ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 49/2004)
20 Σεπτεμβρίου 2006
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΡΙΣΤΟΝΙΚΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Αιτήτρια,
- ν. -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Γ. Κουκούνης, για την Αιτήτρια.
Μ. Στυλιανού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης και Δ. Αριστείδου, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 6 Ιουλίου 1993 το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, Swepco Construction Ltd και οι δύο άλλοι συνιδιοκτήτες του τεμαχίου 103 Φ/Σχ. LIV/47.W.1, Τμήμα Β, αρ. εγγραφής Β. 90, υπέβαλαν την αίτηση αρ. ΛΕΜ/0941/93 για πολεοδομική άδεια προς τον σκοπό περαιτέρω ανάπτυξης αυτού του τεμαχίου όπως και ενός άλλου, ήτοι του τεμαχίου 104, του ίδιου Φ/Σχ. και Τμήματος, αρ. εγγραφής Β91, ιδιοκτησία αποκλειστικά του ενδιαφερομένου προσώπου. Η ανάπτυξη θα συνίστατο σε προσθήκες και μετατροπές σε υφιστάμενες πολυκατοικίες. Παράλληλα, κατά την εν λόγω ημερομηνία, οι ίδιοι αιτητές υπέβαλαν σε σχέση με τα εν λόγω τεμάχια και την αίτηση αρ. ΛΕΜ/0942/93 για πολεοδομική άδεια με σκοπό την αλλαγή χρήσης ορισμένων εκ των υφισταμένων υποστατικών. Οι άδειες εκδόθηκαν από την Πολεοδομική Αρχή στις 9 Αυγούστου 1995, κατά παρέκκλιση του Τοπικού Σχεδίου Λεμεσού, ύστερα από σχετική απόφαση Υπουργικής Επιτροπής ημερ. 4 Μαΐου 1995.
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει την πολεοδομική άδεια η οποία αφορά στις προσθήκες και μετατροπές. Ζητά:
«Δήλωση και/ή διαταγή του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ ων η αίτηση, την οποία έλαβε γνώση η αιτήτρια κατά ή περί την 18/11/03 όπου εξέδωσαν την πολεοδομική άδεια αρ. ΛΕΜ/0941/93 ημερομηνίας 9/8/95 υπέρ της εταιρείας SWEPCO CONSTRUCTION LTD ιδιοκτητών κατά τα 2/20 μερίδια των τεμαχίων αρ. 103, 104, Φ./Σχ. LIV/47.W.I. στο χωριό Παρεκλησιά είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς αποτέλεσμα.»
Διατείνεται ότι είναι ενυπόθηκος δανειστής του ενός εκ των δύο κτημάτων στα οποία αφορά η προσβαλλόμενη πολεοδομική άδεια και ότι επομένως έχει έννομο συμφέρον αφού, με βάση τον Καν. 2(2) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Κανονισμών (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 55/90), για να εκδοθεί πολεοδομική άδεια χρειάζεται δήλωση του ενυπόθηκου δανειστή ότι δεν ενίσταται. Η Δημοκρατία και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αμφισβητούν την αναφερθείσα ιδιότητα. Υποδεικνύουν ότι η άδεια εκδόθηκε σε σχέση με ανάπτυξη στα τεμάχια 103 και 104 ενώ η προς όφελος της αιτήτριας υποθήκη αφορά μόνο στο τεμάχιο 105. Δεν λαμβάνουν όμως υπόψη ότι στη Σύμβαση και Δήλωση Υποθηκεύσεως Ακινήτου ο αριθμός τεμαχίου 105 τέθηκε χειρογράφως, μεταφερθείς από άλλη στήλη, ενώ από την αρχή δακτυλογραφήθηκε ο αριθμός εγγραφής Β90, που είναι του τεμαχίου 103, όχι του τεμαχίου 105. Δεν χρειάζεται όμως να προχωρήσω με αυτό το ζήτημα.
Προηγείται για εξέταση το κατά πόσο, όπως εισηγείται η Δημοκρατία και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, η προσφυγή η οποία καταχωρίστηκε στις 19 Ιανουαρίου 2004 είναι εκπρόθεσμη οπότε δεν ενεργοποιείται η αναθεωρητική δικαιοδοσία. Αφετηρία για την εξέταση του θέματος είναι η ακόλουθη επιστολή, ημερ. 7 Νοεμβρίου 2003, την οποία απέστειλε εκ μέρους της αιτήτριας ο πρώην δικηγόρος της, κ. Πούλλος:
« Λεμεσός 7/11/2003
Limassol
"ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ"
Προς
Επαρχιακό Λειτουργό
Τμήματος Πολεδομίας & Οικήσεως
Λεμεσού
Θέμα: Πολεοδομικές άδειες
αρ. ΛΕΜ/0941/93 και ΛΕΜ/0942/93
Αξιότιμε Κύριε,
Διά της παρούσης μου αναφέρομαι στις πιο πάνω Πολεδομικές Άδειες και παρακαλώ όπως με ενημερώσετε κατά πόσο πριν από την έκδοση τους η αιτήτρια εταιρεία SWEPCO CONSTRUCTION LTD εξασφάλισε την έγγραφη συγκατάθεση της ενυπόθηκης δανείστριας Αριστονίκης Νικολάου σύμφωνα με το άρθρο 2(2)(α) των κανονισμών Κ.Δ.Π. 55/90.
Παρακαλώ όπως έχω την απάντηση σας εντός 30 ημερών από της λήψεως της παρούσης επιστολής.
Η παρούσα επιστολή αποστέλλεται δυνάμει του άρθρου 29 του Συντάγματος.
Διατελώ
ΤΑΣΟΣ Μ. ΠΟΥΛΛΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ»
Το Τμήμα απάντησε με επιστολή, ημερ. 18 Νοεμβρίου 2003. Αναφέρθηκε με συντομία στις περιστάσεις υπό τις οποίες εκδόθηκαν οι άδειες και εξήγησε ότι δήλωση μη ένστασης ενυπόθηκου δανειστή δεν υποβλήθηκε «καθότι όπως φαίνεται και στα αντίγραφα των υποβληθέντων τίτλων ιδιοκτησίας τα τεμάχια δεν ήταν υποθηκευμένα».
Προκύπτει σαφώς από την επιστολή, ημερ. 7 Νοεμβρίου 2003, ότι η αιτήτρια ήδη γνώριζε, με συγκεκριμένα μάλιστα στοιχεία, για την έκδοση των πολεοδομικών αδειών. Δεν ήταν, επομένως, με την απαντητική επιστολή ημερ. 18 Νοεμβρίου 2003 που η αιτήτρια έλαβε γνώση. Η συνήγορος της Δημοκρατίας με τη γραπτή της αγόρευση σχολίασε αυτές τις επιστολές ως εξής:
«Με την επιστολή του ημ. 7 Νοεμβρίου 2003 ο δικηγόρος της αιτήτριας προς τον Επαρχιακό Λειτουργό Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ζητούσε να μάθει όχι εάν έχει εκδοθεί πολεοδομική άδεια, την ύπαρξη της οποίας γνώριζε όπως φαίνεται από την επιστολή, με αναφορά και στους αριθμούς αυτής αλλά ζητούσε να μάθει εάν είχε εξασφαλιστεί η έγγραφη συγκατάθεση της αιτήτριας και μόνο. Είναι φανερό ότι η αιτήτρια είχε την γνώση για την ύπαρξη της άδειας πριν την απαντητική επιστολή των καθ΄ ων η αίτηση ημ. 18.11.03, και επομένως το αιτητικό έτσι όπως διατυπώνεται δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια.
Η αιτήτρια φαίνεται (από την επιστολή του δικηγόρου της) να γνώριζε από πριν την ύπαρξη της άδειας, και δεν προέβηκε σε οποιοδήποτε διάβημα για τυχόν ακύρωση της παρά μόνο μετά την πάροδο 8 χρόνων από την έκδοση της απέστειλε την επιστολή ημ. 7/11/03 μέσω του δικηγόρου της, για να διαπιστώσει εάν αυτή δόθηκε με την συγκατάθεση της, μόνο και μόνο για να κερδίσει και/ή ανανεώσει την προθεσμία άσκησης της προσφυγής.
Αν όμως είχε δοθεί έγγραφη συγκατάθεση της για την χορήγηση της προσβαλλόμενης πολεοδομικής άδειας ή όχι, αυτή που θα το γνώριζε πρωτίστως ήταν αιτήτρια και επομένως το ερώτημα του δικηγόρου της προς τον Επαρχιακό Λειτουργό, αφού μπορούσε να το απαντήσει η ίδια, ήταν άνευ αντικειμένου.
Είναι φανερό ότι με την εν λόγω επιστολή η αιτήτρια επιδίωκε μόνο την αναβίωση της προθεσμίας για καταχώρηση της προσφυγής που παρήλθε από την έκδοση της άδειας, μέχρι την καταχώρηση της αίτησης, δηλ. 8 χρόνια μετά.»
Την γραμμή ακολούθησε, με ακόμα πιο έντονο τρόπο, ο συνήγορος του ενδιαφερομένου προσώπου.
Ωστόσο η αιτήτρια επέμενε μέχρι τέλους ότι «πληροφορήθηκε για πρώτη φορά την έκδοση της Πολεοδομικής Άδειας .. στις 18/11/03 όταν το Επαρχιακό Γραφείο Λεμεσού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως απάντησε με επιστολή του ημερ. 18 Νοεμβρίου 2003 (Παράρτημα 3) σε επιστολή του δικηγόρου της, ημερομηνίας 7/11/03 ...». Πρόσθεσε εξ άλλου, με την απαντητική γραπτή αγόρευση του νέου δικηγόρου της, ότι πριν από τις 18 Νοεμβρίου 2003 η προσβαλλόμενη πολεοδομική άδεια αποτελούσε internum της διοίκησης:
«Η σχετική διοικητική πράξη ή απόφαση δεν έχει καθ΄ οιονδήποτε χρόνο προηγουμένως κοινοποιηθεί, ως έπρεπε προς την αιτήτρια, και συνεπώς αυτή ή η βούληση των καθ΄ ων η αίτηση παρέμεινε εσωτερική-internum και εξωτερικεύθηκε για πρώτη φορά στις 18/11/2003 όταν τότε το πληροφορήθηκε. Συνεπώς τότε και μόνον τότε κατέστη εκτελεστή η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση για την αιτήτρια και ήταν τότε που ξεκίνησε η προθεσμία για την καταχώρηση της προσφυγής της αιτήτριας κατ΄ αυτών.»
Δεν αμφισβητήθηκε όμως ότι η έκδοση της προσβαλλόμενης πολεοδομικής άδειας είχε από πριν γνωστοποιηθεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, οπότε η πράξη εξωτερικεύθηκε και έκτοτε έπαυσε να αποτελεί internum.
Το θέμα βέβαια δεν είναι το κατά πόσο η αιτήτρια έλαβε γνώση της πράξης στις 7 Νοεμβρίου 2003 ή στις 18 Νοεμβρίου 2003 αφού και στη μια περίπτωση και στην άλλη προσφυγή θα ήταν εμπρόθεσμη. Το θέμα είναι ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου η αρμόδια αρχή δεν είχε υπόψη ότι η πράξη ίσως να επηρέαζε τα συμφέροντα τρίτου προσώπου και επομένως δεν του την γνωστοποίησε, το τρίτο πρόσωπο οφείλει να καταδείξει ότι προσέφυγε εμπρόθεσμα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δηλώνεται ο χρόνος γνώσης με αναφορά στις περιστάσεις και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, να υποστηρίζεται με μαρτυρία προς απόδειξη, επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. Δίνεται στους προσφεύγοντες το ευεργέτημα της αμφιβολίας αλλά πάντοτε με σαφώς δηλωθέντα τον χρόνο γνώσης. Στην προκείμενη περίπτωση, με δεδομένο ότι η θέση της αιτήτριας πως γνώση έλαβε μόλις στις 18 Νοεμβρίου 2003 καταρρίπτεται από το περιεχόμενο της επιστολής του τότε δικηγόρου της, ημερ. 7 Νοεμβρίου 2003, και με δεδομένο ότι δεν αποκάλυψε πότε στην πραγματικότητα έλαβε γνώση, θα έμοιαζε αυθαίρετο να υπέθετε κανείς ότι αυτό συνέβηκε είτε στις 7 Νοεμβρίου 2003, ημερομηνία που στάληκε η επιστολή του δικηγόρου της είτε μια-δυο ημέρες μετά, που και πάλι η προσφυγή θα ήταν εμπρόθεσμη. Δεν έχει επομένως καταδειχθεί ότι η προσφυγή καταχωρίστηκε εμπρόθεσμα.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως μη παραδεκτή. Έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας και του ενδιαφερομένου προσώπου.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ