ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 613/2006)

 

7 Μαρτίου, 2007

 

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

POLYANCON ESTATES CO LTD,

 

Aιτήτρια

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

Καθ' ων η αίτηση

 

.......

 

Δ. Καλλής για τους αιτητές.

Α. Χριστοφόρου για τους καθ' ων η αίτηση.

 

.......

 

Α  Π  Ο  Φ  Α  Σ  Η

 

Ο Διευθυντής Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων έκρινε πως ο Γ. Παχουλίδης ήταν μισθωτός των αιτητών κατά την περίοδο 20.6.01 μέχρι 16.6.05 και πως, συνεπώς, υποχρεούνταν στην καταβολή εισφορών.  Οι αιτητές άσκησαν ιεραρχική προσφυγή, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων την απέρριψε με την απόφασή του ημερομηνίας 15.2.06 και αντικείμενο της προσφυγής είναι η νομιμότητα αυτής της απόφασης.

 

Σύμφωνα με τον ισχυρισμό του Γ. Παχουλίδη και του Κ. Κολιανδρή, από την 20.6.01 εργάζονταν ως οικοδόμοι στην υπηρεσία των αιτητών για την εκτέλεση διαφόρων εργασιών σε ξενοδοχείο που ανήγειραν.  Εργάζονταν πέντε μέρες εβδομαδιαίως, με τακτικό ωράριο από τις 8.00 π.μ. μέχρι τις 4.00 μ.μ., υπό τον έλεγχο του Διευθυντή των αιτητών που τους καθόριζε με οδηγίες την καθημερινή τους εργασία, έναντι σταθερού μισθού από £200 εβδομαδιαίως.  Τους βοηθούσαν άλλοι αλλοδαποί εργάτες που επίσης εργοδοτούνταν από τους αιτητές και χρησιμοποιούσαν τα μηχανήματα και τα εργαλεία των αιτητών.

 

Ο διευθυντής των αιτητών Ε. Πολυκάρπου δεν αρνήθηκε ουσιαστικά το γεγονός του συνεχούς της απασχόλησης των δυο. Υποστήριξε όμως πως ήταν συνέταιροι οι οποίοι, κατά τη διευθέτηση που έκαμαν, θα αναλάμβαναν εργολαβικά την εκτέλεση ορισμένων εργασιών.  Οπότε, δεν θα έπρεπε εκείνος να τους καταβάλλει εισφορές αλλά οι ίδιοι για τον εαυτό τους, ως αυτοεργοδοτούμενοι, όπως έκαμνε ο Κ. Κολιανδρής.  Δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των μηχανημάτων και των εργαλείων που χρησιμοποιούσαν και δεν αρνήθηκε ότι πράγματι τους κατέβαλλε £200 εβδομαδιαίως.  Κατά τον ισχυρισμό του, όμως, τους κατέβαλλε αυτό το σταθερό ποσό «για να έχουν πάντα λεφτά».  Στη συνέχεια, κατά το τέλος κάθε εργασίας που τους ανέθετε, τους κατέβαλλε το υπόλοιπο.  Για να ενισχύσει δε αυτό τον ισχυρισμό παρουσίασε δυο αποδείξεις είσπραξης χρημάτων που υπέγραψαν οι δυο, προφανώς τις μόνες που υπήρχαν.  Σύμφωνα με την πρώτη, που φέρει ημερομηνία 7.6.02, εισέπραξαν £1.600 σε μετρητά «για υπεργολαβία πέτρινου τοίχου».  Επομένως, κατά τους δικούς του ισχυρισμούς, παρά την εβδομαδιαία καταβολή των £200 στον καθένα,  παρέμεινε το μεγάλο υπόλοιπο που αναφέρθηκε, για εργασία ήδη συμπληρωθείσα.  Σύμφωνα με τη δεύτερη απόδειξη, που φέρει ημερομηνία 16.6.05, οι δυο εισέπραξαν «£300 δια μεταφορά διάφορων πτηνών, κουνελιών, περιστεριών, κατεδάφιση υποστατικού και κατασκευή άλλων 10 υποστατικά τα οποία ανελάβαμε εργολαβικά».  Προκύπτει ως ισχυρισμός του πως για όλα τα πιο πάνω απέμεινε ως υπόλοιπο, πέραν των £200 εβδομαδιαίως, το μικρό ποσό που αναφέρθηκε.  Σημειώνω συναφώς τη σχετική εξήγηση του Γ. Παχουλίδη ότι η 16.6.05 ήταν ακριβώς η μέρα της απόλυσής τους.  Τους χρωστούσε «μεροκάματα» και τους υποχρέωσε να υπογράψουν την απόδειξη, όπως τη δακτυλογράφησε ο ίδιος, για να τους πληρώσει.  Επίσης την ανάλογη του Κ. Κολιανδρή πως ποτέ δεν υπέγραψαν αποδείξεις εκτός σε δυο-τρεις περιπτώσεις «που μας ανάγκασε ο ίδιος».  Με την περαιτέρω εξήγηση πως υποχρεώθηκε να εγγραφεί ως αυτοεργοδοτούμενος για να καλύψει την οικογένειά του.  Οι υπόλοιποι ισχυρισμοί του Ε. Πολυκάρπου αφορούσαν στο τακτικό της απασχόλησής τους.  Δεν είχαν σταθερό ωράριο ούτε τον ενδιέφερε αν απουσίαζαν, ακόμα και ημέρες από τη δουλειά.  Όπως το έθεσε, «στη δουλειά έρχονταν την ώρα που ήθελαν και την ημέρα που ήθελαν».  Μάλιστα, κάθε Τετάρτη «πήγαιναν κυνήγι και δεν δούλευαν».  Ό,τι τον ενδιέφερε ήταν να τελειώσουν τη δουλειά που ανελάμβαναν.  Για τους υπαλλήλους που απασχολούσε πλήρωνε κανονικά τις εισφορές.

 

 Παραθέτω και επί των πιο πάνω τους ισχυρισμούς των δυο.  Δούλευαν συνέχεια εκτός από μερικές Τετάρτες κατά την περίοδο του κυνηγίου και τον Αύγουστο, ακριβώς επειδή απουσίαζε ο Ε. Πολυκάρπου και, βεβαίως, δεν πληρώνονταν για αυτές τις περιόδους.

 

Ο Διευθυντής Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπως πληροφόρησε τους αιτητές με την επιστολή του ημερομηνίας 11.11.05, κατέληξε πως ο Γ. Παχουλίδης ήταν μισθωτός των αιτητών και πως υποχρεούνταν, κατά συνέπεια, σε εισφορές γι' αυτόν, ενόψει δεδομένων που εξειδίκευσε ως εξής:

«1.       Υπήρχε καθορισμένο ωράριο εργασίας,

2.                Υπήρχε καθορισμένος μισθός.

3.                Υπήρχε έλεγχος για εκτέλεση της εργασίας του.

4.                Τα μηχανήματα και εργαλεία που χρησιμοποιούσε ανήκαν στην εταιρεία»

 

Με την ιεραρχική προσφυγή που άσκησαν, οι αιτητές επανέφεραν ουσιαστικά τους ισχυρισμούς του διευθυντή τους με την προσθήκη πως υπήρχε πρόσωπο, το οποίο κατονόμασαν, που μπορούσε να βεβαιώσει ότι οι δυο συναίτεροι  «ανέλαβαν υπεργολαβία κατά την άνω περίοδο».  Όπως και άλλο, το οποίο επίσης κατονόμασαν, που μπορούσε να βεβαιώσει ότι «είχαμε συμφωνία να εργάζονται και οι δυο ως υπεργολάβοι».  Ο Υπουργός, με παραπομπή στα σχετικά στοιχεία και στις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας έκρινε ότι η απόφαση του Διευθυντή «είναι ορθή για τους λόγους που επεξηγούνται στην επιστολή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερομηνίας 11.11.05» και οι λόγοι ακυρότητας που προτείνονται αφορούν στην αιτιολογία της και στην κατ' ισχυρισμόν παράλειψη διεξαγωγής της οφειλόμενης στην περίπτωση έρευνας.

 

Ως προς την αιτιολογία θεωρούν οι αιτητές πως χρειαζόταν εξειδίκευση  των «σχετικών στοιχείων» και προσδιορισμός των διατάξεων του νόμου που είχε υπόψη ο Υπουργός ώστε να είναι σαφής και δυνάμενη να ελεγχθεί δικαστικώς.  Μάλιστα, με ιδιαίτερη αναφορά στις δυο αποδείξεις πληρωμής, που δεν υπήρχαν, όπως αναφέρουν, στο φάκελο αρχικώς αλλά τις επισύναψαν στην ιεραρχική τους προσφυγή, οι οποίες, αν αξιολογούνταν μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία, όπως θα έπρεπε, θα κλόνιζαν το τελικό συμπέρασμα.  Ως προς την έρευνα, θεωρούν πως θα έπρεπε να είχαν κληθεί τα δυο πρόσωπα που πρότειναν αφού η μαρτυρία τους θα ήταν σχετική.

 

Σε συμφωνία με την αντίθετη εισήγηση των καθ' ων η αίτηση, καταλήγω πως δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας.  Εξετάζουμε το θέμα υπό το πρίσμα των νομοθετικών ορισμών ως προς το «μισθωτό» και την «ασφαλιστέα απασχόληση».  Αυτοί αποτέλεσαν αντικείμενο εξέτασης από τη νομολογία μας και είναι ιδιαίτερα σχετική η απόφαση της Ολομέλειας στη Tsapaco Catering Ltd v. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 796.  (Βλ. και Ferguson v. Dawson [1976] 3 All ER 817, Massey v. Crown Life Insurance Co [1978] 2 All ER 576, Christofides  v. Redundant Employees Fund, (1978) 1 CLR 208, Aloupou and Another v. HjiGeorghiou and Another (1984) 1 CLR 475, Αvacom Computer Services Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 58/98 ημερομηνίας 20.7.1999, Αvacom Computer Services Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1572/99 ημερομηνίας 23.11.2000, και Δημοκρατία ν. Φρίνικς Λτδ (2002) 3 AAΔ 192).  Αναζητούνται εκεί κριτήρια στη βάση των οποίων εξετάζεται το θέμα, χωρίς δέσμευση από τη φραστική αναφορά από τα μέρη σε εργολαβική προσφορά υπηρεσιών.  Αυτό το δέχονται και οι αιτητές, με ιδιαίτερη αναφορά στην υπόθεση  Ferguson (ανωτέρω) και δεν χρειάζεται να επεκταθώ αφού δεν αμφισβητείται, ορθώς θα έλεγα, και πως όσα εξειδίκευσε ο Διευθυντής είναι σχετικά.

 

Ο Διευθυντής, λοιπόν, εξειδίκευσε τους λόγους της απόφασής του και ο Υπουργός ρητά παραπέμπει σε αυτούς, σαφώς εν γνώσει των στοιχείων που ο φάκελος ευθέως αποκάλυπτε και που ρητώς προσδιορίστηκαν και σε σημείωμα που του υποβλήθηκε.  Επίσης εν γνώσει των παραστάσεων των αιτητών στην ιεραρχική τους προσφυγή.  Δεν μπορώ, λοιπόν, να συμφωνήσω ότι έχουμε στην περίπτωση ελάττωμα αιτιολογίας και, συνακολούθως, αδυναμία άσκησης δικαστικού ελέγχου.  Ούτε ότι χρειαζόταν στην περίπτωση άλλη εξειδίκευση και, μάλιστα, αναφορά σε συγκεκριμένες νομοθετικές διατάξεις.

 

Επί των εξειδικευμένων παραπόνων τώρα των αιτητών.  Δεν είναι ορθό πως οι αποδείξεις υποβλήθηκαν για πρώτη φορά με την ιεραρχική προσφυγή.  Βρίσκονταν ενώπιον του Διευθυντή εξ αρχής και, μάλιστα, γινόταν ρητή αναφορά στο σχετικό σημείωμα ημερομηνίας 29.9.05, που προηγήθηκε της απόφασής του ημερομηνίας 11.11.05.  Μαζί, βεβαίως, και με τις συναφείς θέσεις των άλλων.  Το τεκμήριο είναι, συνεπώς, ότι συνυπολογίστηκαν στο πλαίσιο του συνόλου και πως ενυπάρχει στην κρίση του Διευθυντή και μετέπειτα του Υπουργού, πως δεν αλλοίωναν τη δύναμη των υπόλοιπων δεδομένων.  Αφού δε αυτό το κατ' ευθείαν  στοιχείο, οι αποδείξεις δηλαδή που αναφέρονταν σε εργολαβική εργασία, δεν κρίθηκε ότι είχε τέτοια αποφασιστική σημασία, δεν ήταν και απαραίτητο να αναζητηθεί και η περαιτέρω μαρτυρία άλλου αναφορικά με τη μεταξύ των μερών κατ' ισχυρισμόν περιγραφή της σχέσης τους ως υπεργολαβίας.  Όπως, εν τέλει, δεν ήταν στοιχείο που δυνητικά θα αλλοίωνε όσα σταθερά προσδιορίστηκαν, η κατ' ισχυρισμόν μαρτυρία άλλου πως σε κάποιο απροσδιόριστο χρονικό σημείο, κατά τη διάρκεια της τετραετίας, ανέθεσαν κάποια εργασία στο Γ. Παχουλίδη και στον Κ. Κολιανδρή.  Δεν διαπιστώνω, συνεπώς, ελλιπή έρευνα και θεωρώντας πως η προσβαλλόμενη απόφαση που ρητώς παραπέμπει στα στοιχεία του φακέλου και  στην απόφαση του Διευθυντή ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, καταλήγω πως η τελική κρίση ήταν εύλογα επιτρεπτή και πως δεν παρέχεται περιθώριο για παρέμβαση.

 

 Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με £600 έξοδα πλέον ΦΠΑ.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

ΜΣι.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο