ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 336/2006)
2 Μαρτίου, 2007
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SHAB UDDIN,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΚΑΙ/Ή ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
Γ. Γιωργαλλής, για τον Αιτητή.
Β. Χριστοφόρου, Νομική Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από την Μπαγκλαντές, έφθασε νόμιμα στην Κύπρο στις 18/2/2003 και του δόθηκε άδεια παραμονής με την ιδιότητα του φοιτητή. Ένα χρόνο αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 16/2/2004, υπέβαλε αίτηση για την παροχή ασύλου ισχυριζόμενος ότι εγκατέλειψε τη χώρα του γιατί αντιμετώπιζε πολιτικά προβλήματα, αφού ως μέλος του κόμματος της αντιπολίτευσης είχε κτυπηθεί από κάποιο πρόσωπο και ότι αν επιστρέψει στη χώρα του κινδυνεύει η ζωή του.
Όταν ο αιτητής κλήθηκε σε συνέντευξη στις 29/10/2004 δήλωσε ότι τα όσα ανέφερε αναφορικά με τα προβλήματα που αντιμετώπιζε λόγω πολιτικών πεποιθήσεων και ότι κινδύνευε η ζωή του ήταν ψευδή και ισχυρίστηκε ότι υπέβαλε την αίτηση για την παροχή πολιτικού ασύλου για οικονομικούς λόγους επειδή είναι πολύ φτωχός με χαμηλό εισόδημα. Η Υπηρεσία Ασύλου αφού έκρινε τον αιτητή αναξιόπιστο απέρριψε την αίτηση του χαρακτηρίζοντας τον ως οικονομικό μετανάστη.
Ο αιτητής καταχώρισε διοικητική προσφυγή και η Αναθεωρητική Αρχή αφού εξέτασε την προσφυγή του και αξιολόγησε τα επιπρόσθετα έγγραφα που είχε παρουσιάσει, έκρινε ότι ο εφεσείων δεν απέδειξε βάσιμο λόγο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και μέσα σε αυτά τα πλαίσια απέρριψε την προσφυγή του.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ισχυριζόμενος ότι η απόφαση,
(α) λήφθηκε χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και υπό καθεστώς πλάνης,
(β) στερείται της δέουσας αιτιολογίας,
(γ) λήφθηκε καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας,
(δ) λήφθηκε κατά παράβαση Νόμων, Διεθνών Συμβάσεων και διαφόρων άρθρων του Συντάγματος,
(ε) λήφθηκε κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και του άρθρου 28Ζ του Νόμου και
(στ) περιέχει λανθασμένα κριτήρια.
Έχω εξετάσει τους λόγους που έχουν προβληθεί και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή είναι αβάσιμη. Ο αιτητής είχε την ευχέρεια τόσο κατά την εξέταση της αίτησης όσο και κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής να προβάλει τους ισχυρισμούς του και δεν μπορεί να παραγνωριστεί η παραδοχή του ενώπιον της αρμόδιας λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου ότι η αρχική δήλωση του στην αίτηση ασύλου ότι κινδύνευε η ζωή του ήταν ψευδής και ότι η αίτηση υποβλήθηκε για οικονομικούς λόγους επειδή ο ίδιος είναι φτωχός. Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω η Υπηρεσία Ασύλου εξέτασε με τη δέουσα προσοχή τους ισχυρισμούς του και παρέθεσε με σαφήνεια τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε η εισήγηση για την απόρριψη της αίτησης. Ακολούθως η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επανεξέτασε όλα όσα ο αιτητής είχε προβάλει προς υποστήριξη του αιτήματος του και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν ορθή.
Μια προσεκτική εξέταση των στοιχείων που έχουν παρουσιαστεί δείχνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης αλλά είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και σωστής εφαρμογής του Νόμου και από το κείμενο της επίδικης απόφασης φαίνεται ότι η απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη. Επιπρόσθετα η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε και το ερώτημα κατά πόσο ο αιτητής μπορούσε να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας και εύλογα κατέληξε σε αρνητικό συμπέρασμα, αφού ο αιτητής δεν μπορούσε να αποδείξει βάσιμους λόγους για την ύπαρξη φόβου ότι θα υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη όπως καθορίζεται στο άρθρο 19(2) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000-2004. Επίσης κρίθηκε ότι ο εφεσείων δεν ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 19Α των Νόμων 2000-2004, οι οποίες αναφέρονται σε ανθρωπιστικούς λόγους. Αναφορικά με τον ισχυρισμό για παράβαση του άρθρου 28Ζ των πιο πάνω Νόμων σημειώνω ότι ο Νόμος αυτός παρέχει δυνητική ευχέρεια στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων να καλεί σε προσωπική συνέντευξη ή να διεξάγει ακροαματική διαδικασία όταν κρίνει αυτό σκόπιμο. (Βλ. Harpeet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 481/2005, της 26/6/2006 και Shahidul (Sumon) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 375/2005 της 26/6/2006). Στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής δεν απέδειξε ότι η μη κλήση του σε προσωπική συνέντευξη από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων ήταν λανθασμένη και ότι του αποστερήθηκε το δικαίωμα να προβάλει τις απόψεις του. Ο αιτητής είχε ήδη προβάλει τις θέσεις του ενώπιον της αρμόδιας λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου και λόγω της μη προβολής νέων εισηγήσεων εκ μέρους του, η απόφαση για τη μη κλήση του εκ νέου για να προβάλει τις απόψεις του, ήταν απόλυτα δικαιολογημένη.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £400 έξοδα σε βάρος του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.