ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 4 ΑΑΔ 456
23 Μαΐου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
RANA WAHED ALI,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
2. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
3. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 947/2004)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Κατάργηση δίκης ― Η προσφυγή καθίσταται άνευ αντικειμένου, όταν η προσβαλλόμενη απόφαση ανακληθεί ― Ανάκληση των προσβαλλομένων διαταγμάτων απέλασης με την έκδοση νέων μεταγενέστερων στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφυγή βάσει του Αρθρου 146 του Συντάγματος ― Αποζημιώσεις βάσει της παραγράφου 6 του Αρθρου 146 ― Συνέχιση της διαδικασίας της προσφυγής ακόμα και όταν αυτή έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, εφόσον τίθεται θέμα αποζημιώσεων ― Δεν στοιχειοθετήθηκαν λόγοι συνέχισης της διαδικασίας στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέφυγε κατά των διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Ο αιτητής, περιόρισε τους ισχυρισμούς του σε δύο σημεία, ότι δηλαδή οι καθ' ων η αίτηση δεν μπορούσαν να εκδώσουν το διάταγμα απέλασης εναντίον του ημερ. 26.9.2004, γιατί αυτός βρισκόταν υπό κράτηση που αμφισβητείτο ήδη με διαδικασία habeas corpus και δεύτερο ότι οι καθ' ων η αίτηση τελούσαν υπό πλάνη περί τα πράγματα λαμβάνοντας υπ' όψιν γεγονότα αναληθή και ανύπαρκτα.
Η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί γιατί είναι άνευ αντικειμένου. Όπως διαπιστώνεται, μετά την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, εκδόθηκαν άλλα τέσσερα διατάγματα. Δύο διατάγματα κράτησης ημερ. 4.11.2004 και 1.10.2005 και δύο διατάγματα απέλασης με τις ίδιες ημερομηνίες.
Υπό τις περιστάσεις, η έκδοση νέων διαταγμάτων απέλασης και κράτησης ουσιαστικά συνιστούν ανάκληση των προηγουμένως υφισταμένων διαταγμάτων απέλασης και κράτησης. Αφού τα διατάγματα τα οποία προσβάλλει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή έχουν αντικατασταθεί με άλλα και δεν έχουν οποιαδήποτε ισχύ, η παρούσα προσφυγή καθίσταται άνευ αντικειμένου.
2. Παραμένει βέβαια το θέμα, κατά πόσο ο αιτητής θα δικαιούται σε αποζημιώσεις, ύστερα από τυχόν ακυρωτική απόφαση.
Η ακύρωση διοικητικής απόφασης δεν θεμελιώνει αφ' εαυτής δικαίωμα για αποζημίωση. Ζημιά προκύπτει από την παραβίαση δικαιώματος και το δικαίωμα δεν ταυτίζεται με το συμφέρον του ατόμου να προσφύγει κατά της πράξης της διοίκησης.
Στην παρούσα περίπτωση δεν παραβιάζεται δικαίωμα του αιτητή, αφού σύμφωνα με τον νόμο είναι απαγορευμένος μετανάστης και συνεπώς η είσοδός του στη Δημοκρατία δεν επιτρέπεται. Με βάση τις πρόνοιες του Κεφ. 105 μπορεί να εκδοθεί διάταγμα κράτησης και απέλασης αλλοδαπού. Ζήτημα αποζημίωσης τίθεται μόνο εφ' όσον η ζημιά προκλήθηκε από τυχόν ακυρωθείσα απόφαση ή προέκυψε ως άμεση συνέπειά της. Ο αιτητής δεν έχει καν ισχυριστεί ότι έχει υποστεί οποιανδήποτε ζημιά από τα προσβαλλόμενα διατάγματα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Νίκολας v. Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 983,
Εγγλεζάκη κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα (1992) 1 Α.Α.Δ. 697,
Μαυρονύχης v. Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως (1995) 1 Α.Α.Δ. 612,
Δήμος Αραδίππου v. Γεωργιάδη (2000) 1 Α.Α.Δ. 1000.
Προσφυγή.
Γ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.
Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
NIKOΛAΪΔHΣ, Δ.: Ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από το Πακιστάν, συνελήφθη από άνδρες της Αστυνομίας των Βρεττανικών Βάσεων στην περιοχή Περγάμου για παράνομη είσοδο στο έδαφος των Βρεττανικών Βάσεων. Στις 31.5.2004, ύστερα από συνεννόηση μεταξύ του Υπαρχηγού της Κυπριακής Αστυνομίας και του Αστυνομικού Διευθυντή των Βρεττανικών Βάσεων, μεταφέρθηκε στα κρατητήρια της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λάρνακας, όπου τέθηκε υπό κράτηση.
Εν όψει του ότι δεν ήταν κάτοχος ταξιδιωτικού εγγράφου, η τότε Αναπληρώτρια Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, εξέδωσε εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης στις 31.5.2004.
Στη συνέχεια προέκυψε ότι τα πραγματικά του στοιχεία ήταν διαφορετικά από αυτά που είχε δώσει και έγινε εισήγηση να του εκδοθεί κυπριακό ταξιδιωτικό έγγραφο και νέα διατάγματα κράτησης και απέλασης με τα πραγματικά του στοιχεία, πράγμα που έγινε στις 3.6.2004.
Στις 15.9.2004 επιδόθηκε στη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (στο εξής «η Διευθύντρια»), αίτηση για πολιτικό άσυλο, ενώ την ίδια ημερομηνία ο αιτητής καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο αίτηση για έκδοση εντάλματος habeas corpus για απελευθέρωσή του.
Ενώ η πιο πάνω αίτηση εκκρεμούσε ο αιτητής απελάθηκε στις 24.9.2004. Όταν έφτασε στην Ιορδανία, ύστερα από οδηγίες της Διευθύντριας επέστρεψε στην Κύπρο, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο διέταξε την απελευθέρωσή του, γιατί κρίθηκε ότι δεν είχε λάβει γνώση των διαταγμάτων κράτησής του ημερ. 31.5.2004 και 3.6.2004. Το Δικαστήριο την 1.11.2004 έκρινε ότι ούτε το διάταγμα κράτησης του αιτητή ημερ. 26.9.2004 δεν ήταν νόμιμο επειδή εκκρεμούσε η διαδικασία του εντάλματος habeas corpus.
Σημειώνεται ότι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του αιτητή εκδόθηκαν στις 26.9.2004, την ημερομηνία δηλαδή επιστροφής του αιτητή στη Δημοκρατία. Αυτών των διαταγμάτων αξιώνεται με την παρούσα προσφυγή η ακύρωση.
Στις 27.9.2004 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για παροχή ασύλου. Στις 28.9.2004 πληροφορήθηκε ότι η αίτησή του απορρίφθηκε. Ο αιτητής καταχώρησε ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής.
Στο στάδιο των διευκρινίσεων προέκυψε ότι η Διευθύντρια μεταγενεστέρως του ουσιώδους χρόνου, στις 4.11.2004 και 1.10.2005, εξέδωσε, για άγνωστους λόγους και άλλα διατάγματα απέλασης και κράτησης του αιτητή.
Θα πρέπει να παρατηρήσω ότι στη γραπτή αγόρευση για τον αιτητή γίνεται μια γενικόλογη και αόριστη αντιμετώπιση του θέματος. Τον μόνο λόγο που μπορώ να προσδιορίσω ως επιχείρημα που εγείρει ο αιτητής για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης είναι ότι οι καθ' ων η αίτηση δεν μπορούσαν να εκδώσουν τα διατάγματα ημερ. 26.9.2004, ενώ ο ίδιος βρισκόταν υπό κράτηση βάσει της αίτησης habeas corpus. Το επιχείρημα ότι οι καθ' ων η αίτηση διατελούσαν σε πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο δεν φαίνεται να τεκμηριώνεται καθ' οιονδήποτε τρόπο στη γραπτή αγόρευση. Το ίδιο και ο ισχυρισμός για κατάχρηση εξουσίας.
Κατά τη διάρκεια των διευκρινίσεων έγινε επίσης αναφορά σε θέματα μη ουσιώδη για την έκβαση της παρούσας προσφυγής. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, ύστερα από υποδείξεις του δικαστηρίου, περιόρισε τους ισχυρισμούς του σε δύο σημεία, τα οποία σημειώνω πιο πάνω, ότι δηλαδή οι καθ'ων η αίτηση δεν μπορούσαν να εκδόσουν το διάταγμα απέλασης εναντίον του ημερ. 26.9.2004, γιατί αυτός βρισκόταν υπό κράτηση που αμφισβητείτο ήδη με διαδικασία habeas corpus και δεύτερο ότι οι καθ'ων η αίτηση τελούσαν υπό πλάνη περί τα πράγματα λαμβάνοντας υπ' όψιν γεγονότα αναληθή και ανύπαρκτα, όπως το θέμα της ένορκης δήλωσης του πατέρα του.
Η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί γιατί είναι άνευ αντικειμένου. Όπως διαπιστώνεται, μετά την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, εκδόθηκαν άλλα τέσσερα διατάγματα. Δύο διατάγματα κράτησης ημερ. 4.11.2004 και 1.10.2005 και δύο διατάγματα απέλασης με τις ίδιες ημερομηνίες. Όλα τα διατάγματα απέλασης και κράτησης εκδόθηκαν από την Αναπληρώτρια Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και την μετέπειτα Διευθύντρια του Τμήματος, με βάση τις εξουσίες που της εκχωρήθηκαν σύμφωνα με το Αρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.
Θα πρέπει να ομολογήσω ότι δεν αντιλαμβάνομαι ούτε τη σκοπιμότητα, αλλά ούτε και την ανάγκη έκδοσης αλλεπάλληλων διαταγμάτων απέλασης και κράτησης, ενώ υπήρχαν σε ισχύ προηγούμενα διατάγματα. Η κορωνίδα του αλλοπρόσαλλου της διαδικασίας είναι το γεγονός ότι ενώ εκκρεμούσε διαδικασία για την έκδοση διατάγματος habeas corpus στο Ανώτατο Δικαστήριο, ο αιτητής ο οποίος είχε απελαθεί προηγουμένως, προετράπη να επιστρέψει στην Κύπρο, όπου αμέσως μετά την άφιξή του συνελήφθη με βάση νέα διατάγματα απέλασης και κράτησης.
Πέραν όμως αυτού θεωρώ ότι υπό τις περιστάσεις, η έκδοση νέων διαταγμάτων απέλασης και κράτησης ουσιαστικά συνιστούν ανάκληση των προηγουμένως υφισταμένων διαταγμάτων απέλασης και κράτησης. Η νομιμότητα των υπό εξέταση διαταγμάτων απέλασης και κράτησης κρίθηκε ήδη από το Ανώτατο Δικαστήριο στη διαδικασία της αίτησης για έκδοση habeas corpus όπου ελέχθη ότι τόσο αυτά, όσο και τα διατάγματα τα οποία είχαν εκδοθεί προηγουμένως, δεν ήταν νόμιμα. Εν πάση, όμως, περιπτώσει, αφού τα διατάγματα τα οποία προσβάλλει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή έχουν αντικατασταθεί με άλλα και δεν έχουν οποιαδήποτε ισχύ, η παρούσα προσφυγή καθίσταται άνευ αντικειμένου.
Παραμένει βέβαια το θέμα κατά πόσο ο αιτητής θα δικαιούται σε αποζημιώσεις ύστερα από τυχόν ακυρωτική απόφαση. Όμως, στο στάδιο των διευκρινίσεων στις 17.10.2005, όταν το Δικαστήριο έθεσε σχετικό ερώτημα, ο ευπαίδευτος συνήγορός του δεν ισχυρίστηκε ότι ο αιτητής υπέστη οποιανδήποτε ζημιά, ούτε ότι επιθυμεί τη συνέχιση της διαδικασίας για σκοπούς αποζημιώσεων. Αντίθετα, επέμεινε στην άποψη της εξέτασης της νομιμότητας των διαταγμάτων, τόσο της 26.9.2004, όσο και των μεταγενεστέρων.
Βέβαια τα μεταγενέστερα διατάγματα δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας προσφυγής και γι' αυτό δεν τίθεται θέμα εξέτασης της νομιμότητάς τους. Θέμα αποζημίωσης τίθεται μόνο εφ' όσον η ζημιά προκλήθηκε από απόφαση που ακυρώθηκε ή προέκυψε ως άμεση συνέπειά της. Η ακύρωση διοικητικής απόφασης δεν θεμελιώνει αφ' εαυτής δικαίωμα για αποζημίωση. Ζημιά προκύπτει από την παραβίαση δικαιώματος και το δικαίωμα δεν ταυτίζεται με το συμφέρον του ατόμου να προσφύγει κατά της πράξης της διοίκησης.
Στην παρούσα περίπτωση δεν παραβιάζεται δικαίωμα του αιτητή, αφού σύμφωνα με τον νόμο είναι απαγορευμένος μετανάστης και συνεπώς η είσοδός του στη Δημοκρατία δεν επιτρέπεται. Με βάση τις πρόνοιες του Κεφ. 105 μπορεί να εκδοθεί διάταγμα κράτησης και απέλασης αλλοδαπού. Ζήτημα αποζημίωσης τίθεται μόνο εφ' όσον η ζημιά προκλήθηκε από τυχόν ακυρωθείσα απόφαση ή προέκυψε ως άμεση συνέπειά της (απόφαση πλειοψηφίας στη Νίκολας v. Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 983. Βλέπε ακόμα Εγγλεζάκη κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα (1992) 1 Α.Α.Δ. 697, Μαυρονύχης v. Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως (1995) 1 Α.Α.Δ. 612 και Δήμος Αραδίππου v. Γεωργιάδη (2000) 1 Α.Α.Δ. 1000). Ο αιτητής δεν έχει καν ισχυριστεί ότι έχει υποστεί οποιανδήποτε ζημιά από τα προσβαλλόμενα διατάγματα.
Αφού υπήρχαν εν ισχύι τότε και άλλα διατάγματα κράτησης και απέλασης, η επισήμανση της τυχόν παρανομίας των προσβαλλόμενων διαταγμάτων δεν θα κατέληγε πουθενά, αφού, όπως είδαμε και πιο πάνω, τα υπό εξέταση διατάγματα είχαν ουσιαστικά ανακληθεί και δεν ίσχυαν.
Εν όψει των ανωτέρω η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.