ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 612/2005)
2 Μαρτίου, 2007
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MIR KASIM,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
Ν. Νικολαϊδης, για τον Αιτητή.
Μ. Κυπριανού, Νομική Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, ο οποίος είναι ηλικίας 26 χρόνων και κατάγεται από την Μπαγκλαντές, έφθασε στην Κύπρο στις 7/3/2003 και του δόθηκε άδεια παραμονής με την ιδιότητα του φοιτητή. Εννέα μήνες αργότερα υπέβαλε αίτηση για την παροχή ασύλου ισχυριζόμενος ότι αν επέστρεφε στη χώρα του, επειδή ήταν μέλος του πολιτικού κόμματος Jatiya Party θα τον σκότωναν μέλη άλλων πολιτικών κομμάτων.
Όταν κλήθηκε σε προφορική συνέντευξη ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι λόγω οικογενειακών προβλημάτων που αντιμετώπιζε πείστηκε, κατόπιν προτροπής του ηγέτη του Jatiya Party, να αναμειχθεί στο πιο πάνω κόμμα λαμβάνοντας μέρος σε συναντήσεις και διαδηλώσεις που διοργάνωνε το πιο πάνω κόμμα. Ο αιτητής ισχυρίστηκε επίσης ότι ως αποτέλεσμα της συμμετοχής του σε διαδηλώσεις είχαν καταχωρηθεί εναντίον του τρεις ψευδείς υποθέσεις.
Αφού ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος από τον αρμόδιο λειτουργό η αίτηση του απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου. Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων αφού υιοθέτησε το σκεπτικό της Υπηρεσίας Ασύλου απέρριψε στις 21/3/2005 τη διοικητική προσφυγή του αιτητή. Ο τελευταίος με την παρούσα προσφυγή ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση της 21/3/2005 είναι παράνομη γιατί πάσχει λόγω
(α) έλλειψης δέουσας έρευνας,
(β) έλλειψης ανεπαρκούς αξιολόγησης,
(γ) πλάνης περί τα πράγματα,
(δ) παραβίασης άρθρων του Συντάγματος και
(ε) παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Έχω εξετάσει τους λόγους που έχουν προβληθεί και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή είναι αβάσιμη. Ο αιτητής είχε την ευχέρεια τόσο κατά την εξέταση της αίτησης όσο και κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής να προβάλει τους ισχυρισμούς του. Η Υπηρεσία Ασύλου εξέτασε τους ισχυρισμούς του και παρέθεσε με σαφήνεια τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν στην απόρριψη της αίτησης. Ακολούθως η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων αφού επανεξέτασε όλα όσα ο αιτητής είχε προβάλει προς υποστήριξη του αιτήματος του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν ορθή.
Μια προσεκτική εξέταση των στοιχείων που έχουν παρουσιαστεί δείχνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης περί τα πράγματα, αλλά είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και σωστής εφαρμογής του Νόμου και από το κείμενο της επίδικης απόφασης φαίνεται ότι η απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη. Επιπρόσθετα η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε και το ερώτημα κατά πόσο ο αιτητής μπορούσε να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας και εύλογα κατέληξε σε αρνητικό συμπέρασμα, αφού ο αιτητής δεν μπορούσε να αποδείξει βάσιμους λόγους για την ύπαρξη φόβου ότι θα υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη όπως καθορίζεται στο άρθρο 19(2) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000-2004. Επίσης κρίθηκε ότι ο εφεσείων δεν ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 19Α των Νόμων 2000-2004, οι οποίες αναφέρονται στην παραχώρηση άδειας προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό για παράβαση του άρθρου 28Ζ των πιο πάνω Νόμων σημειώνω ότι ο Νόμος αυτός παρέχει δυνητική ευχέρεια στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων να καλεί σε προσωπική συνέντευξη ή να διεξάγει ακροαματική διαδικασία όταν κρίνει αυτό σκόπιμο. (Βλ. Harpeet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 481/2005, της 26/6/2006 και Shahidul (Sumon) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 375/2005 της 26/6/2006). Στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής δεν απέδειξε ότι η μη κλήση του σε προσωπική συνέντευξη από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων ήταν λανθασμένη και ότι δεν του δόθηκε η ευχέρεια να προβάλει τις απόψεις του, αφού ο ίδιος δεν είχε προβάλει οποιαδήποτε νέα στοιχεία που θα δικαιολογούσαν την κλήση του σε νέα προφορική συνέντευξη.
Ο αιτητής έχει επίσης ισχυριστεί μέσω του δικηγόρου του παραβίαση συλλήβδην των άρθρων 6, 8, 11, 12, 13, 15, 22, 25, 28, 29, 30 και 146 του Συντάγματος χωρίς οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια δεν κρίνω σκόπιμο να εξετάσω τους πιο πάνω αόριστους ισχυρισμούς.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £400 έξοδα σε βάρος του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.