ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 734/2006)

 

28 Φεβρουαρίου, 2007

 

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

MD  KAMAL  SHIKDER,

 

Αιτητής,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ  ΚΑΙ/Ή  ΜΕΣΩ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ  ΑΡΧΗΣ  ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

Γ. Γεωργαλλής,  για τον Αιτητή.

Αλ. Καλησπέρα-Καρή (κα), Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής, ενήλικας, από την Μπαγκλαντές, στις 7/11/2002,  εισήλθε νόμιμα, ως φοιτητής, στην Κυπριακή Δημοκρατία.  Στις 22/3/2004, υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση σ' αυτόν του καθεστώτος πολιτικού πρόσφυγα, ισχυριζόμενος ότι εγκατέλειψε τη χώρα του για πολιτικούς λόγους.  ΄Ηταν αρχηγός του Bangladesh Students' League και, υπό την ιδιότητά του αυτή, έλαβε μέρος σε συγκεντρώσεις και απεργίες.  Ισχυρίστηκε ότι, για τις δραστηριότητές του αυτές, υπέστη βασανιστήρια και, εάν επιστρέψει στη χώρα του, υπάρχει κίνδυνος να βασανιστεί από το αντίπαλο κόμμα. 

 

Ο αιτητής, σε συνέντευξη που είχε με λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, επανέλαβε, ουσιαστικά, τα όσα ισχυρίζεται στην αίτησή του.  Πρόσθεσε ότι, ως μέλος της οργάνωσης, ήταν υπεύθυνος για την ομαλή διεξαγωγή των σπουδών των φοιτητών.  Ο λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής είναι αναξιόπιστος και υπέβαλε εισήγηση στην Υπηρεσία Ασύλου για απόρριψη του αιτήματός του.  Η εισήγηση έγινε δεκτή και το αίτημά του απορρίφθηκε.  Εξετάστηκε, επίσης, κατά πόσο εδικαιολογείτο ο αιτητής να τύχει συμπληρωματικής προστασίας, χωρίς όμως και αυτό να δικαιολογείται. 

 

Μετά την απόρριψη της αίτησής του, ο αιτητής καταχώρισε διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, επικαλούμενος ότι η Υπηρεσία Ασύλου εσφαλμένα δε θεώρησε τους λόγους που αυτός υπέβαλε πραγματικούς.  Επανέλαβε, για να στηρίξει το αίτημά του, όσα με την αίτηση και κατά την προσωπική συνέντευξη προώθησε.

 

Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, εξέτασε τη διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, διαπίστωσε ότι ο αιτητής ενημερώθηκε εγγράφως για τη διαδικασία εξέτασης της αίτησής του και ότι, κατά τη συνέντευξη, είχε τις υπηρεσίες συμπατριώτη του μεταφραστή και κατέληξε ότι αυτή ήταν καθ' όλα νόμιμη και ο αιτητής άσκησε τα δικαιώματά του, σύμφωνα με τον περί Προσφύγων Νόμο του 2000, (Ν. 6(Ι)/2000), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»).  Εξέτασε, στη συνέχεια, με βάση όλα τα ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου τεθέντα, κατά πόσο εδικαιολογείτο ο αιτητής να κριθεί αναξιόπιστος.  ΄Εκρινε ότι τα σημεία, τα οποία διαπίστωσε η Υπηρεσία Ασύλου ότι κλονίζουν την αξιοπιστία του, είναι ορθά.  Διαπίστωσε και η ίδια περαιτέρω σημεία, που κλονίζουν την αξιοπιστία του.  Τα παραθέτω:-

 

·        «Ο προσφεύγων είναι κάτοχος διαβατηρίου με αριθμό R 0278616 (ερυθρό 15) το οποίο απέκτησε νόμιμα χωρίς προβλήματα και με το οποίο ταξίδεψε μέσω του αεροδρομίου της χώρας του και πάλι χωρίς να αντιμετωπίσει προβλήματα αφού εξασφάλισε προηγουμένως φοιτητική βίζα, γεγονός που δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες για την αξιοπιστία του ισχυρισμού του ότι διώκεται από μέλη του κυβερνώντος κόμματος.

·        Ο προσφεύγων εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία την πρώτη φορά στις 07/11/2002 και τη δεύτερη φορά στις 14/04/2003.  Υπέβαλε αίτηση ασύλου στις 22/03/2004 (ερυθρό 25).  Αν αντιμετώπιζε πραγματικό φόβο δίωξης, θα υπέβαλλε αίτηση για άσυλο από την πρώτη φορά που εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία ή τουλάχιστον μόλις επέστρεψε την δεύτερη φορά αφού ισχυρίστηκε ότι κινδύνευε στη χώρα του και όχι σχεδόν ένα χρόνο αργότερα.

·        Στην αίτηση ισχυρίστηκε ότι έχει καταδικαστεί και ότι έχει βασανιστεί (ερυθρό 8 (14)), ενώ στη συνέντευξη ισχυρίστηκε ότι 2-3 άτομα προσπάθησαν να τον συλλάβουν αλλά δεν τα κατάφεραν (ερυθρό 23 6Χ).»

 

 

 

Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε περαιτέρω έναν προς έναν τους ισχυρισμούς που ο αιτητής πρόβαλε για να τεκμηριώσει τη διοικητική προσφυγή του και τους απέρριψε, δίδοντας για τον κάθε ένα λεπτομερή αιτιολογία. 

 

Εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή και προβάλλει για ακύρωσή της διάφορους λόγους.  Συγκεκριμένα, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας, λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, είναι αντίθετη με το Νόμο και το Σύνταγμα, λήφθηκε παράνομα και είναι προϊόν πλάνης, αφού λήφθηκαν υπόψη στοιχεία και γεγονότα που δεν έπρεπε να ληφθούν, ο αιτητής στερήθηκε του δικαιώματος της ακρόασης και τέλος ότι η απόφαση στερείται αιτιολογίας.    

 

Θεωρώ ότι οι λόγοι ακύρωσης δεν ευσταθούν.  Σε κάθε στάδιο της διαδικασίας εφαρμόστηκε ορθά η νομοθεσία που ίσχυε.  Ορθά η διοικητική προσφυγή εξετάστηκε από τον Πρόεδρο της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ο οποίος, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 28Ε(3) του Νόμου, μπορεί να ασκήσει τις αρμοδιότητές της από μόνος του - (βλ. Harpreet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 481/05, 26/6/06).  Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επανεξέτασε όλα όσα ο αιτητής είχε θέσει προς υποστήριξη του αιτήματός του και διαπίστωσε ότι ορθά και δικαιολογημένα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση.  Δε βρίσκω η προσβαλλόμενη απόφαση να λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης, ως αποτέλεσμα παρερμηνείας ή λανθασμένης εκτίμησης των όσων ο αιτητής ανέφερε.  ΄Οπως από το ίδιο το κείμενό της προκύπτει, και η δέουσα έρευνα έγινε και ο Νόμος ορθά εφαρμόστηκε.  ΄Εχει κατ' επανάληψη λεχθεί ότι ο ρόλος του δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης και δεν επεκτείνεται σε επανεκτίμηση των γεγονότων, με σκοπό αυτό να υποκαταστήσει την κρίση της αρμόδιας αρχής με δική του.

 

Σ' ό,τι αφορά τον ισχυρισμό για παράβαση του ΄Αρθρου 28Ζ του Νόμου, σημειώνω ότι δεν επιβάλλεται στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων να καλεί τον αιτητή σε προσωπική συνέντευξη, αλλά της  παρέχεται διακριτική ευχέρεια, η οποία ασκείται ανάλογα με τα γεγονότα της υπόθεσης.  Στην παρούσα περίπτωση, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων έκρινε ότι δεν απαιτείτο η διεξαγωγή προσωπικής συνέντευξης και δεν έχει καταδειχθεί ο,τιδήποτε, που να καθιστά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας καταχρηστική.  Σχετικές είναι οι αποφάσεις της Πλήρους Ολομέλειας στη Harpreet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, (πιο πάνω), και Shahidul (Sumon) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 375/05, 26/6/06.

 

Περαιτέρω, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε και το κατά πόσο ο αιτητής μπορούσε να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.  Εύλογα κατέληξε ότι αυτός δεν μπόρεσε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, όπως καθορίζεται στο ΄Αρθρο 19(2) του Νόμου, ούτε και συνέτρεχαν ανθρωπιστικοί λόγοι - (΄Αρθρο 19Α του Νόμου).

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, με £300,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

 

                                                                                           Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                                          Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο