ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ.65/2005)

 

4 Δεκεμβρίου, 2006

 

[Φωτίου, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

IALCO RECYCLING LTD

                                                                 Αιτήτρια,

 

- ν. -

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

Καθ΄ών  η αίτηση.

 

...................................

 

Α. Παπαχαραλάμπους, για την αιτήτρια

Ν. Χαραλαμπίδου (κα), Νομικός Λειτουργός για Γενικό Εισαγγελέα, για τους  καθών η αίτηση.

........................................

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση του  Διευθυντή του Τμήματος Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ, 10.11.04 με την οποία ακύρωσε την αρχική έγκριση που είχε εκδοθεί στις 30.8.00 για απασχόληση 20 μεταναστών εργατών από την αιτήτρια εταιρεία για τις ανάγκες της επιχείρησής της.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Στις 29.3.04, επτά (7) απασχολούμενοι στην αιτήτρια εταιρεία μετανάστες εργάτες υπέβαλαν παράπονο εναντίον της αιτήτριας για παράβαση των όρων απασχόλησής τους. Του παραπόνου επιλήφθηκε στη συνέχεια ο αρμόδιος Λειτουργός του Επαρχιακού Γραφείου Εργασίας, ο οποίος ετοίμασε τις σχετικές εκθέσεις διερεύνησης. Οι εκθέσεις αυτές διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή Εξέτασης Εργατικών Διαφορών του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης η οποία αφού εξέτασε το όλο ζήτημα διαπίστωσε παρατυπίες εκ μέρους της αιτήτριας αναφορικά με τους όρους εργασίας των 7 αλλοδαπών και συγκεκριμένα όσον αφορούσε στη μισθοδοσία και υπερωριακή εργασία, στην καταβολή μηνιαίου μισθού σε τραπεζικό λογαριασμό, στις εισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και στο ωράριο εργασίας. Στις 26.5.04 η Επιτροπή Εξέτασης Εργατικών Διαφορών αποφάσισε να επιτρέψει στους μετανάστες εργάτες που υπέβαλαν παράπονο να εξεύρουν νέο εργοδότη και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι παρόλο που οι συνεχείς παρατυπίες και παραβιάσεις στα συμβόλαια των μεταναστών εργατών δικαιολογούσαν την άμεση στέρηση των αδειών εργασίας για εργοδότηση τους, εντούτοις θα έπρεπε να διερευνηθεί περαιτέρω από το Τμήμα Εργασίας η υπόσταση της αιτήτριας εταιρείας και το κατά πόσο θα της επιτρεπόταν να απασχολεί μετανάστες εργάτες.

 

Ενόψει της πιο πάνω απόφασης, η Αναπληρώτρια Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με επιστολή της ημερ 23.6.04 προς την αιτήτρια εταιρεία την πληροφόρησε για την υποχρέωσή της στο μέλλον να τηρεί πιστά τους όρους των συμβολαίων των αλλοδαπών εργατών που εργοδοτεί και να καταβάλλει έγκαιρα τους μισθούς τους σε τραπεζικό λογαριασμό.  Στο μεταξύ το Τμήμα Εργασίας συνέχιζε τη διερεύνηση των καταγγελιών και την 9.6.04 αρμόδιοι λειτουργοί του πραγματοποίησαν επιθεώρηση στα υποστατικά της αιτήτριας. Με τη διεκπεραίωση της επιθεώρησης διαπιστώθηκαν παραβάσεις από την αιτήτρια στην εργοδότηση αλλοδαπών, με αποτέλεσμα ο Διευθυντής του Τμήματος Εργασίας να προχωρήσει στην ανάκληση της αρχικής έγκρισης εργασίας. Με επιστολή του ημερ. 10.11.04 πληροφόρησε την αιτήτρια για την εν λόγω απόφασή του. Αυτούσια η επιστολή αυτή και της οποίας το περιεχόμενο προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή, έχει ως ακολούθως:

 

«Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και στις πρόσφατες παραβιάσεις από μέρους της εταιρείας σας των όρων εργοδότησης αλλοδαπών για τους οποίους είχατε εξασφαλίσει καταρχήν έγκριση, ημερ. 30.8.2000 από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών ασφαλίσεων και σας πληροφορώ ότι αυτή ακυρώνεται.

 

Συγκεκριμένα υπήρξαν παραβιάσεις όσον αφορά το ύψος της καταβολής του μηνιαίου μισθού και της υπερωριακής απασχόλησης, δεν καταβαλόταν εισφορά στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων και η καταβολή των μισθών δεν γινόταν σε τραπεζικό λογαριασμό όπως προνοείται στο συμβόλαιο εργοδότησης.

 

Σύμφωνα με τα κριτήρια απασχόλησης αλλοδαπών (παράγραφος Δ.3) « στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται παραβίαση των πιο πάνω κριτηρίων/όρων από τον εργοδότη θα ακυρώνονται οι άδειες εργασίας των αλλοδαπών και δεν θα παραχωρούνται στο μέλλον άδειες εργασίας στο συγκεκριμένο εργοδότη.»

 

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ

Η αιτήτρια εταιρεία αμφισβητεί την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης για τους εξής λόγους:  (i) Παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας, (ii) πλάνη περί το Νόμο ή νομική παρερμηνεία (iii) έλλειψη αιτιολογίας.

 

Η αιτήτρια κατά πρώτον, ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται δέουσας έρευνας . Συγκεκριμένα ότι δεν έγινε ουσιαστική έρευνα για τη διερεύνηση των παραπόνων των επτά μεταναστών, ότι η αιτήτρια δεν κλήθηκε να υποβάλει τις δικές της απόψεις σε σχέση με τις καταγγελίες εναντίον της και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε πριν κάν τη διερεύνηση των καταγγελιών.

 

Εξέτασα με μεγάλη προσοχή το διοικητικό φάκελο και την ενώπιον μου επιχειρηματολογία.  Είμαι της άποψης ότι ο  πιο πάνω ισχυρισμός για έλλειψη δέουσας έρευνας δεν ευσταθεί.  Όπως προκύπτει από την έκθεση των αρμοδίων λειτουργών  διαπιστώθηκαν παραβιάσεις των κριτηρίων για την παραχώρηση αδειών σε αλλοδαπούς και όρων εργοδότησής τους όπως αυτά καθορίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο και συμφωνήθηκαν μεταξύ των Συνδικαλιστικών και Εργοδοτικών Οργανώσεων και του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

Περαιτέρω, από τη σχετική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού προς την Επιτροπή Εξέτασης Εργατικών Διαφορών για την Απασχόληση Μεταναστών Εργατών αλλά και από την επιστολή της αιτήτριας ημερομηνίας 5.4.04 προκύπτει ότι η αιτήτρια εταιρεία είχε κληθεί να παραστεί και να υποβάλει τις απόψεις της κατά τη συνάντηση που είχε πραγματοποιηθεί την 15.4.04 στο πλαίσιο της διερεύνησης των καταγγελιών των επτά μεταναστών εργατών εναντίον της .Η αιτήτρια όμως προτίμησε να μή παρευρεθεί κατα τη συνάντηση εκείνη. Πρόβαλε ωστόσο τις θέσεις της με επιστολή που είχε αποστείλει προηγουμένως στις 5.4.04 καθώς επίσης επανειλημμένα ο αρμόδιος λειτουργός διατηρούσε τηλεφωνική επικοινωνία μαζί της με σκοπό την προσκόμιση διαφόρων στοιχείων προς εξέταση της όλης υπόθεσης.(Δέστε σχετικά Ερυθρά 359-395 και 402-404, Διοικητικού Φακέλου -Τόμος ΙΙΙ).

Σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου τεκμαίρεται ότι μια διοικητική απόφαση έχει ληφθεί ύστερα από επιβεβαίωση των σχετικών γεγονότων (βλ. Michanicos and Another v. Republic (1976) 3 C.L.R. 237, HjiMichael and others v. Republic (1972) 3 C.L.R. 246, 252).

 

Το τεκμήριο της νομιμότητας συνηγορεί υπέρ της επάρκειας της έρευνας που έχει διεξαχθεί, εκτός όπου το τεκμήριο αυτό κλονίζεται ή όπου δημιουργούνται αμφιβολίες από στοιχεία που τείνουν να καταδείξουν το αντίθετο, ή θέτουν σε αμφιβολία το θεμέλιο της έρευνας (βλ. Lewis v. Δημοκρατίας, (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253). Καταλήγω ότι στην παρούσα υπόθεση οι ισχυρισμοί της αιτήτριας εταιρείας περί έλλειψης δέουσας έρευνας είναι ατεκμηρίωτοι και συνακόλουθα, απορρίπτονται.

 

Η αιτήτρια προβάλλει επίσης ότι οι καθών η αίτηση τελούσαν υπό καθεστώς πλάνης αφού λανθασμένα θεώρησαν ότι η αιτήτρια εταιρεία δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος στη συλλογική σύμβαση της Συντεχνίας ΠΕΟ και του Συνδέσμου Βιομηχάνων Ανακύκλωσης Κύπρου και επομένως λανθασμένα δεν έλαβαν υπόψη τις πρόνοιες της εν λόγω συλλογικής σύμβασης κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης και συγκεκριμένα το σχετικό Παράρτημα αυτής το οποίο αναφέρεται στην κατά αποκοπή εργασία και το οποίο έχει ως εξής :

 

«Για εργασία πέραν του καθορισμένου ημερήσιου ωραρίου και ανεξάρτητα με την πρόνοια της Σύμβασης που αναφέρετε στις υπερωρίες τα δύο μέρη είναι ελεύθερα να προβούν σε απευθείας διευθετήσεις για το υψος της αποζημίωσης της εν λόγω εργασίας.»

 

 

Θεωρώ ότι η εξέταση του πιο πάνω ισχυρισμού δηλαδή το κατά πόσο η Διοίκηση γνώριζε ότι η συλλογική σύμβαση της Συντεχνίας ΠΕΟ και του Συνδέσμου Βιομηχάνων Ανακύκλωσης Κύπρου ήταν δεσμευτική ή όχι για την αιτήτρια εταιρεία, δεν είναι ουσιώδης στην προκείμενη περίπτωση . Καθοριστικό αποτελεί το γεγονός ότι η Διοίκηση προέβηκε στη διαπίστωση ότι οι συνθήκες και όροι εργασίας των μεταναστών εργατών δεν ανταποκρίνονταν στα Κριτήρια Απασχόλησης όπως αυτά καθορίστηκαν με την Υπουργική Απόφαση και η οποία διαπίστωση, κατά την κρίση μου, καθιστά την ενέργεια της Διοίκησης να ακυρώσει την άδεια της αιτήτριας εταιρείας εύλογα επιτρεπτή.

 

Στο σημείο αυτό επισύρω επίσης παρενθετικά την προσοχή σε πρόνοια του συμβολαίου εργοδότησης με συμβαλλόμενα μέρη την αιτήτρια εταιρεία και τους εκάστοτε εργοδοτούμενους της αλλοδαπούς η οποία έχει ως εξής:

 

«5. General Terms

..................................

c)  Breach of any of the clauses of this contract will automatically cause the termination of this Contract as well as the validity of the Employment and Residence Permit»

 

Θεωρώ επίσης εξ ίσου ατεκμηρίωτο τον ισχυρισμό της αιτήτριας για έλλειψη αιτιολογίας. Οι αρχές που διέπουν το θέμα της αιτιολογίας έχουν επανειλημμένα διατυπωθεί. Αρκεί να λεχθεί ότι η αιτιολογία θα πρέπει να παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα στοιχεία για εξακρίβωση της νομιμότητας της πράξης.  Θα πρέπει επίσης να μην είναι αόριστη και ασαφής, διαφορετικά ο δικαστικός έλεγχος καθίσταται ανέφικτος (βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας, (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Επίσης η αιτιολογία μπορεί να εξακριβώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου. Στην παρούσα υπόθεση η αιτιολογία υπάρχει και στο σώμα της πράξης (έχει παρατεθεί πιο πάνω αυτούσιο το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης) αλλά σαφώς προκύπτει και από το διοικητικό φάκελο.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                               Μ. Φωτίου,

                                                                                           Δ.

 

 

/ΚΑΣ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο