ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 724/2004)

 

19 Ιουνίου, 2006

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

AHMAD CHAUDHRY ADREES,

 

Αιτητής,

 

ν. 

 

                                   ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

                               1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,

 

Καθ' ων η αίτηση.

 

 

Σ. Δράκος, για τον Αιτητή.

 

Ν. Χαραλαμπίδου, Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα,  για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την ορθότητα της απόφασης των καθ'ων η αίτηση της 6/7/2004, με την οποία ανακλήθηκε η προσωρινή άδεια παραμονής του και εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης του.

 

(α) Τα γεγονότα.

Ο αιτητής, ο οποίος είναι ηλικίας 26 χρόνων και κατάγεται από το Πακιστάν, ήλθε στην Κύπρο στις 21/10/2003 και εξασφάλισε άδεια παραμονής ως φοιτητής στο Intercollege (Λάρνακας) για να παρακολουθήσει το διετές πρόγραμμα Hospitality (Hotel) Management.

 

Στις 5/7/2004 ο Αναπληρωτής Διοικητής της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως της Αστυνομίας κοινοποίησε στον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών επιστολή στην οποία περιλαμβανόταν ένας κατάλογος                       16 Πακιστανών υπηκόων, μεταξύ των οποίων και το όνομα του αιτητή, με τη σημείωση ότι,

 

     "Σύμφωνα με υπόμνημα ξένης Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών οι ως άνω αναφερόμενοι αλλοδαποί φέρονται να ενεργούν προς όφελος της τρομοκρατικής οργάνωσης AL-QAIDA υπό την Αρχηγία του υπ' αρ. 1 στο θέμα αλλοδαπού.

 

     Οι επιστολές του Αρχηγείου Αστυνομίας με στοιχεία ΤΑΕ/356/5/4(ΧΙΙ) ημερομ. 25/06/04, 05/07/04 και 06/07/04 είναι σχετικές και φωτοαντίγραφα αυτών επισυνάπτονται.

 

     Λόγω της σοβαρότητας του θέματος η παρούσα διαβιβάζεται για άμεση ενημέρωση και οδηγίες ως προς τον παραπέρα χειρισμό της υπόθεσης παρακαλώ."

 

 

Στον πιο πάνω κατάλογο, ο υπ' αρ. 1 αναφερόμενος Akram Muhammad, ηλικίας 39 χρόνων, από το Πακιστάν, ο οποίος φέρεται και ως ο αρχηγός της ομάδας, σύμφωνα με τα έγγραφα που είχαν βρεθεί στην κατοχή του κατείχε 11 διπλώματα της Πολεμικής Αεροπορίας του Πακιστάν ως Τεχνικός Πολεμικών Αεροσκαφών (τύπου F16 και Mirage), με ειδικότητα στους πυραύλους SAM 2. Ο πιο πάνω, μετά τη σύλληψη του, δήλωσε  ανακρινόμενος ότι από το 1985 ως το 2000 είχε υπηρετήσει πάνω σε μόνιμη βάση στην Πολεμική Αεροπορία του Πακιστάν, ότι ήταν παντρεμένος με δύο κόρες στο Πακιστάν και ότι ήλθε στην Κύπρο για να σπουδάσει Διεύθυνση Ξενοδοχείων, αναμένοντας την έκδοση βίζας για να μεταβεί στη Νέα Ζηλανδία. Ο Akram Muhammad ανέλαβε τη διαχείριση του τεμένους Λάρνακας, παρουσιαζόμενος ως Ιμάμης, σε βαθμό που του επέτρεπε να ηγείται και να έρχεται σε επαφή με τους ομόθρησκους του.

 

Επειδή ηγέρθησαν υποψίες εναντίον του, είχαν διενεργηθεί έρευνες για τον εντοπισμό του όπως επίσης και των άλλων προσώπων από το Πακιστάν, τα ονόματα των οποίων περιλαμβάνονταν στον κατάλογο που είχε δοθεί στο Υπουργείο Εσωτερικών και οι οποίοι βρίσκονταν στην Κύπρο. Οι έρευνες απέβησαν άκαρπες γιατί οι αλλοδαποί, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής, άλλαζαν συνεχώς διευθύνσεις χωρίς να ενημερώνουν τις αρχές, κατά παράβαση σχετικού όρου που είχε συμπεριληφθεί στην άδεια παραμονής τους. Ως αποτέλεσμα η άδεια παραμονής του αιτητή ακυρώθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών και εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης του. Ο αιτητής συνελήφθη στις 7/7/2004 και απελάθη στις 9/7/2004. Ο αιτητής ενημερώθηκε για την ανάκληση της άδειας παραμονής του και για την έκδοση των ενταλμάτων κράτησης και απέλασης του με την πιο κάτω επιστολή του Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

"Sir/Madam CHAUDHRY Andress Ahmad

 

     You are hereby informed that by virtue of the Aliens and Immigration Law, Cap. 105 and Laws No. 2/1972 to No. 164(1)/2001, your temporary residence permit was revoked and detention and deportation orders dated 6th of July 2004 have been issued against you. The reasons for the issue of the above orders are the following:

 

UNDERSIRABLE CHARACTER."

 

 

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής.

Προς υποστήριξη της θέσης του ότι οι διοικητικές πράξεις της ακύρωσης της προσωρινής άδειας παραμονής του και των εκδοθέντων διαταγμάτων  κράτησης και απέλασης ήταν παράνομες, ο αιτητής έχει προβάλει συγκεκριμένους λόγους, οι οποίοι περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων πλάνη περί το Νόμο και/ή τα πράγματα, έλλειψη αιτιολογίας, έλλειψη δέουσας έρευνας, παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης του αιτητή και του άρθρου 1 του                7ου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων                      (Ν. 18(ΙΙΙ)/2000), παραβίαση της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, παραβίαση του Συντάγματος και των αρχών εναντίον της δυσμενούς διάκρισης, παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και έλλειψη αρμοδιότητας οργάνου.

 

 

(i)     Πλάνη περί το Νόμο και/ή τα πράγματα.

Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι οι καθ'ων η αίτηση εσφαλμένα χρησιμοποίησαν ως νομική βάση των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης το εδάφιο (κ) του άρθρου 6(1) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 (όπως τροποποιήθηκε), αντί των εδαφίων (στ) ή (ζ), με αποτέλεσμα η απέλαση του να έχει καταστεί αναιτιολόγητη, αφού αφενός δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη για τους λόγους που σχετίζονται με τη δημόσια ασφάλεια κατά τις πρόνοιες των εδαφίων (στ) και (ζ) του άρθρου 6(1) και αφετέρου, γιατί ο αιτητής ως κάτοχος ισχύουσας άδειας φοιτητή με δικαίωμα παραμονής του στη Δημοκρατία μέχρι τις 30/10/2004 δεν είχε παραβιάσει οποιοδήποτε όρο, περιορισμό ή επιφύλαξη είτε του Νόμου είτε της άδειάς του.

 

Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

 

Το άρθρο 3(1) του Τροποποιητικού Νόμου του 1997 (Ν. 43/Ι)/97) δεν αποκλείει τη δυνατότητα ανάκλησης της άδειας φοιτητή για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας και η χρήση του εδαφίου (κ) του άρθρου 6(1) ως νομικής βάσης της έκδοσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή είναι ορθή, γιατί η ανάκληση της άδειας κατέστησε αυτοδίκαια τον αιτητή απαγορευμένο μετανάστη με βάση τόσο τη διάταξη του εδαφίου (στ) όσο και τη διάταξη του εδαφίου (κ) του άρθρου 6(1). Εφόσον δε ο αιτητής έχασε το έρεισμα της παραμονής του υπέκειτο σε απέλαση. Στην υπόθεση Kamran Sharajeel v. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 725/2004, της 17/3/2006), ο Κραμβής, Δ. απορρίπτοντας πανομοιότυπο ισχυρισμό που αφορούσε την απέλαση ενός από τους 16 αλλοδαπούς που φέρονταν αναμεμειγμένοι στην Al Qaida, έκρινε ότι η επίκληση των προνοιών του άρθρου 6(1) (κ) του Νόμου στα επίδικα διατάγματα ήταν ορθή και ότι δεν τεκμηριώθηκε νομική πλάνη, επισημαίνοντας ότι όταν μια διοικητική πράξη φέρει επάλληλες αιτιολογίες αρκεί η νομιμότητα μιας από αυτές για να υποστηρίξει την πράξη.

 

(ii)   Έλλειψη αιτιολογίας.

Ο ισχυρισμός του αιτητή για έλλειψη αιτιολογίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Μπορεί η επίδικη απόφαση της 6/7/2004 να μην περιέχει την απαραίτητη αιτιολογία, όμως η αιτιολογία μπορεί να εξαχθεί από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και από τα στοιχεία του φακέλου τα οποία παρουσιάζονται στο Δικαστήριο. (Βλ. Todorov v. Δημοκρατίας, Προσφυγή 109/2000, της 14/12/2000). Στην παρούσα περίπτωση η σχετική αιτιολογία εντοπίζεται μέσα στο περιεχόμενο των εγγράφων του διοικητικού φακέλου που υποδεικνύει την ανάμιξη του αιτητή στην ομάδα της οποίας ηγείτο ο Akram Muhammad.

 

 

(iii) Έλλειψη δέουσας έρευνας.

Η εισήγηση του αιτητή ότι οι καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να διεξαγάγουν τη δέουσα έρευνα κάτω από τις περιστάσεις είναι ανεδαφική. Από την ανάκριση στην οποία υπέβαλε η Αστυνομία τον αιτητή στις 2/7/2004 προκύπτει ότι ο αιτητής ενεργούσε υπό την καθοδήγηση του Akram Muhammad, ο οποίος φερόταν ως αρχηγός ομάδας προσώπων που ενεργούσαν προς όφελος της τρομοκρατικής οργάνωσης Al Qaida. Μπορεί το πιο πάνω συμπέρασμα να μην θεωρείται ως πλήρως αιτιολογημένο, όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε μια τέτοια περίπτωση η διακριτική ευχέρεια του κράτους σε θέματα δημόσιας ασφάλειας και ιδιαίτερα στις περιπτώσεις αλλοδαπών είναι αρκετά ευρεία. Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Yuri Kolomoets (Προσφυγή 426/97 της 30/4/1999),

 

"Όταν η διοίκηση επικαλείται λόγους ασφάλειας, η διακριτική της ευχέρεια να επιτρέψει ή όχι την παραμονή αλλοδαπού στο έδαφος της Δημοκρατίας γίνεται ακόμα πιο πλατειά. Οι κίνδυνοι στην εσωτερική τάξη και την εθνική ασφάλεια είναι ένας από τους βασικούς λόγους που δικαιολογείται η απέλαση αλλοδαπού."

 

 

 

(iv) Υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ'ων η αίτηση ενήργησαν καθ' υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας αφού κήρυξαν τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη, ενώ αυτός βρισκόταν νόμιμα στη Δημοκρατία χωρίς να έχει παραβιάσει οποιοδήποτε όρο από την άδεια παραμονής του.

 

Όπως ορθά υποδεικνύεται από την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση η κατάχρηση εξουσίας προϋποθέτει σύννομη διοικητική πράξη, η οποία εκδίδεται για διαφορετικό σκοπό από εκείνον ο οποίος έχει εγκριθεί νομοθετικά. Στην υπόθεση Akram Muhammad v. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 722/2004, της 27/3/2006, ο Νικολάτος, Δ. έκρινε ότι η κήρυξη του αιτητή ως ανεπιθύμητου προσώπου στη Δημοκρατία και η ακύρωση της άδειας παραμονής του από τον Υπουργό Εσωτερικών, κατόπιν πληροφοριών που περιήλθαν σε γνώση του τελευταίου και δημιουργούσαν σοβαρές υποψίες εμπλοκής του αιτητή σε τρομοκρατική οργάνωση, διενεργήθηκαν νόμιμα και καλόπιστα έστω και αν δεν δόθηκε στον αιτητή οποιαδήποτε προειδοποίηση.

 

Στην παρούσα περίπτωση ο αρμόδιος Υπουργός είχε τη διακριτική ευχέρεια να ακυρώσει την άδεια παραμονής του αιτητή, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 9(4) των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών, εφόσον κρίνεται ως απαγορευμένος μετανάστης. Αφού δε ο αιτητής είχε θεωρηθεί ως παράνομος μετανάστης, το δημόσιο συμφέρον αιτιολογούσε τόσο την ακύρωση της άδειας παραμονής του όσο και την κράτηση και την απέλασή του.

 

(v) Παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης το οποίο διασφαλίζεται με το άρθρο 1 του 7ου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) (το οποίο έχει επικυρωθεί με το Νόμο 18(ΙΙΙ)/2000). Τα ίδια δικαιώματα διασφαλίζονται με το άρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 164(Ι)/2001.

 

Η επίκληση του άρθρου 1 του 7ου Πρωτοκόλλου συνδέεται άμεσα με το αν ο αιτητής διαμένει νόμιμα στη Δημοκρατία. Στην παρούσα περίπτωση η άδεια παραμονής του αιτητή είχε ακυρωθεί και εξυπακούεται ότι οι πρόνοιες του άρθρου 1 του 7ου Πρωτοκόλλου δεν μπορούν να εφαρμοστούν, αφού η άδεια παραμονής του είχε ανακληθεί και η διαμονή του στη Δημοκρατία δεν ήταν νόμιμη.

 

Αναφορικά με την καταστρατήγηση του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 164(Ι)/2001) προκύπτει ότι ο αιτητής ενημερώθηκε για τους λόγους της απέλασης του με την επιστολή των καθ'ων η αίτηση της 6/7/2005 και ότι αυτός προέβαλε τις θέσεις του για την κράτηση και απέλαση του με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 7/7/2004.

 

Η επεξηγηματική έκθεση του 7ου Πρωτοκόλλου δεν επιβάλλει τη φυσική παρουσία του ενδιαφερόμενου προσώπου όταν εξετάζεται η υπόθεση του και επομένως η διαδικασία μπορεί να περιοριστεί στην έγγραφη μαρτυρία που υπάρχει ενώπιον του αρμόδιου οργάνου. (Βλ. επίσης Παπακόκκινου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 510).

 

Με βάση τα πιο πάνω κρίνω ότι δεν υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης του αιτητή.

 

Εξίσου ανεδαφικός είναι και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι υπήρξε θύμα μαζικής απέλασης. Και τούτο γιατί, ανεξάρτητα από την ταυτόχρονη απέλαση του μαζί με άλλα εννέα πρόσωπα, η δική του περίπτωση εξετάστηκε εξατομικευμένα μέσα στα πλαίσια των δικών του περιστατικών. Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Sharajeel v. Δημοκρατίας (πιο πάνω) η έννοια της "«μαζικής απέλασης» προϋποθέτει απουσία οποιασδήποτε εξατομικευμένης και ξεχωριστής εξέτασης της κάθε περίπτωσης από την ομάδα των υπό απέλαση προσώπων". Κρίθηκε εκεί ότι, όπως και στην παρούσα, "οι πληροφορίες αφορούσαν μια ομάδα ομόθρησκων αλλοδαπών ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο αιτητής, ότι η κάθε περίπτωση διερευνήθηκε ξεχωριστά με βάση τα δικά της πραγματικά περιστατικά με ξεχωριστές ανακρίσεις και ότι υπό τις περιστάσεις δεν υπήρχε θέμα μαζικής απέλασης κατά την έννοια του άρθρου 4, του 4ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ".

 

(vi) Παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και καλής πίστης.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ'ων η αίτηση παραβίασαν τις αρχές της χρηστής διοίκησης και καλής πίστης, αφού μεταξύ άλλων δεν εξέτασαν ότι ο αιτητής είχε δικαίωμα παραμονής σύμφωνα με άλλους νόμους της Δημοκρατίας οι οποίοι συνάδουν με το διεθνές δίκαιο, δεν έδωσαν στον αιτητή τη σχετική προειδοποίηση σύμφωνα με τον Κανονισμό 9(4) των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών του 1972 (Κ.Δ.Π. 242/72) και του αποστέρησαν το δικαίωμα πρόσβασης στο Ανώτατο Δικαστήριο λόγω παραβίασης του άρθρου 30.1 του Συντάγματος και του άρθρου 6(1) της Σύμβασης.

 

Και οι τρεις εισηγήσεις είναι ανεδαφικές. Αναφορικά με τον πρώτο λόγο θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει άλλος νόμος, οι πρόνοιες του οποίου θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην παρούσα περίπτωση. Αναφορικά με το           δεύτερο λόγο θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Υπουργός έχει τη διακριτική ευχέρεια σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 9(4) να ακυρώνει "πάραυτα" την άδεια παραμονής, εφόσον ο κάτοχος "ανακαλυφθεί ότι είναι απαγορευμένος μετανάστης ή ότι έχει παραβεί τους όρους και προϋποθέσεις υφ' ους εξεδόθη η άδεια εισόδου". Επομένως στην παρούσα περίπτωση η ακύρωση μπορούσε να εφαρμοστεί αμέσως, δηλαδή χωρίς προειδοποίηση. (Βλ. και Muhammad v. Δημοκρατίας (πιο πάνω)).

 

Αναφορικά με την παραβίαση του άρθρου 30.1 του Συντάγματος και του άρθρου 6(1) της Σύμβασης σημειώνεται ότι τόσον ο αιτητής όσον και ο δικηγόρος του γνώριζαν για την έκδοση της επίδικης απόφασης και θα μπορούσαν να προβούν στη λήψη όλων των ενδίκων μέτρων τα οποία θα μπορούσαν να αναστείλουν και να ακυρώσουν την απέλαση του.

 

Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια κρίνεται ότι δεν έχει παρατηρηθεί παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και καλής πίστης.

 

 

 

 

 

 

 

(vii) Δυσμενής διάκριση.

Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι οι επίδικες πράξεις συνιστούν δυσμενή διάκριση αφού λήφθηκαν με βάση την εθνική καταγωγή και τη θρησκεία του αιτητή. Η πιο πάνω εισήγηση παρέμεινε ατεκμηρίωτη. Σε κανένα στοιχείο των κατατεθέντων εγγράφων παρατηρείται οτιδήποτε το οποίο θα επιβεβαίωνε τον πιο πάνω ισχυρισμό.  Η απάντηση στην επιχειρηματολογία του αιτητή και κυρίως στους ισχυρισμούς για παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων του, δόθηκε στην υπόθεση Muhammad v. Δημοκρατίας (πιο πάνω) η οποία εφαρμόζεται απόλυτα και στην παρούσα περίπτωση. Το ακόλουθο απόσπασμα είναι πολύ διαφωτιστικό για την έκταση των δικαιωμάτων αλλοδαπών σε θέματα εισόδου και παραμονής σε ένα κράτος, όταν συντρέχουν λόγοι εσωτερικής δημόσιας τάξης και ασφάλειας:

 

     "Με βάση όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία, κρίνω ότι, στην περίπτωση αυτή, οι αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας ενήργησαν νόμιμα και καλόπιστα κατά την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας που αφορούν στην παραμονή αλλοδαπών στο έδαφός της. Κρίνω ότι κανένας από τους προβληθέντες λόγους ακυρώσεως των επιδίκων αποφάσεων ευσταθεί. Οι αρμόδιες αρχές ενήργησαν σύμφωνα με τους σχετικούς Νόμους και Κανονισμούς και με βάση τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιόν τους. Δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε παράβαση οποιουδήποτε δικαιώματος του αιτητή ή οποιασδήποτε παραδεδεγμένης νομικής αρχής. Οι σχετικές αποφάσεις λήφθηκαν από τα αρμόδια όργανα και υπό τις περιστάσεις ήταν επαρκώς αιτιολογημένες. Συναφώς παρατηρώ πως δεν αναμένεται ότι οι αρμόδιες αρχές ασφαλείας της Δημοκρατίας, θα κοινοποιούν σε ύποπτα πρόσωπα, όπως τον αιτητή, τις εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν υπόψη τους. Κατά την κρίση μου τα θεμιτά συμφέροντα του αιτητή προασπίζονται επαρκώς με το δικαίωμα προσφυγής του στο Δικαστήριο, το οποίο και άσκησε."

 

 

Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

 

 

(viii) Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ'ων η αίτηση παραβίασαν την αρχή της αναλογικότητας αφού δεν επέλεξαν τη λιγότερο επαχθή διαδικασία της προσαγωγής του αιτητή σε δίκη, παρά την καταφυγή στην απέλασή του. Και η εισήγηση αυτή είναι ανεδαφική. Ο αιτητής δεν είναι πολίτης της Δημοκρατίας αλλά αλλοδαπός, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του οποίου καθορίζονται με συγκεκριμένους νόμους. Το μέτρο της απέλασης έχει νομολογηθεί ότι δεν αποτελεί τιμωρία ή κύρωση αλλά διοικητικό μέτρο το οποίο λαμβάνεται από τα διάφορα κράτη για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της εθνικής τους κυριαρχίας.

 

Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

 

(ix) Η πράξη εκδόθηκε από αναρμόδιο πρόσωπο.

Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση πάσχει γιατί εκδόθηκε από τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών αντί από το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης. Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Όπως ορθά υποδεικνύεται από την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση η ανάκληση της άδειας παραμονής και η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη έγινε από τον Υπουργό Εσωτερικών σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου και του Κανονισμού 9 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών. Η έκδοση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης έγινε από τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ο οποίος διορίστηκε στη θέση αυτή από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στις 29/6/2004, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 9/7/2004.

 

 

 

 

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με £700 έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

 

 

 

 

 

                                                       Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                                   Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο