ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 320/2005)
27 Ιουλίου, 2006
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΥΣΤΑΛΛΕΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΑΡΧΟΥ ΠΑΦΟΥ,
Καθ΄ ου η αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Μ. Μαλαχτού, για τον Καθ ΄ου η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου αρ. 139/Φ/Σχ. 26/57.Ε1 στο Νέο Χωρίο Πάφου, υπέβαλε στην αρμόδια Πολεοδομική Αρχή (Επαρχιακό Λειτουργό Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως) πολεοδομική αίτηση και στις 12.3.98 εξασφάλισε πολεοδομική άδεια για την ανέγερση κατοικίας στο συγκεκριμένο τεμάχιο. Η εν λόγω πολεοδομκή άδεια είχε ισχύ τριών χρόνων ήτοι, μέχρι 11.3.01. Στις 23.1.01 η αιτήτρια υπέβαλε την πιο πάνω πολεοδομική άδεια στο γραφείο του Επάρχου Πάφου μαζί με αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής. Ο Επαρχος Πάφου με επιστολή του ημερ. 14.3.02 πληροφόρησε την αιτήτρια ότι δεν ήταν δυνατή η έκδοση άδειας οικοδομής. Εναντίον της αρνητικής απάντησης του Επάρχου η αιτήτρια άσκησε την προσφυγή 433/02. Στις 16.9.03 το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση με την οποία ακύρωσε την προσβληθείσα διοικητική πράξη για τους λόγους που εξηγούνται στην εν λόγω απόφαση. Μετά την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση ζητήθηκε γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία «κατά πόσο θα ήταν νομικά εφικτή η εφαρμογή της δικαστικής απόφασης χωρίς την έκδοση πολεοδομικής άδειας». Ο Επαρχος Πάφου, αφού πήρε τη ζητηθείσα γνωμάτευση, πληροφόρησε την αιτήτρια με επιστολή του ημερ. 17.8.04 ότι θα προχωρούσε στην έκδοση της άδειας οικοδομής και πως θα έπρεπε να αποταθεί στην Πολεοδομική Αρχή για εξασφάλιση νέας πολεοδομικής άδειας με διάρκεια ισχύος τριών χρόνων από την ημερομηνία της γνωστοποίησης χορήγησης της άδειας. Με τη δικαιολογία ότι η αιτήτρια δεν έκαμε οποιαδήποτε ενέργεια σε σχέση με την πολεοδομική άδεια, ο Επαρχος Πάφου στις 13.1.05 εξέδωσε την αιτηθείσα άδεια οικοδομής με ημερομηνία λήξης την ημερομηνία κατά την οποία είχε λήξει η πολεοδομική άδεια δηλαδή την 11.3.01.
Με την υπό κρίση αίτηση η αιτήτρια ζητά:
«Α. Δήλωση και/ή διαταγή του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη εν μέρει για ότι αφορά την ημερομηνία λήξης της και άρα παράνομη, και στερημένη σ΄ ότι αφορά το ακυρωτικό μέρος αυτής οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος, η απόφαση του καθ΄ ου ημερ. 13.1.2005 με την οποίαν κατά παραβίαση του δεδικασμένου από την προσφυγή αρ. 433/2002 εξέδωσε μεν την άδεια οικοδομής (Β37/01), αλλά με ημερομηνία ήδη ληγμένη, πεπλανημένα από 11.3.2001.»
Η ευπαίδευτη δικηγόρος του καθ΄ ου η αίτηση επισημαίνει στη γραπτή αγόρευσή της, ότι το ζήτημα προς εξέταση είναι ο τρόπος με τον οποίο η διοίκηση όφειλε να ενεργήσει μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης του Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 433/02. Αναμφίβολα η αρμόδια αρχή, έπρεπε να επανεξετάσει την αίτηση για χορήγηση άδειας οικοδομής με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που είχε εκδοθεί η ακυρωθείσα απόφαση και ο χρόνος αυτός ήταν η 14.3.2002 δηλαδή, η ημερομηνία λήψης της απόφασης που ακυρώθηκε.
Η επανεξέταση, μετά την ακυρωτική απόφαση, σαφώς αφορούσε στην αίτηση για πολεοδομική άδεια ημερ. 23.1.2001. Κατά το χρόνο υποβολής της εν λόγω αίτησης, η πολεοδομική άδεια βρισκόταν σε ισχύ. Καθώς έχει ειπωθεί, η εν λόγω άδεια έληγε στις 11.3.2001. Αυτό ακριβώς το γεγονός έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη από τη Διοίκηση η οποία όφειλε να ενεργήσει στα πλαίσια της αρχής της καλής πίστης ή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, δηλαδή της επιβαλλόμενης ευθύτητας των διοικητικών οργάνων στις σχέσεις τους με τους διοικούμενους.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται κατά το μέρος που αυτή αναφέρεται στην ημερομηνία λήξης της ισχύος της επίδικης άδειας οικοδομής.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.