ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 757/2005)
29 Ιανουαρίου, 2007
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΩΤΗΡΗΣ Χ"ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ
ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.),
Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Χρ. Χριστάκη, για Α.Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.
Ρ. Βραχίμη - Πετρίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, στις 29/6/2004, υπέβαλε στο Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών, (το «ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.»), αίτηση για αναγνώριση των τίτλων σπουδών του "Diploma" και "Bachelor of Arts", που του απονεμήθηκαν από το Hotel and Catering Institute Κύπρου και το College of Tourism and Hotel Management Λευκωσίας, αντίστοιχα, ως τίτλο ισότιμο και αντίστοιχο προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο/ειδίκευση Hospitality Management and Cookery.
Το θέμα παραπέμφθηκε, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 7 του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου του 1996, (Ν. 68(Ι)/96, όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»), και του Κ. 6 των ομώνυμων Κανονισμών του 1999, (Κ.Δ.Π. 172/99), (οι «Κανονισμοί»), για μελέτη στην Επιτροπή Κρίσεως του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., με γνωστικό αντικείμενο «Διοίκηση Επιχειρήσεων», η οποία αποτελείται από τρεις καθηγητές Πανεπιστημίων της Ελλάδος. Ο φάκελος της αίτησης, ως και οι εισηγήσεις της Επιτροπής Κρίσεως μελετήθηκαν από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. κατά την 60ή συνεδρία του, με αποτέλεσμα την απόρριψη του αιτήματος, ως ακολούθως:-
«6.46. Αίτηση Σωτήρη Χ΄΄ Γεωργίου (Αρ. Πρωτ. 467/04)
Το Συμβούλιο αποφάσισε να μην εγκρίνει το αίτημα για αναγνώριση των τίτλων σπουδών 'Diploma' και 'Bachelor of Arts' που απονεμήθηκαν από το Hotel and Catering Institute Κύπρου και το College of Tourism and Hotel Management Λευκωσίας, αντίστοιχα, ως τίτλο ισότιμο και αντίστοιχο προς Πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο/ειδίκευση Hospitality Management and Cookery διότι η διάρκεια σπουδών δεν πληροί τις απαιτήσεις των Δημόσιων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και, συνεπώς, δεν πληρούνται οι πρόνοιες του κανονισμού 3.-(3)(α) των Κανονισμών Κ.Δ.Π. 172/99.
Οι παραπάνω τίτλοι σπουδών αναγνωρίζονται ως τίτλος ισότιμος και αντίστοιχος προς Δίπλωμα Ανώτερης Εκπαίδευσης στον κλάδο/ειδίκευση Hospitality Management.»
Ο αιτητής, όταν πληροφορήθηκε την απόρριψη του αιτήματός του, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή. Προβάλλει για ακύρωσή της διάφορους λόγους. Διατείνεται ότι το έντυπο αξιολόγησης, το οποίο, μαζί με την αίτησή του, απεστάλη στην Επιτροπή Κρίσεως για απόψεις σε σχέση με το αίτημά του, συμπληρώθηκε αναρμόδια και αντίθετα με το Νόμο. Η συμπλήρωσή του, ισχυρίζεται, από τον Εκτελεστικό Διευθυντή του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. - Μάριο Αντωνιάδη - και όχι από τα μέλη της Επιτροπής, ουσιαστικά, επέβαλε σ' αυτήν την κρίση την οποία εκείνος αναζητούσε.
Ο ισχυρισμός αυτός του αιτητή δεν ευσταθεί. Μελέτη του Εντύπου Αξιολόγησης αποκαλύπτει ότι από τον Εκτελεστικό Διευθυντή δε διατυπώθηκε οποιαδήποτε άποψη ή κρίση. Απλά, καταγράφηκαν τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, όπως αυτά εμφαίνονται στην αίτησή του, ως και το δεδομένο της αναγνώρισης ή μη των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων από τα οποία ο αιτητής απέκτησε τα ακαδημαϊκά του προσόντα, το οποίο στηρίζεται και δικαιολογείται πλήρως τόσο από το Νόμο όσο και από τα πρακτικά της 15ης Συνεδρίας του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., ημερομηνίας 10-11 Νοεμβρίου του 1999. Τα αναγραφέντα από τον Εκτελεστικό Διευθυντή δε συνιστούν, καθ' οιονδήποτε τρόπο, επέμβαση στην άσκηση των εξουσιών των μελών της Επιτροπής Κρίσεως.
Υποστηρίζει, περαιτέρω, ο αιτητής ότι η λειτουργία της Επιτροπής Κρίσεως δεν είναι σύμφωνη με το Νόμο, αφού τα δύο από τα τρία μέλη της επέστρεψαν χωριστά συμπληρωμένο το έντυπο αξιολόγησης, χωρίς να υπάρχει πρακτικό, στο οποίο να αναφέρεται ο,τιδήποτε για το τρίτο μέλος. Αυτό, διατείνεται ο αιτητής, καταδεικνύει ότι τα μέλη της Επιτροπής δε λειτούργησαν ως συλλογικό όργανο κατά την υποβολή της εισήγησής τους προς το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.. Η θέση του αυτή είναι ορθή. Στην απόφαση της Ολομέλειας Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.) ν. Ιωαννίδου, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3638, 14/2/06, αποφασίστηκε ότι.-
«Η προσεκτική μελέτη των προνοιών των άρθρων 4(1)(δ), 7(1)(3) και 13(1) (ανωτέρω) σε συνδυασμό προς τις πρόνοιες του Κανονισμού 6 της ΚΔΠ 172/99 (ανωτέρω) που προβλέπει για τη συγκρότηση και τις αρμοδιότητες των Επιτροπών Κρίσεως, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πρόθεση του νομοθέτη ήταν η υποχρεωτική εγκαθίδρυση των εν λόγω επιτροπών ως θεσμικών γνωμοδοτικών οργάνων για τη μελέτη των αιτήσεων αναγνώρισης τίτλων σπουδών και την υποβολή σχετικών εισηγήσεων προς το ΚΥΣΑΤΣ για το σκοπό λήψης τελικής απόφασης για κάθε εκκρεμούσα αίτηση.»
Ορθά, λοιπόν, η αίτηση απεστάλη στην Επιτροπή Κρίσεως για υποβολή σχετικής εισήγησης προς το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., η οποία, όμως, δεν προκύπτει να ενήργησε συλλογικά, σύμφωνα με τους καλά γνωστούς κανόνες λειτουργίας συλλογικών οργάνων. Από το συνδυασμό του ΄Αρθρου 7 του Νόμου και του Κ. 6 των Κανονισμών, φαίνεται ότι έναν από τα μέλη κάθε Επιτροπής Κρίσεως διορίζεται ως συντονιστής και τούτο για να συντονίζει τα μέλη της, προς το σκοπό διαμόρφωσης εισήγησης και υποβολής της στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. Στην παρούσα περίπτωση, τα δύο μέλη της Επιτροπής Κρίσεως εξέφρασαν τις απόψεις τους χωριστά, χωρίς να φαίνεται εάν υπήρξε διορισμός συντονιστή και μεταξύ τους ανταλλαγή απόψεων για τη διαμόρφωση εισήγησης.
΄Ομοιος λόγος ακύρωσης εξετάστηκε στην Καραφυλλίδου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 823/04, 8/5/06, από το Νικολάου, Δ., όπου αποφασίστηκε ότι:-
«Η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση ΚΥΣΑΤΣ ν. Ιωαννίδου (ανωτέρω) επιβεβαίωσε ότι οι Επιτροπές Επανεξέτασης και Κρίσεως ενεργούν συλλογικά, σύμφωνα με καλώς γνωστούς κανόνες. Το κάθε μέλος της Επιτροπής μπορεί βέβαια να έχει τη δική του άποψη και οι απόψεις δύο εκ των τριών μελών είναι αρκετές, αλλά στην κάθε περίπτωση χρειάζεται, στη βάση των όποιων απόψεων, η διαμόρφωση ολοκληρωμένης εισήγησης από μέρους της Επιτροπής: βλ. Καν. 6(5) και (9). Στην προκείμενη περίπτωση η Επιτροπή δεν υπέβαλε εισήγηση. Επομένως η απόφαση του Συμβουλίου εστερείτο του αναγκαίου νομικού ερείσματος.»
Τα πιο πάνω λεχθέντα με βρίσκουν απόλυτα σύμφωνη και καθιστούν την εξέταση των υπολοίπων λόγων ακύρωσης αχρείαστη.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ