ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1064/2005)
16 Ιανουαρίου, 2007
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SVETLANA SHALAEVA,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ,
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
Αίτηση ημερομηνίας 19/10/2006
Χ. Αρτέμης, για την Αιτήτρια.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια γεννήθηκε στη Ρωσία το 1980 και είναι κάτοχος ρωσικής υπηκοότητας. ΄Αρχισε να έρχεται στην Κύπρο για διακοπές και το 2001 γνωρίστηκε με το Μιχάλη Πλατρίτη με τον οποίο τέλεσε πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Γερμασόγειας στις 21/12/2001. Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια της δόθηκε άδεια παραμονής μέχρι τις 31/7/2003 και ακολούθως μέχρι τις 31/3/2005, με τον όρο ότι θα διέμενε με τον Ελληνοκύπριο σύζυγο της στη Λεωφ. Μακαρίου Γ΄, αρ. 29 στις Πάνω Πλάτρες. Όμως από το Σεπτέμβριο του 2004 η αιτήτρια εγκατέλειψε τη συζυγική κατοικία και στις 14/12/2004 υπέβαλε αίτηση για άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας ως σερβιτόρα σε μπυραρία στη Λεμεσό. Η αίτηση της απορρίφθηκε αφού σύμφωνα με την άδεια παραμονής της έπαυσε να διαμένει με το σύζυγο της και στις 12/5/2005 πληροφορήθηκε εγγράφως ότι θα έπρεπε να αναχωρήσει από την Κύπρο. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχώρισε την υπ' αρ. 824/2005 προσφυγή. Επειδή η αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε και παρέμενε παράνομα στην Κύπρο, στις 4/7/2005 εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης της. Εναντίον των πιο πάνω διαταγμάτων η αιτήτρια καταχώρισε την υπ' αρ. 869/2005 προσφυγή. Στις 8/7/2005 ο δικηγόρος της με επιστολή στον Υπουργό Εσωτερικών ζήτησε την επανεξέταση της αίτησης της αιτήτριας για παραχώρηση άδειας εργασίας. Μερικές μέρες αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 27/7/2005 η αστυνομία μετέβη σε χώρο στάθμευσης νυκτερινού κέντρου στη Λεμεσό όπου βρισκόταν η αιτήτρια με ένα αλλοδαπό από την Παλαιστίνη. Ο αλλοδαπός από την Παλαιστίνη είχε κτυπηθεί στο κεφάλι από έναν άλλο ξένο από το Ιράν, όταν ο αλλοδαπός από την Παλαιστίνη είχε πει στον αλλοδαπό από το Ιράν να μην πειράζει τη φίλη του, την αιτήτρια. Επειδή από τις εξετάσεις που επακολούθησαν διαπιστώθηκε ότι εναντίον της αιτήτριας εκκρεμούσαν διατάγματα κράτησης και απέλασης, η τελευταία συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση.
Μερικές μέρες αργότερα, στις 2/8/2005, η αιτήτρια καταχώρισε αίτηση δια κλήσεως στην προσφυγή 869/2005 εναντίον των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης και κατόπιν οδηγιών της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η εκτέλεση των διαταγμάτων ανεστάλη μέχρι την εκδίκαση της αίτησης. Η αίτηση τελικά απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο. Στις 24/8/2005 το Τμήμα Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης πληροφόρησε εγγράφως το δικηγόρο της αιτήτριας ότι η αίτηση για την παραχώρηση άδειας εργασίας δεν μπορούσε να εγκριθεί. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης η αιτήτρια καταχώρισε την υπ' αρ. 1333/2005 προσφυγή.
Στις 25 και 26/8/2005 τόσο η αιτήτρια όσο και ο σύζυγος της υπέγραψαν ένορκες δηλώσεις με τις οποίες εξεδήλωναν την επιθυμία τους να αρχίσουν να συζούν, ξεχνώντας τα διάφορα "θέματα της καθημερινότητας" τα οποία είχαν οδηγήσει την αιτήτρια να εγκαταλείψει την οικογενειακή κατοικία. Οι καθ'ων η αίτηση επανεξέτασαν την υπόθεση με βάση τις πιο πάνω ένορκες δηλώσεις και πληροφόρησαν γραπτώς το δικηγόρο της αιτήτριας στις 30/8/2005 ότι το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων κρίθηκε ως αναξιόπιστο και ότι δεν υπήρχε πρόθεση διαφοροποίησης της απόφασης για την απομάκρυνση της αιτήτριας από την Κύπρο. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Στις 13/10/2005 ο σύζυγος της καταχώρισε εναντίον της αιτήτριας αίτηση διαζυγίου στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.
Μετά την απόρριψη της αίτησης δια κλήσεως στην προσφυγή 869/2005 η αιτήτρια απελάθηκε στις 19/10/2005.
Μετά την καταχώριση των γραπτών αγορεύσεων των δύο πλευρών και προτού η προσφυγή οριστεί για διευκρινίσεις, ο συνήγορος της αιτήτριας καταχώρισε την παρούσα αίτηση με την οποία ζητά όπως επιτραπεί η παράθεση προφορικής μαρτυρίας εκ μέρους της αιτήτριας για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό ότι υπήρξε παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης. Πιο συγκεκριμένα ο δικηγόρος της αιτήτριας ζητά να καταθέσει ο ίδιος προφορικά ότι είχε συνεννοηθεί με τη δικηγόρο κα Κούσιου - Χρυσανδρέα, η οποία ενεργούσε εκ μέρους των καθ'ων η αίτηση, ότι η τελευταία τον είχε διαβεβαιώσει ότι είχε μιλήσει με τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία εισηγήθηκε στην κα Κούσιου - Χρυσανδρέα ότι αν η αιτήτρια και ο σύζυγος της προέβαιναν σε ένορκες δηλώσεις ότι ήθελαν να συζήσουν και αν αποσυρόταν η αίτηση διαζυγίου, η Διευθύντρια θα αντιμετώπιζε θετικά την ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.
Προς τούτο υπογράφτηκαν ένορκες δηλώσεις από την αιτήτρια και το σύζυγο της και η αίτηση διαζυγίου αποσύρθηκε. Ακολούθως το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων εξετάστηκε από τους καθ'ων η αίτηση και αφού κρίθηκε αναξιόπιστο, ειδοποιήθηκε προς τούτο ο δικηγόρος της αιτήτριας στις 30/8/2005 ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν είχαν πρόθεση να διαφοροποιήσουν την απόφαση τους για την απέλαση της αιτήτριας.
Τα νομικά πλαίσια τα οποία παρέχουν στο Δικαστήριο την ευχέρεια να επιτρέψει την προσαγωγή προφορικής μαρτυρίας καθορίζονται με τους Κανονισμούς 10, 12 και 19 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962. Η άσκηση αυτής της ευχέρειας γίνεται πάντοτε με γνώμονα τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. (Βλ. Kyriakides v. The Republic (1961) 1 RSCC 66, Lambrakis v. Δημοκρατίας (1970) 3 Α.Α.Δ. 72 και Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1971) 3 Α.Α.Δ. 417).
Στη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας που έχει ήδη καταχωρηθεί και υπογράφεται από το δικηγόρο της αιτήτριας Πέτρο Μιχαήλ, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η δικηγόρος η οποία χειριζόταν την προσφυγή εκ μέρους του Υπουργείου Εσωτερικών τον διαβεβαίωσε ότι "μίλησε προηγουμένως με τη Διευθύντρια και ότι η τελευταία της εισηγήθηκε να προβούν (η αιτήτρια και ο σύζυγος της) σε ενόρκους δηλώσεις συμφιλίωσης και αφού αποσύρει ο κ. Πλατρίτης την αίτηση διαζυγίου, τότε θα ακύρωνε τα διατάγματα κράτησης και απέλασης".
Η πιο πάνω αναφορά, η οποία περιέχεται στη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας, έρχεται σε αντίθεση με το περιεχόμενο επιστολής του δικηγόρου της αιτήτριας που είχε αποστείλει την 1/9/2005 στο γραφείο της Επιτρόπου Διοικήσεως, στην οποία αναφέρεται ότι η δικηγόρος η οποία χειριζόταν την προσφυγή εκ μέρους του Υπουργείου Εσωτερικών τον είχε διαβεβαιώσει ότι μετά την καταχώριση των ενόρκων δηλώσεων και την απόσυρση της αίτησης διαζυγίου η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης "θα έβλεπε θετικά την ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης".
Στην παρούσα περίπτωση επιδιώκεται η παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας για να αποδειχθεί ότι η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης ενήργησε κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, αφού δεν διέταξε την ανάκληση των διαταγμάτων σύλληψης και απέλασης. Όμως από τον ισχυρισμό που περιγράφεται στην έγγραφη αγόρευση της αιτήτριας (ότι θα ακυρώνονταν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης) με την αναφορά στην επιστολή του δικηγόρου της της 1/9/2005 (ότι η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης θα έβλεπε θετικά την ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης) υπάρχει τεράστια διαφορά.
Η δήλωση της δικηγόρου της Δημοκρατίας ότι η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης θα έβλεπε θετικά την ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, μετά την καταχώριση των ενόρκων δηλώσεων και την απόσυρση της αίτησης διαζυγίου, δεν συνιστούσε δέσμευση ότι θα επακολουθούσε η ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Οι καθ'ων η αίτηση θα έπρεπε να εξετάσουν το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων και μέσα στα πλαίσια της εικόνας η οποία θα εδημιουργείτο θα αποφάσιζαν αν θα ακύρωναν τα διατάγματα ή όχι. Η αξιολόγηση των ενόρκων δηλώσεων έγινε από αρμόδιο υπάλληλο ο οποίος σημείωσε μεταξύ άλλων και την παραδοχή του συζύγου της αιτήτριας, ότι η τελευταία του είχε δηλώσει ότι ήθελε να φύγει από την Κύπρο αλλά ο δικηγόρος της επέμενε στη συνέχιση της διαδικασίας της προσφυγής.
Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια δεν έχω πεισθεί ότι δικαιολογείται η έκδοση διατάγματος το οποίο θα επιτρέπει την προσαγωγή προφορικής μαρτυρίας, αφού τα γεγονότα πάνω στα οποία βασίζεται η παρούσα αίτηση περιλαμβάνονται στις έγγραφες αγορεύσεις και στα σχετικά έγγραφα που έχουν κατατεθεί.
Η αίτηση απορρίπτεται με £120 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.