ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 4 ΑΑΔ 686

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1145/2004)

 

7 Αυγούστου 2006

 

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,

Αιτητής,

- ν. -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Α. Αγρότη, για τον Αιτητή.

Λ. Ουστά, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Καμιά εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο.

---------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

            Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση, ημερ. 9 Σεπτεμβρίου 2004, με την οποία η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επέλεξε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Άννυ Σιακαλλή για τη μόνιμη θέση Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής).

 

            Ο αιτητής προβάλλει  ότι η Ε.Δ.Υ. (α) παρέλειψε να διερευνήσει δεόντως το κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε, σε ό,τι αφορά τα απαιτούμενα προσόντα, και εκείνα που εκτίθενται στην παράγραφο (3) του σχεδίου υπηρεσίας• (β) τελούσε υπό πλάνη αναφορικά με τα πρόσθετα προσόντα και την αξία του αιτητή, συγκριτικά με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο• (γ) απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση• (δ) απέτυχε να σταθμίσει ορθά τα δεδομένα • και (ε) δεν αιτιολόγησε την απόφασή της. 

 

            Η παράγραφος (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας απαιτεί, σε ό,τι αφορά τα προσόντα:

«Πολύ καλή γνώση των σχετικών με τις αρμοδιότητες του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης νομοθεσιών καθώς και της περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νομοθεσίας και των σχετικών Κανονισμών, των Γενικών Διατάξεων, των Δημοσιονομικών και Λογιστικών Οδηγιών και Κανονισμών Αποθηκών και του Ευρωπαϊκού κεκτημένου σε σχέση με τις αρμοδιότητες του Τμήματος.»

 

 

Η Ε.Δ.Υ., ερμηνεύοντας αυτή την πρόνοια, θεώρησε ότι:

«υποψήφιοι οι οποίοι παρακάθησαν και πέτυχαν στις εξετάσεις αναφορικά με την περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νομοθεσία και τους Σχετικούς Κανονισμούς, τις Γενικές Διατάξεις, τις Δημοσιονομικές και Λογιστικές Οδηγίες και Κανονισμούς Αποθηκών που διοργανώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα από το Υπουργείο Οικονομικών πληρούν την απαίτηση για πολύ καλή γνώση των νομοθεσιών αυτών.»

 

 

Δεν χρειάζεται να σχολιάσω αυτή τη θεώρηση γιατί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν πληρούσε τους εν λόγω όρους και δεν ήταν με βάση αυτούς που κρίθηκε ότι ικανοποιούσε την παράγραφο (3).  Η Ε.Δ.Υ. σημείωσε τι ήταν που το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε. Ήταν κάτι λιγότερο αλλά θεώρησε ότι, σε συνδυασμό με το ότι η το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τη θέση Αναπληρωτή Διευθυντή  του  Τμήματος  Αρχείου   Πληθυσμού   και  Μετανάστευσης  από 8 Αυγούστου 2003, κατείχε επομένως και τα προσόντα.  Παραθέτω το σχετικό μέρος των πρακτικών:

«Πέτυχε στις εξετάσεις για ορισμένους Νόμους στις Γενικές Διατάξεις, Δημοσιονομικές και Λογιστικές Οδηγίες και Κανονισμούς Αποθηκών.  Σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι είναι Αναπληρωτής Διευθυντής Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης από 8.8.03 ικανοποιεί και την παρ. (3) των Απαιτούμενων προσόντων.»

 

 

            Αναφορικά με τους υποψηφίους σε σχέση με τους οποίους δεν υπήρχαν στοιχεία από τα οποία να προέκυπτε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ότι κατείχαν τα όσα απαιτούσε η παράγραφος (3), η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε να διερευνήσει το θέμα, με τη βοήθεια του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, κατά την προφορική εξέταση την οποία θα διεξήγαγε για όλους τους υποψηφίους.  Με αυτό  τον τρόπο ήταν που ο αιτητής κρίθηκε προσοντούχος.

 

  Κατά τον αιτητή, την ίδια διαδικασία διακρίβωσης των προσόντων στα οποία αναφέρεται η παράγραφος (3) η Ε.Δ.Υ. θα έπρεπε να ακολουθούσε και  για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, ενώ  τα στοιχεία στα οποία στηρίχθηκε δεν δικαιολογούσαν την  άποψη  ότι  το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τα προσόντα.  Επιπλέον, ο αιτητής  επικρίνει  την Ε.Δ.Υ. γιατί έλαβε υπόψη της  ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τη θέση ως Αναπληρωτής.  Εισηγείται ότι αυτό συνιστούσε άνιση μεταξύ τους μεταχείριση  και παραπέμπει σε νομολογία που δεν επιτρέπει διαφοροποιήσεις με αναφορά στο είδος των καθηκόντων που ανατίθενται στους υπαλλήλους.

 

Η απλή απάντηση στα όσα τέθηκαν σε σχέση με τα εν λόγω προσόντα, είναι ότι η κα Σιακαλλή ήταν προσοντούχος από το γεγονός και μόνο ότι ήταν διορισμένη στην υπό πλήρωση θέση ως Αναπληρωτής. Δεν επρόκειτο για περίπτωση ανάθεσης καθηκόντων και δεν μπορεί να εγείρεται ζήτημα σύγκρισης με άλλους. Επρόκειτο περί διορισμού της στη θέση Αναπληρωτή και ο διορισμός προϋπέθετε κατοχή των απαιτουμένων προσόντων.  Παραθέτω τις σχετικές με το θέμα διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου:

«Ερμηνεία    26.  .. "διορισμός" σημαίνει την απονομή θέσης σε πρόσωπο που δεν είναι στη δημόσια υπηρεσία ή την απονομή σε υπάλληλο θέσης άλλης από αυτή που κατέχει μόνιμα και που δεν αποτελεί προαγωγή• ο όρος "διορίζω" ερμηνεύεται ανάλογα•

                        ...............................

   Προσόντα          Κανένας δε διορίζεται στη δημόσια υπηρεσία, εκτός αν -

για διορισμό       ......................

(γ) κατέχει τα προσόντα που καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας για τη θέση στην οποία πρόκειται να γίνει ο διορισμός•

 

Αναπληρω-

τικοί διο-

ρισμοί

 

 

42. - (1)      42. - (1)  Όταν κενούται θέση για οποιοδήποτε λόγο ή ο κάτοχος αυτής απουσιάζει με άδεια ή δεν μπορεί να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης του, δύναται να διοριστεί άλλο πρόσωπο για να ενεργεί αναπληρωματικά στη θέση αυτή κάτω από τέτοιους όρους, όπως θα καθοριστούν.

 

  (2) Αναπληρωτικός  διορισμός  γίνεται  ύστερα από σύσταση της αρμόδιας αρχής.»

 

 

            Ισχύει, κατ΄ αναλογία, ο κανόνας που τέθηκε στην Πογιατζή ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 422.  Η έλλειψη, ενδεχομένως, της δυνατότητας  κάποιου να προσβάλει ένα τέτοιο διορισμό δεν αναιρεί τον κανόνα:  βλ. Δημοκρατία ν. Αντωνίου (2002) 3 Α.Α.Δ. 468.

 

Προχωρώ στα δεδομένα της συγκριτικής θεώρησης των υποψηφίων. Η διεξαχθείσα  προφορική εξέταση κάλυψε, για όλους τους υποψηφίους, «θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης καθώς και των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας, της διοικητικής και διευθυντικής ικανότητας των υποψηφίων, της ικανότητάς τους για επικοινωνία, περιλαμβανομένης της έκφρασης, ολοκλήρωσης σκέψης, σαφήνειας πειστικότητας, και γενικά της ικανότητάς τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις της θέσης».              Η γενική εντύπωση της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με την απόδοση του αιτητή και του ενδιαφερομένου προσώπου κατά την προφορική εξέταση, καταγράφηκε και αιτιολογήθηκε ως εξής:

«ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Ανδρέας:  Πάρα πολύ καλός.  Απάντησε σε όλες σχεδόν τις ερωτήσεις που του τέθηκαν με επιχειρήματα και με άμεσες απαντήσεις.  Είναι πολύ καλός χρήστης της γλώσσας και απαντά επί της ουσίας των θεμάτων.  Υπήρξαν, όμως, μερικές ερωτήσεις στις οποίες οι απαντήσεις που έδωσε δεν ήταν πλήρως τεκμηριωμένες και κάπως γενικές. Έχει άρτια κατάρτιση σε θέματα πληροφορικής και τεχνικά θέματα.  Σαν προσωπικότητα κρίνεται ώριμη, με αρκετές εμπειρίες, πειστική και με αυτοπεποίθηση.

....................................

 

ΣΙΑΚΑΛΛΗ Άννυ:  Σχεδόν εξαίρετη.  Απάντησε με ψυχραιμία, άνεση και πλήρη επιχειρηματολογία σε όλες σχεδόν τις ερωτήσεις που της τέθηκαν.  Διαθέτει εξαίρετη κατάρτιση στο γνωστικό αντικείμενο της θέσης που διεκδικεί και πάρα πολλές εμπειρίες σε όλα τα θέματα του Τμήματος.  Οι πλείστες απαντήσεις της ήταν σαφείς και τεκμηριωμένες, επί της ουσίας και με πειστικά επιχειρήματα.  Είναι σοβαρή, ψύχραιμη και διακατέχεται με πάθος για την εργασία της.  Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα.»

 

 

            Ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, ο οποίος έλαβε μέρος στην προφορική εξέταση, σύστησε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο χωρίς να προσθέσει αιτιολογία.  Υπενθυμίζω ότι σε διαδικασία πρώτου διορισμού και προαγωγής το άρθρο 34(9) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90 όπως έχει τροποποιηθεί) δεν προβλέπει αιτιολογία και η νομολογία δεν την απαιτεί.  Επιδρά όμως στην αξία της: βλ. Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου κ.ά., Α.Ε. 3585, ημερ. 11 Μαΐου 2006.

 

            Η Ε.Δ.Υ. επέλεξε την κα Σιακαλλή για τους ακόλουθους, καθώς εξήγησε, λόγους:

       «Η Σιακαλλή αξιολογήθηκε από την Επιτροπή ως Σχεδόν εξαίρετη, σε υψηλότερο δηλαδή επίπεδο από όλους τους υποψηφίους, ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ΄ αυτές των πέντε τελευταίων χρόνων, και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ της σύσταση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή.  Ειδικότερα, συγκρινόμενη η επιλεγείσα με τους ανθυποψηφίους της, έναν προς έναν ξεχωριστά, αυτή υπερτερεί λόγω κλίμακας, επίσης δεν υστερεί σε αξία και προσόντα έναντι του Θεοδώρου Γεώργιου, του οποίου η αρχαιότητα ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης.  Έναντι του Μαυρονικόλα Διονύσιου, η επιλεγείσα υπερτερεί σε αρχαιότητα και δεν υστερεί σε αξία έναντι του Πολυδώρου Μάκη, η επιλεγείσα υπερτερεί σε αρχαιότητα και δεν υπερέχει σε αξία και προσόντα.  Σε μια γενική συνεκτίμηση όλων των νόμιμων κριτηρίων και λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό πλήρωση θέση είναι διευθυντική, όπου η απόδοση στην προφορική εξέταση έχει βαρύνουσα σημασία, η Επιτροπή έκρινε ότι η Σιακαλλή Άννυ υπερέχει των λοιπών υποψηφίων.

 

        Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι οι Κυπριανού Ανδρέας και Μαυρονικόλας Διονύσιος διαθέτουν μεταπτυχιακά προσόντα, τα οποία είναι μεν σχετικά με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν και, ως εκ τούτου, τους έδωσε την ανάλογη βαρύτητα, η οποία όμως δε μπορεί να ανατρέψει την υπεροχή της επιλεγείσας, όπως αυτή παρατίθεται αναλυτικά πιο πάνω.»

 

 

             Σε αξία, ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν ήταν ακριβώς ισοδύναμοι.  Κατά τα τελευταία χρόνια, που είναι βέβαια τα πιο σημαντικά, η διαφορά μεταξύ τους είναι μάλλον οριακή αλλά, προχωρώντας πιο πίσω, η ψαλίδα μεγαλώνει.  Η αντίστοιχη εικόνα για τα τελευταία δώδεκα έχει ως εξής.  Από το 1992 το ενδιαφερόμενο πρόσωπο βαθμολογείτο  με εξαίρετα σε όλα τα στοιχεία, αφαιρουμένου όμως του 1997 για το οποίο οι αξιολογήσεις θεωρήθηκαν άκυρες για όλους τους υπαλλήλους του Υπουργείο στο οποίο υπηρετούσε.  Ο αιτητής, από την  άλλη μεριά,  βαθμολογήθηκε για το 2003 και  2002  με 8 Ε • για το 2001 και 2000 με 7 Ε - 1 Π.Ι.• για το 1999  και  1998 με 6 Ε - 2 Π.Ι.• για το 1997 με 5 Ε - 3 Π.Ι.• για το 1996 με 4 Ε - 4 Π.Ι.• για το 1995  με  3 Ε - 5 Π.Ι.• για  το  1994  με  2 Ε -  6 Π.Ι.•  για  το  1993 με 1 Ε - 7 Π.Ι.• για το 1992 με 1 Ε - 6 Π.Ι. - 1 Ι. Στην υπόθεση Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374, στην οποία με παρέπεμψε η συνήγορος του αιτητή, αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά με τη συνολική εικόνα (στη σελ. 389):

«Καθώς η Ολομέλεια υπέδειξε στη Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74 (στη σελ. 82), πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ολόκληρη η σταδιοδρομία των υποψηφίων παρόλο που αναγνωρίζεται και η σημασία των πιο πρόσφατων εκθέσεων.  Το ίδιο επαναλήφθηκε και στη Republic v. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217 στη σελ. 1224.  Έπειτα, υπενθυμίζουμε πως για την κατάταξη των υποψηφίων σημασία είχε η συνολική εικόνα βλ. Republic v. Roussos (ανωτέρω) εκτός αν, με αναφορά σε συγκεκριμένες ανάγκες της περίπτωσης όπως προκύπτουν από το σχέδιο υπηρεσίας, εξειδικευθεί η ιδιαίτερη σημασία των όποιων επί μέρους (η παρούσα δεν ήταν όμως μια τέτοια περίπτωση).»

 

 

Επομένως, δεν δικαιολογείται παρέμβαση σε ό,τι αφορά την αντίληψη της Ε.Δ.Υ. σχετικά με την αντίστοιχη βαθμολογημένη αξία.  Ως προς τα προσόντα υπερτερούσε, και εντυπωσιακά μάλιστα, ο αιτητής.  Η Ε.Δ.Υ κατηύθυνε και σ΄ αυτά την προσοχή της και τα σχολίασε.  Σημείωσε επίσης ότι ο αιτητής είχε, λόγω κλίμακας, προβάδισμα σε αρχαιότητα  αλλά, σε τέτοιες περιπτώσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής, η σημασία της είναι πολύ περιορισμένη: βλ. Δημοκρατία ν. Αντωνίου (Αρ. 2) (2002) 3 Α.Α.Δ. 740.  Δεν διέκρινα οποιαδήποτε πλάνη.

 

            Τελικά, η υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου διαφορά σε βαθμολογημένη αξία και σε απόδοση στην προφορική εξέταση - αφήνω κατά μέρος τη σύσταση - μπορούσε εν προκειμένω να επικρατήσει έναντι της υπέρ του αιτητή διαφοράς σε προσόντα και σε αρχαιότητα.  Η Ε.Δ.Υ. ενήργησε εντός των πλαισίων της ευρείας διακριτικής της ευχέρειας και αιτιολόγησε την απόφαση της επαρκώς.  Δεν παρέχεται περιθώριο για δικαστική παρέμβαση.

 

            Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

                                                                        Γ.Κ. Νικολάου,

                                                                                       Δ.

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο