ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 996/2002)
4 Δεκεμβρίου, 2006
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΣΤΑΣ ΧΑΤΖΗΓΑΒΡΙΗΛ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η Αίτηση.
________________________
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30 ΙΟΥΝΙΟΥ, 2006,
ΓΙΑ ΠΡΟΣΚΟΜΙΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ
Ελ. Θεοφάνους (κα), για Α.Κ. Χατζηιωάννου & Υιούς, για τον Αιτητή.
Ν. Παρτασίδου (κα), για ΄Αντη Τριανταφυλλίδη & Υιούς, για την Καθ' ης η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση, ο αιτητής ζητά όπως του δοθεί άδεια από το Δικαστήριο να παρουσιάσει μαρτυρία, με ένορκο δήλωση, για τη ζημιά την οποία υπέστη από την επίδικη απόφαση.
Με την κυρίως προσφυγή, ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, με την οποία κρίθηκε υπαίτιος παράβασης του ΄Αρθρου 67(α) και (β) τον περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993, (Ν. 14(Ι)/93), (όπως έχει τροποποιηθεί), και του επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο £40.000,00 και £35.000,00, αντίστοιχα.
Στα πλαίσια της προσφυγής, ο αιτητής καταχώρισε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης και εκδόθηκε, από το αρχικό στάδιο, Προσωρινό Διάταγμα αναστολής της προσβαλλόμενης απόφασης.
Στην ένορκο δήλωση, που συνοδεύει την αίτηση, η οποία δίδεται από τη δικηγόρο Ελένη Θεοφάνους, συνεργάτιδα στο δικηγορικό γραφείο Α.Κ. Χατζηϊωάννου και Υιοί, που είναι δικηγόροι του αιτητή, προβάλλονται τα εξής, για να στηρίξουν το αίτημα:-
«2. Η επίδικη πράξη στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή ανεκλήθη υπό των καθ' ων η αίτηση αλλά ο αιτητής επιθυμεί την ακύρωση της από το Δικαστήριο για να μπορέσει να διεκδικήσει αποζημιώσεις για την ζημιά που υπέστη.
3. Για να προχωρήσει το Δικαστήριον σε ακύρωση παρά την ανάκληση θα πρέπει να καταδειχθεί ότι ενδέχεται να έχει υποστεί ζημιά καθ' όσον χρόνον ίσχυε η πράξη.
4. Για να καταδειχθεί αυτό το ενδεχόμενο πρέπει να προσκομισθεί σχετική μαρτυρία γι' αυτό είναι ορθόν και δίκαιον να επιτραπεί η αίτηση.»
Οι καθ' ων η αίτηση ενίστανται στο αίτημα για προσαγωγή μαρτυρίας. Οι λόγοι ένστασης είναι:-
«(α) Η αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας είναι παράτυπη, αόριστη και ασαφής.
(β) Οι προϋποθέσεις για προσαγωγή μαρτυρίας δεν πληρούνται και/ή δεν αποδείχθηκε η αναγκαιότητα να προσαχθεί στο στάδιο αυτό μαρτυρία.
(γ) Η αίτηση είναι παράτυπη καθότι δεν συγκεκριμενοποιείται η προτεινόμενη μαρτυρία.»
Με ένορκο δήλωση, που συνοδεύει την ένσταση, προβάλλεται ότι δεν υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου το απαραίτητο υλικό, ώστε να αποφασιστεί κατά πόσο η προτεινόμενη μαρτυρία είναι εύλογα σχετική με τα επίδικα θέματα της προσφυγής. Τόσο η αίτηση όσο και η ένορκος δήλωση που την συνοδεύει χαρακτηρίζονται από αοριστία.
Οι συνήγοροι, με σύντομες αλλά περιεκτικές αγορεύσεις, αναφερόμενοι σε νομολογία, υποστήριξαν ο καθένας τη θέση του.
Σύμφωνα με τις υποθέσεις Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. (Ε) 973 και Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 490, σε περίπτωση ανάκλησης διοικητικής πράξης, η προσφυγή, κατά κανόνα, δεν προωθείται και η δίκη καταργείται, λόγω έλλειψης αντικειμένου. Σε περίπτωση, όμως, που έχουν προκύψει ζημιογόνες συνέπειες στον αιτητή από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη, για όσο χρόνο αυτή βρισκόταν σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται, αλλά συνεχίζεται. Εναπόκειται, βεβαίως, στους αιτητές να αποδείξουν, εκ πρώτης όψεως, τις ζημιογόνες συνέπειες που αυτοί έχουν υποστεί από την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης πριν την κατάργησή της και ότι συντρέχει λόγος για συνέχιση της δίκης.
Στην Ιωσηφίδης ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 300/03, 20/11/03, αναφέρονται τα εξής, σ' ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις για την προσαγωγή μαρτυρίας:-
«Κυρίαρχο στοιχείο είναι κατά πόσο η προτεινόμενη μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οποιοδήποτε επίδικο θέμα και αποδεικτική οποιουδήποτε επίδικου θέματος. ΄Εχω την άποψη πως για να κριθεί η σχετικότητα πρέπει η προτεινόμενη μαρτυρία να συγκεκριμενοποιείται στην αίτηση. Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει γίνει τέτοια συγκεκριμενοποίηση. Η ένορκη δήλωση η οποία συνοδεύει την αίτηση (έχει παρατεθεί στις σελ. 4-6, πιο πάνω) περιέχει τις απόψεις και διαπιστώσεις του ομνύσαντα επί του κατά πόσο ο αιτητής ικανοποιεί τις προϋποθέσεις (δ) του άρ. 2 του πιο πάνω Νόμου 212/87. Είναι αλήθεια ότι ο αιτητής έχει εξειδικεύσει και συγκεκριμενοποιήσει την προτεινόμενη μαρτυρία στη διάρκεια της αγόρευσης του (βλ. σελ. 7-8, πιο πάνω). Ωστόσο αυτό δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της Νομολογίας. Είναι απαραίτητο όπως η σχετική εξειδίκευση γίνεται στην αίτηση και στην ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει. Εν όψει των ανωτέρω θεωρώ ότι δεν έχει τεθεί ενώπιον μου το υλικό που είναι απαραίτητο για να αποφασισθεί κατά πόσο η προτεινόμενη μαρτυρία είναι εύλογα σχετική με τα επίδικα θέματα της προσφυγής. Για το λόγο αυτό η αίτηση δεν μπορεί να πετύχει.»
Στην παρούσα περίπτωση, ο αιτητής ζητά, κατά τρόπο γενικό και αόριστο, να παρουσιάσει μαρτυρία για να αποδείξει τη ζημιά. Δε συγκεκριμενοποιεί την προτεινόμενη μαρτυρία, ώστε να κριθεί εάν αυτή είναι εύλογα σχετική. Ούτε στην αίτηση ούτε στην ένορκο δήλωση που την συνοδεύει υπάρχει η παραμικρή ένδειξη στο είδος της ζημιάς και τα γεγονότα που την στοιχειοθετούν, ώστε, μέσα από αυτά, να κριθεί η σχετικότητά της. Οι πιο πάνω παραλείψεις θέτουν την αίτηση εκτός του πλαισίου που απαιτεί η νομολογία.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ