 7.4.05 το οποίο αξιολογεί το περιεχόμενο των εν λόγω ρεπορτάζ και αναλύει τους λόγους για τους οποίους στοιχειοθετούνται τυχόν παραβάσεις, ενώ αναφέρεται και σε προηγούμενες ανάλογες υποθέσεις. Η ενσωμάτωση του πορίσματος μιας έρευνας σε επακόλουθη διοικητική απόφαση και η υιοθέτηση του δεν απαγορεύεται.
Το ότι η επίδικη απόφαση ετέθη σε ξεχωριστό κείμενο, το οποίο όμως αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του πρακτικού ημερ. 13.4.05 (βλ. Παράρτημα VIII και IX στην ένσταση) και το ότι υπογράφεται μόνο από τον Πρόεδρο της Αρχής, συνάδει με τις πρόνοιες του άρθρου 42(8) του νόμου και δεν τεκμηριώνει παρατυπία στο πρακτικό που να επηρεάζει την εγκυρότητα της απόφασης. Τα ίδια ισχύουν και για την απόφαση καθορισμού διοικητικού προστίμου ημερ. 9.11.05. Πρόκειται για αποφάσεις, οι οποίες φανερώνουν το σκεπτικό και τους λόγους πάνω στους οποίους βασίστηκε η καθ΄ ης η αίτηση αφού δόθηκε η ευκαιρία στους αιτητές να προβάλουν τις θέσεις τους.
Συνεπώς κανένας από τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £700 έξοδα εναντίον των αιτητών. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.
* «Η Αρχή συστήνει Συμβουλευτική Επιτροπή Ραδιοτηλεόρασης για να την συμβουλεύει στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της.»