ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                      &n bsp;                          Υπóθεση  Αρ. 719/2005

 

 

17 Απριλίου, 2007

 

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

RENAD NURMANSHIN

                                    Αιτητής

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

                                    Καθ΄ών η αίτηση.

................................

 

Γ. Πασιαρδής,  για τον αιτητή

Γ. Χατζηχάννα (κα) Νομικός Λειτουργός για Γενικό Εισαγγελέα, για τους καθών η αίτηση.

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθών η αίτηση ημερ. 4/5/05 με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του ημερ. 10/3/05 για άδεια παραμονής και εργασίας στη Δημοκρατία ως διευθυντής της εταιρείας ENTERNUR LTD είναι «άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και αντίθετη με το Ευρωπαϊκό κοινοτικό κεκτημένο».

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Στον αιτητή, ρώσσο υπήκοο, παραχωρήθηκε τρίμηνη άδεια εισόδου για σκοπούς απασχόλησης ως λειτουργός ψυχαγωγίας στο ΕLΙΑS LATSI HOLIDAY VILLAGE η οποία άδεια ανανεώθηκε μέχρι και τις 15/11/99.  Στις 9/11/00 αποτάθηκε τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγος του και εξασφάλισαν άδεια ως επισκέπτες, μέχρι την 30/10/01.  Στις 15/4/02 οι άδειες τους, μαζί με αυτή της θυγατέρας τους, ανανεώθηκαν μέχρι την 30/6/02 με την ένδειξη ΤΕΛΙΚΗ ΜΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗΜΗ.  Με επιστολή του ημερ. 21/6/02 ο αιτητής ζήτησε άδεια όπως επιτραπεί στον ίδιο και στη θυγατέρα του να παραμείνουν στην Κύπρο αφού η σύζυγος του ήδη εξασφάλισε άδεια να εργαστεί ως τραπεζοκόμος στο APHRODITE WATER PARK LTD, Πάφος, αλλά το αίτημα του απορρίφθηκε με επιστολή του Τμήματος Αρχείου και Πληθυσμού ημερ. 16/9/02.  Με επιστολή ημερ. 24/9/02 της τότε δικηγόρου του, που ενεργούσε για ολόκληρη την οικογένεια, ζήτησε επανεξέταση του θέματος βασιζόμενος μεταξύ άλλων στο γεγονός ότι η σύζυγος εξασφάλισε άδεια εργασίας, η θυγατέρα φοιτούσε σε σχολείο της Πάφου και η οικονομική τους κατάσταση ήταν καλή.  Με επιστολή του Τμήματος Αρχείου και Πληθυσμού ημερ. 14/1/03 εγκρίθηκε το αίτημα με παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής μέχρι 30/6/04 χαρακτηριζόμενη ως FINAL NOT RENEWABLE.  Με νέα επιστολή του ζήτησε περαιτέρω παράταση ως επισκέπτης επικαλούμενος μεταξύ άλλων και δικαστικές διαδικασίες σχετικά με διαφορά που είχε με κυπριακή εταιρεία, λόγους υγείας της συζύγου του και την φοίτηση σε σχολείο της θυγατέρας του.  Εγκρίθηκε το αίτημά του με επιστολή του ιδίου Τμήματος ημερ. 2/7/04.  Δόθηκε στη συνέχεια νέα άδεια μέχρι 30/6/05.  Πριν τη λήξη της άδειας και συγκεκριμένα στις 10/3/05 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση να εργαστεί ως διευθυντής/μέτοχος στην εταιρεία ΕΝΤΕRNUR LTD.  Η αίτηση του απορρίφθηκε και κλήθηκε ολόκληρη η οικογένεια να αναχωρήσει από την Κύπρο με επιστολή των καθών η αίτηση ημερ. 4/5/05 η οποία και προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 24/6/05.  Εκκρεμούσης της προσφυγής, με επιστολή ημερ. 12/5/05, μέσω άλλου τώρα δικηγόρου, ζήτησε επανεξέταση, αίτημα που απορρίφθηκε εκ νέου με επιστολή των καθών η αίτηση ημερ. 24/5/05.  Σύμφωνα με τους καθών η αίτηση έκτοτε ο αιτητής κατέφυγε σε άγνωστη διεύθυνση και αναζητείται.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Στην προσφυγή παρατίθενται κάπου 27 λόγοι ακύρωσης οι οποίοι υιοθετούνται με τη γραπτή αγόρευση.  Αναπτύσσονται όμως μόνο μερικοί από αυτούς ως ακολούθως:

(α) ότι λήφθηκε η απόφαση από όργανο χωρίς νομική υπόσταση και επομένως είναι άκυρη όπως προβλέπεται από το άρθρο 15 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99). 

(β)  Δεν ενημέρωσαν σχετικά με την απόφαση της 4/5/05 τον αιτητή όπως προβλέπεται από το άρθρο 5 του προαναφερθέντος Ν. 158(1)/99.  Η θέση της πλευράς των καθών η αίτηση είναι ότι με βάση την αλληλογραφία που προηγήθηκε και εφόσον εκπροσωπείτο από δικηγόρο, ο τελευταίος γνώριζε πώς θα προστατεύσει τα συμφέροντα του αιτητή. 

(γ)  Δεν είναι δεόντως ή επαρκώς αιτιολογημένη η απόφαση παραβιάζοντας έτσι το άρθρο 26(1)(α) του Ν. 158(1)/99 και εν πάση περιπτώσει εσφαλμένα στηρίζεται η αιτιολογία στον Κ. 12(10) αφού ο αιτητής δε ζήτησε άδεια για άσκηση ανεξάρτητου επαγγέλματος αλλά για εργοδότησή του ως υπάλληλος εταιρείας. 

(δ) Η απόφαση λήφθηκε με πλάνη και/ή υπέρβαση του Νόμου και ενάντια συμφωνίας μεταξύ ευρωπαϊκής ένωσης και ρωσσικής ομοσπονδίας για θέματα συνεταιρισμού και συνεργασίας.  Εγινε επίκληση της απόφασης του ΔΕΚ αρ. C265/03 ημερ. 12/4/05.

(ε) Η απόφαση παραβιάζει την ευρωπαϊκή οδηγία 2003/109/ΕΚ ημερ. 25/11/03 για τους «επί μακρόν διαμένοντες»

(στ) παράλειψαν οι καθών η αίτηση να δώσουν στον αιτητή το δικαίωμα να ακουστεί και η απόφαση παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης ενάντια των άρθρων 43(1), 45(1)(2), 46(1)(2) και 51(1) του Ν. 158(1)/99.

 

Από πλευράς των καθών η αίτηση υποστηρίχθηκε η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.  Δόθηκε έμφαση στο γεγονός ότι ο αιτητής διαμένει παράνομα στην Κύπρο και αναζητείται. 

 

Από τους διάφορους λόγους που προώθησε ο αιτητής το θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας. 

 

Σχετικά με το λόγο αυτό το θεωρώ ορθό να παραθέσω αυτούσια την επιστολή της 4/5/05 με την οποία ο αιτητής πληροφορήθηκε ότι η αίτηση του ημερ. 10/3/05 απορρίφθηκε.  Αυτή απευθύνεται στον αιτητή και στην οικογένεια ως εξής:

 

«I am directed to refer to your application dated 10/03/05 requesting permission to enable you to stay and work in Cyprus as a Director with ENTERNUR LTD and to inform you that your application was carefully considered but it was not found possible to be approved according to Reg. 12 Par. 10 of the Aliens and Immigrations Law.

 

In view of the above you are hereby requested to leave Cyprus together with your family at once otherwise our Department will take th necessary measures for your removal from the Republic."

 

Σε σχέση με το θέμα της αιτιολογίας των Διοικητικών πράξεων σχετική είναι η απόφαση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270 σελ. 273, όπου αναφέρονται τα εξής:

 

«Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια.  Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου.  Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν.  Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647).

 

Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).

 

Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476).

 

Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου.  Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία.  «Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μη εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν» (βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω)).»

 

Είναι γεγονός ότι υπάρχει νομολογία και συγγράμματα που υποστηρίζουν ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων της διοίκησης.  Όμως αυτό τότε μόνο πρέπει να γίνεται «εφόσον ευθέως και αμέσως προκύπτει από το φάκελο χωρίς περαιτέρω διερεύνηση και στάθμιση των στοιχείων του φακέλου».  Αυτά υποστηρίζονται, μεταξύ άλλων υποθέσεων και από την απόφαση του Καλλή Δ. στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 1223/03-1227/03 Χαράλαμπος Πετεινός κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, ημερ. 4/6/04 με αναφορά σε σχετικές αυθεντίες μεταξύ των οποίων και στην προαναφερθείσα υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας.

 

Το θέμα διέπεται και από τα άρθρα 26-28 του προαναφερθέντος Ν. 158(1)/99.  Στο άρθρο 28(2) διαλαμβάνεται ρητά ότι δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε περίπτωση, ούτε και η απλή αναφορά των γενικών όρων του Νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση.

 

Στη δική μας περίπτωση είναι φανερό ότι δεν παρέχεται καμιά αιτιολογία πέραν της απλής παραπομπής στον «Reg. 12 par 10 of Aliens and Immigrations Law".  Κρίνω ότι αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής αιτιολογία με την έννοια της προαναφερθείσας νομολογίας και του άρθρου 28 του Ν. 158(1)/99.  Η επαρκής αιτιολογία ήταν ιδιαίτερα αναγκαία στην παρούσα υπόθεση, ενόψει του γεγονότος ότι ενώ οι καθών η αίτηση κάθε φορά πληροφορούσαν τον αιτητή ότι η ανανέωση της άδειας παραμονής θα ήταν η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΑΙ ΜΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΗ, έρχονταν μετά και ικανοποιούσαν το αίτημά του ή αυτό της συζύγου του.  Όταν τελικά αποφάσισαν να μην εγκρίνουν το αίτημά του, που στηρίχθηκε τώρα στη βάση ότι θα εργοδοτείτο από την εν λόγω εταιρεία, έπρεπε να δώσουν σαφείς λόγους για την απόρριψη του αιτήματος και όχι απλά να παραπέμψουν στον Καν. 12 παρ. 10 του Νόμου.  Περαιτέρω θεωρώ ότι η περίπτωση δεν είναι τέτοια που να συμπληρώνεται η αιτιολογία από το φάκελο της υπόθεσης.  Θεωρώ ότι η παρούσα υπόθεση, ενόψει των γεγονότων της, διαφοροποιείται από τις άλλες υποθέσεις αλλοδαπών που έχουν εκδικαστεί από την Πλήρη Ολομέλεια και έχουν απορριφθεί.

 

Με βάση τα πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει γιαυτό και μόνο το λόγο.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.  Οι καθών η αίτηση να καταβάλουν £300 έξοδα του αιτητή.

 

                                                                   Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑς


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο