ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 970/2005)
15 Μαΐου, 2007
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28, 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΜΑΥΡΙΚΙΟΥ - ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Γ. Πασιαρδής, για την Αιτήτρια.
Ελ. Λοϊζίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα δύο αποφάσεων της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, (η «Επιτροπή»), με τις οποίες δεν της αναγνωρίζεται, για σκοπούς μονάδων μετάθεσης, η προϋπηρεσία της στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου και/ή της αφαιρέθηκαν οι σχετικές μονάδες μετάθεσης. Η πρώτη απόφαση είναι ημερομηνίας 25/5/2005 και κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή της ίδιας ημερομηνίας και η δεύτερη, η οποία εκδόθηκε μετά από ένστασή της ημερομηνίας 6/5/2005, είναι ημερομηνίας 12/7/2005.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της ένστασης, τα οποία δεν αμφισβητούνται, στην αιτήτρια, η οποία κατέχει τη θέση Καθηγητή Βιολογίας στα σχολεία Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης, αναγνωρίστηκε, από την Επιτροπή, για σκοπούς διορισμού, προαγωγής και προσαυξήσεων, ως εκπαιδευτική υπηρεσία, η προηγούμενη απασχόλησή της στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου. Συνολικά της αναγνωρίστηκαν έντεκα χρόνια, εννέα μήνες και δεκατέσσερις ημέρες.
Λειτουργός στην υπηρεσία των καθ' ων η αίτηση, στα πλαίσια ελέγχου των μονάδων μετάθεσης των εκπαιδευτικών λειτουργών, πίστωσε την αιτήτρια με αριθμό μονάδων μετάθεσης και της κοινοποίησε αναλυτική κατάσταση αυτών. Η αιτήτρια την αποδέχθηκε, την υπέγραψε και την απέστειλε στην Επιτροπή στις 4/2/2004.
Στις 11/5/2005, επειδή κατά καιρούς υποβάλλονταν αιτήματα από μόνιμους εκπαιδευτικούς λειτουργούς για παραχώρηση σ' αυτούς μονάδων μετάθεσης για υπηρεσία σε διάφορους οργανισμούς, ιδρύματα, κυβερνητικές υπηρεσίες και άλλα, η Επιτροπή, έχοντας υπόψη τις πρόνοιες των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Τοποθετήσεις, Μεταθέσεις και Μετακινήσεις) Κανονισμών του 1987 έως 1994, έκρινε ότι «... επιβάλλεται να καθιερωθεί συγκεκριμένη πολιτική για τις περιπτώσεις που δικαιολογείται ή δεν δικαιολογείται η παραχώρηση μονάδων μετάθεσης ...» για τέτοια υπηρεσία και αποφάσισε ότι «... δεν θα παραχωρούνται μονάδες μετάθεσης για υπηρεσία ...» σε οργανισμούς που καθόρισε, περιλαμβανομένου και του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου. Η απόφαση αυτή της Επιτροπής κοινοποιήθηκε με επιστολή της σ' όλους τους επηρεαζομένους, μεταξύ των οποίων και στην αιτήτρια, η οποία, στις 6/5/2005, υπέβαλε ένσταση για την αποκοπή των μονάδων μετάθεσής της που αντιστοιχούσαν στα έτη υπηρεσίας της στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου. Μετά από εξέταση της ένστασής της, η Επιτροπή κατέληξε ότι ορθά αυτή δεν πιστώθηκε με μονάδες μετάθεσης για τη συγκεκριμένη προϋπηρεσία της, την ειδοποίησε δε ανάλογα.
Οι καθ' ων η αίτηση, με τη γραπτή τους αγόρευση, εγείρουν προδικαστικά ζήτημα εκτελεστότητας της απόφασης ημερομηνίας 25/5/2005. Αφορά, ισχυρίζονται, τον υπολογισμό των μονάδων μετάθεσης της αιτήτριας, χωρίς να προσβάλλεται μετάθεση ή μη μετάθεσή της. Σ' ό,τι αφορά την προσβαλλόμενη απόφαση ημερομηνίας 12/7/2005, αυτή, υποστηρίζουν, είναι βεβαιωτική της προηγουμένης.
Με την απαντητική αγόρευση του συνηγόρου της, η αιτήτρια απορρίπτει τις προδικαστικές ενστάσεις, προβάλλει δε διάφορους λόγους, οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς της, συνιστούν λόγους ακυρότητας. Αποτελεί, αναφέρει, η απόφαση της 25/5/2005, εκτελεστή διοικητική πράξη. Η εκτελεστότητά της προκύπτει από την αυθαίρετη αποστέρηση μονάδων, με άμεσες συνέπειες, αφού η ίδια έχασε την προτεραιότητα που είχε έναντι άλλων συναδέλφων της, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες εκείνων που, με την απόφαση, δε δικαιούνται να πιστωθούν με μονάδες μετάθεσης. Πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, είχε περισσότερες μονάδες και είχε προβάδισμα έναντι άλλων, το οποίο τώρα δεν έχει. Ενώ για την υπηρεσία της στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου της είχαν αναγνωριστεί μονάδες μετάθεσης, με την προσβαλλόμενη απόφαση, της αφαιρέθηκαν.
Ανεξάρτητα από τη γενική αρχή ότι, με την ίδια προσφυγή, δεν είναι δυνατό να προσβάλλονται περισσότερες από μία διοικητικές αποφάσεις, στην παρούσα περίπτωση, και αν ακόμη κατέληγα, που κάτι τέτοιο δε συμβαίνει, ότι η απόφαση της 25/5/2005 είναι εκτελεστή, η απόφαση της 12/7/2005 είναι βεβαιωτική της προηγουμένης και, συνεπώς, μη δεκτική προσβολής δι' αιτήσεως ακυρώσεως. Οι καθ' ων η αίτηση, με την επιστολή τους ημερομηνίας 12/7/2005, επαναλαμβάνουν την προηγούμενη απόφασή τους, χωρίς νέα έρευνα και χωρίς να ληφθούν υπόψη νέα ουσιώδη στοιχεία - νομικά ή πραγματικά - που να προέκυψαν μετά την απόφασή τους ή να προϋπήρχαν, αλλά να μην ήταν σε γνώση τους - (βλ. Salamis Holdings Ltd. v. Municipality of Famagusta (1974) 3 C.L.R. 344 και Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 364).
Η νομολογία, σ' ό,τι αφορά το ζήτημα της εκτελεστότητας διοικητικών πράξεων, είναι πλούσια και οι αρχές διατυπωμένες με σαφήνεια. Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 236-237, αναφέρεται ότι:-
«Εις προσβολήν δι' αιτήσεως ακυρώσεως δεν υπόκειται οιαδήποτε πράξις απορρέουσα εκ διοικητικού οργάνου, δρώντος ως τοιούτου, αλλά μόνον αι εκτελεσταί πράξεις. ... Το κύριον στοιχείον της εννοίας της εκτελεστής πράξεως είναι η άμεσος παραγωγή εννόμου αποτελέσματος, συνισταμένου εις την δημιουργίαν, τροποποίησιν ή κατάλυσιν νομικής καταστάσεως, ...»
Στη Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, απόφαση Πική, Δ., (όπως ήταν τότε και μετέπειτα Προέδρου Ανωτάτου Δικαστηρίου), το θέμα τέθηκε ως εξής:- (σελ. 31)
«Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης. Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης που όπως υποδηλώνει ο όρος η πράξη δεν είναι αφ' αυτής γενεσιουργός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλά μοχλός για την υλοποίηση της γενέτειρας πράξης ή απόφασης. (Βλ. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, 1929-1959, σελ. 240, Τσάτσος - Η ΑΙΤΗΣΙΣ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, σελ. 127 κ.επ., και Στασινόπουλος - ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ, σελ. 125).»
Πράξεις, που δεν επιφέρουν οποιαδήποτε μεταβολή στη νομική κατάσταση, δεν είναι εκτελεστές. Μεταξύ αυτών είναι και οι πράξεις που περιέχουν γνώμες και πληροφορίες.
Η απόφαση, που εδώ εξετάζεται, δε βρίσκω να είναι εκτελεστή. Η άμεση παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, η οποία απαιτείται - και η οποία εδώ δεν υπάρχει - δεν μπορεί να συναρτάται με μελλοντικά και αβέβαια γεγονότα. Η όποια εκτελεστότητα απόφασης ενδεχομένως θα προκύψει σε διαδικασία μεταθέσεων, στην οποία αντικείμενο έρευνας θα είναι, μεταξύ άλλων, και η υπηρεσία της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση απλά πληροφορεί την αιτήτρια για τον τρόπο υπολογισμού των μονάδων μετάθεσής της, σε σχέση με την υπηρεσία της, που είναι ένα από τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τις μεταθέσεις των εκπαιδευτικών. Το γεγονός ότι, με προηγούμενη επιστολή αρμόδιου λειτουργού των καθ' ων η αίτηση, υπολογίστηκε μεγαλύτερος αριθμός μονάδων μετάθεσης στην αιτήτρια δεν επιδρά και ούτε μεταβάλλει τον πληροφοριακό χαρακτήρα της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται, ως μη προσβάλλουσα εκτελεστή διοικητική απόφαση, με £400,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ