ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 457/2005)
31 Οκτωβρίου, 2006
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΝΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Ε. Παπαγεωργίου (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Κ. Κακουλλή (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή του ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η αίτηση, η οποία δημοσιεύτηκε στις 11.3.2005 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και με την οποία προήγαγε την Ελισάβετ Χρ. Νεοφύτου, στη μόνιμη θέση Λειτουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας, από την 15.2.2005 αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Κατόπιν πρότασης του Αν. Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων για την πλήρωση μιας θέσης Λειτουργού Εμπορικής Ναυτιλίας η καθ' ης η αίτηση Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) σε συνεδρία της στις 5.9.2002 αποφάσισε τη δημοσίευση της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας επειδή επρόκειτο για θέση Πρώτου Διορισμού.
Ανταποκρίθηκαν στη δημοσίευση 151 υποψήφιοι. Οι αιτήσεις των 151 υποψηφίων μαζί με επιστολή ημερ. 19.12.2002 της ΕΔΥ αποστάληκαν στο Διευθυντή του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας (Διευθυντής), ως Προέδρου της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Ο Διευθυντής με επιστολή του στις 17.11.2003 υπέβαλε στην ΕΔΥ την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Επειδή όμως η ΕΔΥ μελετώντας τις αιτήσεις των υποψηφίων διαπίστωσε κάποια προβλήματα, απέστειλε στη Συμβουλευτική Επιτροπή τους φακέλους ώστε η τελευταία να της υποβάλει συμπληρωματική έκθεση για τα σημεία που της επεσήμανε.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή ετοίμασε συμπληρωματική έκθεση την οποίαν υπέβαλε ο Διευθυντής στην ΕΔΥ με επιστολές του ημερ. 14.9.2004 και 22.11.2004.
Η ΕΔΥ σε συνεδρία της ημερ. 18.1.2005 έλεγξε τον προκαταρκτικό κατάλογο που υπέβαλε η Συμβουλευτική με βάση τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης των υποψηφίων, τα προσόντα τους σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης και επίσης τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων και συνέταξε τον τελικό κατάλογο στον οποίο συμπεριέλαβε τόσο τον αιτητή όσο και το Ε/Μ και ακόμα ένα υποψήφιο. Αποφάσισε δε να καλέσει όλους τους υποψηφίους του τελικού καταλόγου σε προφορική εξέταση ενώπιον της στην οποία να παραστεί ο Διευθυντής του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας. Πράγματι η ΕΔΥ, στις 3.2.2005, δέχτηκε χωριστά σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους. Μετά το πέρας αυτής ο Διευθυντής εξέφρασε τις απόψεις του αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές και απεχώρησε. Η ΕΔΥ ακολούθως αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων υπό το φως και των κρίσεων του Διευθυντή.
Τελικά η ΕΔΥ στην ίδια συνεδρία, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, έκρινε ότι το Ε/Μ υπερείχε γενικά και την επέλεξε ως την πιο κατάλληλη και αποφάσισε να της προσφέρει διορισμό στην επίδικη θέση.
Ο αιτητής προβάλλει αρκετούς λόγους ακύρωσης στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του. Κατ' αρχήν προβάλλει τον ισχυρισμό ότι το Ε/Μ δεν είναι προσοντούχο λόγω της, κατ' ισχυρισμόν, μη κατοχής της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας. Σύμφωνα με εγκύκλιο της ΕΔΥ, ημερ. 10.9.1998, πιστοποιητικό κυβερνητικών εξετάσεων στο οποίο φαίνεται ότι ο βαθμός επιτυχίας στην αγγλική γλώσσα είναι 50 (από 100) ή περισσότερο, για θέσεις με κλίμακα Α8 και άνω, γίνεται αποδεκτό ως Τεκμήριο για την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας.
Το Ε/Μ παρακάθισε σ' αυτές τις γραπτές εξετάσεις που διενεργήθηκαν στις 27.3.2003 από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού και πέτυχε σ' αυτές συγκεντρώνοντας 79 βαθμούς (από τους 100). Θεωρώ ότι νόμιμα η ΕΔΥ μπορεί να καθιερώσει ένα τέτοιο τεκμήριο και ότι διενήργησε έτσι τη δέουσα έρευνα για την κατοχή του προσόντος (Βλέπε: Μαρία Αλετράρη Κοντού ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1344/2000, ημερ. 18.4.2002).
Κατά συνέπεια ο λόγος αυτός ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Με άλλο λόγο ακύρωσης ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ λανθασμένα πίστωσε το Ε/Μ με το πλεονέκτημα με βάση την παράγραφο 4(β) του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Το σχετικό απόσπασμα από το Σχέδιο Υπηρεσίας έχει ως εξής:-
«(4) Πλεονεκτήματα:
(α) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σε ναυτιλιακά θέματα (εκτός Μηχανικής και Ναυπηγικής) ή/και στη Διεύθυνση Επιχειρήσεων ή/και σε Συστήματα Πληροφοριών Διεύθυνσης ή/και επαρκής μεταπτυχιακή πείρα σε ναυτιλιακά θέματα.
(β) Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία.
Σημ.: Τα στην παράγραφο (1) απαιτούμενα προσόντα καθορίζονται κατά τη δημοσίευση της θέσης, ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας.
Σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας απαιτείται πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε Ναυτιλιακές Σπουδές (εκτός Μηχανικής και Ναυπηγικής), ή στα Οικονομικά ή στη Διοίκηση Επιχειρήσεων.»
Μελετώντας το διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής το Ε/Μ μαζί με άλλους 19 υποψηφίους, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής, κατέχουν το πλεονέκτημα της παραγράφου 4(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Ο κατάλογος δε αυτός επικυρώθηκε και από την ΕΔΥ. Στα πρακτικά της συνεδρίας της ΕΔΥ, ημερ. 18.1.2005 αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:-
«Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, επαναβεβαίωσε την απόφασή της που λήφθηκε στην προηγούμενη της συνεδρία με ημερ. 6.8.04 (θέμα Β.(7)(2) των πρακτικών) σ' ό,τι αφορά την απαιτούμενη γνώση της Ελληνικής και Αγγλικής γλώσσας, υιοθέτησε δηλαδή τα σχετικά πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Επαναβεβαίωσε επίσης την απόφασή της σ' ό,τι αφορά τα πλεονεκτήματα της παραγράφου 4(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ότι δηλαδή το πλεονέκτημα το κατέχουν 20 υποψήφιοι, καθώς επίσης και την απόφασή της σ' ό,τι αφορά το πλεονέκτημα της παραγράφου 4(β) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ότι δηλαδή ουδείς εκ των υποψηφίων το κατέχει.»
Κατά συνέπεια και ο λόγος αυτός ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Ο αιτητής περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η εκ των υστέρων αριθμοποίηση των κριτηρίων επιλογής από τη Συμβουλευτική Επιτροπή είναι παράνομη.
Η ΕΔΥ σε συνεδρία της, ημερ. 6.8.2004, μελετώντας την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής διαπίστωσε, μεταξύ άλλων, ότι «στο κείμενο της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν αναφέρετο η βαρύτητα που δόθηκε στην προφορική εξέταση, στη γραπτή εξέταση και στο πλεονέκτημα». Έτσι απεφάσισε να αναπέμψει το θέμα στη Συμβουλευτική προκειμένου να υποβάλει συμπληρωματική έκθεση.
Η Συμβουλευτική, στη συμπληρωματική έκθεση της καθόρισε αριθμητικά τη βαρύτητα που έδωσε σε κάθε ένα στοιχείο (γραπτή εξέταση, προφορική εξέταση, πλεονέκτημα) ως εξής:-
Γραπτή εξέταση 60%, προφορική εξέταση 30% και πλεονέκτημα 10%.
Η Συμβουλευτική δηλαδή δεν διαφοροποίησε τη θέση της όσον αφορά τον προκαταρκτικό κατάλογο αλλά αναλυτικά καθόρισε τη βαρύτητα που είχε δώσει αρχικά στα τρία στοιχεία, μετά από απαίτηση και υπόδειξη της ΕΔΥ. Η συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής υιοθετήθηκε από την ΕΔΥ. Οι περαιτέρω ισχυρισμοί του αιτητή ότι η αριθμοποίηση των στοιχείων που έλαβε υπόψη η Συμβουλευτική προσβάλλει την αρχή της καλής πίστης δεν με βρίσκει σύμφωνο. Και τούτο γιατί η Συμβουλευτική Επιτροπή προσδιόρισε απλώς μαθηματικά τη βαρύτητα που έδωσε σε κάθε ένα από τα τρία στοιχεία κατά την αρχική απόφαση της που περιέχεται στην πρώτη και κύρια έκθεση της προς την ΕΔΥ. Κατά συνέπεια και αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Ακόμα ο αιτητής ισχυρίζεται ότι υπήρξε πλάνη της Συμβουλευτικής όσον αφορά την προφορική εξέταση σχετικά με την απόδοση του. Η Συμβουλευτική αξιολόγησε τόσο το Ε/Μ όσο και τον αιτητή ως πάρα πολύ καλούς, τόσο στην κύρια έκθεση όσο και στη συμπληρωματική. Εντούτοις, ως ισχυρίζεται, έδωσε περισσότερους βαθμούς στο Ε/Μ. Αυτό το στοιχείο το ανάγει σε πλάνη ο αιτητής. Δεν συμφωνώ. Η Συμβουλευτική καθόρισε το πλαίσιο του «πάρα πολύ καλός» σε 70-79 βαθμούς. Μέσα στα πλαίσια αυτά τόσο το Ε/Μ όσο και ο αιτητής χαρακτηρίστηκαν ως «πάρα πολύ καλοί».
Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίζεται ότι έτυχε άνισης μεταχείρισης κατά την προφορική εξέταση γιατί δεν ήταν γνωστές οι ερωτήσεις και η θεματολογία που εξετάστηκε αυτός και το Ε/Μ, ούτε και καταγράφηκαν. Δεν παρουσίασε όμως κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει άνιση μεταχείριση. Η μη καταγραφή επαρκώς ή και καθόλου των λεπτομερειών της προφορικής εξέτασης είναι σύμφωνη με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλέπε: Πούρος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3(Α) Α.Α.Δ., 374).
Επίσης ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ υποβάθμισε το πλεονέκτημα που κατείχε ο αιτητής με την παραχώρηση μόνο 10 μονάδων. Έχω την άποψη ότι το επιχείρημα αυτό δεν ευσταθεί, γιατί τόσο ο αιτητής όσο και το Ε/Μ κατείχαν το πλεονέκτημα. Έτσι κανένας δεν ωφελήθηκε έναντι του άλλου. Δεν τίθεται θέμα, όπως υπονοεί ο αιτητής, ειδικής αιτιολογίας για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αφού τέτοιο πλεονέκτημα το κατείχε και το Ε/Μ.
Τέλος ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ επλανήθη κατά την αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης του αιτητή ενώπιον της και ότι έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα σ΄αυτή.
Δεν συμφωνώ με τις πιο πάνω θέσεις του αιτητή. Όσον αφορά τη θέση του αιτητή περί πλάνης της ΕΔΥ κατά την αξιολόγηση των προφορικών συνεντεύξεων και ότι η διαφορά μεταξύ «εξαίρετος» και «πάρα πολύ καλός» είναι μικρή και οριακή δεν ευσταθεί. Η ΕΔΥ έκρινε το Ε/Μ «εξαίρετο» και τον αιτητή «πάρα πολύ καλό» και αιτιολόγησε επαρκώς την απόφαση της. Δεν ήταν οριακή η διαφορά αλλά ουσιαστική. Καμιά πλάνη της ΕΔΥ δεν έχει στοιχειοθετηθεί. Όσον αφορά τη βαρύτητα που έδωσε η ΕΔΥ στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης κατά την τελική κρίση της, παρατηρώ ότι η ΕΔΥ έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία περιλαμβανομένων και των αποτελεσμάτων της προφορικής εξέτασης ενώπιον της. Αναφέρονται στα πρακτικά της επίδικης απόφασης από την τελική συνεδρία της ΕΔΥ της 3.2.2005 τα εξής:-
«Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής και της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων που διεξήχθησαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.»
Είναι επίσης γνωστή η θέση της νομολογίας ότι σε θέσεις πρώτου διορισμού και θέσεων υψηλών στην ιεραρχία η απόδοση στις συνεντεύξεις αποκτά αυξημένη βαρύτητα γιατί η επιτυχής εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης προϋποθέτει υποψηφίους που διαθέτουν προσωπικότητα καθώς και διευθυντικές και διοικητικές ικανότητες. (Βλέπε: Δημοκρατία κ.ά. ν. Γιαλλουρίδης κ.ά. (1990) 3(ΣΤ) Α.Α.Δ. 4316).
Καταλήγω ότι η βαρύτητα που έδωσε η ΕΔΥ στην ενώπιον της προφορική εξέταση των υποψηφίων δεν την έχει οδηγήσει σε λανθασμένη άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Δικαστηρίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ