ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 ΑΑΔ 196
Mούστρας Mατθαίος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 70
Zίζιρου Λουκία και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 631
Harpreet Singh ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 393
Shahadat ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 573
Mehmet Nesin Aydin ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 578
Kalam Abul Kalam ν. Kυπριακής Δημoκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 585
Ince Ibrahim ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 609
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
&n bsp; Υπóθεση Αρ. 605/2005
14 Φεβρουαρίου, 2007
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1, 28, 53(1)/03 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MR. MONIR
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ/Η ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Καθ΄ ής η αίτηση.
................................
Γ. Γεωργαλλής , για τον αιτητή
Αλ. Καλησπέρα (κα), Νομικός Λειτουργός της Δημοκρατίας, για την καθής η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερ. 25/2/05 με την οποία απορρίφθηκε διοικητική του προσφυγή εναντίον απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου που απέρριψε αίτημα του για αναγνώριση του ως πολιτικός πρόσφυγας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο αιτητής, που κατάγεται από την Μπαγκλαντές, εισήλθε νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία ως φοιτητής στις 27/2/03. Στις 29/4/04 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Η Υπηρεσία Ασύλου με επιστολή της ημερ. 2/9/04 κάλεσε τον αιτητή σε συνέντευξη στις 20/10/04 κατά την οποία να προσκομίσει όλα τα σχετικά έγγραφα που θα υποστήριζαν το αίτημα του. Ήταν ο ισχυρισμός του ότι εγκατέλειψε τη χώρα του στις 26/2/03 λόγω πολιτικών προβλημάτων που υπήρχαν εκεί και ότι ο ίδιος ήταν ο οργανωτικός γραμματέας του Jatiya Party στην περιοχή του και καταδιώκεται από μέλη του κόμματος ΒΝΡ που καταχώρησαν ψευδή υπόθεση στην Αστυνομία εναντίον του. Αφού διεξήχθηκε η συνέντευξη από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο τελευταίος υπέβαλε σχετική εισήγηση στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου στις 22/12/04 ο οποίος απέρριψε το αίτημα του αιτητή και τον ειδοποίησε σχετικά με επιστολή ημερ. 30/12/04. Στις 24/1/05 καταχωρήθηκε διοικητική προσφυγή. Αφού ετοιμάστηκε σχετική έκθεση από αρμόδιο λειτουργό της Αρχής (καθής η αίτηση) η Αρχή απέρριψε το αίτημα με επιστολή της ημερ. 25/2/05, απόφαση που προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Με τη σύντομη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής ουσιαστικά ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, βασίζεται σε πεπλανημένα κριτήρια και γενικά είναι αντίθετη με τη διακριτική εξουσία που έχει η καθής η αίτηση με βάση το Νόμο. Αντίθετη είναι η θέση της πλευράς της καθής η αίτηση που υποστηρίζει τη νομιμότητα και ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ότι ο αιτητής δεν μπορεί με γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς να αποσείσει το βάρος που έχει για να αποδείξει την προσφυγή του.
Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις. Δέχομαι τα όσα εισηγείται η πλευρά της καθής η αίτηση, ότι δηλαδή οι ισχυρισμοί του αιτητή, όπως προβάλλονται στη δισέλιδη ουσιαστικά αγόρευσή του, είναι «αστήριχτοι, γενικοί και αόριστοι» και επομένως δεν μπορούν να αποσείσουν το βάρος απόδειξης που έχει ο αιτητής για επιτυχία της προσφυγής του. Η θέση αυτή, ότι δηλαδή γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί περί αυθαιρεσίας ή δυσμενούς μεταχείρισης κλπ., δεν είναι αρκετοί για να αποσείσουν το βάρος που έχει ένας αιτητής σε προσφυγή, υποστηρίζεται και από νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. μεταξύ άλλων Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196, Ζίζυρου κα. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 631 και Μούστρας κα ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 70).
Από εξέταση πρώτα της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και στη συνέχεια της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής (καθής η αίτηση), φαίνεται ότι η ουσία της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή για παραχώρηση πολιτικού ασύλου είναι το ότι δεν έγινε πιστευτός, για τους λόγους που εξηγούνται με λεπτομέρεια στην απόφαση, ότι οι λόγοι που προέβαλε γιατί να εγκαταλείψει τη χώρα του ευσταθούν. Πρόσφατα η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε αριθμό αποφάσεων σχετικά με το θέμα αυτό, η ουσία των οποίων είναι ότι, από τη στιγμή που οι καθών η αίτηση έχουν ακολουθήσει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τους περί Προσφύγων Νόμους του 2000-2004 (Ν. 6(1)/2000 ως έχει τροποποιηθεί) διαδικασία, το δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε θέματα εκτίμησης των γεγονότων (βλ. μεταξύ άλλων Harpreet Singh v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 481/05 ημερ. 26/6/06, Shahadat v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 364/05 ημερ. 21/9/06, Batim Bokov v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 492/05 ημερ. 21/9/06 Abul Kalam Kalam v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 489/05 ημερ. 21/9/06, Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 352/05 ημερ. 21/9/06, Mehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας υποθερ. Αρ. 412/05 ημερ. 21/9/06) Όπως διατυπώθηκε σε μια από τις πιο πάνω υποθέσεις (βλ. Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας σελ. 4):
«Το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης για να εξετάσει την ορθότητα της, όπως έχει επανειλημμένως λεχθεί, αλλά υπό κρίση είναι μόνο η νομιμότητα της απόφασης και η διαπίστωση του κατά πόσο το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας.»
Εξετάζοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και στη δική μας περίπτωση, δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να επιτρέπει στο δικαστήριο να επέμβει στην κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής ότι ο αιτητής ήταν αναξιόπιστος. Αναφέρεται η πλευρά της καθής η αίτηση σε σημαντικές διαφορές στην αναφορά γεγονότων όπως τα προέβαλε ο αιτητής. Βασικές ερωτήσεις, όπως για παράδειγμα σε τι αφορούσε το κόμμα του οποίου ισχυρίστηκε ότι ήταν οργανωτικός γραμματέας ή την ιδεολογία του κόμματος του, δεν μπορούσε να τις απαντήσει. Έτσι στην έκταση που ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος, η απόφαση της καθής κρίνεται ως λογικά εφικτή.
Αναφορικά τώρα με τους λόγους εκείνους με τους οποίους γίνεται ισχυρισμός ότι η απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και/ή με πλάνη όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα και πάλιν κρίνω ότι δεν ευσταθούν. Από μελέτη της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής και γενικά του υλικού που ήταν ενώπιον της, φαίνεται ότι έγινε ενδελεχής εξέταση και δόθηκαν επαρκείς λόγοι για την κατάληξη της. Κατά τη συνέντευξη στην Υπηρεσία Ασύλου ο αιτητής είχε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Η συνέντευξη κράτησε 60 λεπτά. Δεν υπάρχει θεσμοθετημένος ελάχιστος χρόνος για μια συνέντευξη τον οποίο να έχουν παραβεί οι καθών η αίτηση. Αυτή εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και στην παρούσα φαίνεται να ήταν ικανοποιητική.
Έτερο παράπονο του αιτητή είναι ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε τη διοικητική προσφυγή του χωρίς να ακούσει και τον ίδιο. Μπορώ να πω με ευκολία ότι και αυτό το παράπονο δεν ευσταθεί αφού ο ίδιος ο νόμος επιτρέπει τούτο και το θέμα ήδη εξετάστηκε και αποφασίστηκε από την Πλήρη Ολομέλεια σε μερικές από τις προαναφερθείσες υποθέσεις. Σχετική είναι και η δική μου απόφαση στην υπόθεση 175/2006 ημερ. 22/11/06, Bablu Bablu v. Δημοκρατίας.
Ενόψει όλων των πιο πάνω και λαμβανομένου υπόψη ότι όλοι οι νομικοί λόγοι που αναφέρονται στην αγόρευση του αιτητή έχουν ήδη απαντηθεί από την προαναφερθείσα, αλλά και άλλη, νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που δεν το θεωρώ αναγκαίο να παραθέσω, η προσφυγή αυτή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £300 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ