ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 329/2005)
9 Φεβρουαρίου, 2007
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,
2. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ι. Νικολάου, για τον Αιτητή.
Θ. Πιπερή (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη και/ή απόφαση των καθ'ων η Αίτηση, που γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 19.1.2005, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται στην παρούσα ως Παράρτημα Α, η απόφαση των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 18/1/2005 και με την οποία απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή του Αιτητή και/ή την αίτηση του Αιτητή για χορήγηση μίας άδειας οδικής χρήσεως αστικού ταξί για την αστική τροχαία περιοχή Λάρνακας, είναι εξ υπαρχής άκυρη και/ή στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Ο αιτητής στις 5.10.2001, ανταποκρινόμενος σε γνωστοποίηση της Αρχής Αδειών ότι δέχεται αιτήσεις για τη χορήγηση νέων αδειών οδικής χρήσεως αστικών ταξί, υπέβαλε σχετική αίτηση που συνοδεύετο από τα σχετικά πιστοποιητικά και βεβαιώσεις.
Στις 16.1.2002 η Αρχή Αδειών, σε συνεδρία της, ενημερώθηκε για τις απόψεις του Τμήματος Οδικών Μεταφορών για την αξία πώλησης των αδειών οδικής χρήσεως των αστικών ταξί. Στις 6.2.2002, σε νέα συνεδρία της, πήρε τις απόψεις των εκπροσώπων των αυτοκινητιστικών οργανώσεων.
Στις 8.4.2002 ετοιμάστηκε έκθεση από τον Ανώτερο Ελεγκτή Μεταφορών Λάρνακας με όλα τα προσωπικά δεδομένα του αιτητή.
Στις 12.6.2002 ο αιτητής υποβλήθηκε σε προφορική εξέταση ενώπιον της Αρχής Αδειών.
Στις 5.7.2002 το Τμήμα Οδικών Μεταφορών ετοίμασε και κατέθεσε στην Αρχή Αδειών σημείωμα με τις απόψεις του σύμφωνα με το άρθρο 5(14) του Ν. 9/82.
Στις 8.7.2002 η Αρχή Αδειών, σε συνεδρία της, αφού έλαβε υπόψη της όλα τα έγγραφα που ήταν ενώπιον της, καθόρισε τα αριθμητικά πλαίσια των νέων αδειών που θεώρησε ότι έπρεπε να χορηγηθούν για κάθε Αστική Τροχαία Περιοχή.
Στις 5.10.2002 η Αρχή Αδειών, αφού εξέτασε τους διοικητικούς φακέλους των αιτητών για την Αστική Περιοχή Λάρνακας, απέρριψε την αίτηση του αιτητή. Η απορριπτική απόφαση της Αρχής Αδειών κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή, ημερ. 2.12.2002.
Στις 11.12.2002, ο ατητής υπέβαλε Ιεραρχική Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Αρχής Αδειών.
Στις 7.11.2003 η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών (Α.Α.Α.), σε συνεδρία της άκουσε τον αιτητή και αφού τον υπέβαλε σε προφορική εξέταση επιφύλαξε την απόφαση της. Στη συνεδρία αυτή της Α.Α.Α. ήσαν παρόντες ο Πρόεδρος της Α. Μισός και τα Μέλη Γ. Ιωάννου και Χ. Παντελή.
Την 18.1.2005 η Α.Α.Α. εξέδωσε την απόφαση της με την οποία απέρριψε την Ιεραρχική Προσφυγή του αιτητή και επικύρωσε την απόφαση της Αρχής Αδειών. Την απόφαση της Α.Α.Α. έλαβαν ο Πρόεδρος της Α. Μισός και τα Μέλη Χ. Παντελή και Γ. Κυπριανού.
Μεταξύ άλλων λόγω ακύρωσης ο αιτητής επικαλείται, ως λόγο ακύρωσης, την κακή σύνθεση του διοικητικού οργάνου. Προέχει ως εκ τούτου η εξέταση του.
Ο πιο πάνω λόγος, ενώ αναπτύσσεται στις αγορεύσεις του δικηγόρου του αιτητή, δεν φαίνεται να εξειδικεύεται στους νομικούς λόγους ακύρωσης στο σώμα της προσφυγής. Παρά ταύτα και σύμφωνα με τη νομολογία, είναι δυνατό να εξετασθεί από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα.
Ο λόγος αυτός ακύρωσης ευσταθεί. Έχω ήδη παραθέσει πιο πάνω τη σύνθεση της Α.Α.Α. όταν υπέβαλε σε προφορική εξέταση και εξέτασε την αίτηση του επιφυλάσσοντας την απόφαση της και τη σύνθεση της Α.Α.Α. όταν εξέδωσε την επίδικη απόφαση. Στην πρώτη ήταν παρών το μέλος Γ. Ιωάννου που απουσιάζει από τη συνεδρία που λήφθηκε η επίδικη απόφαση. Αντίθετα, στη δεύτερη (όταν λήφθηκε η επίδικη απόφαση στην Α.Α.Α.) συμμετείχε το μέλος Γ. Κυπριανού που δεν μετείχε στη συνεδρία της 7.11.2003 που εξετάστηκε η αίτηση και ο αιτητής υποβλήθηκε σε προφορική εξέταση.
Στο πρακτικό της 18.1.2005 τίποτε δεν αναφέρεται για το θέμα αυτό ούτε εάν εκωλύετο το μέλος Γ. Ιωάννου να παραστεί ούτε εάν το μέλος Γ. Κυπριανού είχε ενημερωθεί για το περιεχόμενο της συνεδρίας της 7.11.2003.
Το άρθρο 22 των περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158(Ι)/1999 έχει ως εξής:-
«Η διαδικασία συζήτησης και λήψης απόφασης για ορισμένο θέμα πρέπει να διεξάγεται από την αρχή μέχρι το τέλος από τα ίδια μέλη του συλλογικού οργάνου. Αν η διαδικασία παρατείνεται σε περισσότερες συνεδρίες και η σύνθεση του οργάνου μετά την πρώτη συνεδρία αλλάξει με τη συμμετοχή μελών που ήταν απόντα στις προηγούμενες συνεδρίες, το συλλογικό όργανο δεν μπορεί αν λάβει έγκυρη απόφαση στην τελευταία συνεδρία, εκτός αν στη συνεδρία αυτή επαναληφθεί από την αρχή η διαδικασία και η συζήτηση που προηγήθηκε. Αυτό δεν απαιτείται, όταν πρόκειται για απουσία από συνεδρία που ασχολήθηκε με προκαταρκτικά θέματα ή όταν τα μέλη τα οποία λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη λήψη απόφασης.»
Με βάση τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Α.Α.Α. προκύπτει ότι ενώ το μέλος Γ. Κυπριανού απουσίαζε από τη συνεδρία κατά την οποία εξετάστηκε η αίτηση και υποβλήθηκε σε προφορική εξέταση ο αιτητής, ήταν παρών και έλαβε μέρος στην τελευταία συνεδρία που λήφθηκε η επίδικη απόφαση. Ενώ αντίθετα το Μέλος Γ. Ιωάννου ήταν παρών όταν εξετάστηκε η αίτηση και υποβλήθηκε σε προφορική εξέταση ο αιτητής, απουσίαζε όμως κατά τη συνεδρία που λήφθηκε η απόφαση. Το γεγονός αυτό συνιστά έκδηλη παραβίαση των αρχών που περιέχονται στο άρθρο 22 του Ν. 158(Ι)/99 και διέπουν τη λειτουργία των συλλογικών οργάνων.
Η νομολογία επίσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου δέχθηκε και διαμόρφωσε τις αρχές αυτές τις οποίες κωδικοποίησε ο πιο πάνω νόμος.
Στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας ΑΤΗΚ ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 53 αναφέρονται τα εξής καταληκτικά στη σελίδα 62:-
«Όμως θεωρούμε σαν καίριο πλήγμα για τη νομιμότητα της σύνθεσης της Επιτροπής την απουσία του Α. Δημητρίου από τη συνεδρία της 27/8/02 όταν εκδόθηκε η απόφαση για την επιβολή ποινής στην Αρχή. Ήταν παρών στις 26/8/02 όταν η Αρχή κρίθηκε ένοχη. Δεν είναι γνωστό αν ορίστηκε συνεδρία για επιβολή ποινής. Όπως και να έχει το πράγμα η απουσία του πλήττει καίρια τη νομιμότητα σύνθεσης της Επιτροπής εφόσον σκοπός της συνεδρίας στις 27/8/02 ήταν η επιβολή ποινής, πολύ περισσότερο αφού ήταν παρών κατά τη λήψη απόφασης για την ενοχή της Αρχής. Είναι άγνωστο, πως η παρουσία του θα ήταν δυνατό να επηρεάσει το αποτέλεσμα της απόφασης.»
(Βλέπε επίσης: Λ. Ευσταθίου κ.ά. ν. Παναγιώτας Πολυβίου και Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών (2000) 3 Α.Α.Δ. 367)
Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ ότι ο λόγος ακύρωσης για κακή σύνθεση του συλλογικού οργάνου κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης ευσταθεί.
Με την κατάληξη μου αυτή δεν προκύπτει η ανάγκη εξέτασης των άλλων λόγω ακύρωσης που προτείνει ο αιτητής.
Η προσφυγή γίνεται δεκτή με £600 έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ