ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    (Συνεκδικαζόμενες Υποθ. Αρ.  989/2004, 1027/2004, 1090/2004, 1130/2004 και 1146/2004)

 

 

23 Οκτωβρίου, 2006

 

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

 

(Υπόθεση Αριθ. 989/2004)

 

ΑΝΝΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,

                                    Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                    Καθ΄ ης η αίτηση.

 

 

 

(Υπόθεση Αριθ. 1027/2004)

 

ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ,

                                    Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                    Καθ΄ ης η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αριθ. 1090/2004)

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ,

                                    Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                    Καθ΄ ης η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αριθ. 1130/2004)

 

ΜΑΡΙΕΛΛΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ,

                                    Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                    Καθ΄ ης η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αριθ. 1146/2004)

 

ΕΛΕΝΑ ΚΑΟΥΛΛΑ,

                                    Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                    Καθ΄ ης η αίτηση.

 

 

 - - - -

 

Α.Σ. Αγγελίδης,  για τις Αιτήτριες στις υποθέσεις αρ. 989/04 και 1027/04.

Μ. Ιωαννίδης, για τις Αιτήτριες στις υποθέσεις 1090/04 και 1146/04.

Ε. Χρυσοστομίδου, για την Αιτήτρια στην 1130/04.

Δ. Εργατούδη, για την Καθ΄ ης η αίτηση.

Α. Ευσταθίου, για το Ενδ. Μέρος 2 στην 989/04 και 9 στην 1130/04.

 

Α. Κωνσταντίνου, για τα Ενδ. Μέρη 3, 4 και 5 στην 989/04, 5 και 6 στην 1027/04 και 10 στην 1130/04.

 

Ε. Κορακίδης, για το Ενδ. Μέρος 2 στην 1027/04 και 21 στις 1090/04 και 1146/04.

 

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Οι αιτήτριες ήταν ανάμεσα στους 2107 υποψηφίους για την πλήρωση 45 κενών μόνιμων θέσεων Ασφαλιστικού Λειτουργού στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με τις προσφυγές τους, οι οποίες συνεκδικάστηκαν λόγω πραγματικής και  νομικής συνάφειας, αξιώνουν την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 21.6.04, με την οποία διορίστηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στην επίδικη θέση, τα ονόματα των οποίων σε κάθε προσφυγή αντίστοιχα περιλαμβάνονται στον πιο κάτω πίνακα:


 


 

 

989/04

 

1027/04

 

1130/04

 

1090/04  και  1146/04

 

1.                   

Ανδρομάχη Ηροδότου

Ιφιγένεια Γιαννάκη

Φανούλα Λάμπρου

Φανούλα Λάμπρου

2.                   

Απόστολος Μακρίδης

Χαραλαμπία Ζόππου

Αννα Ηλία

Αννα Ηλία

3.                   

Μαρκέλλα Μάρκου

Ανδρομάχη Ηροδότου

Πόπη Ανδρέου

Ιωσήφ Κέκκος

4.                   

Χρύσω Παναγίδου

Θεοδώρα Κυριακίδου

Ιφιγένεια Γιαννάικη

Ελενα Αγαμέμνονος

5.                   

Ξένια Σάββα

Παρασκευή Λαού

Ανδρομάχη Ηροδότου

Ευαγγελία Αναστασίου

6.                   

 

Μαρκέλλα Μάρκου

Στέλιος Ιακωβίδης

Σωτηρούλα Ανδρέου

7.                   

 

Κωστάκης Τρισελιώτης

Χρυστάλλα Κούρρη

Γεωργία Γεωργίου

8.                   

 

Σταυρούλα  Βαλανίδου

Θεοδώρα Κυριακίδου

Αννα Ευαγγέλου

9.                   

 

 

Απόστολος Μακρίδης

Ευάγγελος Ευαγγέλου

10.              

 

 

Χρύσω Παναγίδου

Σοφία Θεοφάνους

11.              

 

 

Μόνικα Βραχίμη-Σάββα

Ελλη Κούβαρου

12.              

 

 

Αντρη Σόλου

Στέλλα Λυσάνδρου

13.              

 

 

Σταυρούλα  Βαλανίδου

Ελένη Ματσούκα

14.              

 

 

 

Σωτηρούλα Μοδέστου

15.              

 

 

 

Κατερίνα Πασιά

16.              

 

 

 

Γιωργούλα Πέτρου

17.              

 

 

 

Πόπη Ανδρέου

18.              

 

 

 

Μαρία Γαβριηλίδου

19.              

 

 

 

Χριστάλλα Γεωργίου

20.              

 

 

 

Ιφιγένεια Γιαννάκη

21.              

 

 

 

Χαραλαμπία Ζόππου

22.              

 

 

 

Ανδρομάχη Ηροδότου

23.              

 

 

 

Στέλιος Ιακωβίδης

24.              

 

 

 

Ελένη Ιωάννου

25.              

 

 

 

Δήμητρα Κκαϊλή

26.              

 

 

 

Αιμιλία Κληρίδου

27.              

 

 

 

Αθανασία Κόκκινου

28.              

 

 

 

Ανδρούλα Κουή

29.              

 

 

 

Αννα Κουλέρμου

30.              

 

 

 

Χρυστάλλα Κούρρη

31.              

 

 

 

Θεοδώρα Κυριακίδου

32.              

 

 

 

Παρασκευή Λαού

33.              

 

 

 

Απόστολος Μακρίδης

34.              

 

 

 

Μαρκέλλα Μάρκου

35.              

 

 

 

Ελενα Μασουρή

36.              

 

 

 

Καλλισθένη Ονουφρίου

37.              

 

 

 

Χρύσω Παναγίδου

38.              

 

 

 

Ξένια Σάββα

39.              

 

 

 

Μόνικα Βραχίμη-Σάββα

40.              

 

 

 

Αντρη Σόλου

41.              

 

 

 

Ανδρέας Σοφοκλέους

42.              

 

 

 

Κωστάκης Τρισελιώτης

43.              

 

 

 

Στέλλα Χριστοδουλίδου

44.              

 

 

 

Ειρήνη Χριστοφόρου

45.              

 

 

 

Σταυρούλα Βαλανίδου

 

 

 

 

 Στην πορεία η προσφυγή 1130/04 αποσύρθηκε εναντίον των ενδιαφερομένων μερών 1 και 12 και οι προσφυγές 1090/04 και 1146/04 αποσύρθηκαν εναντίον των ενδιαφερομένων μερών  3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 18, 19, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 32, 33, 34, 35, 37, 38 και 41.

 

Επειδή ο αριθμός των υποψηφίων ήταν μεγάλος, η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε τη διεξαγωγή γραπτής και προφορικής εξέτασης, ίσης βαρύτητας. Η γραπτή εξέταση περιλάμβανε ελληνικά και γενικές γνώσεις.   Οι υποψήφιοι που θα συγκέντρωναν 50/100 στο καθένα από τα θέματα της γραπτής εξέτασης, θα καλούνταν στην προφορική εξέταση. Μετά τη διεξαγωγή της προφορικής εξέτασης η Συμβουλευτική Επιτροπή ετοίμασε γενικό πίνακα αποτελεσμάτων ο οποίος περιλαμβάνει σχόλια  αναφορικά με την προφορική εξέταση. Για την αξιολόγηση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, η Συμβουλευτική Επιτροπή χρησιμοποίησε τις πιο κάτω κλίμακες βαθμολογίας. Εξαίρετος 80-100, Πάρα πολύ καλός 60-79 και Καλός 40-59 Στον ίδιο πίνακα (Παράρτημα V στην ένσταση) καταγράφεται και η γενική εντύπωση για τον κάθε υποψήφιο.

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη τη γραπτή εξέταση, την απόδοση των υποψηφίων στα προφορικά, τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης και τα λοιπά στοιχεία των αιτήσεων, αποφάσισε ομόφωνα να συστήσει ως καταλληλότερους εκατόν ογδόντα υποψηφίους, τους οποίους συμπεριέλαβε στον προκαταρκτικό κατάλογο προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής ΕΔΥ). Ανάμεσα στους συστηθέντες ήταν οι αιτήτριες  και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Κατά τον καταρτισμό του προκαταρκτικού καταλόγου, η Συμβουλευτική Επιτροπή εξέτασε επίσης ποίοι από τους υποψήφιους κατείχαν το πλεονέκτημα της πείρας που αναφέρεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας (τριετής συνεχής πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης) και κατάρτισε σχετικό κατάλογο. Μεταξύ των 27 υποψηφίων που  διέθεταν το πλεονέκτημα περιλαμβάνονταν οι αιτήτριες στις προσφυγές αρ. 989/04 και 1130/04 καθώς και τα ενδιαφερόμενα μέρη 1, 18, 19, 27, 29, 32, 34, 35, 38 και 41.

 

Η διαδικασία συνεχίστηκε ενώπιον της ΕΔΥ, η οποία αφού μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ετοίμασε τελικό κατάλογο. Οι υποψήφιοι που είχαν συμπεριληφθεί στον εν λόγω κατάλογο, κλήθηκαν σε προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ. Ο Αναπληρωτής Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων κατά την εξέταση και αποχώρησε.

 

Η ΕΔΥ, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Διευθυντή, αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις με κάποια σχόλια για τον καθένα ώστε να αιτιολογήσει την κρίση της. Στη συνεδρία της  ημερ. 21.6.04 η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων της γραπτής και προφορικής εξέτασης που διεξήχθη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, της απόδοσης των υποψηφίων στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, των προσόντων των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, του πλεονεκτήματος, του περιεχομένου των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και των υπόλοιπων στοιχείων των αιτήσεων, επέλεξε 45 άτομα, μεταξύ των οποίων και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη  (πλην του Ενδιαφερόμενου Μέρους, Βαλανίδου-Τσαγγαρίδου Σταυρούλα, που επιλέγηκε σε κατοπινό στάδιο), ως τα πιο κατάλληλα για διορισμό στη μόνιμη θέση Ασφαλιστικού Λειτουργού, Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία, στο μεταξύ, μετονομάστηκε σε Βοηθό Ασφαλιστικό Λειτουργό.

 

Η αιτιολογία που αντιστοίχως παρέθεσε για την επιλογή των ενδιαφερομένων μερών παρατίθεται:

 

«Επιλέγοντας τη Λάμπρου Φανούλα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και, επιπλέον, διαθέτει το πλεονέκτημα.

 

Επιλέγοντας την Ηλία Αννα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας την Ανδρέου Πόπη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας την Γιαννάκη Ιφιγένεια, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή

 

Επιλέγοντας την Ζόππου Χαραλαμπία, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας την Ηροδότου Ανδρομάχη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή

 

Επιλέγοντας τον Ιακωβίδη Στέλιο, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετος από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλός από τη Συμβουλευτική Επιτροπή

 

 

Επιλέγοντας την Κουρρή Χρυστάλλα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη τόσο από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση όσο και από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας την Κυριακίδου Θεοδώρα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή

 

Επιλέγοντας τη Λαού-Χαραλάμπους Παρασκευή, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και, επιπλέον, διαθέτει το πλεονέκτημα.

 

Επιλέγοντας το Μακρίδη Απόστολο, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετος από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλός από τη Συμβουλευτική Επιτροπή

 

Επιλέγοντας τη Μάρκου Μαρκέλλα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και, επιπλέον, διαθέτει το πλεονέκτημα.

 

Επιλέγοντας την Ονουφρίου Καλλισθένη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή

 

Επιλέγοντας την Παναγίδου Χρύσω, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας τη Σάββα Ξένια, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και, επιπλέον, διαθέτει το πλεονέκτημα.

 

Επιλέγοντας τη Σάββα-Βραχίμη Μόνικα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη τόσο από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση όσο και από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας τη Σόλου Αντρη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας τον Τρισελιώτη Κωστάκη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετος τόσο από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση όσο και από τη Συμβουλευτική Επιτροπή

 

Επιλέγοντας τη Χριστοδουλίδου Στέλλα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας τη Χριστοφόρου Ειρήνη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως  Εξαίρετη τόσο από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση όσο και από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Επιλέγοντας τη Βαλανίδου - Τσαγγαρίδου, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλή από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, σε υψηλότερο δηλαδή επίπεδο από τους μη επιλεγέντες, επίσης αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και σε σύγκριση με τους άλλους υποψηφίους που αξιολογήθηκαν στο ίδιο με αυτήν επίπεδο από την Επιτροπή η επιλεγείσα έχει ψηλότερη βαθμολογία στη γραπτή εξέταση.»

 

 

 

 

Η ΕΔΥ δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι κάποιοι από τους επιλεγέντες δεν διαθέτουν το πλεονέκτημα το οποίο κατέχουν οι αιτήτριες στις 989/04 και 1130/04, ωστόσο, αυτές αξιολογήθηκαν για την απόδοση τους στη συνέντευξη ενώπιον της στο χαμηλότερο επίπεδο, ως καλές, σε αντίθεση με τους επιλεγέντες που αξιολογήθηκαν ως εξαίρετοι.

 

Προσφυγή αρ. 989/04

 

Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια είναι συνοπτικά οι ακόλουθοι:

 

Παραγνώριση αποτελεσμάτων γραπτής εξέτασης.

 

Αναιτιολόγητη η απόδοση των υποψηφίων στις προφορικές συνεντεύξεις ενώπιον της ΕΔΥ.

 

Υπέρμετρη βαρύτητα στις συνεντεύξεις.

 

Αναιτιολόγητη η παραγνώριση του πλεονεκτήματος όπως και η τελική απόφαση.

 

Οι γραπτές εξετάσεις, ιδιαίτερα σε διαδικασίες με πολλούς υποψηφίους όπως η παρούσα, έχουν όχι μόνο διαγνωστικό αλλά και ανταγωνιστικό χαρακτήρα. Επιπρόσθετα, επειδή η νομολογία έχει καθιερώσει την απόδοση σε αυτές ως ένα αντικειμενικό και αξιόπιστο δείκτη της αξίας και των γνώσεων των υποψηφίων, η ΕΔΥ όφειλε να τους δώσει τη δέουσα βαρύτητα. Μολονότι στο πρακτικό λήψης της απόφασης περιλήφθηκαν οι γραπτές εξετάσεις ως ένα από τα θεωρητικά κριτήρια που η ΕΔΥ θα ελάμβανε υπόψη, κατά την τελική αιτιολόγηση της επιλογής των ενδιαφερομένων μερών δεν φαίνεται να έπαιξαν ουσιαστικό ρόλο σε αντίθεση με τις προφορικές εξετάσεις, που αποτέλεσαν το μείζον, αν όχι το αποκλειστικό, για κάποιες περιπτώσεις κριτήριο.

 

Αυτό καθίσταται φανερό, αν ελέγξει κανείς το ισοζύγιο όλων των άλλων κριτηρίων και επιμέρους στοιχείων κρίσης ανάμεσα στην αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη που φαίνονται στον πιο κάτω πίνακα:

 

 

Ονομα

 

 

Συμβουλευτική Επιτροπή

 

 

ΕΔΥ

Συνεντεύξεις

 

Προσόντα

Πλεονέκτημα

Γραπτά

Προφορικά

ΜέσοςΟρος

 

Α. Ιωάννου

Αιτήτρια

69,.50

85

77.25

Καλή

Πλεονέκτημα

Α. Ηροδότου

 

58,50

80

69,25

Εξαίρετη

 

Απ. Μακρίδης

 

55,50

70

62,75

Εξαίρετος

 

Μ. Μάρκου

 

58,50

90

74,25

Σχεδόν Εξαίρετη

Πλεονέκτημα

Χρ. Παναγίδου

 

55,50

90

72,75

Εξαίρετη

 

Ξ. Σάββα

55

90

72,50

Σχεδόν Εξαίρετη

Πλεονέκτημα

 

 

 

Η αιτήτρια υπερτερούσε σημαντικά στη βαθμολογία των γραπτών εξετάσεων αλλά και στο μέσο όρο της βαθμολογίας από τη Συμβουλευτική έναντι των ενδιαφερομένων μερών, ενώ έκανε εξαιρετική εντύπωση στη συνέντευξη ενώπιον της Συμβουλευτικής. Ήταν επίσης κάτοχος του πλεονεκτήματος που δεν διέθεταν οι Ηροδότου, Μακρίδης και Παναγίδου.

 

Με αυτά τα δεδομένα, θεωρώ ότι η καλύτερη απόδοση των συγκεκριμένων ενδιαφερομένων μερών στη συνέντευξη (η αιτήτρια αξιολογήθηκε από την ΕΔΥ με το χαρακτηρισμό «καλή» ενώ από τον Διευθυντή ως «σχεδόν εξαίρετη»), σταθμίστηκε ως υπερκριτήριο από την ΕΔΥ που δεν ευσταθεί ως έγκυρη ειδική αιτιολογία παραγνώρισης του πλεονεκτήματος της αιτήτριας.

 

Σε θέσεις πρώτου διορισμού βέβαια, η προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ έχει εξέχουσα θέση. Ιδιαίτερα όταν η προσωπικότητα και οι ικανότητες του υποψηφίου είναι σημαντικές για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. (Χριστοφίδη ν. ΕΔΥ, υπόθ. αρ. 1601/00, ημερ. 3.4.02, Μικελλίδου ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (2001) 3ΑΑΔ 105, Π. Πούρος κ.α. ν. Αννας Μαρίας Χ»Στεφάνου κ.α. (2001) 3 ΑΑΔ 374).  Όμως στην παρούσα υπόθεση, πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού, χαμηλή στην ιεραρχία, όπου η προσωπικότητα των υποψηφίων σαφώς δεν συναρτάται άμεσα ούτε επενεργεί με οποιονδήποτε τρόπο στην εκτέλεση των καθηκόντων του σχεδίου υπηρεσίας.

 

Εξάλλου, σχετικά με την βαρύτητα του πλεονεκτήματος, στη Φιλίππου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 1 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Αφετηρία της - σχετικής αρχής - ήταν η υπόθεση Τουρπέκη ν. Δημοκρατίας (1973) 3 Α.Α.Δ. 592, η οποία - έκτοτε - έχει υιοθετηθεί από μεγάλη σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη Χατζηγιάννη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317 (απόφαση της Ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι η αρχή είναι πως όταν το διορίζον όργανο αποφασίσει να επιλέξει υποψήφιο που δεν έχει το πρόσθετον προσόν, πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία γι' αυτή του την απόφαση. Οι λόγοι δε αυτοί πρέπει να εμφαίνονται στην αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής. Δεν μπορεί να συναχθούν από τα πρακτικά της Επιτροπής. Στην Δημοκρατία κ.α. ν. Υψαρίδη κ.α. (Αρ.2) (1993) 3 Α.Α.Δ 347 (απόφαση της Ολομέλειας) επισημαίνεται ότι η ειδική αιτιολόγηση σκοπεί στην εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της πληρούμενης θέσης.»

 

 

 

 

Κρίθηκε στην απόφαση αυτή πως η καλύτερη απόδοση των ενδιαφερομένων μερών στην προφορική εξέταση δεν αποτελεί εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα. (Βλ. επίσης Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1361/00, ημερ. 29.10.01, Δημοκρατία ν. Γερμανού κ.α. ΑΕ 3242 και 3254, ημερ. 21.3.05).

 

Για τους λόγους που εξέθεσα, η ακύρωση της απόφασης ως προς τον διορισμό των  ενδιαφερομένων μερών Ηροδότου, Μακρίδη και Παναγίδου καθίσταται αναπόφευκτη.

 

Προσφυγή 1027/04

 

Τα συγκριτικά δεδομένα για την αιτήτρια σε αυτή την προσφυγή διαφοροποιούνται και εμφανίζονται στον πιο κάτω πίνακα:

 

 

Ονομα

 

 

Συμβουλευτική Επιτροπή

 

 

ΕΔΥ

Συνεντεύξεις

 

Προσόντα

Πλεονέκτημα

Γραπτά

Προφορικά

ΜέσοςΟρος

 

Α. Κωνσταν/δου

Αιτήτρια

70.50

90

80.25

Πολύ Καλή

 

Ιφ. Γιαννάκη

 

63,50

90

76,75

Εξαίρετη

 

Χαρ. Ζόππου

 

60,50

95

77,75

Εξαίρετη

 

Ανδ. Ηροδότου

 

58,50

80

69,25

Εξαίρετη

 

Θ. Κυριακίδου

62,50

90

76,25

Εξαίρετη

 

 

Παρ. Χ. Λαού

59

70

64,50

Σχεδόν Εξαίρετη

Πλεονέκτημα

 

Μ. Μάρκου

58,50

90

74,25

Σχεδόν Εξαίρετη

Πλεονέκτημα

 

Κ. Τσισελιώτης

63,50

100

81,75

Εξαίρετος

Πλεονέκτημα

 

Στ. Βαλανίδου

65

90

73

Πάρα Πολύ Καλή

 

 

 

 

Η αιτήτρια υπερείχε καταφανώς έναντι των ενδιαφερομένων μερών (πλην του ενδιαφερόμενου μέρους Τρισελιώτη) στις γραπτές εξετάσεις, στις οποίες κατετάγη 24η σε σειρά επιτυχίας,  καθώς και στο μέσο όρο γενικής αξιολόγησης από τη Συμβουλευτική. Είναι ισχυρισμός της ότι η ΕΔΥ, της οποίας τα μέλη σε αντίθεση με τα πρόσωπα που συγκροτούσαν τη Συμβουλευτική, δεν είχαν εξειδικευμένες γνώσεις, παράνομα την αξιολόγησε πολύ πιο χαμηλά από ότι η Συμβουλευτική και χωρίς να παρέχεται ειδική αιτιολογία προς τούτο.

 

Ο θεσμοθετημένος ρόλος της Συμβουλευτικής είναι απλά συμβουλευτικός και τα συμπεράσματα της διαδραματίζουν βοηθητικό ρόλο στην τελική επιλογή. Ωστόσο τον τελικό λόγο για την αξιολόγηση των υποψηφίων τον έχει πάντοτε η ΕΔΥ, που μπορεί να μην υιοθετήσει τα πορίσματα της Συμβουλευτικής. Δεν προβλέπεται νομοθετικά αιτιολογημένη ενέργεια της ΕΔΥ εάν αποστασιοποιείται από τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής. (Χριστοφορίδης κ.α. ν. ΕΔΥ (1993) 4(Α)  ΑΑΔ 307). Και επειδή η αιτιολογημένη σύσταση της Συμβουλευτικής που αφορά στην καταλληλότητα και αξιολόγηση των υποψηφίων αποτελεί απλή γνώμη, η ΕΔΥ υποχρεούται να δώσει αιτιολογία όταν παρεκκλίνει από τη γνώμη αυτή. (Βλ. Επ. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», σελ.140). Στην προκειμένη περίπτωση η ΕΔΥ αναφέρθηκε στην καλύτερη απόδοση των ενδιαφερομένων μερών στη συνέντευξη ενώπιον της, αιτιολογώντας την εντύπωση της για κάθε υποψήφιο. Συνεπώς έδωσε προσήκουσα αιτιολογία για την απόκλιση της από τη συγκριτική αξιολόγηση στην οποία προέβη η Συμβουλευτική.

       

Τα ίδια ισχύουν και για τη διαφοροποίηση της γνώμης της ΕΔΥ από αυτή του Διευθυντή για την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις. Στην προκειμένη περίπτωση, η αιτήτρια που είχε αξιολογηθεί ως  πάρα πολύ καλή από τον Διευθυντή, κρίθηκε πολύ καλή από την ΕΔΥ (ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι σημαντικές διαφοροποιήσεις είχε η αντίστοιχη αξιολόγηση και για τα πλείστα ενδιαφερόμενα. μέρη). Ωστόσο η εκτίμηση του Διευθυντή δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής, αλλά ένα υποβοηθητικό παράγοντα για τη μόρφωση της κρίσης της ΕΔΥ σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις. (Δημοκρατία ν. Κωστάκη Ιακώβου, ΑΕ 3430, ημερ. 14.2.05). Συνεπώς δεν χρειάζεται αιτιολογία για την οποιαδήποτε διαφωνία ή διαφοροποίηση της ΕΔΥ από την αξιολόγηση στην οποία προέβη ο Διευθυντής. 

 

Η αποκλειστική αποφασιστική αρμοδιότητα της ΕΔΥ δικαιολογεί  και τη διενέργεια ξεχωριστών συνεντεύξεων από την ίδια, στις οποίες βεβαίως μπορεί να αξιολογεί αυτοτελώς τους υποψηφίους, η απόδοση των οποίων   σε πολλές περιπτώσεις, αντικειμενικά μπορεί να διαφοροποιείται από την αντίστοιχη απόδοση τους στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Στην προκειμένη περίπτωση, η ΕΔΥ αξιολογώντας την αιτήτρια ως πολύ καλή  και τα ενδιαφερόμενα μέρη ως εξαίρετα ή σχεδόν εξαίρετα, σαφώς ανέτρεψε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής χωρίς όμως να υπερβεί τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας. Εξάλλου στην τελική επιλογή των ενδιαφερομένων μερών Χαραλάμπους, Μάρκου και Τρισελιώτη επενέργησε και το πλεονέκτημα που κατείχαν.

 

Η διαφορά στην αξιολόγηση των ενδιαφερομένων μερών κατά τη συνέντευξη ενώπιον της ΕΔΥ έναντι της αιτήτριας ήταν σημαντική. Εχοντας δε υπόψη  την εξίσου καλή αξιολόγηση των ενδιαφερομένων μερών κατά τη προφορική συνέντευξη ενώπιον της Συμβουλευτικής, θεωρώ ότι δεν ήταν υπέρμετρη η βαρύτητα που δόθηκε από την ΕΔΥ στο στοιχείο των προφορικών.

 

Επίσης αβάσιμη κρίνεται η εισήγηση της αιτήτριας ότι οι εντυπώσεις της ΕΔΥ από την συνέντευξη είναι αναιτιολόγητες. Έχω μελετήσει με προσοχή τα σχόλια για την απόδοση κάθε υποψήφιου. Η σύντομη εξήγηση που έδωσε η ΕΔΥ, εναρμονίζεται πλήρως με το χαρακτηρισμό. Η ανομοιόμορφη αναφορά σε κάποιες επί μέρους πτυχές εξέφραζε φυσιολογικά την εικόνα που προέκυψε στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ανάλογα με τις ερωτήσεις που υποβλήθηκαν. (Πούρος κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 374).

 

Η αιτήτρια παραπονείται ακόμα ότι όπως προσδιορίστηκε το πλεονέκτημα της τριετούς συνεχούς πείρας στο Σχέδιο Υπηρεσίας, αυτό μπορούσαν να το κατέχουν μόνο όσοι υποψήφιοι εργάστηκαν ως έκτακτοι στη δημόσια υπηρεσία, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Πουθενά στο Σχέδιο Υπηρεσίας δεν περιορίζεται η «πείρα» η συνιστώσα το πλεονέκτημα, αποκλειστικά σε πείρα που αποκτήθηκε στη δημόσια υπηρεσία. Καμία διάκριση δεν φαίνεται να προκύπτει. Η έρευνα που έγινε τόσο από τη Συμβουλευτική όσο και από τη ΕΔΥ για τα προσόντα των υποψηφίων και ιδιαίτερα για τη κατοχή του πλεονεκτήματος ήταν η δέουσα (βλ. Παράρτημα VII στην ένσταση). Η αιτήτρια δεν ανέτρεψε με όσα ανέφερε τη νομιμότητα της έρευνας που διεξήχθη για το πλεονέκτημα, ούτε απέδειξε ότι το κατείχε. 

 

Αναφορικά με την αιτιολογία της επιλογής των ενδιαφερομένων μερών, δεν παραγνωρίζω την αντικειμενική αξία των γραπτών εξετάσεων στις οποίες απέδωσε καλύτερα η αιτήτρια. Ωστόσο, αυτές δεν παρέχουν από μόνες τους την ολική εικόνα για τις ικανότητες των υποψηφίων ούτε αποτελούν την πεμπτουσία της διαδικασίας (Παπαχριστοδούλου ν. ΕΔΥ, συνεκδ. υποθ. 414/00 κ.α., 9.7.02).Η ΕΔΥ ως αποφασίζον όργανο, έδωσε περισσότερη  βαρύτητα στις συνεντεύξεις ενώπιον της, αυτό όμως δεν  αποτέλεσε το αυτοτελές κριτήριο επιλογής. Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών. Βλ. Δημοκρατία ν. Α. Λαούρης κ.α., ΑΕ 3655 και 3680, ημερ. 20.2.06).


 

Προσφυγές αρ. 1090/04 και 1146/04

 

Κοινός λόγος ακύρωσης που προβάλλεται είναι ότι στην διαδικασία πλήρωσης των επίδικων θέσεων έπρεπε να εφαρμοστεί ο περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμος του 1998, Ν. 6(Ι)/98.Ο λόγος ακύρωσης είναι αβάσιμος διότι πηγάζει από λανθασμένη ερμηνευτική προσέγγιση του άρθρου 2 του νόμου και του ορισμού του όρου «θέση», ήτοι,

 

« «θέση» σημαίνει θέση εισδοχής στη δημόσια υπηρεσία, της οποίας η αρχική κλίμακα δεν υπερβαίνει την  κλίμακα Α7 του κυβερνητικού μισθολογίου, όπως αυτή ισχύει κατά το χρόνο της ψήφισης του παρόντος Νόμου, για την οποία απαιτείται ως βασικό προσόν απολυτήριο σχολής μέσης παιδείας ή δίπλωμα τριετούς μεταλυκειακού κύκλου σπουδών, όπως καθορίζεται σε σχετικό κατάλογο που κατατίθεται κάθε χρόνο στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση τουλάχιστον τέσσερις μήνες πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής των γραπτών εξετάσεων: .......... »

 

 

Οι επίδικες θέσεις που η αρχική τους κλίμακα ήταν χαμηλότερη της Α7,  δεν περιλαμβάνονταν στους σχετικούς καταλόγους που εγκρίθηκαν από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Οπότε ορθά ακολουθήθηκε η γενική διαδικασία που προνοεί ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος αφού δεν ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 6(Ι)/98.

 

Ο  κεντρικός άξονας των επιχειρημάτων των αιτητριών είναι ότι η ΕΔΥ απέδωσε υπερβολική βαρύτητα στα αποτελέσματα των συνεντεύξεων. Συγκεκριμένα ισχυρίζονται ότι ισοδυναμούσαν στα προσόντα με τα ενδιαφερόμενα μέρη 2, 17, 20, 21, 23, 31, 36, 39, 40, 42-45 έναντι των οποίων όμως είχαν υπέρτερη βαθμολογία στις γραπτές εξετάσεις. Οι αιτήτριες φαίνεται εκεί να έχουν βαθμολογηθεί με 75 και 76,50 αντίστοιχα, δηλαδή υψηλότερα από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πλην του ενδιαφερόμενου μέρους 35 που έλαβε 76. Παρατηρώ ότι οι προσφυγές αποσύρθηκαν εναντίον των ενδιαφερομένων μερών 18, 19, 24, 27, 29, 32, 34, 35, 38 και 41 που κατείχαν το πλεονέκτημα και ως εκ τούτου είχαν ένα σαφές προβάδισμα έναντι των αιτητριών που δεν το κατείχαν (το πλεονέκτημα κατείχε επίσης το ενδιαφερόμενο μέρος 1).

 

Επίσης κάποια ενδιαφερόμενα μέρη (22, 25, 26, 28, 30, 33) υπερτερούσαν σε προσόντα έναντι των αιτητριών, διότι ήταν κάτοχοι πτυχίων ή πρόσθετων προσόντων. Οι αιτήτριες έλαβαν την ίδια βαθμολογία (90) στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής με τα περισσότερα ενδιαφερόμενα μέρη και επικράτησαν μόνο έναντι των ενδιαφερομένων μερών 2 (βαθμολογία 65) και 17 (85) στο κριτήριο αυτό. 

 

Οι αιτήτριες επίσης προβάλλουν ότι συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική με ψηλότερο μέσο όρο από τα ενδιαφερόμενα μέρη 2, 17, 20, 21, 23, 31, 36, 39, 40 και 42 - 45 και χαρακτηρίστηκαν «εξαίρετες».

 

Οι αιτήτριες επίσης προβαίνουν σε επιμέρους συγκρίσεις  με διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη στη βάση του πιο πάνω ισοζυγίου των κριτηρίων, χωρίς όμως να αποδεικνύουν ότι υπερείχαν έκδηλα ή ότι η ΕΔΥ απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στα αποτελέσματα των συνεντεύξεων υπερβαίνοντας τα όρια της διακριτικής της ευχέρειας.

 

Για τη σημασία κατοχής του πλεονεκτήματος που κατείχαν κάποια από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τη σημασία των γραπτών εξετάσεων  καθώς και την αιτιολογία που δίνει η ΕΔΥ για την παράκαμψη του καλύτερου μέσου όρου με τον οποίο συστήθηκαν οι αιτήτριες από τη Συμβουλευτική, παραπέμπω στα όσα ανέφερα ανωτέρω στο πλαίσιο των προσφυγών 989/04 και 1027/04. Εξάλλου, εξαίρετοι, όπως και οι αιτήτριες,  αξιολογήθηκαν, με βάση το μέσο όρο που έλαβαν  από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, πολλά από τα ενδιαφερόμενα μέρη ενώ οι υπόλοιποι χαρακτηρίστηκαν πάρα πολύ καλοί.

 

Οι συνεντεύξεις ενώπιον της ΕΔΥ στις οποίες όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογήθηκαν καλύτερα από τις αιτήτριες (εξαίρετα ή σχεδόν εξαίρετα έναντι του πολύ καλές), προκρίθηκαν στη συνεκτίμηση των κριτηρίων από την ΕΔΥ ως η βασική αιτιολογία της επιλογής των ενδιαφερομένων μερών. Χωρίς όμως η βαρύτητα που δόθηκε  στη συνέντευξη να μπορεί να χαρακτηριστεί υπέρμετρη. 

 

Οι αιτήτριες στη συνέχεια, υποστηρίζουν ότι η κρίση της καθ' ης η αίτηση για την επίδοση τους στη συνέντευξη ενώπιον της είναι αναιτιολόγητη. Η ΕΔΥ ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«55.            ΚΑΟΥΛΛΑ Ελένη: (αιτήτρια στην 1146/04) Πολύ Καλή. Εχει αρκετά καλό     επίπεδο γνώσεων. Διατυπώνει, όμως, τις απόψεις της με βραδύτητα και ενίοτε δυσκολεύεται να τις τεκμηριώσει και να ολοκληρώσει τις απαντήσεις της.

 

101. ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ Παναγιώτα: (αιτήτρια στη 1090/04) Πολύ Καλή. Γνωρίζει το αντικείμενο σε αρκετά ικανοποιητικό επίπεδο και επιδιώκει να αιτιολογεί τις θέσεις που υποστηρίζει με σαφήνεια, ενίοτε, όμως, παρακάμπτει την ουσία των θεμάτων και γενικολογεί.»

 

 

Η αιτιολογία που δόθηκε είναι επαρκής, σαφής και εύλογα ανταποκρίνεται στο χαρακτηρισμό «πολύ καλή». Εξάλλου η νοητική λειτουργία των μελών του συλλογικού οργάνου αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο.

 

Αναφορικά με τη διαφορετική εκτίμηση της απόδοσης τους από το Διευθυντή, επαναλαμβάνω και εδώ ό,τι ανέφερα πιο πάνω για το θέμα. Ούτε  αυτός ο λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.

 

Προσφυγή αρ. 1130/04

 

Η αιτήτρια που ήταν κάτοχος του πλεονεκτήματος του σχεδίου υπηρεσίας ισχυρίζεται  ότι αυτό παραγνωρίστηκε από την ΕΔΥ χωρίς να δοθεί ειδική αιτιολογία, όπως επιτάσσει η νομολογία. Για τους ίδιους λόγους που αποδέχθηκα το συγκεκριμένο ισχυρισμό ως  λόγο ακύρωσης της απόφασης στην προσφυγή αρ. 989/04, θα πρέπει να πετύχει και η παρούσα. Κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη στην προσφυγή δεν κατείχαν το πλεονέκτημα της πείρας ενώ αντιθέτως η αιτήτρια φαίνεται   ότι εργαζόταν συνεχώς από το 1995 ως ασφαλιστικός λειτουργός, αποκτώντας πολυετή πείρα. Είναι φανερό ότι η πείρα εδώ προσμετρούσε ως στοιχείο ενδεικτικό και της αξίας της αιτήτριας πέραν από την υπεροχή που ασφαλώς της έδινε στο κριτήριο των προσόντων. Η αξιολογική διαφορά της προφορικής συνέντευξης, που προβλήθηκε ως ειδική αιτιολογία από την ΕΔΥ , όσο μεγάλη και να ήταν εδώ (εξαίρετη απόδοση ενδιαφερομένων μερών έναντι της καλής απόδοσης της αιτήτριας), δεν αποτελούσε έγκυρη εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζει το πλεονέκτημα. Ιδιαίτερα δε σε σχέση με τα ενδιαφερόμενα μέρη 2, 5 και 9 που  εξασφάλισαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή συνολική βαθμολογία 69, 75, 69, 25 και 69,75 αντίστοιχα, η αιτήτρια υπερείχε γενικότερα αφού έλαβε 71,5 μονάδες. Συνεπώς η παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας κατά την τελική επιλογή φαίνεται πως ήταν αυθαίρετη.

 

Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, η προσφυγή 989/04 επιτυγχάνει μερικώς και ο διορισμός των ενδιαφερομένων μερών 1. Ηροδότου, 2. Μακρίδης και 4. Παναγίδου ακυρώνεται. Καθόσον αφορά τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Ο καταμερισμός των εξόδων θα γίνει ανάλογα με το βαθμό επιτυχίας ή αποτυχίας του κάθε διαδίκου.

 

 Οι προσφυγές 1027/04, 1090/04 και 1146/04 αποτυγχάνουν και απορρίπτονται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Η προσφυγή 1130/04 επιτυγχάνει στο σύνολό της και ο διορισμός των ενδιαφερομένων μερών 2-11 ακυρώνεται.  Εξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

                                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο