ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 768/2005)
14 Σεπτεμβρίου, 2006
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΑΜΟΥΗΛ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________
Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.
Μ. Σπανού, για τους Καθ΄Ων η Αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Το ιστορικό της προσφυγής ανάγεται στο 1996. Τότε ήταν που το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού (Α.Α.Α.Δ.) διόρισε το Ενδιαφερόμενο Μέρος (Ε.Μ.) στη θέση του Διευθυντή. Ο διορισμός εκείνος ακυρώθηκε σε προσφυγή του Αιτητή (866/96, 10.3.1999), το Διοικητικό Συμβούλιο της Α.Α.Α.Δ. όμως, επανεξετάζοντας, επαναδιόρισε το Ε.Μ. Ο Αιτητής άσκησε και πάλι προσφυγή η οποία απερρίφθη, δικαιώθηκε όμως κατ΄έφεση (ΑΕ3123, 3.10.2003). Κρίθηκε ότι κακώς υπήρξε διαφοροποίηση μεταξύ των τομέων της πείρας του Αιτητή και του Ε.Μ. ως προς τη συνάφεια τους με τα καθήκοντα της θέσης, αφού η πείρα και των δύο εντάσσετο ισότιμα στα πλαίσια της προνοούμενης, ως απαραίτητου προσόντος, πείρας στο σχέδιο υπηρεσίας. Και ακόμα, ότι κακώς το Διοικητικό Συμβούλιο είχε κρίνει ότι ο Αιτητής και το Ε.Μ. είχαν "παρόμοια ακαδημαϊκά προσόντα".
Το Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από τη δεύτερη επανεξέταση, επαναδιόρισε το Ε.Μ. Και αυτή τη φορά ο Αιτητής άσκησε προσφυγή και επέτυχε ακύρωση του διορισμού (1201/2003, 23.5.2005), αφού κρίθηκε εσφαλμένη και αντίθετη με το δεδικασμένο της ΑΕ3123 η απόφαση του Διοικητικού συμβουλίου ότι η πείρα του Ε.Μ. ήταν ευρύτερη εκείνης του Αιτητή.
Κατά την τρίτη επανεξέταση που ακολούθησε, το Διοικητικό Συμβούλιο επέλεξε και πάλι το Ε.Μ. Κρίνοντας ότι τόσο ο Αιτητής όσο και το Ε.Μ. διέθεταν το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας (μεταπτυχιακό δίπλωμα σε θέμα σχετική με τις αρμοδιότητες της Α.Α.Α.Δ.), θεώρησε αυτούς ως τους επικρατέστερους μεταξύ όλων των υποψηφίων. Αποφάσισε περαιτέρω ότι και οι δύο πληρούσαν τις προϋποθέσεις των παραγράφων Δ.3 και Δ.4 του σχεδίου υπηρεσίας όπως και όλες τις απαιτήσεις του. Η επιλογή του Ε.Μ. αιτιολογήθηκε ως εξής:
"(α) Οι δύο υποψήφιοι διαθέτουν το απαιτούμενο πρώτο Πανεπιστημιακό δίπλωμα.
(β) Οι δύο υποψήφιοι διαθέτουν επίσης μεταπτυχιακό προσόν που συνιστά πλεονέκτημα. Στην περίπτωση του υποψήφιου Όξινου αυτό είναι το PhD στο Electrical engineering και στην περίπτωση του υποψήφιου Σαμουήλ το MSc in Training.
(γ) Το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι τα μεταπτυχιακά προσόντα και των δύο υποψηφίων, ως επίσης και το ΜΒΑ του υποψήφιου Σαμουήλ το οποίο δεν αποτελεί μεταπτυχιακό εντός των πλαισίων του σχεδίου υπηρεσίας για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 23 πιο πάνω, είναι συναφή με τα καθήκοντα της θέσης εφόσον είναι όλα σε θέματα που κατονομάζονται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Το Συμβούλιο προχώρησε στην αξιολόγηση των ακαδημαϊκών προσόντων των υποψηφίων ως ξεχωριστού στοιχείου κρίσεως και έκρινε ότι ο υποψήφιος Γ. Όξινος υπερέχει του υποψήφιου Α. Σαμουήλ διότι κατέχει μεταπτυχιακό προσόν επιπέδου PhD, ενώ ο υποψήφιος Α. Σαμουήλ κατέχει μεταπτυχιακό προσόν επιπέδου MSc. Το Συμβούλιο κατά τη σύγκριση των ακαδημαϊκών προσόντων των υποψηφίων έλαβε υπόψη του και το ΜΒΑ του υποψήφιου Σαμουήλ, το οποίο δεν είναι αναγνωρισμένο όπως αναφέρεται στην παράγραφο 23 πιο πάνω, και έκρινε ότι η βαρύτητα του ως μη αναγνωρισμένου προσόντος είναι πολύ περιορισμένη, λαμβανομένων υπόψη των υψηλών απαιτήσεων της θέσης, η οποία είναι στο δεύτερο επίπεδο της ιεραρχίας της Αρχής και του γεγονότος ότι οι δύο υποψήφιοι διαθέτουν άλλα ψηλού επιπέδου αναγνωρισμένα μεταπτυχιακά προσόντα τα οποία αποτελούν πλεονέκτημα.
(δ) Ο υποψήφιος Όξινος υπερέχει του υποψήφιου Σαμουήλ, σε βαθμολογημένη αξία. Δηλαδή υπερέχει σημαντικά για τα έτη 1986-89, υστερεί ελαφρά για το 1984, ενώ για τα έτη 1985, 1991-94 οι δύο υποψήφιοι έχουν ίση βαθμολογημένη αξία.
(ε) Ο υποψήφιος Σαμουήλ διαθέτει μακρύτερη πείρα κατά 8 περίπου χρόνια και σε ψηλότερη θέση, η οποία περιλαμβάνει πείρα στον τομέα της διοίκησης και ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού. Η πείρα του Όξινου είναι μικρότερη σε διάρκεια και σε χαμηλότερη θέση και περιλαμβάνει πείρα στους τομείς ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού, οικονομικής και βιομηχανικής ανάπτυξης. Όλοι οι πιο πάνω τομείς πείρας καθορίζονται από το σχέδιο υπηρεσίας ως ισότιμοι."
Εναντίον των στοιχείων αυτής της αιτιολογίας είναι που επιχειρηματολογεί ο Αιτητής. Παραγνωρίσθηκε, λέγει, η υπέρτερη πείρα του αφού το Διοικητικό Συμβούλιο, αν και αναγνώρισε ότι είχε κατά οκτώ έτη μεγαλύτερη και σε ψηλότερη θέση πείρα από ότι το Ε.Μ., δεν έλαβε τούτο υπ΄όψη ως προσδίδον σε αυτόν μεγαλύτερη αξία. Αυτό όμως δεν είναι ορθό. Το Διοικητικό Συμβούλιο κατέγραψε και είχε υπ΄όψη του τη μακρύτερη και σε ψηλότερη θέση πείρα του αιτητή, φαίνεται όμως να προτίμησε το Ε.Μ. λόγω της υπεροχής του σε επίπεδο μεταπτυχιακών προσόντων και σε βαθμολογημένη αξία.
Ακόμα, λέγει ο Αιτητής, το Διοικητικό Συμβούλιο, ως προς το ΜΒΑ του, ενήργησε αντιφατικά αφού, ενώ σε προηγούμενη διαδικασία για πλήρωση άλλης θέσης η κατοχή μη αναγνωρισμένου (accredited) MSc του ίδιου πανεπιστημίου από άλλο υποψήφιο ελήφθη υπ΄όψη ως προσδίδουσα ελαφρά υπεροχή σε αυτόν ως προς πρόσθετα προσόντα, στην περίπτωση του Αιτητή δόθηκε μόνο πολύ περιορισμένη βαρύτητα στο εν λόγω ΜΒΑ του. Φρονώ ότι δεν προκύπτει θέμα αντιφατικής συμπεριφοράς. Δεδομένο είναι ότι το εν λόγω ΜΒΑ του Αιτητή ήταν από μη αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο. Εναπόκειτο λοιπόν στο Διοικητικό Συμβούλιο να σταθμίσει τη βαρύτητα του στα πλαίσια της ενώπιον του διαδικασίας. Το Διοικητικό Συμβούλιο αιτιολόγησε την πολύ περιορισμένη βαρύτητα που του έδωσε με αναφορά στις ψηλές απαιτήσεις της θέσης και στο ότι εν πάση περιπτώσει τόσο ο Αιτητής όσο και το Ε.Μ. είχαν άλλο μεταπτυχιακό που όχι μόνο ήταν αναγνωρισμένο αλλά αποτελούσε και πλεονέκτημα. Η βαρύτητα που μπορεί να εδόθη σε άλλο μεταπτυχιακό του ίδιου πανεπιστημίου σε προηγούμενη διαδικασία για άλλη (και κατώτερη) θέση με άλλα δεδομένα δεν μπορούσε να ήταν οδηγός για την προκειμένη.
Πιο θεμελιακή είναι άλλη εισήγηση του Αιτητή ότι το Διοικητικό Συμβούλιο πλανήθηκε ως προς τη βαθμολογημένη αξία του Αιτητή και του Ε.Μ. Ενώ, λέγεται, οι δύο ήσαν ισοδύναμοι τα τελευταία πέντε χρόνια, δηλαδή από το 1991 μέχρι και το 1994 (η έκθεση για το 1990 αγνοήθηκε), το Διοικητικό Συμβούλιο επεκτάθηκε στα προηγούμενα έτη από το 1984 (που άρχιζαν οι αξιολογήσεις του Ε.Μ.) οπότε το Ε.Μ. υπερείχε του Αιτητή τα έτη 1986 μέχρι και 1989, και έτσι δεν έδωσε έμφαση στα τελευταία πέντε έτη όπως απαιτεί η νομολογία. Η δική μου αντίληψη της νομολογίας είναι ότι, αν και δίδεται έμφαση στα τελευταία χρόνια, είναι ολόκληρη η σταδιοδρομία του υπαλλήλου που λαμβάνεται υπ΄όψη και δεν εμποδίζεται η αναδρομή σε προηγούμενα χρόνια ιδιαίτερα όταν κατά τα άλλα οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι. Εδώ το Διοικητικό Συμβούλιο παρέθεσε τις αξιολογήσεις και των δύο από το 1984 που είχαν και οι δύο αξιολογήσεις για να καταλήξει ότι το Ε.Μ. είχε "συνολικά καλύτερη αξιολόγηση" από τον Αιτητή. Ούτε πεπλανημένη ήταν η κρίση του ούτε ανεπίτρεπτη η αναφορά του στα προηγούμενα χρόνια για να σταθμίσει τη συνολική βαθμολογημένη αξία των δύο, και μάλιστα αφού η διαφορά αξιολόγησης για τα έτη 1986-1989 ήταν πολύ σημαντική, καθώς η συνολική εικόνα που προέκυπτε έδειχνε το Ε.Μ. να έχει εξαίρετες αξιολογήσεις από το 1987, ενώ τον Αιτητή να είναι απλώς «Καλός» από το 1985 μέχρι το 1989 και «Εξαίρετος» τα έτη 1990-1994.
Η τελευταία εισήγηση του Αιτητή είναι και η πιο ουσιαστική. Ενώ, εισηγείται, τόσο το MSc του όσο και το Ph.D του Ε.Μ. ελογίσθησαν ως συνιστώντα το πλεονέκτημα με το οποίο επιστώθησαν, το Διοικητικό Συμβούλιο ανεπίτρεπτα πλέον προχώρησε, κατά την τελική σύγκριση τους, να χρησιμοποιήσει ξανά το Ph.D του Ε.Μ. ως ξεχωριστό στοιχείο σύγκρισης και κρίσης, θεωρώντας ότι το Ε.Μ. υπερείχε στα προσόντα αφού το Ph.D είναι υψηλότερου επιπέδου από ότι το MSc. Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή παραθέτει σε έκταση τη νομολογία για να καταδείξει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι νόμιμο. Η ευπαίδευτη συνήγορος για την Α.Α.Α.Δ. δεν αμφισβητεί την αρχή της νομολογίας, εισηγείται όμως ότι αυτή περιορίζεται στα ισότιμα προσόντα που συνιστούν το βασικό προσόν και δεν επεκτείνεται στο πλεονέκτημα.
Δεν με βρίσκει σύμφωνο η διάκριση που προτείνει η ευπαίδευτη συνήγορος για το Ε.Μ. Η υπόθεση Χατζηλουκά ν. Δημοκρατίας (1991) ΑΑΔ 643, στην οποία και βασίζεται, δεν ήγειρε το θέμα ως επίδικο όπως τίθεται ενώπιον μου και το σχετικό απόσπασμα δεν αναφέρεται σε σύγκριση μεταξύ του πλεονεκτήματος του ενός και εκείνου του άλλου, ούτε πρόκειται εδώ για πλεονέκτημα διαφορετικής φύσης όπως στην περίπτωση εκείνη. Ομοίως, στην υπόθεση Σωκράτους ν. Δημοκρατίας, 300/2000, 20.9.2001, στην οποία επίσης βασίζεται η εισήγηση του Ε.Μ., το θέμα ανεφύη στα πλαίσια του ευρύτερου θέματος της σύγκρισης των προσόντων του Αιτητή και του Ε.Μ. και τα σχετικά λεχθέντα δεν μπορούν να αναγνωσθούν έξω από το πλαίσιο εκείνο. Η πάγια αρχή της νομολογίας, στην οποία ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή αναφέρεται σε έκταση, ότι δεν επιτρέπεται σύγκριση μεταξύ ισότιμα προβλεπόμενων στο σχέδιο υπηρεσίας προσόντων, δεν μπορεί να περιορίζεται στο βασικό προσόν αλλά, ισχύουσας της λογικής της, να μην επεκτείνεται στο πλεονέκτημα. Και στις δύο περιπτώσεις ο ίδιος ο νομοθέτης έχει προσδώσει ισότιμη σημασία στο σχετικό προσόν, προσδιορίζοντας το εδώ ως μεταπτυχιακό δίπλωμα γενικά και χωρίς να αφήνει περιθώριο για σύγκριση μεταξύ διαφόρων μεταπτυχιακών διπλωμάτων. Ιδιαίτερα εφ΄όσον, ακόμα και προκειμένου περί κατοχής του πλεονεκτήματος με περισσότερους του ενός τρόπους, το πλεονέκτημα δεν μπορεί να μετρά ως τέτοιο περισσότερες από μια φορές (ίδες την απόφαση του Νικολάου, Δ., στην υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, 9/2003, 28.3.2005, όπως και στην Κουρσάρος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, κ.α., 321/2002 κ.α., 10.6.2004). Όπου τα προσόντα δεν ανάγονται σε βασικά ή πρόσθετα προσόντα συνιστώντα πλεονέκτημα, είναι βέβαια επιτρεπτή η σύγκριση τους για σκοπούς προσδιορισμού υπεροχής σε προσόντα.
Συμφωνώ λοιπόν με τον ευπαίδευτο συνήγορο για τον Αιτητή ότι η απόφαση στην υπόθεση Γιοκαρή-Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας, 480/2004, 27.1.2006, στην οποία παραπέμπει, και η οποία παρουσιάζει ακριβώς τα ίδια γεγονότα με την προκειμένη, αντανακλά την ορθή διάσταση του πράγματος. Όπως το έθεσε ο Αρτέμης, Δ. (σελ. 3):
"[Το σχέδιο υπηρεσίας] Δεν κάνει διάκριση σε μεταπτυχιακά διπλώματα διδακτορικού τιτλου ή επιπέδου Master για να δοθεί προβάδισμα στον κάτοχο του πρώτου έναντι του κατόχου του δεύτερου."
Σχετική βέβαια (ως προς τη γενική αρχή όμως, και όχι ως δεδικασμένο ως εισηγείται ο Αιτητής) είναι και η απόφαση της Ολομέλειας στην προαναφερθείσα ΑΕ3123. Εκεί εκρίθη στη βάση της ίδιας γενικής αρχής ότι δεν μπορούσε να γίνει σύγκριση μεταξύ της πείρας του Αιτητή (σε ένα τομέα) και εκείνης του Ε.Μ. (σε άλλο τομέα) αφού και οι δύο συνιστούσαν το βασικό προσόν.
Προκύπτει λοιπόν λόγος ακύρωσης. Η προσφυγή επιτυγχάνει για το λόγο αυτό και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Α.Α.Α.Δ. θα καταβάλει £500 έξοδα στον Αιτητή.
Δ. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΚΧ"Π