ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 4 ΑΑΔ 980
27 Νοεμβρίου, 2006
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 626/2004)
ΧΡΥΣΩ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 763/2004)
ΝΙΚΟΣ ΧΑΡΠΑΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση αρ. 792/2004)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση αρ. 793/2004)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Aρ. 626/2004, 763/2004, 792/2004, 793/2004)
Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση ― Χηρεία θέσης μέλους κατά τη διάρκεια συνεχιζόμενης διαδικασίας ενώπιον συλλογικού οργάνου ― Η τροποποίηση που επέφερε ο τροποποιητικός του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90, Ν.31(Ι)/04 ― Ερμηνεία και εφαρμογή του στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης ― Ειδικά το ζήτημα της εμβέλειας της αναδρομικότητας του νόμου.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προσόντα ― Δέουσα έρευνα ― Ισχυρισμοί περί μη διεξαγωγής της δεν στοιχειοθετήθηκαν στην κριθείσα περίπτωση.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συνεντεύξεις ― Αιτιολογία των εντυπώσεων ― Κρίθηκε σύννομη.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Πλεονέκτημα ― Η απαίτηση ειδικής αιτιολόγησής της παραγνώρισής του ― Η αιτιολόγηση της παραγνώρισης του πλεονεκτήματος της πείρας υποψηφίων που το κατείχαν και δεν επελέγησαν θεωρήθηκε επαρκής στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Οι αιτητές ζήτησαν με τις συνεκδικαζόμενες προσφυγές τους την ακύρωση της επιλογής των ενδιαφερομένων μερών για πλήρωση των επίδικων θέσεων (Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής) Κτηματολογικού Λειτουργού Β΄.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Η Συμβουλευτική Επιτροπή εν προκειμένω ορίστηκε να αποτελείται από πέντε μέλη αλλά το ένα από αυτά, δεν συμμετέσχε στις 9.12.03, όταν ετοιμάστηκε η τελική της έκθεση επειδή από τις 5.8.03 βρισκόταν σε αφυπηρετική άδεια.
Με το Ν. 31(Ι)/04 προστέθηκαν πρόνοιες στο σχετικό άρθρο 32 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90 όπως τροποποιήθηκε) ως εδάφιο 7 (τώρα μετά από μεταγενέστερη αναρίθμηση εδάφιο 8).
Η επίδικη διαδικασία, κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμου 31(Ι)/04 στις 5.3.04 βρισκόταν σε εξέλιξη και σαφώς την κάλυπτε η αναδρομική δύναμη της πρόνοιας.
2. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας ως προς την διερεύνηση της κατοχής ακαδημαϊκού προσόντος από ένα των ενδιαφερομένων μερών και η κρίση της διοίκησης απολήγει εύλογα επιτρεπτή.
3. Επίσης δεν στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας με αναφορά στην αιτιολογία είτε της Συμβουλευτικής Επιτροπής είτε της Ε.Δ.Υ.. Η έκθεση και τα πρακτικά περιλαμβάνουν όσα στήριξαν την κατά περίπτωση εκτίμηση, αυτά εύλογα δικαιολογούσαν τη διαφορά στην αξιολόγηση και, βεβαίως, δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα άσκησης ελέγχου πάνω στην υποκειμενική κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου.
4. Αβάσιμη είναι και η εισήγηση των αιτητών που διαπιστώθηκε ότι κατείχαν το πλεονέκτημα της πείρας ειδικά των Χρ. Χριστοφόρου και Α. Σωτηρίου σε σχέση με τους ενδιαφερομένους Αγ. Μιλτιάδου και Α. Φιλοκύπρου που διαπιστώθηκε ότι δεν το κατείχαν. Η Ε.Δ.Υ. επέστρεψε στη Συμβουλευτική Επιτροπή την αρχική της έκθεση ακριβώς επειδή δεν αντανακλάτο σ' αυτή το γεγονός ότι ορισμένοι από τους υποψηφίους κατείχαν το πλεονέκτημα της πείρας. Στη συνέχεια δε, με ξεκαθαρισμένο αυτό το θέμα στην τελική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η Ε.Δ.Υ. αναφέρθηκε ειδικά σ' αυτό, με ονομαστική αναφορά και στους αιτητές που το κατείχαν. Εξήγησε γιατί, παρά την κατοχή του από αυτούς, κατά την εκτίμησή της ήταν άλλοι οι καταλληλότεροι και ό,τι απομένει είναι η θέση των αιτητών πως, ως θέμα ουσίας, η αιτιολογία που δόθηκε δεν ήταν επαρκής. Στηριγμένοι κυρίως στη Φιλίππου v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1, υποστήριξαν πως δεν ήταν δυνατό, ως θέμα αρχής, η καλύτερη απόδοση στις συνεντεύξεις να υπερισχύσει της αντικειμενικής υπεροχής που επάγεται η κατοχή του πλεονεκτήματος. Τα δεδομένα όμως δεν δικαιολογούν την εξέταση του θέματος από τέτοια σκοπιά. Οι εκτιμήσεις από τις συνεντεύξεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Ε.Δ.Υ., σημαντικά καλύτερες για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, προσδιορίστηκαν, βεβαίως, ως λόγος για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος αλλά δεν εξαντλήθηκε σε αυτές η ρητή αιτιολογία που δόθηκε. Οι ενδιαφερόμενοι είχαν υπέρ τους και τη σύσταση του Διευθυντή. Ήταν και αυτό νόμιμο στοιχείο κρίσης, ως προς αυτό δεν λέχθηκε οτιδήποτε από τους αιτητές και ενόψει όλων των στοιχείων, ήταν εύλογα επιτρεπτή η επιλογή που έγινε.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Οδυσσέως v. Δημοκρατίας (2003) 4 A.A.Δ. 1134,
Καδή κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 426/03 κ.ά., ημερ. 28.3.2005,
Γερμανού κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 872/00 κ.ά., ημερ. 22.4.2002,
Φιλίππου v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1.
Προσφυγή.
Ρ. Προδρόμου για Μίτσιγγα, για την αιτήτρια στην Yπόθεση Aρ. 626/04.
Α. Κουντουρή, για τoν αιτητή στην Yπόθεση Aρ. 763/04.
Μ. Ανδρέου για Λ. Γεωργιάδη, για τον αιτητή στις Yποθέσεις Aρ. 792/04 και 793/04.
Ε. Παπαγεωργίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο - Π. Παναγιώτου.
Γ. Γεωργίου, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο - Χ. Χαραλάμπους.
Α. Ζερβού για Α. Μαρκίδη, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο - Αγ. Μιλτιάδους.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), ημερομηνίας 7.4.04, οι Αν. Αριστείδου, Ελ. Ελευθερίου, Αγ. Μιλτιάδους, Παν. Α. Παναγιώτου, Α. Φιλοκύπρου και Χ. Χαραλάμπους διορίστηκαν και ο Χ. Σ. Χαραλάμπους προάχθηκε στη μόνιμη θέση Κτηματολογικού Λειτουργού Β', Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας (Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής). Με την Προσφυγή Aρ. 626/04 της Χρ. Χριστοφόρου προσβάλλεται ο διορισμός του Α. Φιλοκύπρου. Με την Προσφυγή Aρ. 763/04 του Ν. Χάρπα προσβάλλεται ο διορισμός του Παν. Α. Παναγιώτου, με την Προσφυγή Aρ. 792/04 του Α. Σωτηρίου όλων των διορισθέντων και με την Προσφυγή Aρ. 793/04, επίσης του Α. Σωτηρίου, του προαχθέντος Χ. Σ. Χαραλάμπους.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή ορίστηκε να αποτελείται από πέντε μέλη αλλά το ένα από αυτά, ο Κ. Μαγείρου, δεν συμμετέσχε στις 9.12.03, όταν ετοιμάστηκε η τελική της έκθεση επειδή από τις 5.8.03 βρισκόταν σε αφυπηρετική άδεια. Οι αιτητές Χρ. Χριστοφόρου και Α. Σωτηρίου με αναφορά ιδίως στην απόφασή μου στην Οδυσσέως v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 4 A.A.Δ. 1134, και στην απόφαση του Κραμβή, Δ., στην Καδή κ.ά. v. Δημοκρατίας, Προσφυγή Aρ. 426/03 κ.ά., ημερ. 28.3.05, έθεσαν θέμα ως προς το νόμιμο της συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Το γεγονός ότι τα τρία μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής που συμμετέσχαν (τέταρτο μέλος εξαιρέθηκε) αποτελούσαν απαρτία, δεν διέσωζε την κατάσταση. Κατά τα κριθέντα, ήταν ελλιπής η συγκρότηση αφού δεν απαρτιζόταν πλέον από τα υποχρεωτικά πέντε μέλη. Οι καθ' ων η αίτηση δεν διαφώνησαν πως αυτή θα ήταν η κατάληξη στη βάση του νομικού καθεστώτος που ίσχυε κατά την έκδοση των πιο πάνω αποφάσεων. Η εισήγησή τους είναι πως τα πράγματα άλλαξαν ενόψει της επί τούτου τροποποίησης του Νόμου, και ο αντίλογος ήταν πως ο τροποποιητικός νόμος θεσπίστηκε το Μάρτιο του 2004, δηλαδή μετά την επίμαχη συνεδρία της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Με το Ν. 31(Ι)/04 προστέθηκαν στο σχετικό άρθρο 32 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/90 όπως τροποποιήθηκε) ως εδάφιο 7 (τώρα μετά από μεταγενέστερη αναρίθμηση εδάφιο 8), τα ακόλουθα:
«Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 20 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, η νομιμότητα της συγκρότησης οποιασδήποτε Συμβουλευτικής Επιτροπής και η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή εργασίας δεν επηρεάζονται λόγω θανάτου, παραίτησης, αφυπηρέτησης, απουσίας ή άλλου κωλύματος μέλους της, σε οποιοδήποτε στάδιο της ενώπιόν της διαδικασίας, εφόσον τηρούνται οι διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου:
Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και για τις διαδικασίες πλήρωσης θέσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη.»
Η διαδικασία, κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμου στις 5.3.04 βρισκόταν σε εξέλιξη και σαφώς την κάλυπτε η αναδρομική δύναμη της πρόνοιας. Θα πρόσθετα πως δεν θα είχε νόημα η επιφύλαξη αν θα επρόκειτο να μην κάλυπτε συνεδρίες Συμβουλευτικής Επιτροπής που έγιναν. Δεν μπορώ, λοιπόν, να συμμεριστώ την άποψη των αιτητών.
Το βάρος των επιχειρημάτων των δύο από τους αιτητές αναφορικά με την ουσία, τοποθετείται στον τρόπο με τον οποίο αξιολόγησε η Συμβουλευτική Επιτροπή και στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ. τη συγκριτική καταλληλότητα. Σ' αυτό το πλαίσιο υποβλήθηκε πως δεν αιτιολογήθηκε η καλύτερη εντύπωση που σχηματίστηκε για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα από την απόδοσή τους στις συνεντεύξεις που διεξάχθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και την Ε.Δ.Υ., πως δεν αιτιολογήθηκε ούτε η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και πως, ούτως ή άλλως, προσδόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στις εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις. Πολύ περισσότερο στην περίπτωση των ενδιαφερομένων προσώπων Αγ. Μιλτιάδους και Α. Φιλοκύπρου που, αντίθετα προς τους ίδιους, δεν κατείχαν το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα της πείρας. Οπότε, κατά την εισήγηση, έλειπε και η απαιτούμενη ειδική αιτιολογία για την παραγνώρισή του. Ο Ν. Χαραλάμπους θέτει ένα θέμα. Υποστηρίζει πως δεν ήταν προσοντούχος ο Παν. Α. Παναγιώτου ή πως, τουλάχιστον, δεν ερευνήθηκε δεόντως αν κατείχε το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας ακαδημαϊκό προσόν. Θα ασχοληθώ πρώτα με αυτό το θέμα.
Οι σχετικές πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας έχουν ως ακολούθως:
«(1)(α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στη διαχείριση Ακινήτων ή στις Εκτιμήσεις ή στα Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law) ή στη Δημόσια Διοίκηση ή στο Δημόσιο Δίκαιο και τις Πολιτικές Επιστήμες ή στα Οικονομικά ή στη Διοίκηση Επιχειρήσεων ή σε θέματα σχετικά με την ανάπτυξη συστημάτων πληροφοριών στοιχείων γης (L.I.S. Legal/Fiscal),
.....................................................................................................
Σημ: Ο όρος πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο.
.....................................................................................................
Σημ.: Τα στην παράγραφο (1) απαιτούμενα προσόντα καθορίζονται κατά τη δημοσίευση της θέσης ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας. Οι παρούσες ανάγκες της Υπηρεσίας απαιτούν όπως οι υποψήφιοι κατέχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στη Διαχείριση Ακινήτων ή στις Εκτιμήσεις ή στα Οικονομικά ή πλήρες μέλος (Fellow ή Professional Αssociate) του Royal Institution of Chartered Surveyors (General Practice Division) ή μέλος άλλου ισότιμου σχετικού Επαγγελματικού Σώματος μετά από επιτυχή συμπλήρωση τριετούς τουλάχιστον ακαδημαϊκού κύκλου σπουδών».
Στην προσφυγή Γερμανού κ.ά. v. Δημοκρατίας, Προσφυγή Aρ. 872/00 κ.ά., ημερ. 22.4.02, για όμοιες θέσεις, ακυρώθηκε ο διορισμός του Π. Παναγιώτου επειδή, όπως διαπιστώθηκε, το Master of Science in Information Technology που κατείχε δεν ικανοποιούσε την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας. Διερωτάται κατ' αρχάς ο αιτητής αναφορικά με το γιατί δεν ακολουθήθηκε το δεσμευτικό εύρημα του Δικαστηρίου στην προηγηθείσα προσφυγή επισημαίνοντας πως ούτε η Συμβουλευτική Επιτροπή ούτε η Ε.Δ.Υ. προσδιόρισε ποιο πτυχίο του Π. Παναγιώτου τον καθιστούσε προσοντούχο. Για να προλάβουν δε ενδεχόμενο ισχυρισμό πως είχαν υπόψη τους το διδακτορικό τίτλο που στο σχετικό πίνακα της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφέρεται ως «PhD in Built Environment (εκτιμήσεις ακινήτων) University of Glamorgan» ανέπτυξαν και επ' αυτού επιχειρήματα. Το πρώτο, που αφορούσε στην αυθεντικότητα του τίτλου ή ακόμα στο επίπεδό του εγκαταλείφθηκε. Δέχτηκε ο αιτητής πως ο Π. Παναγιώτου κατείχε διδακτορικό τίτλο. Τα επόμενα αφορούσαν στο κατά πόσο αυτός ο διδακτορικός τίτλος μπορεί να συσχετισθεί προς οποιοδήποτε από τα θέματα στα οποία αναφέρεται το σχέδιο υπηρεσίας. Είναι η άποψή του πως η απόδοση, στον πίνακα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, του όρου "Built Environment" με την ελληνική φράση που παρεμβάλλεται «εκτιμήσεις ακινήτων», (τομέα που καλύπτει το σχέδιο υπηρεσίας), είναι «σκανδαλωδώς αυθαίρετη και λανθασμένη».
Οι καθ' ων η αίτηση κυρίως αλλά και ο ενδιαφερόμενος, προφανώς κατά παρανόηση του ισχυρισμού που προβλήθηκε, επιχείρησαν διαχωρισμό μεταξύ της παρούσας και της προηγηθείσας προσφυγής με την ακόλουθη εισήγηση: Τότε δεν ικανοποιούσε το Σχέδιο Υπηρεσίας η κατοχή μεταπτυχιακού προσόντος ενώ τώρα, με την επί τούτου σημείωση, το ικανοποιούσε. Προχώρησε όμως ο ενδιαφερόμενος και σε επισημάνσεις αναφορικά με τον τομέα που κάλυπτε ο διδακτορικός τίτλος. Υποστηρίζοντας πως, τόσο από τον ίδιο, τον οποίο απέκτησε μόλις το 1999, όσο και από τα έγγραφα που συνυποβλήθηκαν μαζί του, φαινόταν σαφώς πως αφορούσε σε εκτιμήσεις ακινήτων. Επεκτεινόμενος όμως, πρέπει να παρατηρήσω, και σε έγγραφα που δεν βρίσκονταν ενώπιον της διοίκησης αλλά ανεπιτρέπτως εισάχθηκαν με την αγόρευση όπως και σε συσχετισμούς με άλλα πρόσωπα, άσχετα προς τη διαδικασία.
Η διαδικασία που οδήγησε στην απόφαση της Ε.Δ.Υ. στους διορισμούς ημερομηνίας 24.4.00 που ακυρώθηκαν με τις Προσφυγές Aρ. 872/00 κ.ά., όπως σημειώνεται στην ακυρωτική απόφαση, «ήταν αποτέλεσμα επανεξέτασης, ύστερα από την ακύρωση από το Ανώτατο Δικαστήριο προηγούμενης αναδρομικής προαγωγής». Ο Π. Παναγιώτου κατείχε από τότε πρώτο πτυχίο ηλεκτρολόγου μηχανικού από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης αλλά δεν ήταν αυτό που εξετάστηκε. Ούτε και τώρα συζητείται καν αυτό το εμφανώς ασύνδετο προς το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόν. Στην προηγηθείσα προσφυγή εξετάστηκε το ΜSc in Information Technology που ήδη σημείωσα αλλά όχι από την άποψη της επάρκειάς του ως μεταπτυχιακού. Ήταν ενόψει του θέματός του και μόνο που κρίθηκε πως δεν ικανοποιούσε το Σχέδιο Υπηρεσίας. Περαιτέρω, ο διδακτορικός τίτλος δεν περιλαμβανόταν τότε στα δεδομένα και, βεβαίως, δεν αφορούσε σε αυτόν η ακυρωτική απόφαση.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρθηκε στο γεγονός της έκδοσης της ακυρωτικής απόφασης αφού σημείωσε πως ο Π. Παναγιώτου κατείχε και το διδακτορικό τίτλο. Στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ. αναφέρεται στο MSc in Information Technology που κατείχε ο Π. Παναγιώτου ως προσόν που δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας χωρίς καμιά αναφορά στο πτυχίο Ηλεκτρολόγου Μηχανικού, ακόμα και ως σχετικού προς τα καθήκοντα της θέσης. Το αναπόδραστο συμπέρασμα είναι πως ήταν ο διδακτορικός τίτλος που πλέον θεωρήθηκε ως το προσόν που νομιμοποιούσε τον Π. Παναγιώτου να διεκδικεί τη θέση.
Ως προς την ουσία, τώρα, του επιχειρήματος του αιτητή. Η απόδοση του διδακτορικού τίτλου στον πίνακα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, που ακολουθεί, ας σημειωθεί, την περιγραφή του και στην αίτηση του Π. Παναγιώτου για διορισμό, θα μπορούσε να δικαιολογήσει τις σκέψεις που διατυπώθηκαν αν την βλέπαμε κατά απομόνωση, ως ζήτημα δηλαδή μετάφρασης του όρου Built Environment. Δεν δικαιολογείται όμως αυτή η προσέγγιση. Οδηγός μας πρέπει να είναι ο ίδιος ο τίτλος όπως είναι καταχωρημένος στο φάκελο. Καθορίζεται σ' αυτόν επακριβώς το πρόγραμμα εργασίας που οδήγησε στην απόκτησή του ως εξής: «Ιmmovable property taxation and the development of an artificial neural network valuation system for residential properties for tax purposes in Cyprus". Ήταν ρητή η αναφορά, λοιπόν, στις εκτιμήσεις ακινήτων, που επιβεβαιώνεται και από τα συνοδευτικά του έγγραφα και δεν μπορώ να συμφωνήσω πως έχουμε εδώ αυθαιρεσία ή λάθος. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί ο λόγος ακυρότητας που προτάθηκε και η κρίση της διοίκησης απολήγει εύλογα επιτρεπτή.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή αξιολόγησε την απόδοση στις συνεντεύξεις της Χρ. Χριστοφόρου ως πάρα πολύ καλή, του Α. Σωτηρίου ως σχεδόν πάρα πολύ καλή, του Αρ. Αριστείδου ως εξαίρετη, του Ε. Ελευθερίου ως εξαίρετη, της Αγ. Μιλτιάδου ως πάρα πολύ καλή, του Π. Παναγιώτου ως σχεδόν εξαίρετη, του Α. Φιλοκύπρου ως σχεδόν εξαίρετη, του Χ. Χαραλάμπους ως εξαίρετη και του Χ.Σ. Χαραλάμπους ως σχεδόν εξαίρετη. Η Ε.Δ.Υ. αξιολόγησε την απόδοση στις συνεντεύξεις που εκείνη διεξήγαγε ως εξής: Των Χρ. Χριστοφόρου και Α. Σωτηρίου ως «πολύ καλή» και όλων των ενδιαφερομένων ως «εξαίρετη».
Στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και στα πρακτικά της Ε.Δ.Υ. περιλαμβάνεται ξεχωριστή αναφορά για τον κάθε ένα στην οποία παρατίθενται οι λόγοι που στήριξαν τις εντυπώσεις τους.
Περαιτέρω η Συμβουλευτική Επιτροπή κατέληξε στην αξιολόγηση των υποψηφίων, πάλιν με ξεχωριστή αναφορά στον κάθε ένα, παραπέμποντας στα προσόντα τους, στην όποια προηγούμενη υπηρεσία τους, στο κατά πόσο κατείχε ή όχι το πλεονέκτημα και βεβαίως στις εντυπώσεις της από τη συνέντευξη. Στο τέλος σύστησε, όπως όφειλε, 28 υποψήφιους, περιλαμβανομένων και των αιτητών.
Δεν έχω ικανοποιηθεί ότι στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας με αναφορά στην αιτιολογία είτε της Συμβουλευτικής Επιτροπής είτε της Ε.Δ.Υ.. Η έκθεση και τα πρακτικά περιλαμβάνουν όσα στήριξαν την κατά περίπτωση εκτίμηση, αυτά εύλογα δικαιολογούσαν τη διαφορά στην αξιολόγηση και, βεβαίως, δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα άσκησης ελέγχου πάνω στην υποκειμενική κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου.
Αβάσιμη είναι και η εισήγηση των αιτητών που διαπιστώθηκε ότι κατείχαν το πλεονέκτημα της πείρας ειδικά των Χρ. Χριστοφόρου και Α. Σωτηρίου σε σχέση με τους ενδιαφερομένους Αγ. Μιλτιάδου και Α. Φιλοκύπρου που διαπιστώθηκε ότι δεν το κατείχαν. Η Ε.Δ.Υ. επέστρεψε στη Συμβουλευτική Επιτροπή την αρχική της έκθεση ακριβώς επειδή δεν αντανακλάτο σ' αυτή το γεγονός ότι ορισμένοι από τους υποψηφίους κατείχαν το πλεονέκτημα της πείρας. Στη συνέχεια δε, με ξεκαθαρισμένο αυτό το θέμα στην τελική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η Ε.Δ.Υ. αναφέρθηκε ειδικά σ' αυτό, με ονομαστική αναφορά και στους αιτητές που το κατείχαν. Εξήγησε γιατί, παρά την κατοχή του από αυτούς, κατά την εκτίμησή της ήταν άλλοι οι καταλληλότεροι και ό,τι απομένει είναι η θέση των αιτητών πως, ως θέμα ουσίας, η αιτιολογία που δόθηκε δεν ήταν επαρκής. Στηριγμένοι κυρίως στη Φιλίππου v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1, υποστήριξαν πως δεν ήταν δυνατό, ως θέμα αρχής, η καλύτερη απόδοση στις συνεντεύξεις να υπερισχύσει της αντικειμενικής υπεροχής που επάγεται η κατοχή του πλεονεκτήματος. Τα δεδομένα όμως δεν δικαιολογούν την εξέταση του θέματος από τέτοια σκοπιά. Οι εκτιμήσεις από τις συνεντεύξεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Ε.Δ.Υ., σημαντικά καλύτερες για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, προσδιορίστηκαν, βεβαίως, ως λόγος για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος αλλά δεν εξαντλήθηκε σε αυτές η ρητή αιτιολογία που δόθηκε. Οι ενδιαφερόμενοι είχαν υπέρ τους και τη σύσταση του Διευθυντή. Ήταν και αυτό νόμιμο στοιχείο κρίσης, ως προς αυτό δεν λέχθηκε οτιδήποτε από τους αιτητές και κρίνω πως, ενόψει όλων των στοιχείων, ήταν εύλογα επιτρεπτή η επιλογή που έγινε.
Οι προσφυγές απορρίπτονται, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Oι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.