ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 816/2004)
7 Αυγούστου, 2006
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Σ. Ανδρέου, για τον Αιτητή.
Κ. Στιβαρού, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 23.4.2001 η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (η Αρχή) κυκλοφόρησε γνωστοποίηση κενών θέσεων στις οποίες περιλαμβανόταν και μια θέση Ανώτερου Τεχνικού (Ηλεκτρολογία), Γραφείο Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου. Μεταξύ άλλων, αποτάθηκαν για προαγωγή στη θέση ο Γρηγόρης Γρηγορίου και ο Ανδρέας Καβάζης. Στις 29.8.2001 η Αρχή προήγαγε στη θέση τον υποψήφιο Σάββα Χατζηλούκα. Η προαγωγή του Σάββα Χατζηλούκα προσβλήθηκε από το Γρηγόρη Γρηγορίου με την προσφυγή 927/2001 και τον Ανδρέα Καβάζη με την προσφυγή 938/2001. Αφού οι δύο προσφυγές συνεκδικάστηκαν, το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε, στις 8.9.2003, την απόφασή του, με την οποία η μεν προσφυγή 927/2001 απορρίφθηκε, λόγω απώλειας του αντικειμένου της ενόψει της απόφασης στην προσφυγή 938/2001, η δε προσφυγή 938/2001 πέτυχε, για το λόγο ότι ο νόμος, δυνάμει του οποίου ο Σάββας Χατζηλούκα πήρε προβάδισμα στην πλήρωση της επίδικης θέσης (Νόμος 55(Ι)/1997, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 10(Ι)/1998), κρίθηκε αντισυνταγματικός στη Δημοκρατία ν. Κωνσταντίνου (2002) 3 ΑΑΔ 534. Συνακόλουθα, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, αφού ενημερώθηκε για την ακυρωτική απόφαση, στις 9.3.2004 αποφάσισε την παραπομπή του θέματος της πλήρωσης της θέσης ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για επανεξέταση. Στις 20.4.2004 η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής, αφού επανεξέτασε το θέμα, αποφάσισε ομόφωνα να συστήσει την προαγωγή του Ανδρέα Καβάζη στη θέση, αναδρομικά από 1.9.2001. (Παράρτημα 9 στην Ένσταση).
Το ουσιώδες απόσπασμα από τα πρακτικά της 20.4.2004 έχει ως εξής:
"Συστάσεις και απόψεις του Διευθυντή
«Μελέτησα προσεκτικά τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις όλων των υποψηφίων, που καλύπτουν και αναφέρονται στην επίδοση τους μέχρι τον ουσιώδη χρόνο και διαβουλεύθηκα με τους άμεσα προϊσταμένους τους.
Αφού διεξήγαγα τη δική μου έρευνα, διαπιστώνω ότι οι υποψήφιοι ...................... δεν είναι προσοντούχοι υποψήφιοι για την κρινόμενη θέση.
Αξιολογώντας τους υπόλοιπους υποψηφίους και εκτιμώντας τις ανάγκες της υπηρεσίας, την προσφορά τους στην εργασία, τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους καθώς και τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής στο σύνολο τους καθώς επίσης την επίδοση τους στην υπηρεσία όπως παρουσιάζονται στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, κρίνω ότι ο Ανδρέας Καβάζης, είναι ο καταλληλότερος υποψήφιος για προαγωγή και ως εκ τούτου τον συστήνω για προαγωγή στη θέση του Ανώτερου Τεχνικού (Ηλεκτρολογία), Κλίμακα Α9, στο Γραφείο Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου.»
Ακολούθως ο Διευθυντής αποχώρησε από την συνεδρίαση.
Αφού αποχώρησε, τα Μέλη μελέτησαν εκ νέου με μεγάλη προσοχή και αξιολόγησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία, περιλαμβανομένων και των παραδεδεγμένων κριτηρίων προαγωγής στο σύνολό τους, που αφορούν τους υποψηφίους και ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο λήψης της ακυρωθείσας απόφασης, όπως παρουσιάζονται στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και στους προσωπικούς τους φακέλους και αφού, έλαβαν δεόντως υπόψη τους τη σύσταση του Διευθυντή, με την οποία συμφωνούν και υιοθετούν, επέλεξαν τον Ανδρέα Καβάζη, ως τον πιο κατάλληλο υποψήφιο και αποφάσισαν ομόφωνα να συστήσουν στην Αρχή την προαγωγή του στη θέση του Ανώτερου Τεχνικού (Ηλεκτρολογία), Κλίμακα Α9, στο Γραφείο Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου, αναδρομικά από την 1η Σεπτεμβρίου 2001."
Ακολούθως, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, κατά τη συνεδρία του της 1.6.2004, αποφάσισε ομόφωνα την προαγωγή του Ανδρέα Καβάζη στη θέση. (Παράρτημα 10 στην Ένσταση).
Το ουσιώδες απόσπασμα από τα πρακτικά της 1.6.2004 έχει ως εξής:
"Στη συνέχεια, τα Μέλη έλαβαν επίσης εκ νέου δεόντως υπόψη τους τις ήδη δοθείσες συστάσεις και απόψεις των προϊσταμένων Διευθυντών των υποψηφίων, όπως αυτές είναι καταγραμμένες στα πρακτικά της συνεδρίας της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής για Προαγωγές του Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού (στο εξής "η Επιτροπή Επιλογής"), ημερομηνίας 19 Ιουνίου 2001, καθώς επίσης, την Εισήγηση της Επιτροπής Επιλογής, με ημερομηνία 29 Ιουνίου 2001, τα οποία τέθηκαν ενώπιον των Μελών και αναφέρονται μέχρι τον ουσιώδη χρόνο.*
Τα Μέλη ερεύνησαν όλα τα πιο πάνω με τη δέουσα προσοχή για τον κάθε υποψήφιο ξεχωριστά. Επιπρόσθετα έλαβαν δεόντως υπόψη τις ομόφωνες συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, οι οποίες περιέχονται στα πρακτικά της συνεδρίας της με ημερομηνία 20 Απριλίου 2004 και τα οποία πρακτικά έχουν τεθεί ενώπιον των Μελών, κατά την παρούσα συνεδρία τους.
Στη συνέχεια, τα Μέλη κάλεσαν τον κ. Χαράλαμπο Κωνσταντινίδη, Γενικό Διευθυντή της Αρχής (στο εξής «ο Διευθυντής»), να προσέλθει στην συνεδρία για να δώσει νέα σύσταση που να καλύπτει την απόδοση των υποψηφίων μέχρι τον ουσιώδη χρόνο.
Μετά από προσεκτική μελέτη των προσωπικών φακέλων, των εμπιστευτικών εκθέσεων και φύλλων αξιολογήσεων των υποψηφίων, ο Διευθυντής πρότεινε για προαγωγή στην κρινόμενη θέση τον Ανδρέα Καβάζη, αφού προηγουμένως υιοθέτησε και επανέλαβε τη σύσταση του κ. Μωϋσή Σταύρου, ο οποίος κατά τη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού που έγινε στις 20 Απριλίου 2004, ασκούσε καθήκοντα Γενικού Διευθυντή.
Η εν λόγω σύσταση καταγράφεται στο πρακτικό της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, ημερομηνίας 20 Απριλίου 2004, αντίγραφο του οποίου τέθηκε ενώπιον των Μελών κατά την παρούσα συνεδρία τους.
Ακολούθως, ο Διευθυντής αποχώρησε από την αίθουσα πριν τη λήψη της απόφασης.
Στη συνέχεια, τα Μέλη μελέτησαν προσεκτικά και αξιολόγησαν τις εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης των υποψηφίων, που καλύπτουν και αναφέρονται στην επίδοσή τους μέχρι τον ουσιώδη χρόνο.
Τα Μέλη προχώρησαν στη δική τους ενδελεχή έρευνα, αξιολόγηση και σύγκριση όλων των υποψηφίων, με βάση όλα τα πιο πάνω ενώπιον τους στοιχεία και δεδομένα που αφορούν τους υποψηφίους, όπως παρουσιάζονται στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και στους προσωπικούς τους φακέλους, δηλαδή την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα και επίδοση τους στην υπηρεσία.
Αφού έλαβαν δεόντως υπόψη τους τις ομόφωνες συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, όπως επίσης τη σύσταση του Διευθυντή, καθώς επίσης τα ευρήματα του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην ακυρωτική απόφαση και έχοντας ως γνώμονα την υποχρέωση τους να επιλέξουν τον καταλληλότερο υποψήφιο, τα Μέλη αποφάσισαν ομόφωνα να προσφέρουν προαγωγή στον Ανδρέα Καβάζη, ως τον καταλληλότερο υποψήφιο σε σύγκριση με τους υπόλοιπους στη θέση Ανώτερου Τεχνικού (Ηλεκτρολογία), Κλίμακα Α9, στο Γραφείο Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου, αναδρομικά από την 1η Σεπτεμβρίου 2001."
Η πιο πάνω απόφαση της Αρχής για προαγωγή του Ανδρέα Καβάζη στη θέση είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Προβάλλονται, μεταξύ άλλων, ως λόγοι ακυρώσεως ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας και, συνακόλουθα, πλάνης περί τα πράγματα ενώ, ταυτόχρονα, τόσο η σύσταση του Διευθυντή όσο και η σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, αλλά και η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής, στερούνται επαρκούς αιτιολογίας.
Εις αντίκρουση των πιο πάνω λόγων, η δικηγόρος της Αρχής προέβαλε τη θέση ότι η ονομαστική αναφορά των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, όπως οι προσωπικοί φάκελοι των υποψηφίων, η πείρα, η αξία, η ικανότητα, η αρχαιότητα, τα προσόντα, η επίδοσή τους στην υπηρεσία κτλ, αποτελεί επαρκή αιτιολογία αν συναρτηθεί με τα στοιχεία των φακέλων τα οποία και την συμπληρώνουν εφόσον, από τα στοιχεία αυτά, προκύπτει "ευθέως και άμεσα" το σκεπτικό στη βάση του οποίου προτιμήθηκε ο Ανδρέας Καβάζης ως ο καταλληλότερος υποψήφιος για προαγωγή στη θέση. Συναφώς, η δικηγόρος της Αρχής, με παρέπεμψε στην Κουκουνίδης ν. ΡΙΚ (2004) 3 ΑΑΔ 510.
Η εισήγηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Από τα στοιχεία των φακέλων δεν προκύπτει "ευθέως και άμεσα" οποιαδήποτε αιτιολογία που να βαρύνει την πλάστιγγα υπέρ του Ανδρέα Καβάζη. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Τα στοιχεία που απαρίθμησε το Διοικητικό Συμβούλιο στην απόφασή του δε φαίνεται να υποστηρίζονται από τα στοιχεία των φακέλων. Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και με τη σύσταση του Διευθυντή, όπως και με την εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής. Αναφορικά με το στοιχείο της αξίας, ο αιτητής και ο Ανδρέας Καβάζης είναι ακριβώς ίσοι. Το ίδιο ισχύει και με τα προσόντα. Αναφορικά με την αρχαιότητα ο αιτητής έχει δέκα χρόνια αρχαιότητα, άρα και περισσότερη υπηρεσία από τον Ανδρέα Καβάζη. Η δεκάχρονη αυτή υπηρεσία συνεπάγεται, σύμφωνα με τη νομολογία, και περισσότερη πείρα, στοιχείο που προσθέτει στην αξία.
Όσα λέχθηκαν στην Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000) 3 ΑΑΔ 438, στη σελίδα 441, έχουν, κατά την άποψή μου, πλήρη εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση, με την έννοια ότι τα στοιχεία των φακέλων, όπου η παραπομπή από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, αλλά και το Διοικητικό Συμβούλιο, δεν είναι σαφώς και αρρήκτως συνδεδεμένα με τη ληφθείσα απόφαση έτσι που να μπορεί να λεχθεί ότι βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω της. Ότι, δηλαδή, καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση. Η παράλειψη εξειδίκευσης αφήνει σοβαρά ερωτηματικά ως προς το τι μέτρησε υπέρ του ενός και τι υπέρ του άλλου υποψήφιου. Δεν είναι, άλλωστε, έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου "για να κρίνει αν η απόφαση του διοικητικού οργάνου ήταν παρά την αόριστη ή ελλιπή αιτιολογία λογικά εφικτή". Το σχετικό απόσπασμα από την Ηλιόπουλος έχει ως εξής:
"Είναι στοιχειώδες πως η αιτιολογία μπορεί, σ΄ αυτές τις περιπτώσεις, να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων. Επίσης πως δεν αναμένεται, κατά την αιτιολόγηση, να μεταφέρεται στο πρακτικό το περιεχόμενο των φακέλων. Αναμένεται όμως να εξάγεται νόημα που να δικαιολογείται να αποδοθεί στο αποφασίζον όργανο. Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η μελέτη των στοιχείων και η διαμόρφωση κρίσης αναφορικά με το τι θα μπορούσε να επενεργήσει υπέρ ή εναντίον της όποιας προσέγγισης. Το Δικαστήριο δεν επιτελεί τέτοιο πρωτογενούς φύσης, έργο. Όπως έχει τονιστεί, είναι νοητή η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το περιεχόμενο των φακέλων αν προκύπτει από αυτό, τι ακριβώς είχε υπόψη το αποφασίζον όργανο όταν έπαιρνε την απόφαση. Στην απόφαση της Ολομέλειας στην Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145, το θέσαμε ως εξής:
Εν προκειμένω, η παράλειψη εξειδίκευσης αφήνει σοβαρά ερωτηματικά ως προς το τι μέτρησε υπέρ του ενός και τι υπέρ του άλλου. Και πρέπει να τονίσουμε εδώ πως η παραπομπή στα στοιχεία του φακέλου, ως συμπληρωματικών της αιτιολογίας, δεν αποτελεί πανάκεια. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα όταν τα στοιχεία αυτά είναι σαφώς και αρρήκτως συνδεδεμένα με τη ληφθείσα απόφαση έτσι που να μπορεί να λεχθεί ότι βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω της. Αν δηλαδή καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση. (Βλ. Vassiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 σελ. 185). Επίσης δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου "για να κρίνει αν η απόφαση του διοικητικού οργάνου ήταν, παρά την αόριστη ή ελλιπή αιτιολογία λογικά εφικτή". (Βλ. την απόφαση της Ολομέλειας Ι.Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 56."
Η επίδικη απόφαση είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Ενόψει τούτου, δεν θεωρώ χρήσιμο να επεκταθώ σε άλλους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η επίδικη απόφαση για προαγωγή του Ανδρέα Καβάζη στη θέση, αναδρομικά από 1.9.2001, ακυρώνεται.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ
* Η εισήγηση της Επιτροπής της επιλογής της 29.6.2001 ήταν ότι επικρατέστεροι υποψήφιοι για προαγωγή στη θέση ήταν, κατ΄ αλφαβητική σειρά, οι Γρηγόρης Γρηγορίου, Ανδρέας Καβάζης και Σάββας Χατζηλούκα. (Παράρτημα 4 στην Ένσταση).