ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2006) 4 ΑΑΔ 634

19 Ιουλίου, 2006

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

NBS ENTERPRISES LTD,

Αιτητές,

v.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 640/2005)

 

Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς πράξη εκτελέσεως.

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού ― Κατά πόσο οι όροι που τέθηκαν στην χορηγηθείσα άδεια στην κριθείσα περίπτωση συνιστούσαν αναβλητική αίρεση, που μετέθετε την οριστική παραχώρηση της άδειας σε μεταγενέστερο χρόνο ― Η έννοια της αναβλητικής αίρεσης και η μη στοιχειοθέτησή της στην εξετασθείσα υπόθεση υπό το φως και του νομοθετικού πλαισίου.

Οι αιτητές επέλεξαν να προσβάλλουν την απόφαση ενεργοποίησης της άδειας λειτουργίας τοπικού τηλεοπτικού σταθμού που είχαν εξασφαλίσει ενωρίτερα, παραπονούμενοι για τη διάρκεια της άδειας που τους δόθηκε, παρόλο που αυτή είχε καθοριστεί εξ αρχής και όχι με την προσβαλλόμενη πράξη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Η άδεια που χορηγήθηκε στους αιτητές στις 12.9.01 και εκδόθηκε οριστικά με την προσβαλλόμενη απόφαση δεν διαφέρουν. Πρόκειται για την προβλεπόμενη από το νόμο άδεια δεκαετούς διάρκειας. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο οι όροι που τέθηκαν στην άδεια με αυτή την απόφαση, συνιστούσαν αναβλητική αίρεση και μετέθεταν την έκδοση της άδειας σε μεταγενέστερο χρόνο ή αν επρόκειτο για ειδικούς όρους ενσωματωμένους στην άδεια που είχε ήδη οριστικά χορηγηθεί.

Η αίρεση που είχε τεθεί εν προκειμένω καθώς και η εκπλήρωση υποχρεώσεων, αφορούσε συγκεκριμένο και βέβαιο ζήτημα - ανεξάρτητα από τον χρόνο εξασφάλισης των πιστοποιητικών και αδειών από τους αιτητές - και όχι κάποιο αβέβαιο μελλοντικό γεγονός.

Το γεγονός ότι η άδεια χορηγείται οριστικά με την πρώτη απόφαση της Αρχής, χωρίς οι όροι που τίθενται σε αυτή να μεταθέτουν το χρόνο έκδοσης της στο μέλλον, διότι δεν έχουν τον χαρακτήρα αναβλητικής αίρεσης που αν δεν ικανοποιηθεί εκθεμελιώνει την διαδικασία έκδοσης της, αποδεικνύεται και από τις συναφείς νομικές ρυθμίσεις:

Η επιλογή από το νομοθέτη της λέξης «αδειούχος» καθώς και της φράσης «ουδεμία άδεια για λειτουργία σταθμού δεν ενεργοποιείται» δεν ήταν τυχαία. Σημαίνουν ότι οι όροι τίθενται προς συμμόρφωση των ιδιοκτητών σταθμών που είναι ήδη κάτοχοι άδειας. 

Με την προσβαλλόμενη απόφαση εκπληρώθηκε τυπικά η έκδοση του πιστοποιητικού που τίποτε δεν προσθέτει στους όρους της άδειας που είχαν τεθεί στην πρώτη απόφαση. Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι απόφαση προς ολοκλήρωση σύνθετης διοικητικής ενέργειας. Πρόκειται για πράξη εκτέλεσης της απόφασης χορήγησης της άδειας, που λήφθηκε οριστικά στις 12.9.01 και δεν έχει προσβληθεί.

Η πράξη εκτέλεσης δεν είναι προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως. Προϋποθέτει δε προηγούμενη πράξη εκτελεστού χαρακτήρα. Η απόφαση που προσβάλλουν οι αιτητές εμπίπτει στην έννοια της πράξης εκτελέσεως και δεν μπορεί να προσβληθεί αυτοτελώς. Ακόμη όμως και αν το δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να ακυρώσει και ακύρωνε την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν επηρεάζεται η απόφαση χορήγησης της άδειας στους αιτητές ημερ. 12.9.01 η οποία παραμένει ισχύουσα ως προς τους όρους της και την δεκαετή της διάρκεια.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26.

Προσφυγή.

Χρ. Χριστοφίδης, για τους Αιτητές.

Αλ. Ευαγγέλου, για την Καθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι οι ιδιοκτήτες του τοπικού τηλεοπτικού σταθμού με το διακριτικό όνομα VOX TV που εκπέμπει στη Λάρνακα από το 1996. Στις 18.1.99 υπέβαλαν αίτηση για άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού με το διακριτικό όνομα «T.V.FM.» Η αίτηση υποβλήθηκε προς την καθ' ης η αίτηση («η Αρχή») δυνάμει του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου Ν.7(1)/98 (στο εξής «ο Νόμος»).

Η Αρχή στις 12.9.01 αποφάσισε όπως χορηγήσει στους αιτητές άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού με το πιο πάνω όνομα το οποίο, ύστερα από σχετικό αίτημα των αιτητών, άλλαξε σε «VOX T.V.». Η άδεια που εξέδωσε η Αρχή προς τους αιτητές διαλάμβανε τους πιο κάτω όρους και αιρέσεις:

«2. Η παρούσα άδεια  χορηγείται υπό την αίρεση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παραγράφου (4) του Κανονισμού 6 των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) ή οποιωνδήποτε διατάξεων που θα τις αντικαταστήσει, με την εξασφάλιση των αναφερόμενων σ' αυτές πιστοποιητικών και αδειών και δεν θα ενεργοποιηθεί, στην έκταση που αφορά τη λειτουργία του σταθμού, μέχρι την πλήρωση της αίρεσης αυτής.

3. Η παρούσα άδεια χορηγείται υπό τον όρον ότι θα εξασφαλίσετε το πιστοποιητικό καταλληλότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (1)(γ) του Κανονισμού 7 των πιο πάνω Κανονισμών.

4. Περαιτέρω, σημειώνεται ότι σύμφωνα με το Αρθρο 21(4) του προαναφερθέντος Νόμου, δεν μπορείτε να θέσετε σε λειτουργία τον σταθμό πριν ικανοποιήσετε την Αρχή και τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων ότι έχετε συμμορφωθεί πλήρως προς τους όρους της άδειας σε ό,τι αφορά τους όρους που είναι της αρμοδιότητας της Αρχής και του Υπουργού.

5. Η χορηγούμενη άδεια υπόκειται γενικώς και ειδικώς στις πρόνοιες του εκάστοτε σε ισχύ περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου 7(1) του 1998 και στις πρόνοιες των εκάστοτε σε ισχύ περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000).

6. Η άδεια χορηγείται επίσης υπό τον όρο της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του εκάστοτε σε ισχύ περί Ασυρμάτου Τηλεγραφίας Νόμου.

7. Οι ειδικότεροι όροι της παρούσας άδειας εκτίθενται στο συνημμένο Παράρτημα.

8. Η άδεια θα είναι διάρκειας 10 ετών. Με την ενεργοποίησή της και αφού καταβάλετε το ετήσιο τέλος άδειας, το οποίο είναι Λ.Κ.7.000,00, θα σας χορηγηθεί το σχετικό πιστοποιητικό. Σημειώνεται ότι υποχρεούστε να καταβάλλετε ετησίως το εκάστοτε υπό του Νόμου προβλεπόμενο τέλος.»

Οι αιτητές σταδιακά υπέβαλαν τα σχετικά με την ενεργοποίηση της άδειας λειτουργίας του σταθμού απαιτούμενα έγγραφα και πιστοποιητικά καταλληλότητας. Στις 30.3.05, η καθ' ης η αίτηση αποφάσισε όπως ενεργοποιήσει την άδεια και ειδοποίησε σχετικά τους αιτητές με επιστολή ημερ. 5.4.05 στην οποία αναφέρονται τα εξής:

Θέμα: Ενεργοποίηση άδειας ίδρυσης, εγκατάστασης και

       λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού τοπικής κάλυψης

με το διακριτικό όνομα «VOX TV»

Κύριοι,

Έχω οδηγίες να αναφερθώ στο πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, αφού αξιολόγησε τα σχετικά πιστοποιητικά που καταθέσατε, αποφάσισε σύμφωνα με τον περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμο 7(1) του 1998 (όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα) και τους περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμούς του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) όπως ενεργοποιήσει την άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας του τοπικού τηλεοπτικού σταθμού με το διακριτικό όνομα "VOX TV", η οποία σας είχε δοθεί υπό αιρέσεις με απόφαση της Αρχής ημερομηνίας 17.9.2001.

Το πιστοποιητικό και το σχετικό παράρτημα της άδειας εσωκλείονται.»

Οι αιτητές ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι το μέρος της πράξης ή/και απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 30/3/2005 που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή των Καθών η Αίτηση ημερ. 5/4/2005 και με την οποία καθορίσθηκε η διάρκεια της άδειας ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού των αιτητών με το διακριτικό όνομα VOX TV από 13/9/2001 μέχρι 12/9/2011 αντί από 5/4/2005 μέχρι 4/4/2015 είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος.»

Η καθ' ης η αίτηση εισηγήθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται εκτελεστότητας. Ισχυρίζεται ότι η μόνη εκτελεστή διοικητική πράξη είναι η προαναφερόμενη απόφαση ημερ. 12.9.01 και ότι η απόφαση ημερ. 30.3.05 είναι πράξη εκτέλεσης. Οι αιτητές από την άλλη, θεωρούν ότι με την επίδικη πράξη αποφασίσθηκε η έκδοση της οριστικής και μόνιμης άδειας η οποία προηγουμένως τελούσε υπό αναβλητική αίρεση. Υποστηρίζουν ότι κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ πρώτης και δεύτερης απόφασης, ο σταθμός λειτουργούσε σύμφωνα με την προσωρινή άδεια που τους παραχωρήθηκε στις 12.9.01 και ότι στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, είχαν μόνο προσδοκία δικαιώματος στην έκδοση κανονικής άδειας και όχι έννομο συμφέρον αφού η έκδοση της άδειας τελούσε υπό αναβλητική αίρεση.

Η άδεια που χορηγήθηκε στους αιτητές στις 12.9.01 και εκδόθηκε οριστικά με την προσβαλλόμενη απόφαση δεν διαφέρουν. Πρόκειται για την προβλεπόμενη από το νόμο άδεια δεκαετούς διάρκειας. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο οι όροι που τέθηκαν στην άδεια με αυτή την απόφαση, συνιστούσαν αναβλητική αίρεση και μετέθεταν την έκδοση της άδειας σε μεταγενέστερο χρόνο ή αν επρόκειτο για ειδικούς όρους ενσωματωμένους στην άδεια που είχε ήδη οριστικά χορηγηθεί. Στην πρώτη περίπτωση η διαδικασία έκδοσης της άδειας ουσιαστικά ολοκληρώθηκε με την εκπλήρωση της αναβλητικής αίρεσης και την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ημερ. 30.3.2005, οπότε αυτή πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι η εκτελεστή απόφαση. Στη δεύτερη περίπτωση, η απόφαση ημερ. 12.9.01 ήταν αυτή που παρήγαγε οριστικές έννομες συνέπειες για τους αιτητές και συνεπώς αυτή ήταν η εκτελεστή διοικητική πράξη, ενώ η επίδικη απόφαση που εκδόθηκε για την ενεργοποίηση της προηγούμενης είναι πράξη εκτέλεσης που δεν προσβάλλεται αυτοτελώς ως στερούμενη εκτελεστότητας.

Η έννοια της αναβλητικής αίρεσης κατά τον Π. Δ. Δαγτόγλου στο σύγγραμμα, "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", (3η Έκδ.) παράγραφος 592, συνίσταται "στην εξάρτηση της επελεύσεως ή ανατροπής των αποτελεσμάτων της διοικητικής πράξεως από γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο". Εδώ, η απόφαση που κοινοποιήθηκε στους αιτητές στις 17.9.01 ήταν απόφαση έγκρισης της αίτησης και οριστικής χορήγησης της άδειας στους αιτητές. Η αίρεση που είχε τεθεί καθώς και η εκπλήρωση υποχρεώσεων, αφορούσε συγκεκριμένο και βέβαιο ζήτημα - ανεξάρτητα από τον χρόνο εξασφάλισης των πιστοποιητικών και αδειών από τους αιτητές - και όχι κάποιο αβέβαιο μελλοντικό γεγονός.

Έχω τη γνώμη πως η ίδια η αίρεση δεν αναφέρεται στην υλοποίηση των προνοιών του Καν. 6 (περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμοί Κ.Δ.Π. 10/2000) ως προϋπόθεση για την έκδοση της άδειας ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας του σταθμού, αλλά επισημαίνεται ως εκ του νόμου προαπαιτούμενο για τη ενεργοποίηση της μόνο στην έκταση που αφορά στη λειτουργία του σταθμού.

Το γεγονός ότι η άδεια χορηγείται οριστικά με την πρώτη απόφαση της Αρχής, χωρίς οι όροι που τίθενται σε αυτή να μεταθέτουν το χρόνο έκδοσης της στο μέλλον, διότι δεν έχουν τον χαρακτήρα αναβλητικής αίρεσης που αν δεν ικανοποιηθεί εκθεμελιώνει την διαδικασία έκδοσης της, αποδεικνύεται και από τις πιο κάτω επίμαχες νομικές ρυθμίσεις:

«21.-(1) Η άδεια που χορηγείται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο μπορεί να χορηγηθεί υπό τους όρους και τους περιορισμούς οι οποίοι προβλέπονται στους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς ή τους οποίους η Αρχή κρίνει σκόπιμο να επιβάλει, περιλαμβανομένων όρων ή περιορισμών ως προς τη θέση και τη φύση του σταθμού, τους σκοπούς, τη λειτουργία, τα προγράμματα, το προσωπικό, τα μηχανήματα που θα τοποθετηθούν ή θα χρησιμοποιηθούν και τον τόπο όπου εγκαθίστανται κεραίες και πομποί, ο οποίος θα καθορίζεται με γνώμονα την προστασία της υγείας του πολίτη και του περιβάλλοντος.

      (2) Η άδεια ισχύει, εκτός αν ανακληθεί προηγουμένως, για τηλεοπτικό σταθμό για περίοδο δέκα ετών και για ραδιοφωνικό σταθμό για περίοδο επτά ετών.

    (3) Διακοπή της λειτουργίας αδειούχου σταθμού για περίοδο τριών συνεχών μηνών συνεπάγεται λήξη της άδειας, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται η εκ των προτέρων έγκριση της Αρχής.

     (4) Ο αδειούχος δεν μπορεί να θέσει σε λειτουργία το σταθμό, πριν ικανοποιήσει την Αρχή και τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων ότι έχει συμμορφωθεί πλήρως προς τους όρους της άδειας σε ό,τι αφορά τους όρους που είναι της αρμοδιότητάς τους.

   (5) Η άδεια μπορεί να περιλαμβάνει όρους και περιορισμούς αναφορικά και με την παράλληλη ή ταυτόχρονη προσφορά άλλων συναφών υπηρεσιών.»

«6.-(1)     Σε περίπτωση χορήγησης άδειας λειτουργίας ή απόρριψης αίτησης ο αιτητής ειδοποιείται γραπτώς.

        (2) Σε περίπτωση χορήγησης άδειας ζητείται από τον αιτητή να προχωρήσει στη διαδικασία για παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που συμπεριλαμβάνεται στους όρους της χορηγηθείσας άδειας.

        (3) Το περιεχόμενο της αίτησης θεωρείται ως δεσμευτικός όρος ή όροι για τον αιτητή και η μη τήρησή του θεωρείται παράβαση όρου ή όρων άδειας.

        (4) Ουδεμία άδεια για λειτουργία σταθμού δεν ενεργοποιείται πριν από την εξασφάλιση των αναγκαίων πιστοποιητικών και αδειών από τις αρμόδιες αρχές οι οποίες προνοούνται από τον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο και από τον περί Οδών και Οικοδομών Νόμο, την Πυροσβεστική Υπηρεσία Κύπρου, το Τμήμα Δημόσιων Έργων και το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων ότι όλες οι κτιριακές και τεχνικές εγκαταστάσεις του σταθμού ευρίσκονται σε άρτια κατάσταση.»

Η επιλογή από το νομοθέτη της λέξης «αδειούχος» καθώς και της φράσης «ουδεμία άδεια για λειτουργία σταθμού δεν ενεργοποιείται» δεν ήταν τυχαία. Σημαίνουν ότι οι όροι τίθενται προς συμμόρφωση των ιδιοκτητών σταθμών που είναι ήδη κάτοχοι άδειας. Προκύπτει επίσης σαφώς ότι οι πιο πάνω διατάξεις στοχεύουν στο να καταστήσουν τους όρους που τίθενται στην άδεια αναπόσπαστο μέρος της. Θέτει και ρήτρα σε περίπτωση μη εκτέλεσής τους, που ωστόσο δεν ανατρέπει την ισχύ της ήδη εκδοθείσας άδειας, απλά δεν ενεργοποιεί την άδεια ως προς την λειτουργία του σταθμού μέχρι την πλήρωση των όρων αυτών.

Η πρώτη απόφαση της Αρχής ήταν η μόνη εκτελεστή, αφού με αυτή εγκρίθηκε οριστικά η παραχώρηση της άδειας στους αιτητές και με αυτή συναρτάται η έναρξη ισχύος της δεκαετούς διάρκειας της που προνοεί το Αρθρο 21(2) του Νόμου. Η αίρεση που είχε τεθεί δεν αποτελούσε προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της διαδικασίας έκδοσης της ούτε μπορούσε να ανατρέψει ή να αναιρέσει την ίδια την άδεια. Οι τυπικοί όροι και η  εκπλήρωση τους αποτελούσαν μέρος των ρυθμίσεων για την έναρξη λειτουργίας του σταθμού.

Με την προσβαλλόμενη απόφαση εκπληρώθηκε τυπικά η έκδοση του πιστοποιητικού που τίποτε δεν προσθέτει στους όρους της άδειας που είχαν τεθεί στην πρώτη απόφαση. Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι απόφαση προς ολοκλήρωση σύνθετης διοικητικής ενέργειας. Πρόκειται για πράξη εκτέλεσης της απόφασης χορήγησης της άδειας, που λήφθηκε οριστικά στις 12.9.01 και δεν έχει προσβληθεί.

Η πράξη εκτέλεσης δεν είναι προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως. Προϋποθέτει δε προηγούμενη πράξη εκτελεστού χαρακτήρα. Ο καθηγητής Ε. Σπηλιωτόπουλος περιγράφει τις πράξεις εκτέλεσης με αναφορά στη νομολογία του Σ.τ.Ε. στο βιβλίο του "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου" 6η έκδοση, παραγρ. 481 στη σελ. 462 ως:

"Πράξεις ............, που, αντιθέτως προς τις προπαρασκευαστικές, ενεργούνται μετά την έκδοση της διοικητικής πράξης και έχουν ως σκοπό την εκτέλεση της."

Η έννοια του όρου «εκτελεστή διοικητική πράξη» έχει επεξηγηθεί στη Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, 27, στην οποία το θέμα τέθηκε ως εξής:

«Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης. Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης που όπως υποδηλώνει ο όρος η πράξη δεν είναι αφ' αυτής γενεσιουργός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλά μοχλός για την υλοποίηση της γενέτειρας πράξης ή απόφασης (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικράτειας, 1929-1959, σελ. 240 , Τσάτσος - Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας, σελ. 127 κ.επ., και Στασινόπουλος - Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, σελ. 125).»

Η απόφαση που προσβάλλουν οι αιτητές εμπίπτει στην έννοια της πράξης εκτελέσεως και δεν μπορεί να προσβληθεί αυτοτελώς. Ακόμη όμως και αν το δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να ακυρώσει και ακύρωνε την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν επηρεάζεται η απόφαση χορήγησης της άδειας στους αιτητές ημερ. 12.9.01 η οποία παραμένει ισχύουσα ως προς τους όρους της και την δεκαετή της διάρκεια. Η Αρχή στις 14.11.01 (συνεδρία αρ. 55/01 - παράρτημα Ε στην ένσταση), αποφάσισε ότι «η άδεια έχει έναρξη ισχύος αμέσως μετά την απόφαση για έκδοσή της, ήτοι την αμέσως επομένη της απόφασης ημερομηνία». Αυτή η απόφαση δεν έχει προσβληθεί. Ακολουθεί πως στην περίπτωση των αιτητών η ισχύς της άδειας τους, σε κάθε περίπτωση, θα άρχιζε από 13.9.01 και όχι από 30.3.05, όπως πεπλανημένα οι ίδιοι θεωρούν.

Η απόφαση που προσβάλλεται δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Η προσφυγή απορρίπτεται ως μη παραδεκτή. Έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο