ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Caramondani Bros Ltd ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 2772
Δρουσιώτης ν. Δήμου Δατσιών (1992) 3 ΑΑΔ 437
Δημητριάδη Aνθή Δημήτρη και Άλλοι ν. Yπουργικού Συμβουλίου και Άλλων (1996) 3 ΑΑΔ 85
Νεοφύτου Χρίστος Λεωνίδα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 4 ΑΑΔ 145
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 409/2005)
28 Ιουλίου, 2006
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΥΠΡΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
Χρ. Νικολάου, για Π. Παύλου & Σία, για την Αιτήτρια.
Δ. Λυσάνδρου, Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου (αιτήτρια) αμφισβητεί την εγκυρότητα της απόφασης Υπουργικής Επιτροπής της 2/2/2005 (καθ'ων η αίτηση) με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της αιτήτριας για τη μετατροπή ενός χωραφιού σε οικόπεδα.
(α) Τα γεγονότα.
Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια ενός κτήματος στην Αγία Φύλα στη Λεμεσό. Το πιο πάνω τεμάχιο αποτελούσε μέρος ενός μεγαλύτερου τεμαχίου που προέκυψε από διαχωρισμό το 1986 και είχε εγγραφεί ως χωράφι γιατί η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου είχε πληροφορήσει το Δήμο Λεμεσού ότι δεν μπορούσε να τροφοδοτήσει το τεμάχιο αυτό με ηλεκτρισμό, αφού από πάνω του περνούσε εναέρια γραμμή μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος. Στις 13/12/2000 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για τη μετατροπή του χωραφιού σε οικόπεδο στο Δήμο Λεμεσού (ως Πολεοδομική Αρχή), η οποία όμως απορρίφθηκε στις 27/9/2001 γιατί,
(i) Η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου αρνήθηκε να δώσει τη συγκατάθεση της λόγω της ύπαρξης καλωδίων ψηλής τάσης πάνω από το ακίνητο,
(ii) Η πρόσοψη του προτεινόμενου οικοπέδου ήταν μόνο 8 μέτρα, δηλαδή λιγότερο από το επιτρεπόμενο όριο.
Η αιτήτρια υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, η οποία απορρίφθηκε την 21/10/2003 από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή. Ακολούθως η αιτήτρια καταχώρισε την υπ' αρ. 75/2003 προσφυγή στην οποία κρίθηκε στις 30/4/2004 ότι υπήρχε έλλειψη αιτιολογίας αναφορικά με την αντίδραση της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, η οποία είχε θεωρηθεί από την Υπουργική Επιτροπή ως ουσιώδης παράγων.
Μετά την πιο πάνω κατάληξη το Υπουργείο Εσωτερικών εισηγήθηκε στην Υπουργική Επιτροπή να ανακαλέσει την προηγούμενη ακυρωθείσα απόφαση της της 21/10/2002. Η Υπουργική Επιτροπή ανακάλεσε την απόφαση της της 21/10/2002 και στις 16/12/2004 αποφάσισε εκ νέου την απόρριψη της αίτησης για τη μετατροπή του χωραφιού σε οικόπεδο, με την πιο κάτω αιτιολογία:
"Η αιτούμενη ανάπτυξη δεν είναι εφικτή επειδή το αναφερόμενο τεμάχιο επηρεάζεται από την ύπαρξη εναέριων καλωδίων μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής τάσης και κρίνεται αναγκαία, για σκοπούς διασφάλισης της δημόσιας υγείας η διατήρηση λωρίδας πλάτους 25 μέτρων τουλάχιστον κάτω από τον άξονα της ανωτέρω γραμμής μεταφοράς χωρίς οποιαδήποτε ανάπτυξη. Το εμβαδό και οι διαστάσεις των τμημάτων της ιδιοκτησίας που απομένουν εκτός της ανωτέρω ζώνης δεν επιτρέπουν την οικοπεδοποίηση της και τη διασφάλιση οικοδομικής αξιοποίησης, σύμφωνα με την επιτρεπόμενη χρήση, το συντελεστή δόμησης και το ποσοστό κάλυψης της περιοχής."
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Η αιτήτρια υπέβαλε ότι η πιο πάνω απόφαση είναι παράνομη γιατί
(i) Εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο,
(ii) Λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη κατά παράβαση της αρχής του δεδικασμένου,
(iii) Είναι το αποτέλεσμα αντιφατικής συμπεριφοράς της διοίκησης και παραβίασης της αρχής της καλής πίστης.
(i) Η απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο.
Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας ότι το αρμόδιο όργανο για την εξέταση της αίτησης της αιτήτριας μετά από την ακυρωτική απόφαση ήταν ο Δήμος Λεμεσού ως Πολεοδομική Αρχή και όχι η Υπουργική Επιτροπή. Και τούτο γιατί με την ακυρωτική απόφαση ακυρώθηκε τόσο η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, όσο και η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής, η οποία έχοντας χάσει την αυτοτέλειά της, όπως υπέδειξε το Δικαστήριο, ενσωματώθηκε στην απόφαση για την ιεραρχική προσφυγή. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι υπάρχει παράβαση ουσιώδους τύπου συνισταμένη σε παράλειψη των καθ'ων η αίτηση να συμπεριλάβουν στο κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης τα διαθέσιμα μέσα θεραπείας σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 5 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/99.
Η εισήγηση της αιτήτριας είναι ανεδαφική. Η επανεξέταση μιας ακυρωθείσας απόφασης αρχίζει από το στάδιο στο οποίο διαπιστώθηκαν πλημμέλειες, με εφαρμογή του πραγματικού και νομικού καθεστώτος που εφαρμοζόταν κατά το χρόνο της ακυρωθείσας πράξης. (Βλ. Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437). Στην παρούσα περίπτωση ορθά η επανεξέταση αναλήφθηκε από την Υπουργική Επιτροπή, η οποία αφού ανακάλεσε την προηγούμενη απόφαση της και έλαβε υπόψη τα σημεία που κρίθηκαν τρωτά στην ακυρωτική απόφαση, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης.
Αναφορικά με την εισήγηση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αναφέρει τα διαθέσιμα μέσα θεραπείας που προσφέρονται στην αιτήτρια, σημειώνεται ότι η επίδικη απόφαση αποστάληκε στους δικηγόρους της αιτήτριας οι οποίοι καταχώρισαν την παρούσα προσφυγή και ότι η παράλειψη αυτή δεν επέφερε δυσμενείς επιδράσεις στην αιτήτρια. (Βλ. Caramondani Bros. Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2772).
(ii) Παράβαση του δεδικασμένου λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Στην ακυρωτική απόφαση της προσφυγής 75/2003 σημειώθηκαν από το Δικαστή Καλλή τα πιο κάτω:
"Έχω την άποψη πως ισχύουν τα νομολογηθέντα στην Μυλωνάς (πιο πάνω). Στην παρούσα υπόθεση - όπως και στην Μυλωνάς - δεν εξηγείται γιατί η ένσταση της Α.Η.Κ. θεωρήθηκε ως «ουσιώδης παράγων» και καθοριστικός για την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής και αργότερα της Υπουργικής Επιτροπής. Περαιτέρω καθήκον της Διοίκησης ήταν η αξιολόγηση όλων των ουσιωδών στοιχείων πριν καταλήξει στην απόφαση της και η αιτιολόγηση της με αναφορά προς το αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας. Υπάρχει επομένως κενό στην αιτιολογία της απόφασης το οποίο δεν μπορεί αναντίλεκτα να πληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου. Έπεται πως η αιτιολογία του πρώτου σκέλους της προσβαλλόμενης απόφασης - ότι η Α.Η.Κ. δεν δίνει τη συγκατάθεση της λόγω της ύπαρξης υψηλής τάσης - είναι ελλιπής. Για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Υπάρχει βέβαια και το δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας - ότι το τεμάχιο έχει πρόσοψη μόνο 8 μ. λιγότερο από το ελάχιστο επιτρεπόμενο. Ωστόσο είναι άγνωστο κατά πόσο η διοίκηση θα απέρριπτε την αίτηση για μόνο το λόγο που σχετίζεται με το μήκος της πρόσοψης. Ούτε και είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση αυτού του παράγοντος. Αυτό είναι αποκλειστικά έργο της Διοίκησης. Δεν μπορεί επομένως το Δικαστήριο να κρίνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση μπορεί να διασωθεί με βάση το δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας.
Δεν έχει παραγνωριστεί ότι σύμφωνα με τις απόψεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (βλ. επιστολή του ημερ. 26.2.2002) οι οποίες τέθηκαν ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής, η ύπαρξη της γραμμής υψηλής τάσης δεν επέτρεπε την οικοπεδοποίηση του τεμαχίου και τη διασφάλιση της δυνατότητας οικοδομικής αξιοποίησης του σύμφωνα με την επιτρεπόμενη χρήση, το συντελεστή δόμησης και το ποσοστό κάλυψης της περιοχής. Ωστόσο η προσβαλλόμενη απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής δεν παραπέμπει στις πιο πάνω απόψεις."
Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας ότι κατά την επανεξέταση δεν έγινε σε βάθος έρευνα για τον επηρεασμό της δημόσιας υγείας, η οποία αποτέλεσε τον κύριο λόγο άρνησης έκδοσης της αιτούμενης άδειας κατά παράβαση της αρχής του δεδικασμένου. Αντίθετα ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ'ων η αίτηση υποστήριξε ότι στη νέα απόφαση περιέχεται η απαραίτητη αιτιολογία.
Η εισήγηση της αιτήτριας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Στη νέα απόφαση των καθ'ων η αίτηση αναφέρεται ρητά ως λόγος απόρριψης η αναγκαιότητα της διασφάλισης της δημόσιας υγείας η οποία τίθεται σε κίνδυνο από την ύπαρξη εναέριων καλωδίων μεταφοράς ρεύματος ψηλής τάσης και για το λόγο αυτό καθίσταται αναγκαία η διατήρηση λωρίδας πλάτους 25 μέτρων κάτω από τις γραμμές μεταφοράς, χωρίς οποιαδήποτε ανάπτυξη. Το άμεσο αποτέλεσμα είναι ότι η ακίνητη περιουσία η οποία παραμένει δεν επιτρέπει την οικοπεδοποίηση του τεμαχίου σύμφωνα με το συντελεστή δόμησης και το ποσοστό κάλυψης της περιοχής. Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η Υπουργική Επιτροπή ακολούθησε τις δικαστικές υποδείξεις και αιτιολόγησε πλήρως την απορριπτική της απόφαση, χωρίς να έχει παραβιάσει την αρχή του δεδικασμένου.
Εξίσου ανεδαφική είναι και η εισήγηση ότι η Υπουργική Επιτροπή παρέλειψε να προβεί η ίδια σε έρευνα και περιορίστηκε στην εισήγηση του Υπουργείου Εσωτερικών. Όπως έχει νομολογικά καθιερωθεί η διενέργεια έρευνας δεν περιορίζεται στο ίδιο το αποφασίζον όργανο. Αντίθετα το αποφασίζον όργανο έχει τη διακριτική ευχέρεια να αναζητήσει τις απόψεις τρίτων (βλ. Δημητριάδη κ.ά. ν. Υπουργικού Συμβουλίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 85), ή να απευθυνθεί σε οποιοδήποτε θεωρεί ως αρμόδιο φορέα ή τμήμα και να ζητήσει τις απόψεις του (βλ. Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 776/2000 της 6/2/2002).
(iii) Παραβίαση της αρχής της καλής πίστης και αντιφατική συμπεριφορά της διοίκησης.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι οι καθ'ων η αίτηση έχουν παραβιάσει την αρχή της καλής πίστης λόγω της αντιφατικής συμπεριφοράς της διοίκησης, η οποία ενώ αρχικά είχε εγκρίνει την αίτηση για το διαχωρισμό του ακινήτου σε οικόπεδα, αργότερα δεν εξέδωσε πιστοποιητικό έγκρισης αφού εξαίρεσε το επίδικο τεμάχιο κατόπιν της ένστασης της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου να το ηλεκτροδοτήσει. Ακολούθως, ενώ η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου είχε δεχθεί να το ηλεκτροδοτήσει, μετέβαλε τη στάση της αποσύροντας τη συγκατάθεση της.
Και η εισήγηση αυτή είναι ανεδαφική. Όπως ορθά τονίστηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο των καθ'ων η αίτηση, το επίδικο θέμα στην παρούσα διαδικασία είναι η νομιμότητα της απορριπτικής απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής και όχι οι διάφορες τοποθετήσεις της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, οι οποίες δεν αποτελούν αντικείμενο αναθεωρητικού ελέγχου. Στην παρούσα περίπτωση η αρνητική στάση της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου θεωρήθηκε ως ένας ουσιώδης παράγων ο οποίος δικαιολογούσε την απόρριψη της αίτησης και οι αρχές της καλής πίστης δεν μπορούν να παραγνωρίζουν ένα τέτοιο σοβαρό θέμα που σχετίζεται άμεσα με τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας. (Βλ. Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191).
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ