ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 4 ΑΑΔ 990
30 Νοεμβρίου, 2006
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΔΡ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 257/2005)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Κατά πόσο είναι επιτρεπτή η διεξαγωγή προφορικών εξετάσεων, των υποψηφίων για προαγωγή, για πρώτη φορά στο στάδιο της επανεξέτασης μετά από ακύρωση της αρχικής πλήρωσης της θέσης κατά την οποία δεν είχαν διεξαχθεί συνεντεύξεις ― Ερμηνεία των άρθρων 35 και 34 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (N.1/90) σε συνδυασμό με τον τροποποιητικό Ν.105(Ι)/2005, υπό το φως της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο αιτητής προσέβαλε την κατ' επανεξέταση αναδρομική προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ειδικού Ιατρού, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Ο αιτητής προβάλλει ως κύριο λόγο ακύρωσης, το παράνομο της διεξαγωγής της προφορικής εξέτασης, γιατί παραβιάζει τις διοικητικές αρχές της επανεξέτασης που έθεσε η νομολογία ως προς τον ουσιώδη χρόνο. Ουσιώδης δε χρόνος, είναι ο χρόνος στον οποίο εκδόθηκε η πρώτη απόφασή της.
Είναι η θέση της Δημοκρατίας, ότι μετά την απόφαση της πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας στη Δημοκρατία v. Κοντογιώργη (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1037, νόμιμα η Ε.Δ.Υ., για πρώτη φορά στη δεύτερη επανεξέταση, διεξήγαγε τις προφορικές εξετάσεις και τις έλαβε υπόψη. Αναφέρει επίσης ότι με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 105(Ι)/2005 τροποποιήθηκε το άρθρο 34 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου, ούτως ώστε να δικαιούται η Ε.Δ.Υ. σε νέες συνεντεύξεις κατά το στάδιο της επανεξέτασης.
Είναι παραδεκτό γεγονός ότι η Κοντογιώργη αφορά το άρθρο 34 του περί Δημοσίας υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90), ενώ η παρούσα υπόθεση διέπεται από το άρθρο 35 του ίδιου νόμου. Με το άρθρο 34 (πρώτος διορισμός), η διεξαγωγή προφορικής εξέτασης είναι επιτακτική, ενώ με το άρθρο 35 δυνητική. Και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά.
Η πρόνοια του άρθρου 35 για διεξαγωγή προφορικής εξέτασης είναι δυνητική. Ως εκ τούτου η εξαίρεση του κανόνα του ουσιώδους χρόνου που θέτει η Κοντογιώργη δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής σε επανεξέταση θέσεων προαγωγής όπως είναι η παρούσα υπόθεση. Εξ' ου και η τροποποιητική νομοθεσία (Ν. 105(Ι)/2005) δεν περιέλαβε και το άρθρο 35 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90).
Η Ε.Δ.Υ. με τη διεξαγωγή προφορικής εξέτασης, τέσσερα και πλέον χρόνια μετά έχει προδήλως παραβιάσει τις διοικητικές αρχές περί του ουσιώδους χρόνου κατά την επανεξέταση μετά από ακυρωτική απόφαση.
Τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης ήταν το αποφασιστικό στοιχείο στη λήψη της επίδικης απόφασης. Κατά συνέπεια η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χριστοφίδη v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 693/2003, ημερ. 24.9.2004,
Δημοκρατία v. Κοντογιώργη (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1037,
Paschalis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1897,
Δρουσιώτης v. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Ερωτοκρίτου, για την Καθ' ης η Αίτηση.
Cur. adv. vult.
KPONIΔHΣ, Δ.: Ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή του ζητά την ακόλουθη θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η αίτηση, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 25.2.2005 με την οποία προήγαγε εκ νέου αναδρομικά, από 1.12.01, παρά τις δύο προηγηθείσες ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον κ. Γεωργίου Ανδρέα στη μόνιμη θέση Ειδικού Ιατρού, Ιατρικές Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, στην ειδικότητα της Πνευμονολογίας, (θέση η οποία από τις 5.4.2002 μετονομάστηκε σε «Βοηθό Προϊστάμενο Κλινικής/Τμήματος» και από την 1.1.2003 σε «Βοηθό Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος») αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφασή του, ημερ. 24.9.2004, ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) με την οποία, μετά από επανεξέταση, προήγαγε αναδρομικά από 1.12.2001 τον Ανδρέα Γεωργίου στη θέση Ειδικού Ιατρού (Πνευμονολογίας). Ο Α. Γεωργίου είναι το ενδιαφερόμενο μέρος (Ε.Μ.) και στην παρούσα προσφυγή (βλέπε: Χριστοφίδη v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 693/2003, ημερ. 24.9.2004). Το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την πιο πάνω απόφαση της Ε.Δ.Υ. για δύο λόγους. Πρώτο, γιατί η σύσταση ήταν αναιτιολόγητη και το περιεχόμενο της δεν συμφωνούσε με τη βαθμολογημένη αξία και δεύτερο γιατί η Ε.Δ.Υ. παραβίασε το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης ως προς το κριτήριο της αρχαιότητας.
Η Ε.Δ.Υ., σε συνεδρία της στις 25.10.2004, εξέτασε το θέμα της επανεξέτασης αφού έλαβε υπόψη το περιεχόμενο της ακυρωτικής απόφασης. Αποφάσισε την διεξαγωγή δέουσας έρευνας για όλα τα στοιχεία που αφορούν τους υποψηφίους. Προς τούτο ζήτησε από την Αναπληρωτή Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών (Διευθυντού) να της παράσχει τα σχετικά στοιχεία.
Ακολούθως η Ε.Δ.Υ., σε νέα συνεδρία της στις 26.11.2004, αφού μελέτησε το σημείωμα της Διευθυντού και την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έκρινε ότι από το σύνολο των ενώπιον της στοιχείων θεωρεί δικαιότερο, για να μορφώσει ιδίαν αντίληψη, να καλέσει τους δύο υποψηφίους (αιτητή και Ε.Μ.) σε προφορική εξέταση για πρώτη φορά.
Η Ε.Δ.Υ., πράγματι, στις 14.1.2005, δέχθηκε σε προφορική εξέταση τους δύο υποψηφίους, παρά την αντίδραση-αντίθεση του αιτητή που έγινε με επιστολή του δικηγόρου του ημερ. 30.12.2004. Ακολούθησε, αυθημερόν, και η επίδικη απόφαση με την οποία προήγαγε εκ νέου αναδρομικά, από 1.12.2001, το Ε.Μ. λαμβάνοντας μεταξύ άλλων υπόψη την απόδοση των υποψηφίων κατά την πιο πάνω προφορική εξέταση.
Ο αιτητής προβάλλει ως κύριο λόγο ακύρωσης το παράνομο της διεξαγωγής της προφορικής εξέτασης γιατί παραβιάζει τις διοικητικές αρχές της επανεξέτασης που έθεσε η νομολογία ως προς τον ουσιώδη χρόνο. Ουσιώδης δε χρόνος είναι ο χρόνος στον οποίο εκδόθηκε η πρώτη απόφαση της, ως αναφέρει και το άρθρο 58 του Νόμου 158(Ι)/99 ότι «κατά την επανεξέταση πράξης που έχει ακυρωθεί η διοίκηση οφείλει να λάβει υπόψη το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που εκδόθηκε η σχετική απόφαση της».
Η Ε.Δ.Υ. σε συνεδρία της στις 26.11.2004 αποφάσισε τη διεξαγωγή προφορικής εξέτασης του αιτητή και του Ε.Μ. ενώπιόν της. Αναφέρονται στα πρακτικά τα εξής:-
«Η Επιτροπή αφού μελέτησε το περιεχόμενο επιστολής της Αν. Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, με αρ. φακ. Π.7681/ΙΙ και ημερομηνία 15.11.04, και έχοντας υπόψη την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έκρινε ότι από το σύνολο των ενώπιόν της στοιχείων θεωρεί δικαιότερο να μορφώσει ιδίαν αντίληψη, καλώντας σε προφορική εξέταση τους δύο υποψηφίους σε ημερομηνία που θα οριστεί αργότερα. Στη συνεδρία να κληθεί να παραστεί και η Αν. Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, η οποία θα πρέπει να υποβάλει αιτιολογημένη σύσταση, λαμβάνοντας υπόψη και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής.»
Η προφορική αυτή εξέταση πραγματοποιήθηκε ενώπιον της Ε.Δ.Υ. στην παρουσία της Αν. Διευθυντή και ακολούθησε η σύσταση της τελευταίας και η τελική επιλογή της Ε.Δ.Υ. που έχει ως εξής:-
«Επιλέγοντας τον Γεωργίου, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Εξαίρετος, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης από την ίδια, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, έναντι του Πολύ Καλός που εξασφάλισε ο Χριστοφίδης, δεν υστερεί σε προσόντα, ούτε σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη στα οποία αποδίδεται βαρύτητα, και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση της Αν. Διευθυντή.
Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο Γεωργίου υστερεί σε αρχαιότητα έναντι του Χριστοφίδη. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την υπεροχή του Γεωργίου στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης, που είναι θέση ψηλά στην ιεραρχία, και συνεκτιμώντας και συνυπολογίζοντας όλα τα κριτήρια, έκρινε ότι η αρχαιότητα από μόνη της δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή του επιλεγέντος, όπως αυτή παρατίθεται αναλυτικά πιο πάνω.»
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης διαδραμάτισαν αποφασιστικό παράγοντα για την επιλογή του Ε.Μ. από την Ε.Δ.Υ..
Είναι η θέση της Δημοκρατίας, όπως εκφράζεται στη γραπτή αγόρευση ότι, μετά την απόφαση της πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας στη Δημοκρατία v. Κοντογιώργη (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1037, νόμιμα η Ε.Δ.Υ., για πρώτη φορά στη δεύτερη επανεξέταση, διεξήγαγε τις προφορικές εξετάσεις και τις έλαβε υπόψη. Αναφέρει επίσης ότι με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 105(Ι)/2005 τροποποιήθηκε το άρθρο 34 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου ούτως ώστε να δικαιούται η Ε.Δ.Υ. σε νέες συνεντεύξεις κατά το στάδιο της επανεξέτασης.
Είναι παραδεκτό γεγονός ότι η Κοντογιώργη αφορά το άρθρο 34 του περί Δημοσίας υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) ενώ η παρούσα υπόθεση διέπεται από το άρθρο 35 του ίδιου νόμου. Με το άρθρο 34 (πρώτος διορισμός), η διεξαγωγή προφορικής εξέτασης είναι επιτακτική ενώ με το άρθρο 35 δυνητική. Και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά. Ο λόγος (ratio) της Κοντογιώργη είναι χαρακτηριστικός στο θέμα αναφέροντας στη σελίδα 1053 τα εξής:-
«Καταλήγουμε λοιπόν ότι η διεξαγωγή προφορικής εξέτασης από την Ε.Δ.Υ. ήταν αναγκαία κατά την επανεξέταση. Διαφορετικά η επανεξέταση θα απέληγε σε διορισμό κατά παράβαση επιτακτικής νομοθετικής πρόνοιας.»
Η εισήγηση της Δημοκρατίας ότι θα είναι εύλογη η επέκταση της εφαρμογής της αυθεντίας Κοντογιώργη και στις υποθέσεις προαγωγής δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η πρόνοια του άρθρου 35 για διεξαγωγή προφορικής εξέτασης είναι δυνητική. Ως εκ τούτου η εξαίρεση του κανόνα του ουσιώδους χρόνου που θέτει η Κοντογιώργη δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής σε επανεξέταση θέσεων προαγωγής όπως είναι η παρούσα υπόθεση. Εξ' ου και η τροποποιητική νομοθεσία (Ν. 105(Ι)/2005) δεν περιέλαβε και το άρθρο 35 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90).
Έχω καταλήξει ότι ο λόγος ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής ευσταθεί. Η Ε.Δ.Υ. με τη διεξαγωγή προφορικής εξέτασης, τέσσερα και πλέον χρόνια μετά έχει προδήλως παραβιάσει τις διοικητικές αρχές περί του ουσιώδους χρόνου κατά την επανεξέταση μετά από ακυρωτική απόφαση. (Βλέπε: Paschalis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1897, Δρουσιώτης v. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437).
Έχω ήδη αναφέρει ότι (φαίνεται από το απόσπασμα από τα πρακτικά της Ε.Δ.Υ. που παραθέτω στην αρχή της απόφασης μου) τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης ήταν το αποφασιστικό στοιχείο στη λήψη της επίδικης απόφασης. Κατά συνέπεια η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξής μου δεν θα εξετάσω τους άλλους λόγους ακύρωσης που προτείνει ο αιτητής.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.