ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    (Υπόθεση Αρ. 1003/2004)

 

21 Σεπτεμβρίου, 2006

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΙΩΣΗΦΙΝΑ  ΠΑΡΤΕΛΛΑ,

                                    Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                    Καθ΄ ου η αίτηση.

- - - - - -

 

Κ. Βελάρης,  για την Αιτήτρια.

Ε. Λοϊζίδου, για τον Καθ ΄ου η αίτηση.

Γ. Σεραφείμ, για το Ενδ. Μέρος.

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (η Επιτροπή) με την οποία η Αννα Βιολάρη (ενδιαφερόμενο μέρος) προάχθηκε στη θέση Επιθεωρήτριας Ειδικών Μαθημάτων Προδημοτικής Εκπαίδευσης.

 

Για την προκηρυχθείσα θέση υποβλήθηκαν πέντε αιτήσεις. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού έκρινε ότι τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδ. μέρος αλλά και δυο  ακόμη υποψήφιες πληρούσαν τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας σύστησε  για προαγωγή την αιτήτρια, το ενδιαφερόμενο μέρος και ακόμη μια υποψήφια. Η έκθεση της Συμβουλευτικής ακολούθως παραπέμφθηκε στην Επιτροπή η οποία με βάση το άρθρο 35Β(8) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 2004 (στο εξής ο Νόμος), εξέτασε τη μοναδική ένσταση που υποβλήθηκε για αναθεώρηση του καταλόγου που κατήρτισε η Συμβουλευτική. Η ένσταση που είχε υποβληθεί από  την αιτήτρια και αφορούσε στην ημερομηνία διορισμού της (που ισχυριζόταν ότι ήταν η 10.11.1975 και όχι η 1.9.79) απορρίφθηκε. Η Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει τις υποψήφιες σε προσωπική συνέντευξη στην παρουσία του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, ο οποίος αφού αξιολόγησε την απόδοση τους απεχώρησε. Κατά τη συνεδρία ημερ.  5.8.04 η Επιτροπή καθόρισε και τα κριτήρια για την αξιολόγηση των υποψηφίων στη συνέντευξη ως εξής:

«Ενημέρωση σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα.

Κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης  για την Προδημοτική Εκπαίδευση.

Κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων σχετικών με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης.

Αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης απόψεων και θέσεων.

Προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία)

Γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια).»

 

 

Η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στις συνεντεύξεις από την Επιτροπή καταγράφηκε στα σχετικά πρακτικά με τα ακόλουθα σχόλια:

 

«Βιολάρη- Δημητρίου Αννα (ενδ. μέρος)

Είναι σχεδόν εξαίρετα ενημερωμένη γύρω από βασικές σύγχρονες τάσεις στην προδημοτική εκπαίδευση τις οποίες ενέταξε στα πλαίσια του δικού της οράματος. Εχει επίσης σχεδόν εξαίρετη κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης κυρίως όσον αφορά την άσκηση των καθηκόντων της Επιθεωρήτριας, επισημαίνοντας μερικά από τα στάδια που θα ακολουθήσει στα πλαίσια συγκεκριμένου σχεδίου δράσης. Τοποθετείται στο πρόβλημα της χρησιμότητας του νηπιαγωγείου, επισημαίνοντας μερικά επιχειρήματα τα οποία ανέλυσε με επαρκή κριτική σκέψη και με αναφορά σε σύγχρονες θεωρίες. Ο βαθμός επικοινωνίας ήταν σχεδόν εξαίρετος και οι απαντήσεις με κάποιες εξαιρέσεις, είναι σαφείς και τεκμηριωμένες με πειστικότητα και σύμφωνα με σύγχρονες παιδαγωγικές θεωρίες. Η παρουσία της ήταν άνετη και φάνηκε άνθρωπος με συγκροτημένες θέσεις. Χειρίζεται τη γλώσσα με σχεδόν εξαίρετη επάρκεια στην ορθοφωνία και την έκφραση.

Γενικός χαρακτηρισμός: Σχεδόν εξαιρετικά.

 

Παρτέλλα Ιωσηφίνα (αιτήτρια)

Εχει σχεδόν πολύ καλή ενημέρωση γύρω από ορισμένα χαρακτηριστικά που πρέπει να διακρίνουν την προδημοτική εκπαίδευση, δίνοντας κυρίως έμφαση στα γνωρίσματα της αποτελεσματικής νηπιαγωγού. Εχει επίσης σχεδόν πολύ καλή κατανόηση των καθηκόντων και των ευθυνών της θέσης κυρίως όσον αφορά τη συστηματική άσκηση του ρόλου της Επιθεωρήτριας, επισημαίνοντας και περιγράφοντας ορισμένες εμφάσεις που θα επιδιώξει να προωθήσει. Τοποθετείται σχεδόν πολύ καλά στα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η προδημοτική εκπαίδευση, επισημαίνοντας μερικά απ΄ αυτά, χωρίς ωστόσο επαρκή κριτική εμβάθυνση σε συγκεκριμένες λύσεις. Οι απαντήσεις της δεν ήταν σαφείς και καίριες λόγω των τάσεων πλατειασμού που αναπτύχθηκαν, πράγμα που μείωνε και το βαθμό τεκμηρίωσης. Η παρουσία της ήταν σχεδόν πολύ καλή και φάνηκε να έχει απόψεις, οι οποίες δεν ήταν σαφείς και συγκροτημένες. Χειρίζεται τη γλώσσα σχεδόν πολύ καλά, αλλά και με κάποιες δυσκολίες στην ορθοφωνία και την απρόσκοπτη έκφραση.

Γενικός χαρακτηρισμός: Σχεδόν πολύ καλά.»

 

Η Επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων ως προς τις οποίες έκρινε ότι ήταν ισοδύναμες, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων προκειμένου να εκτιμήσει την ακαδημαϊκή τους επίδοση και την επιμορφωτική τους προσπάθεια καθώς και τα αποτελέσματα της συνέντευξης, έκρινε ότι στο κριτήριο της αξίας υπερείχε το ενδιαφερόμενο μέρος, λόγω κυρίως της υπέρτερης απόδοσης της στην τελευταία. Τα μεταπτυχιακά προσόντα που κατείχαν η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκαν από την Επιτροπή ως μεταπτυχιακά επιπέδου masters, οπότε διαπιστώθηκε ισοδυναμία στο κριτήριο των προσόντων. Η αιτήτρια υπερείχε σε αρχαιότητα διότι κατείχε τη θέση της Διευθύντριας Σχολείων Προδημοτικής Εκπαίδευσης από 1.1.04, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος τη θέση Βοηθού Διευθύντριας από 1.9.02.

 

Η Επιτροπή  συνεκτίμησε την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων και επειδή επρόκειτο για υψηλόβαθμη θέση στην εκπαιδευτική ιεραρχία, έκρινε ότι η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία  υποσκελίζει την υπεροχή σε αρχαιότητα  της αιτήτριας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

Η αιτήτρια επισημαίνει αρχικά ότι η θέση δημοσιεύθηκε ως θέση προαγωγής, ενώ στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης αυτή αναγράφεται ως πρώτου διορισμού και προαγωγής. Η θέση αυτή βέβαια δεν  προβάλλεται παραδεκτώς (με έννομο συμφέρον) ως λόγος ακυρώσεως για να εξεταστεί από το Δικαστήριο. Ωστόσο χάριν διευκρίνησης, σημειώνω ότι το άρθρο 25(3) του Νόμου προνοεί ότι «Θέση, η οποία καθορίζεται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας ως θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, λογίζεται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως θέση προαγωγής.»

 

Η αιτήτρια υποστηρίζει στη συνέχεια ότι η απόφαση πρέπει να ακυρωθεί διότι η Συμβουλευτική Επιτροπή λανθασμένα αναφέρθηκε σε μεταπτυχιακό δίπλωμα του ενδιαφερόμενου μέρους στις Επιστήμες της Αγωγής από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ τέτοιο προσόν δεν υπήρχε και κατατέθηκε πολύ αργότερα. Η λήξη υποβολής των αιτήσεων ήταν στις 3.5.04 και αυτός θεωρείται ο ουσιώδης χρόνος συνδρομής των προσόντων που προβλέπονται ως απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Επειδή ωστόσο εδώ πρόκειται για πρόσθετο προσόν που προσμετρά στην αξία των υποψηφίων, είναι νόμιμο να εκτιμηθεί και μέχρι την ημερομηνία λήψης της απόφασης. (Χριστοδουλίδης ν. ΕΔΥ (1995 ) 3 ΑΑΔ 158).    Όπως αποδεικνύει η σφραγίδα στο εν λόγω πιστοποιητικό του μεταπτυχιακού, αυτό παραλήφθηκε από την Επιτροπή στις 29/4/04 (εμπιστευτικός φάκελος του ενδιαφερόμενου μέρους που κατατέθηκε ως Τεκμήριο Β4) ενώ αποκτήθηκε στις 20/4/04 όπως ορθά σημειώνει και η ίδια η Επιτροπή (σελ.14 του Παραρτήματος Στ στην ένσταση). Συνεπώς νόμιμα λήφθηκε υπόψη από την Συμβουλευτική Επιτροπή κατά τη σύνταξη της έκθεσης ημερ. 27.5.05 και από την ίδια την Επιτροπή.

 

Σχετικός με το συγκεκριμένο μεταπτυχιακό είναι και ο επόμενος ισχυρισμός της αιτήτριας, που διατείνεται ότι αυτό έπρεπε να είχε βαθμολογηθεί με 2 μονάδες σε αντίθεση με το μεταπτυχιακό δίπλωμα masters της αιτήτριας που έπρεπε να βαθμολογηθεί με τρεις. Ο ισχυρισμός είναι ανεδαφικός διότι τα όσα καταγράφονται τόσο στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και στο πρακτικό της Επιτροπής ημερ. 5.8.04 δεν αποδεικνύουν ότι έγινε οποιαδήποτε βαθμολόγηση των μεταπτυχιακών προσόντων των υποψηφίων πέραν της απλής αναφοράς τους. Επειδή εξάλλου τα εν λόγω επιπρόσθετα προσόντα δε προβλέπονταν από το σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα, η Επιτροπή ορθά τους προσέδωσε οριακή σημασία κατά τη λήψη της τελικής απόφασης χωρίς να προκύπτει ανάγκη διαβάθμισης του επιπέδου και της αξίας τους. Η Επιτροπή δεν παρέλειψε ωστόσο να τα λάβει υπόψη στη συνεκτίμηση των κριτηρίων για τη λήψη της τελικής απόφασης, όπου ορθά αναφέρει τα ακόλουθα:

 

«Από τη μελέτη των προσόντων (βλ. παράγραφο 4.2) προκύπτει ότι οι υποψήφιες (Βιολάρη-Δημητρίου Αννα, Κυριακίδου Ελευθερία, Παρτέλλα Ιωσηφίνα) έχουν επιπρόσθετα προσόντα, τα οποία ωστόσο, δεν δίνουν σε αυτές προβάδισμα, αφού τα προσόντα αυτά δεν αποτελούν πλεονέκτημα και συνεπώς έχουν οριακή σημασία.»

 

 

Προφανώς ο δικηγόρος της αιτήτριας στήριξε, λανθασμένα, το πιο πάνω επιχείρημα του στο άρθρο 35Β(4) του Νόμου το οποίο προβλέπει την αριθμητική αποτίμηση των προσόντων των υποψηφίων εκ μέρους της Συμβουλευτικής Επιτροπής και τη σύσταση τους κατά σειρά προτεραιότητας. Το άρθρο αυτό όμως δεν εφαρμόζεται στην παρούσα διαδικασία προαγωγών στην θέση Επιθεωρητή γιατί δεν πρόκειται για πλήρωση θέσης η οποία ανήκει στο διδακτικό προσωπικό των σχολείων.

 

Τα πιο πάνω, καταρρίπτουν και την εισήγηση της αιτήτριας ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέλειψε να σχολιάσει την υπεροχή της αιτήτριας σε προσόντα και αρχαιότητα. Εφόσον η επίδικη θέση δεν ήταν θέση διδακτικού προσωπικού, η Συμβουλευτική δεν είχε νομοθετικά αρμοδιότητα αριθμητικής αποτίμησης των κριτηρίων και σύγκρισης των υποψηφίων που σύστησε. Ενήργησε στα πλαίσια της διαδικασίας που καθορίζουν τα άρθρα 35Β(3) και 35Β(10)(α) του Νόμου, ήτοι βάσει του  νομοθετικού πλαισίου που ισχύει για θέσεις όπως η επίδικη. Συνεπώς η  Συμβουλευτική ορθά κατέταξε τις υποψήφιες με αλφαβητική σειρά και όχι με σειρά προτεραιότητας.

 

Ο δικηγόρος της αιτήτριας αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος της αγόρευσης του και των διευκρινήσεων που έκανε ενώπιον του Δικαστηρίου στο θέμα του πεπλανημένου, όπως ισχυρίζεται, υπολογισμού του συνολικού χρόνου υπηρεσίας της αιτήτριας. Συγκεκριμένα υποστηρίζει ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή κακώς θεώρησε ότι είχε προσληφθεί την 1.9.79, ημερομηνία μονιμοποίησης της, και δεν συνυπολόγισε το διάστημα μεταξύ 10.11.75 και 1.9.79 που εργαζόταν στο Δημόσιο επί συμβάσει. Η πραγματική αυτή πλάνη όπως υποστηρίζει έχει εμφιλοχωρήσει  και στην τελική απόφαση της Επιτροπής καθώς η αρχαιότητα στη διαδικασία προαγωγών των εκπαιδευτικών, διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο.

 

 Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός αποτέλεσε και το αντικείμενο της ένστασης που υπέβαλε η αιτήτρια εναντίον του αρχικού καταλόγου υποψηφίων, ο οποίος καταρτίστηκε από την Συμβουλευτική. Η Επιτροπή εξετάζοντας την ένσταση, απάντησε ότι η ημερομηνία πρώτου μόνιμου διορισμού της για σκοπούς αρχαιότητας ήταν όντως η 1.9.79. Αυτή η προσέγγιση συνάδει με το άρθρο 35Β(4)(γ)  που προνοεί ότι «'υπηρεσία' σημαίνει την εκπαιδευτική υπηρεσία εκπαιδευτικού λειτουργού μετά το διορισμό του στη μόνιμη θέση που κατέχει στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία και περιλαμβάνει....»

 

Δεν αντιλαμβάνομαι εξάλλου πώς ο υπολογισμός της υπηρεσίας της από 10.11.75 θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την τελική απόφαση της Επιτροπής με οποιοδήποτε τρόπο. Αφενός στα πλαίσια της αποτίμησης της συνολικής υπηρεσίας της για σκοπούς πλήρωσης της πρόνοιας 3(3) του σχεδίου υπηρεσίας που απαιτούσε συνολική εκπαιδευτική υπηρεσία δεκαεννέα τουλάχιστον ετών, η αιτήτρια θεωρήθηκε ούτως η άλλως ότι την υπερκάλυπτε αφού της πιστώθηκε συνολική υπηρεσία 28 χρόνων, 5 μηνών και 2 ημερών. Σύμφωνα δε με τα στοιχεία των φακέλων της αυτή υπολογίστηκε  όντως από 10.11.75. Αφετέρου όσον αφορά στον υπολογισμό της αρχαιότητας της, η ημερομηνία του αρχικού διορισμού της δεν έχει καμία απολύτως σημασία αφού κατά τον ουσιώδη χρόνο η αιτήτρια ήταν Διευθύντρια ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Βοηθός Διευθύντρια και συνεπώς η αρχαιότητα τους κρίθηκε βάσει του άρθρου 37(4) του Νόμου. Η Επιτροπή στο πιο πάνω πλαίσιο, σημείωσε στο κριτήριο αρχαιότητα «οι πρώτες δυο κατέχουν τη θέση διευθύντριας σχολείων προδημοτικής εκπαίδευσης ενώ η τρίτη (ενδιαφερόμενο μέρος) κατέχει τη θέση βοηθού διευθύντριας σχολείων προδημοτικής εκπαίδευσης» και «στο κριτήριο αρχαιότητα η επικρατέστερη υποψήφια είναι η Παρτέλλα Ιωσηφίνα».

 

Η αιτήτρια ακολούθως  παραπονείται ότι στις συνεντεύξεις έλαβε μέρος μη μέλος της Επιτροπής ο οποίος βαθμολόγησε τις υποψήφιες  χωρίς να κρατηθεί πρακτικό και χωρίς να μπορεί να ελεγχθεί το περιεχόμενο των ερωτήσεων και των απαντήσεων που δόθηκαν. Η παρουσία του κ. Νικολαΐδη, Αν. Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης καλύπτεται ρητά από το άρθρο 35(9) του Νόμου. Επίσης οι κρίσεις του δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένες σε αντίθεση με τις αξιολογήσεις της Επιτροπής για την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, οι οποίες κρίνονται επαρκώς αιτιολογημένες. (Ζήσιμος Χατζηττοφή ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 172/02 ημερ. 5.12.02, Μαυροκορδάτος ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 130/03, ημερ. 11.8.05).

 

Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί, το περιεχόμενο των ερωτήσεων και απαντήσεων κατά τις συνεντεύξεις δεν απαιτείται να καταγράφεται, αφού εκφεύγει του δικαστικού ακυρωτικού ελέγχου. (Πούρος κ.α. ν. Χατζηστεφάνου (2001) 3 ΑΑΔ 374, 378).

 

Τα όσα κατέγραψε η Επιτροπή (βλ. σελ. πιο πάνω)  ως τις κρίσεις της για την απόδοση στις συνεντεύξεις, αιτιολογούν επαρκώς τη γενική εντύπωση και μεταφέρουν με σαφήνεια την εντύπωση που απεκόμισαν τα μέλη της Επιτροπής για την κάθε υποψήφια. Ούτε ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι η Επιτροπή φαίνεται να ακολούθησε τη βαθμολογία του κ. Νικολαΐδη ευσταθεί, αφού η αξιολόγηση για την αιτήτρια από το διευθυντή ήταν «μέτρια» ενώ από την Επιτροπή «σχεδόν πολύ καλά».

 

Η αιτήτρια επίσης ισχυρίζεται ότι η συνέντευξη δεν μπορεί να έχει πέραν των 5 μονάδων. Για την θέση Επιθεωρητή  το εφαρμοστέο άρθρο είναι το άρθρο 35Β(3) και 35Β (10) (α) και όχι το 35Β(4) και 35Β(10)β που επιβάλλει την αριθμητική αποτίμηση των επιμέρους κριτηρίων.

 

Τέλος έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι αυτή υπερείχε στα κριτήρια των προσόντων και της αρχαιότητας  και ότι η απόφαση της Επιτροπής, όπως αυτή αιτιολογείται στην παρ. 5.4.01 του σχετικού πρακτικού ημερ. 1.9.04, λήφθηκε κατά νομική πλάνη. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω την σχετική παράγραφο αυτούσια καθώς και το απόσπασμα που ακολουθεί από το οποίο αποδεικνύεται ότι η Επιτροπή ενήργησε εύλογα:

 

«Είναι νομολογημένο ότι για υψηλόβαθμες θέσεις, η αξία και η απόδοση στη συνέντευξη είναι ουσιαστικά στοιχεία τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από το Διορίζον Οργανο, όταν κρίνει την προσωπικότητα και τις διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες των υποψηφίων (βλ. Δημοκρατία κ.α. Vs Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α., απόφαση της Ολομέλειας στις Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 868 και 869 ημερ. 13.12.1990). Η επίδικη θέση είναι η τρίτη στην ιεραρχία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ανάμεσα στα καθήκοντα του Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων για την Προδημοτική Εκπαίδευση περιλαμβάνεται η καθοδήγηση του διδακτικού προσωπικού για σκοπούς ποιοτικής βελτίωσης της διδασκαλίας, η αξιολόγηση του διδακτικού προσωπικού, η οργάνωση και διεξαγωγή εκπαιδευτικών μελετών και η επιμόρφωση του διδακτικού προσωπικού. Η φύση των εν λόγω καθηκόντων υποβάλλει ότι το άτομο που θα επιλεγεί για να καταλάβει τη θέση πρέπει να διακρίνεται για την ενημερότητά του σε σύγχρονα εκπαιδευτικά θέματα, να έχει ανεπτυγμένη δεξιότητα επικοινωνίας, να διαθέτει  ισχυρή προσωπικότητα και να έχει αυξημένη οργανωτική ικανότητα. Η Επιτροπή σημειώνει την εν λόγω νομολογία και θα τη λάβει υπόψη κατά την επιλογή της επικρατέστερης υποψήφιας για να καταλάβει την υπό πλήρωση θέση.

Η Επιτροπή δεν θα μετατρέψει την απόδοση στη συνέντευξη σε υπερκριτήριο. Η απόδοση στη συνέντευξη θα θεωρηθεί ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας των υποψηφίων.»

 

Η Επιτροπή δεν παρέβλεψε την υπεροχή της αιτήτριας σε αρχαιότητα, ωστόσο αυτή υπερισχύει μόνο όταν τα άλλα δυο κριτήρια της αξίας και των προσόντων είναι ίσα ,ενώ δεν αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα όταν πρόκειται για πλήρωση θέσεων ψηλά στην ιεραρχία. (Σιακκάς ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 468).  Η απόδοση της αιτήτριας στις συνεντεύξεις κρίθηκε αρκετά πιο χαμηλά από αυτή του ενδιαφερόμενου μέρους, στους υπόλοιπους δείκτες της αξίας και των προσόντων κρίθηκαν  ισοδύναμες και αφού δεν υπερείχε σε οποιοδήποτε άλλο κριτήριο, εκτός της αρχαιότητας, η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν εύλογα επιτρεπτή. Η εισήγηση για απόδοση υπερβολικής βαρύτητας στις συνεντεύξεις απορρίπτεται. Σχετικά είναι τα όσα λέχθηκαν στην πρόσφατη απόφαση στην Π. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 684/2004, ημερ. 7.12.05  τα οποία υιοθετώ.

 

Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή. Η απόφαση της Επιτροπής είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λαμβάνει υπόψη όλα τα νόμιμα κριτήρια προσδίδοντας τους την κατάλληλη βαρύτητα μέσα στα όρια της διακριτικής της ευχέρειας.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                                                                                           Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.

                  

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο