ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 617/2005)
26 Φεβρουαρίου, 2007
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ALIREZA HOSSEINPOUR,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Μ. Αγγελίδου (κα), για Μ. Γεωργίου, για τον Αιτητή.
Β. Χριστοφόρου (κα), Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, ο οποίος είναι ιρανικής καταγωγής, ήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία νόμιμα ως επισκέπτης στις 22/12/1999. Μετά πάροδο τριών και πλέον χρόνων, στις 10/1/2003, υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση σ' αυτόν του καθεστώτος πολιτικού ασύλου. Ισχυρίστηκε ότι ήταν ενεργό μέλος της οργάνωσης UFIN (United Front of Iranian Nationalists). Στη χώρα του, ήταν υπεύθυνος για τη διανομή υλικού σχετικού με την οργάνωση. Δύο περίπου εβδομάδες μετά την άφιξή του στην Κύπρο, ο πρόεδρος της οργάνωσης τον πληροφόρησε ότι οι αρχές του Ιράν διαπίστωσαν τη δράση του σ' αυτή και φίλοι του, μέλη της, συνελήφθησαν. Τον συμβούλευσε να υποβάλει αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος πολιτικού ασύλου, γιατί, σε περίπτωση επιστροφής του, κινδυνεύει η ζωή του.
Στις 6/10/2003, ο αιτητής κλήθηκε σε συνέντευξη και, στη συνέχεια, η Υπηρεσία Ασύλου, υπό το φως των όσων είχε ενώπιόν της, απέρριψε την αίτησή του.
Ακολούθως, ο αιτητής καταχώρισε διοικητική προσφυγή, η οποία, επίσης, απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων. Η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε τον αιτητή αναξιόπιστο, θέση την οποία η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων υιοθέτησε ως απόλυτα ορθή και δικαιολογημένη.
Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων και προβάλλει για ακύρωσή της σειρά νομικών σημείων, τα οποία, κατά την εισήγησή του, τεκμηριώνουν λόγους ακυρότητας. Ισχυρίζεται ότι, κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης, παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του ΄Αρθρου 28Ζ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, (Ν. 6(Ι)/2000), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»). Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο συνήγορός του αποκλείστηκαν από τη διαδικασία ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η οποία έγινε με μυστικότητα και χωρίς οι ίδιοι να λάβουν γνώση της ημερομηνίας εξέτασης της υπόθεσης. Είναι, περαιτέρω, η θέση του ότι δεν απασχόλησε την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων το ενδεχόμενο αυτός να κληθεί σε προφορική συνέντευξη, ούτε και δόθηκε στο συνήγορό του δυνατότητα να προβεί σε παραστάσεις.
Πανομοιότυποι ισχυρισμοί απασχόλησαν την Πλήρη Ολομέλεια στη Harpreet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 481/05, 26/6/06, όπου αναφέρθηκαν τα πιο κάτω, τα οποία σφραγίζουν και την τύχη των ισχυρισμών του αιτητή:-
«Σύμφωνα με το άρθρο 28 Ζ η διαδικασία ενώπιον της Αρχής μπορεί να είναι τόσο γραπτή, όσο και ακροαματική. Η Αρχή εξετάζει κάθε διοικητική προσφυγή, ύστερα από διερεύνηση της υπόθεσης από αρμόδιο λειτουργό, ο οποίος και υποβάλλει σχετική έκθεση. Η δυνατότητα κλήσης του αιτητή σε προσωπική συνέντευξη είναι, σύμφωνα με το άρθρο 28 Ζ (3), στην ευχέρεια τόσο της Αρχής, όσο και του αρμόδιου λειτουργού.
Εξ ίσου θέμα άσκησης διακριτικής ευχέρειας είναι και η απόφαση της Αρχής να διεξάγει ή όχι ακροαματική διαδικασία, στην οποία έχει την εξουσία να καλεί ενώπιόν της, όχι μόνο τον αιτητή, αλλά και οποιουσδήποτε εμπειρογνώμονες ήθελε αποφασίσει ή τον αρμόδιο λειτουργό της Αρχής ή ακόμα και εκπρόσωπο της Υπηρεσίας Ασύλου. Η ακροαματική διαδικασία ενώπιον της Αρχής γίνεται σε κλειστή συνεδρία.
Η Αρχή, ακόμα και στην περίπτωση που ο αιτητής υποβάλλει νέα στοιχεία, έχει την απόλυτη ευχέρεια είτε να τον καλέσει σε προσωπική συνέντευξη, είτε σε ακροαματική διαδικασία. Κατά πόσο τα στοιχεία που υποβάλλονται από τον αιτητή είναι νέα, κρίνεται από την Αρχή.
Στις παρούσες περιπτώσεις δεν βλέπουμε να έχει παραβιαστεί οποιαδήποτε πρόνοια του άρθρου 28 Ζ, αφού η Αρχή διεξήγαγε τη διαδικασία μέσα στα προβλεπόμενα νομοθετικά πλαίσια. Είναι φανερό από τη νομοθετική ρύθμιση ότι η άμεση συμμετοχή των αιτητών δεν είναι απαραίτητη. Είχαν την ευκαιρία να εκθέσουν στη διοικητική προσφυγή που καταχώρησαν τις απόψεις τους, αλλά και τους λόγους για τους οποίους θεωρούν ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου είναι λανθασμένη. Σχετική μάλιστα ειδοποίηση για το δικαίωμά τους αυτό, παρέχεται και στην απόφαση με την οποία τους γνωστοποιείται η απόρριψη του αιτήματός τους για παροχή ασύλου, από την Υπηρεσία Ασύλου (βλέπε παράρτημα Ε της ένστασης στην προσφυγή υπ' αρ. 761/2005).»
΄Ενα άλλο παράπονο του αιτητή αφορά στην παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, αφού, όπως υποστηρίζει, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων παρέλειψε να τον ειδοποιήσει για την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, όπως παρέλειψε και να του εξηγήσει ότι είχε δικαίωμα να συμμετάσχει στη διαδικασία είτε προσωπικά είτε διά δικηγόρου και να προσκομίσει, εάν ήθελε, νέα στοιχεία. Ούτε αυτά ευσταθούν. Δεν υπάρχει τέτοια υποχρέωση. Επαφίεται στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, εάν κρίνει αναγκαίο, να το πράξει και εδώ δεν έκρινε - (βλ. Harpreet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, (πιο πάνω), και Shahidul (Sumon) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 375/05, 26/6/06).
Σ' ό,τι αφορά το θέμα της γλώσσας, της σύνταξης, δηλαδή, στην Ελληνική τόσο της ειδοποίησης η οποία εστάλη στον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου όσο και της ίδιας της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, για το οποίο, επίσης, παραπονείται ο αιτητής, και πάλι δεν υπάρχει δυνατότητα επιτυχίας. Στη Harpreet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, αναφέρθηκαν τα εξής:-
«Υποστηρίκτηκε ακόμα ότι έχει παραβιαστεί το ΄Αρθρο 30 του Συντάγματος επειδή οι αποφάσεις της Υπηρεσίας Ασύλου και της Αρχής έχουν συνταχθεί στην ελληνική. Ούτε αυτό το επιχείρημα ευσταθεί. Το ΄Αρθρο 30 του Συντάγματος, ακόμα και αν η παρούσα διαδικασία ήθελε θεωρηθεί ότι εμπίπτει στα πλαίσια που καθορίζονται σ' αυτό, δηλαδή τη διάγνωση των αστικών δικαιωμάτων και την εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων, δεν περιλαμβάνει οιανδήποτε υποχρέωση για την έκδοση της απόφασης στη γλώσσα του διάδικου. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 28 Θ (2), κατά τη διάρκεια των διαδικασιών ενώπιον της Αρχής, παρέχονται στους αιτητές δωρεάν υπηρεσίες διερμηνέα, όπου αυτό είναι αναγκαίο. Υπό τις περιστάσεις, δεν φαίνεται ότι τέτοιες υπηρεσίες ήταν αναγκαίες σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Η απόφαση που κοινοποιήθηκε στους αιτητές ήταν στα αγγλικά και η αιτιολογία στα ελληνικά. Δεν νομίζουμε όμως ότι αυτό εμπόδιζε οποιονδήποτε αιτητή να πληροφορηθεί, τόσο το περιεχόμενο της απόφασης, όσο και της αιτιολογίας της, ούτε ότι παραβιάστηκαν με τον τρόπο αυτό οποιαδήποτε δικαιώματά τους.»
Τέλος, ο αιτητής παραπονείται ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων παρέλειψε να εκδώσει την απόφασή της εντός 15 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της διοικητικής προσφυγής, κατά παράβαση του ΄Αρθρου 28Η(1) του Νόμου, όπως και ότι παραβιάστηκαν όλες οι βασικές αρχές που διέπουν τη λειτουργία και τις διαδικασίες της - (΄Αρθρο 28Θ του Νόμου). Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι παραβιάστηκαν τα εδάφια (1), (2), (4), (6) και (7).
Ούτε αυτοί οι ισχυρισμοί ευσταθούν. Ακριβώς οι ίδιοι εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν στη Harpreet Singh v. Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποία και παραπέμπω για αποφυγή επανάληψης.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με £300,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ