ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1129/2005)

 

21 Μαΐου, 2007

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΡΟΤΣΙΔΗΣ,

 

Αιτητής,

 

v.

 

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΡΓΟΛΗΠΤΩΝ

ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ,

 

Καθ΄ ων η αίτηση.

__________

 

Χ. Χαραλαμπίδης, για τον Αιτητή.

Α. Ευσταθίου Νικολετοπούλου (κα), για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

_________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης του Συμβουλίου Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών ΄Εργων (στο εξής «το Συμβούλιο»), ημερ. 22.6.2005, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για εγγραφή στο Συμβούλιο ως εργολήπτης οικοδομικών έργων Δ΄ τάξης.

 

Το Συμβούλιο είναι υπεύθυνο να εγγράφει στο Μητρώο Εργοληπτών ως εργολήπτες οικοδομικών και τεχνικών έργων ορισμένης τάξης άτομα, εφ΄ όσον ικανοποιηθεί για την ύπαρξη συγκεκριμένων κριτηρίων και προϋποθέσεων, όπως καθορίζονται στα άρθρα 15(1) και 32(3) του περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών ΄Εργων Νόμου του 2001, Ν.29(Ι)/2001.

 

Ο αιτητής είναι πολιτικός μηχανικός.  Το Συμβούλιο αφού εξέτασε τα ενώπιόν του στοιχεία απέρριψε το αίτημά του, διότι κατέληξε ότι όχι μόνο δεν κατείχε την απαιτούμενη πείρα, αλλά και δεν πληρούσε ορισμένες άλλες προϋποθέσεις.  Για παράδειγμα το Συμβούλιο δεν ικανοποιήθηκε ότι πρόθεση του αιτητή ήταν να ασκεί το επάγγελμα του εργολήπτη σοβαρά ως την κύρια βιοποριστική του απασχόληση, ενώ δεν παρουσίασε οποιαδήποτε στοιχεία ότι κατείχε μηχανικό εξοπλισμό σύμφωνα με το άρθρο 32.

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση υπέβαλαν προδικαστικά ότι ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση γιατί ακριβώς δεν πληροί τις απαιτήσεις και τα κριτήρια της σχετικής νομοθεσίας.  Ο αιτητής αντέκρουσε ότι παρουσίασε αποδεικτικά στοιχεία για την πείρα του με τα οποία αποδείκνυε ότι πληρούσε τις απαιτήσεις της νομοθεσίας.

 

Η ένσταση θα πρέπει να απορριφθεί.  Ο αιτητής, από τη στιγμή που η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίχτηκε στη θέση του Συμβουλίου ότι στερείται της απαιτούμενης πείρας, ότι δηλαδή στερείται των απαιτουμένων προσόντων, ασφαλώς και έχει έννομο συμφέρον να αμφισβητήσει την πιο πάνω απόφαση και να προσπαθήσει να αποδείξει ότι ήταν λανθασμένη.  Αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά τότε θα σήμαινε ότι η όποια απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση να απορρίπτουν αιτήσεις για εγγραφή, η οποία θα στηριζόταν στην κατά τη γνώμη του Συμβουλίου έλλειψη των κριτηρίων που προβλέπονται από το Νόμο, δεν θα μπορούσε να αμφισβητηθεί.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο παρέλειψε να διεξάγει οποιαδήποτε έρευνα πριν αποφασίσει ότι δεν κατείχε την απαιτούμενη από τη νομοθεσία πείρα, με αποτέλεσμα η απόφαση να έχει ληφθεί υπό πλάνη περί τα πράγματα, αφού αποδεικνύεται η αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών ή νομικών καταστάσεων που έλαβε υπ΄ όψιν το Συμβούλιο για εφαρμογή του κανόνα.

 

Το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Το υλικό που λήφθηκε υπ΄ όψιν από το Συμβούλιο περιέχεται τόσο στην έκθεση του Τεχνικού Επιθεωρητή Λεμεσού, όσο και στην προσβαλλόμενη απόφαση.  Όπως προκύπτει, καμιά από τις εταιρείες στις οποίες ο αιτητής απασχολείτο δεν είχε ετήσια άδεια, ενώ ο αιτητής παρέλειψε να αναφέρει τον ιδιόκτητο μηχανικό εξοπλισμό που διαθέτει.  Βέβαια στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ιδιοκτησία μηχανικού εξοπλισμού συγκεκριμένης αξίας είναι προϋπόθεση χορήγησης της ετήσιας άδειας η οποία πρέπει να εκδίδεται σε εγγεγραμμένους εργολήπτες.  Η άδεια εκδίδεται βάσει του άρθρου 32 (3) (α) και (β) ενώ η εγγραφή γίνεται βάσει του άρθρου 15.  Όμως η έλλειψη εξοπλισμού ενισχύει την κατάληξη του Συμβουλίου για έλλειψη πρόθεσης του αιτητή να ασκήσει το επάγγελμα του εργολήπτη σοβαρά.  Το Συμβούλιο έλαβε περαιτέρω υπ΄ όψιν τη μεγάλη ηλικία του αιτητή, ο οποίος θα πρέπει να σημειωθεί έχει γεννηθεί το 1939, αλλά και το γεγονός ότι για τα τελευταία 20 χρόνια δεν ασχολήθηκε καθόλου με την οικοδομική βιομηχανία, αφού απασχολείτο ως διευθυντής ιδιόκτητου ξενοδοχείου.

 

Συνεπώς, εν όψει των πιο πάνω προκύπτει ότι η απόφαση δεν είναι προϊόν πλάνης.  Διεξήχθη τόσο η δέουσα έρευνα, αλλά η απόφαση είναι και δεόντως αιτιολογημένη.

 

Ως προς τον ισχυρισμό για έλλειψη αιτιολογίας, είναι φανερό ότι η αιτιολογία είναι σαφής, αφού ρητά αναφέρεται ότι ο αιτητής δεν ικανοποιεί τα κριτήρια της νομοθεσίας. Η κατοχή αρκετής πείρας σαν πολιτικός μηχανικός εργοταξίων στην οποία αναφέρεται ο Τεχνικός Επιθεωρητής Λεμεσού, δεν εξισούται με την απαιτούμενη από το άρθρο 15 (1) (δ) του Νόμου.

 

Τέλος, ο αιτητής υποστηρίζει ότι από την κοινοποίηση της απόφασης σ΄ αυτόν απουσιάζει η προβλεπόμενη από το νόμο ειδοποίηση για τη δυνατότητά του να προσβάλει τη σχετική απόφαση.  Πρόκειται, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, για παράβαση ουσιώδους τύπου, αφού σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/99 αναφέρεται ότι η διοίκηση οφείλει να γνωστοποιεί στο έγγραφο με το οποίο κοινοποιεί στο διοικούμενο μια διοικητική πράξη, τόσο τη μορφή και φύση των διαθέσιμων σε αυτόν θεραπειών ή μέσων για προσβολή της πράξης, όσο και για την προθεσμία εντός της οποίας μπορούν τα μέσα αυτά να ασκηθούν.

 

Πράγματι, ο Ν.158(Ι)/99 προβλέπει ότι η διοίκηση θα πρέπει να γνωστοποιεί στο διοικούμενο τη δυνατότητά του να προσβάλει την πράξη. ΄Οπως έχει όμως λεχθεί στην υπόθεση Παπαλούκας κ.α. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 656, 663, η παράβαση διατεταγμένου τύπου επάγεται την ακυρότητα της πράξης μόνο εφ΄ όσον ήθελε θεωρηθεί ότι, στην υπό εξέταση συγκεκριμένη περίπτωση, ο τύπος ο οποίος δεν τηρήθηκε ήταν ουσιώδης.  Αν δεν ήταν ουσιώδης, η πράξη δεν υπόκειται σε ακύρωση, παρά την παράβαση.  Δηλαδή, ανεξαρτήτως του εξ αντικείμενου ουσιώδους του τύπου, αν διαπιστωθεί ότι η παράβασή του δεν είχε δυσμενείς επιπτώσεις για το διοικούμενο, τότε για τους σκοπούς της συγκεκριμένης περίπτωσης, αυτός θεωρείται επουσιώδης με αποτέλεσμα η παράβασή του να μην επάγεται την ακυρότητα της πράξης (βλέπε ακόμα Σ. Δεληκωστόπουλος, Η παράβασις ουσιώδους τύπου ως λόγος ακυρώσεως διοικητικών πράξεων, σελ. 82).  Εξ άλλου δεν επήλθε οποιαδήποτε δυσμενής επίδραση στον αιτητή, ο οποίος έγκαιρα προσέβαλε την απόφαση.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται, με £600 έξοδα εναντίον του αιτητή.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο