ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 468/2005)
11 Iουλίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΝΑΤΑΛΗ ΛΟΪΖΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________
Α. Σολουκίδου(κα), για Χρύση Δημητριάδη και Σια, για την Αιτήτρια.
Ελ. Λοϊζίδου(κα), Ανωτ. Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
_________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια δεν συμπεριελήφθη στον κατάλογο των υποψηφίων για τη θέση Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου σε έκτακτη βάση. Σχετική ένστασή της απορρίφθηκε στις 25.2.2005. Εναντίον της απόρριψης άσκησε την παρούσα προσφυγή.
Ψυχολόγοι προσλαμβάνονται στην Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού έναντι κενών μονίμων θέσεων καί σύμφωνα με το ισχύον σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Η διαδικασία αφορούσε πρόσληψη εκτάκτων υπαλλήλων, σύμφωνα με τον περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εκτάκτων Υπαλλήλων στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία Νόμο του 1995, Ν.108(Ι)/95.
Για την πρόσληψη έκτακτων Εκπαιδευτικών Ψυχολόγων συστάθηκε τριμελής Επιτροπή βάσει του άρθρου 3(6)(γ). Η Επιτροπή έκρινε ότι ο μεταπτυχιακός τίτλος της αιτήτριας MSc σε Child Development, δεν εμπίπτει στις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας το οποίο απαιτούσε πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στη Ψυχολογία και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο στην Εκπαιδευτική ή Σχολική ή Κλινική Ψυχολογία, διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους.
Στην απόφαση για τον αποκλεισμό της από τον κατάλογο προτεινόμενων υποψηφίων η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση. Στην προσπάθειά της να αποδείξει ότι κατείχε το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας μεταπτυχιακό δίπλωμα, επισύναψε διάφορα πιστοποιητικά.
Τριμελής Επιτροπή Ενστάσεων που συνήλθε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 4 (2) (δ), απέρριψε στις 24.2.2005 τις υποβληθείσες ενστάσεις, μεταξύ των οποίων και αυτήν της αιτήτριας, γιατί οι υποψήφιες δεν κατείχαν μεταπτυχιακό τίτλο σε σχετικό θέμα.
Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι της προσβαλλόμενης απόφασης δεν προηγήθηκε δέουσα έρευνα. Υποστηρίζει ότι ο μεταπτυχιακός της τίτλος έχει κατεύθυνση στην Εκπαιδευτική Ψυχολογία. Παραπέμπει σχετικά στην επισυναφθείσα στην ένστασή της βεβαίωση του Ανώτερου Λέκτορα Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας του τμήματος του πανεπιστημίου από το οποίο απέκτησε το μεταπτυχιακό της τίτλο, σύμφωνα με την οποία η κατεύθυνση του μεταπτυχιακού της είναι στην εκπαιδευτική ψυχολογία. Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι δεν έγινε οποιαδήποτε έρευνα για να διαπιστωθεί κατά πόσο το δίπλωμά της εμπίπτει στην εκπαιδευτική ψυχολογία.
Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι αρμόδιο όργανο για την ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας είναι πάντα το διορίζον όργανο και η ερμηνεία που δόθηκε ήταν εύλογα επιτρεπτή. Λήφθηκαν υπ΄ όψιν όλα τα στοιχεία, μεταξύ των οποίων και η βεβαίωση του καθηγητή της, καθώς και η σχετική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, στην οποία παρουσιαζόταν ότι στο ίδρυμα από το οποίο αποφοίτησε η αιτήτρια παρέχονται εξειδικευμένες σπουδές.
Η προσφυγή θα πρέπει να επιτύχει και η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί, πράγματι, φαίνεται ότι πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας.
Η Επιτροπή Ενστάσεων φαίνεται ότι παραδέχεται ότι η αιτήτρια κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα, όμως ήταν της άποψης ότι ο τίτλος της ήταν σε ειδικότητα εκτός του σχεδίου υπηρεσίας.
Η διαδικασία υποβολής ένστασης κατά των καταλόγων προβλέπεται από το άρθρο 4 (2) (δ) του Νόμου. Εν όψει των στοιχείων που η αιτήτρια έθεσε ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων και ειδικότερα εν όψει της βεβαίωσης του υπεύθυνου καθηγητή ότι ο τίτλος της ανήκε στον κλάδο της εκπαιδευτικής ψυχολογίας, θα έπρεπε η Επιτροπή Ενστάσεων να προβεί σε περαιτέρω έρευνα. Θα έπρεπε δηλαδή να ερευνήσει κατά πόσο ο συγκεκριμένος τίτλος είχε αποκτηθεί σε μια από τις ειδικότητες του σχεδίου υπηρεσίας.
Αντ΄ αυτού η Επιτροπή διαπίστωσε ξερά ότι η αιτήτρια δεν είναι κάτοχος του προσόντος, χωρίς καμιά επεξήγηση της απόφασης, χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσω ότι οι σχετικοί με τις πληροφορίες από το διαδίκτυο ισχυρισμοί δεν επηρεάζουν την υπόθεση, αφού δεν υπάρχει στην επίδικη απόφαση οποιαδήποτε ένδειξη ότι έγινε σχετική έρευνα. Η αναφορά στο διαδίκτυο συνιστά στην ουσία μαρτυρία, η οποία έγινε απόπειρα να δοθεί μέσω του συνηγόρου των καθ΄ων η αίτηση, διαδικασία η οποία βέβαια δεν είναι, όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, αποδεκτή.
Η αποτίμηση των προσόντων των υποψηφίων και η αξιολόγησή τους, ανάγεται βέβαια στο διορίζον όργανο και το δικαστήριο δεν επεμβαίνει και δεν υποκαθιστά την κρίση του (βλέπε Ζαχαριάδης ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 722, 730). Στην παρούσα όμως περίπτωση, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Σε θεσμοθετημένη διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων τέθηκε υπ΄ όψιν της ένα νέο στοιχείο, η βεβαίωση από το συγκεκριμένο καθηγητή της αιτήτριας. Αναμενόταν διερεύνηση του θέματος για να αποφασιστεί κατά πόσο η ένσταση της αιτήτριας ευσταθούσε ή όχι. Αντ΄ αυτού η Επιτροπή περιορίστηκε να αναφέρει απλώς ότι η βεβαίωση ελήφθη υπ΄ όψιν.
Υπό τις περιστάσεις, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας και θα πρέπει να ακυρωθεί. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ