ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 4 ΑΑΔ 26
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 272/2005)
19 Ιανουαρίου, 2007
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SIGMA RADIO T.V. LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Ε. Ζαχαριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η εταιρεία Sigma Radio T.V. Ltd (αιτήτρια) αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (καθ' ων η αίτηση), με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της για τη χορήγηση άδειας διεξαγωγής τηλεοπτικού παιχνιδιού "Telebingo".
(α) Τα γεγονότα.
Ο περί Λαχείων Νόμος, Κεφ. 74 (όπως έχει τροποποιηθεί) εξουσιοδοτεί τη σύσταση και διενέργεια κυβερνητικών λαχείων, απαγορεύει μη εγκεκριμένα λαχεία, περιορίζει ορισμένους διαγωνισμούς με βραβεία και παρέχει την ευχέρεια στον Υπουργό Οικονομικών να χορηγεί άδεια στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (Ρ.Ι.Κ.) για οργάνωση και διεξαγωγή λαχείου στα πλαίσια οποιασδήποτε ραδιοφωνικής ή τηλεοπτικής εκπομπής.
Στις 26/11/2004 η αιτήτρια εταιρεία ζήτησε τη χορήγηση άδειας για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικού - τηλεοπτικού παιχνιδιού "Telebingo", σημειώνοντας ότι επειδή ήδη είχε χορηγηθεί στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου παρόμοια άδεια, οι αρχές της ισότητας και ελεύθερου ανταγωνισμού επέβαλλαν τη χορήγηση της σχετικής άδειας και στην αιτήτρια. Οι καθ'ων η αίτηση απέρριψαν στις 5/1/2005 την αίτηση με την πιο κάτω αιτιολογία:
"Ηλεκτρονικό - Τηλεοπτικό Παιχνίδι Telebingo
Αναφέρομαι στη σχετική με το πιο πάνω θέμα επιστολή σας με ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου, 2004 και να σας πληροφορήσω τα ακόλουθα:
(α) Με βάση τον Περί Λαχείων Νόμο Κεφ. 74 όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 71/86, το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, μπορεί μετά από προηγούμενη άδεια του Υπουργού Οικονομικών να οργανώνει και να διεξάγει λαχείο, με οδηγίες, όρους και περιορισμούς που ο Υπουργός κρίνει αναγκαίο ή σκόπιμο να επιβάλει.
(β) Η πιο πάνω τροποποίηση σκοπό είχε τη διασφάλιση εσόδων για το ΡΙΚ με παράλληλη μείωση της κρατικής χορηγίας. Η τελευταία άδεια δόθηκε ακριβώς για την οικονομική ενίσχυση του ΡΙΚ λαμβάνοντας υπόψη και τις δημοσιονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει το κράτος για αύξηση των χορηγιών στους Ημικρατικούς Οργανισμούς.
(γ) Με εξαίρεση κάποια λαχεία που διεξάγονται για αγαθοεργούς σκοπούς και για τα οποία μπορεί να χορηγηθεί άδεια από τον Υπουργό Οικονομικών για τους σκοπούς που καθορίζονται ρητά στο άρθρο 15(β) του Περί Λαχείων Νόμου, δεν παρέχεται οποιαδήποτε άλλη νομοθετική εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών για χορήγηση άδειας για τη διεξαγωγή λαχείου/τηλεπαιχνιδιού μεγάλης κλίμακας.
Ενόψει των πιο πάνω, το αίτημά σας για χορήγηση άδειας διεξαγωγής τηλεοπτικού παιχνιδιού Telebingo το οποίο αποτελεί λαχείο στα πλαίσια του Περί Λαχείων Νόμου, δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθεί, στο παρόν στάδιο."
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Με ένα πολύ συνοπτικό τρόπο έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να κηρυχθεί άκυρη γιατί μεταξύ άλλων παραβιάζει,
(i) Το άρθρο 28 του Συντάγματος,
(ii) Τα άρθρα 4 και 6 του Νόμου 158(Ι)/99,
(iii) Τις αρχές της χρηστής διοίκησης και γιατί
(iv) Ο περί Λαχείων Νόμος, Κεφ. 74 (όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 71/86) είναι αντισυνταγματικός.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 2(1) του Κεφ. 74:
"«Λαχείο» σημαίνει κάθε σχέδιο για διανομή βραβείων με κλήρωση ή με τρόπο που εξαρτάται από την τύχη."
Το άρθρο 15(β1) που εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση προβλέπει, μετά την τροποποίησή του από το Ν. 71/86, τα ακόλουθα:
"15. Καμιά από τις διατάξεις που περιέχονται στο Μέρος αυτό δεν εφαρμόζεται -
(β1) για οποιοδήποτε λαχείο που οργανώνεται και διεξάγεται από ή για λογαριασμό του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου στα πλαίσια οποιασδήποτε ραδιοφωνικής ή τηλεοπτικής εκπομπής, κατόπι προηγούμενης άδειας του Υπουργού Οικονομικών και σύμφωνα με τέτοιες οδηγίες ή όρους ή περιορισμούς όπως αυτός ήθελε θεωρήσει αναγκαίο ή σκόπιμο όπως δώσει ή επιβάλει."
Ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστηρίζει ότι η απόρριψη του αιτήματος της αιτήτριας σε συνάρτηση με την πιο πάνω πρόνοια, παραβιάζει τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και του ελεύθερου ανταγωνισμού που επιβάλλεται από το ευρωπαϊκό κεκτημένο, ότι η άδεια για "Superbingo" που παραχωρήθηκε στο Ρ.Ι.Κ. ήταν παράνομη, ότι παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 58(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/99, και ότι η ρύθμιση του άρθρου 15(β1) με την οποία παρέχεται ευχέρεια έκδοσης άδειας οργάνωσης λαχείου από το Ρ.Ι.Κ., είναι αντισυνταγματική.
Θα πρέπει ευθύς εξ αρχής να σημειωθεί ότι με την παρούσα προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί η νομιμότητα της άδειας λαχείου "Superbingo" που έχει δοθεί στο Ρ.Ι.Κ., αφού το αντικείμενο της διαδικασίας αυτής είναι η εγκυρότητα της απόρριψης του αιτήματος της αιτήτριας. Ο βασικός ισχυρισμός της αιτήτριας είναι ότι η απορριπτική απάντηση των καθ'ων η αίτηση της 5/1/2005 συνιστά παράβαση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας (άρθρο 28 του Συντάγματος), αφού σε αυτό περιέχεται ευνοϊκή πρόνοια υπέρ του Ρ.Ι.Κ. και σε βάρος των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών και ότι βρίσκεται σε αντίθεση με τις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού που επιβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, κατά παράβαση των Ευρωπαϊκών Οδηγιών Τηλεόρασης Χωρίς Σύνορα 552/89 και 36/97. Υποστηρίχθηκε περαιτέρω ότι η πιο πάνω πρόνοια του άρθρου 15(β1) του Νόμου 71/86 είχε θεσπιστεί πριν από την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ακόμα πριν την καθιέρωση της λειτουργίας των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών στον τόπο μας.
Το θέμα της τροποποίησης της νομοθεσίας για να ανταποκρίνεται στο ισχύον καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών δεν μπορεί να εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά εμπίπτει στις αρμοδιότητες της νομοθετικής εξουσίας. Στην παρούσα περίπτωση ο Υπουργός Οικονομικών ενήργησε μέσα στα νομοθετικά πλαίσια του άρθρου 15(β1) το οποίο του παρέχει την εξουσία να εκδίδει άδεια λαχείου για λογαριασμό του Ρ.Ι.Κ. μόνο. Για να ήταν δυνατή η χορήγηση τέτοιας άδειας στους αιτητές χρειαζόταν θετική προς τούτο νομοθετική διάταξη. Δεν υπήρχε όμως τέτοια πρόνοια με βάση το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο και η συμπλήρωση της νομοθεσίας μέσω δικαστικής απόφασης δεν είναι επιτρεπτή. Στην υπόθεση Dias United Publication Co. Ltd. ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550 τονίστηκαν τα ακόλουθα:
"Ανακύπτει όμως άλλο θεμελιακό ερώτημα που άπτεται, και αυτό, της δικαιοδοσίας μας. Όπως επισημαίνει ο Π. Δαγτόγλου στο Δικονομικό Δίκαιο σελ. 98, παράγρ. 127 (βλ. και Ατομικά Δικαιώματα του ίδιου σελ. 1040) ο Δικαστής 'δεν δικαιούται να διορθώνει τις οσοδήποτε αυθαίρετες παραλείψεις του νομοθέτη, νομοθετώντας αντ' αυτού ...', ο δε 'έλεγχος της συνταγματικότητας πληροφορεί τον δικαστή, αν πρέπει να εφαρμόσει ή όχι την επίμαχη νομοθετική διάταξη στις περιπτώσεις που προβλέπει αυτή, δεν μπορεί όμως μέσω της αρχής της ισότητας, να μετατραπεί σε μέθοδο διευρύνσεως του πεδίου ισχύος του νόμου σε περιοχές άσχετες με τη βούληση του νομοθέτη ή και ρητώς επιφυλαγμένες από το Σύνταγμα στη νομοθετική εξουσία'.
..............................................................................................................
«Για να ήταν δυνατή η χορήγηση τέτοιας άδειας χρειαζόταν θετική προς τούτο νομοθετική διάταξη. Η ανυπαρξία της δεν μπορεί να αναπληρωθεί με δικαστική απόφαση, γιατί σε τέτοια περίπτωση ο συνταγματικός έλεγχος που ασκεί το Ανώτατο Δικαστήριο θα μετατρεπόταν σε μέσο αναμόρφωσης ή συμπλήρωσης της νομοθεσίας. Η κήρυξη νόμου ως αντισυνταγματικού στο πλαίσιο της άσκησης της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, επάγεται τη μη εφαρμογή του στην περίπτωση και, συνακολούθως, την ακύρωση της πράξης που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεών του. Δεν θα ήταν δυνατό διά της κρίσεως του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός, να προστεθούν στο Νόμο πρόνοιες που δεν θέλησε ο Νομοθέτης. Το Ανώτατο Δικαστήριο αλλά και κάθε Δικαστήριο της Δημοκρατίας, έχει εξουσία προσαρμογής προς το Σύνταγμα μόνο των Νόμων που ίσχυαν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Συντάγματος (βλ. Άρθρο 188 του Συντάγματος) και όχι Νόμων που θεσπίζονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, στο πλαίσιο πλέον του συστήματος της διάκρισης των εξουσιών που καθιερώνει το Σύνταγμα.»"
Εφόσον η αιτήτρια δεν καλυπτόταν από τις διατάξεις του Νόμου η απόρριψη του αιτήματος της καθίστατο αναπόφευκτη.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.