ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 4 ΑΑΔ 447

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

Υπόθεση αρ. 766/2004

 

 

 

17 Μαϊου, 2006

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΠΑΝΟΣ

Αιτητής,

 

- ν. -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΦΟΡΟΥ ΜΗΧΑΝΟΝΙΚΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

Καθών η αίτηση.

 

------------------

 

Α. Χρ. Ευτυχίου με Γρ. Θαλασσινό,  για τον αιτητή

Αλ. Καλησπέρα (κα) Νομικός Λειτουργός για Γενικό Εισαγγελέα,  για τους καθών η αίτηση

 

-----------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακόλουθη θεραπεία που παραθέτω αυτούσια:

 

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων να βρει ακατάλληλο για οδική χρήση και δεν ανταποκρίνεται στις διατάξεις του Κανονισμού 65 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών 66/84 του οχήματος του με αρθ. Εγγραφής ΗΤΥ 880 κατασκευής MUDAN-MD 6705 και τύπου Ο/Βus και περαιτέρω η άδεια κυκλοφορίας του λογίζεται ως ανασταλείσα και διατάχθηκε όπως οι θέσεις επιβατών να γίνουν από 27 σε 21 και οι διατάσεις του διαδρόμου και καθισμάτων να συνάδουν σύμφωνα με τη Νομοθεσία όπως κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με Επιστολή/Δελτίο στις 27.5.2004, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα και ότι παραλείφθηκε να γίνει να εκτελεστεί».

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ενόψει του ότι έχω παρατηρήσει ότι τα γεγονότα όπως τα επικαλείται στην προσφυγή του ο αιτητής δεν είναι πλήρη, παραθέτω αυτά όπως διατυπώνονται στην ένσταση.  Αυτά έχουν ως ακολούθως:

Την 4/3/02 το όχημα με αριθμό εγγραφής ΗΤΥ 880, κατασκευής «MUDAN» γράφτηκε ως τουριστικό λεωφορείο, στο όνομα κάποιου Ανδρέα Μενελάου από τον Αγιο Αθανάσιο Λεμεσού, με δικαίωμα μεταφοράς 27 επιβατών.  Την ίδια μέρα εξεδόθη υπέρ του Ανδρέα Μενελάου άδεια οδικής χρήσης, με αριθμό 50163/04.

 

Την 19/4/02, το εν λόγω τουριστικό λεωφορείο μεταβιβάστηκε στον Αιτητή.  Την ίδια μέρα μεταβιβάστηκε επίσης και η άδεια οδικής χρήσης του εν λόγω οχήματος στον Αιτητή.  Την 7.4.03, ο αιτητής πήρε έγκριση για αντικατάσταση της μηχανής του εν λόγω τουριστικού λεωφορείου.  Την 5.6.03 ο αιτητής παρουσίασε το εν λόγω όχημα για επιθεώρηση, προς επιβεβαίωση της αλλαγής, και εξεδόθη ειδοποίηση αλλαγών για ενημέρωση του Αρχείου Μηχανοκινήτων Οχημάτων. 

 

Λόγω κάποιων προβλημάτων που αντιμετώπιζε ένας ιδιοκτήτης λεωφορείου του ίδιου τύπου και κατασκευής, θεωρήθηκε σκόπιμο όπως κληθούν για επαναεπιθεώρηση όλα τα οχήματα αυτής της κατασκευής, που εισάχθηκαν στην Κυπριακή Δημοκρατία, τα οποία ήταν επτά (7) στο σύνολό τους.  Κατά την επαναεπιθεώρηση, οι Τεχνικές Υπηρεσίες του Τμήματος Οδικών Μεταφορών, μετά από νέες μετρήσεις των διαφόρων διαστάσεων, αποφάσισαν ότι, λόγω των αποκλίσεων και για λόγους ασφαλείας και άνεσης των επιβατών, οι θέσεις των επιβατών θα έπρεπε να μειωθούν.

 

Με επιστολή ημερ. 30/12/03 κλήθηκε ο αιτητής να παρουσιάσει το εν λόγω όχημα για επιθεώρηση, πράγμα που έπραξε.  Ο αρμόδιος Τεχνικός αφού το επιθεώρησε, του επέδωσε γραπτώς στις 27.5.04 Δελτίο Ακαταλληλότητας Μηχανοκινήτου Οχήματος, για να προβεί στις απαραίτητες διορθώσεις πριν το κυκλοφορήσει ξανά, οπότε ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΑΙΤΗΤΗ

Από τους διάφορους νομικούς λόγους που ο αιτητής επικαλείται στην προσφυγή του, με τη γραπτή του αγόρευση προώθησε τους ακόλουθους:

1.  Ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατ' εσφαλμένη ερμηνεία και/ή παράθεση των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 (Κ.Δ.Π. 66/84) ως έχουν τροποποιηθεί.

2.  Έχει καταστρατηγηθεί η αρχή της καλής πίστης και/οι αρχές του διοικητικού δικαίου και/ή του άρθρου 54 του Ν. 158(1)/99.

3. Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.

4.  Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και/ή κατόπιν πλάνης ουσιωδών γεγονότων.

 

Αρχίζοντας από τον πρώτο, πιο πάνω λόγο, παρατηρώ τα ακόλουθα:

Με βάση τους περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμούς του 1984 (Κ.Δ.Π. 66/84) που ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν υπήρξε παράβαση του Κανονισμού 6 καθότι ο Έφορος για να διακριβώσει το αληθές των στοιχείων στην αίτηση του Αιτητή απέστειλε το όχημα για εξέταση σε επιθεωρητή έτσι ώστε να διασφαλίσει ότι είναι της αναγκαίας κατασκευής για την οποία ζητείται η εγγραφή του.  Εφόσον ο Έφορος πείσθηκε για την καταλληλότητα του οχήματος του Αιτητή και ότι αυτό συνάδει με την εκάστοτε εν ισχύ νομοθεσία, προέβει στην εγγραφή του οχήματος στις 4.3.2002 εκδίδοντας σχετικό πιστοποιητικό εγγραφής.

 

Αναφορικά με την ισχυριζόμενη παράβαση του Κανονισμού 9 είμαι της άποψης ότι ούτε αυτή ισχύει, αφού στην επίδικη απόφαση δεν αναφέρεται οτιδήποτε για ακύρωση της εγγραφής του οχήματος του αιτητή, αλλά για αναστολή της άδειας κυκλοφορίας του.  Η εγγραφή του οχήματος θα ακυρωνόταν σε περίπτωση μη ανανέωσης της άδειας κυκλοφορίας δια τρία συναπτά έτη (Καν. 9(1)(β)(ν) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984).

 

Τέλος ούτε και παράβαση του Κανονισμού 65 υπήρξε καθότι σύμφωνα με τους περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμούς του 1984 (Κ.Δ.Π. 66/84) μέχρι και την Κ.Δ.Π. 109/2001) που ίσυχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, όλα τα μηχανοκίνητα οχήματα που είναι εγγεγραμμένα στο Βιβλίο Εγγραφής Μηχανοκινήτων Οχημάτων υπόκεινται σε περιοδικό τεχνικό έλεγχο από Επιθεωρητή.  Συγκεκριμένα τα μηχανοκίνητα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις επιβατικές μεταφορές και έχουν περισσότερες από 8 θέσεις καθημένων εκτός της θέσης του οδηγού υπόκεινται σε τεχνικό έλεγχο ένα χρόνο από την ημερομηνία κατά την οποία χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά και έκτοτε μια φορά κάθε χρόνο.  Σε περίπτωση που ο Επιθεωρητής δεν ικανοποιηθεί ότι το όχημα ευρίσκεται σε καλή και ασφαλή κατάσταση, διατάσσει τη διενέργεια των επισκευών ή αναπροσαρμογών που κατά την κρίση του είναι αναγκαίες.  Αυτό έγινε και με το όχημα του αιτητή το οποίο κλήθηκε να παρουσιαστεί για έλεγχο και κατόπιν επιθεώρησης κρίθηκε ακατάλληλο.  Απλώς η άδεια κυκλοφορίας του αναστάληκε μέχρις ότου ο αιτητής προβεί στις αναγκαίες αναπροσαρμογές έτσι ώστε να καταστεί κατάλληλο για οδική χρήση.

 

Αναφορικά με το δεύτερο λόγο που προώθησε ο αιτητής με τη γραπτή του αγόρευση εξέτασα τούτον με προσοχή.  Διαφωνώ, όμως ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της καλής πίστης.  Οποιοδήποτε και αν ήταν το αποτέλεσμα στο χειρισμό του θέματος στο παρελθόν, αν φανεί ότι υπάρχει παρανομία, δε δημιουργεί κεκτημένα δικαιώματα ούτε εμποδίζει, αλλά αντίθετα υποχρεώνει, τη διοίκηση να χειρισθεί τώρα το θέμα ορθά.  Συνεπώς ο αιτητής δεν μπορεί να επικαλείται παραβίαση της αρχής αυτής. (βλ. υπόθεση αρ. 1175/02 Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 26/3/04).

 

Όταν υπάρχει ρητή διάταξη επί του θέματος, όπως ο Καν. 65 των περί Μηχανοκινήτων Κανονισμών, οι γενικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου δεν ισχύουν.  Στην υπόθεση 336/03 Χαράλαμπος Θεοδώρου ν. Επαρχιακού Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ημερ. 20/1/04, ο Ηλιάδης Δ. αναφέρει τα εξής:

 

«Όπως έχει ήδη σημειωθεί το θέμα ενέπιπτε εντός της διακριτικής ευχέρειας τη Πολεοδομικής Αρχής.  Οι παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη περιέχονται στο άρθρο 26(1) του Νόμου 90/72 ............... Εφόσον το θέμα ρυθμίζεται από νομοθετικές διατάξεις δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι αρχές του διοικητικού δικαίου.»

 

Τα ίδια αναφέρονται και στο σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» 7η έκδοση.  Στη σελ. 73, διαβάζουμε τα εξής:. 

 

«Οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα και ισχύουν όταν δεν υπάρχει σχετικός κανόνας ο οποίος έχει θεσπιστεί με πράξη νομοθετικού οργάνου»

(Σ.Τ.Ε. 2786/1989)

 

Σχετικές με το ίδιο θέμα είναι οι υποθέσεις Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ. ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 Α.Α.Δ. 345, Α. & S. Αntoniades & Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 673 και Ακίνητα Λούλλας Ιωνίδου Λτδ. ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (2001) 3 (Β) Α.Α.Δ. 1011.

 

Ενόψει των πιο πάνω καταλήγω ότι και ο ισχυρισμός για παράβαση του άρθρου 54 του Νόμου αρ. 158(1)/99 δεν ευσταθεί.  Η ανάκληση της διοικητικής πράξης, που εκδόθηκε προηγουμένως, (που στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για ανάκληση της άδειας κυκλοφορίας του αιτητή) διέπεται από τον Κανονισμό 65 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984, ο οποίος αναφέρει ότι η άδεια ανακαλείται όταν ο Επιθεωρητής ικανοποιηθεί ότι το όχημα είναι ακατάλληλο για οδική χρήση.  Αυτό φαίνεται εξάλλου και από το εδ. 6 του άρθρου 54 του Ν. 158(1)/99 που διαλαμβάνει ότι «οι πιο πάνω γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου που διέπουν την ανάκληση των διοικητικών πράξεων δεν ισχύουν όταν η ανάκληση ρυθμίζεται ειδικά από το νόμο.»

 

Ο τρίτος λόγος που προώθησε ο αιτητής είναι ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.  Διαφωνώ με τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη είναι γενική, αόριστη και ασαφής.  Από το περιεχόμενο της επιστολής που κοινοποιήθηκε στον αιτητή (Παράρτημα 11 στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση) είναι σαφές ότι κατόπιν επιθεώρησης που έγινε δυνάμει των διατάξεων του Καν. 65 των προαναφερθέντων Κανονισμών, το όχημα κρίθηκε ακατάλληλο για οδική χρήση και ως εκ τούτου η άδεια κυκλοφορίας του οχήματος του αιτητή λογίζεται ανασταλείσα και διατάσσονται αναπροσαρμογές για το λόγο ότι το όχημα δεν ευρισκόταν σε καλή και ασφαλή κατάσταση.  Επιπρόσθετα από το Σημείωμα προς το Τμήμα Οδικών Μεταφορών από τους Επιθερητές Π. Παπαπέτρου και Μ. Παρασκευά, προκύπτει ότι ο λόγος που διατάχθηκε από τον Επιθεωρητή που επιθεώρησε το εν λόγω όχημα στις 27/5/04 οι θέσεις των επιβατών από 27 να γίνουν 21, ήταν ότι οι διαστάσεις τους ήταν τέτοιες που δεν επέτρεπαν την ασφαλή μεταφορά 27 επιβατών, αλλά μόνο 21.

 

Αναφορικά τώρα με τον τελευταίο νομικό λόγο ότι δηλαδή η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και/ή κατόπιν πλάνης ουσιωδών γεγονότων, αφού εξέτασα τούτο, κατέληξα ότι ούτε αυτός ευσταθεί.  Το όχημα του αιτητή επιθεωρήθηκε ένα χρόνο μετά την εγγραφή σε πρώτο στάδιο στις 20/10/03.  Ο αιτητής κλήθηκε όπως παρουσιάσει το όχημα του για επιθεώρηση στις 14.1.04, αλλά αυτός το παρουσίασε για επιθεώρηση ενωρίτερα δηλαδή στις 20/10/03.  Μετά την επιθεώρηση ο επιθεωρητής πληροφόρησε το Τμήμα Οδικών Μεταφορών για τα ευρήματα της επιθεώρησης και ζητήθηκαν οδηγίες.  Το Τμήμα κάλεσε τους επιθεωρητές να παραπέμψουν το λεωφορείο όπως και τα υπόλοιπα λεωφορεία ιδίου τύπου στα Κ.Ε.Μ.Ο. (Κέντρα Επιθεώρησης Μηχανοκινήτων Οχημάτων) για επανεπιθεώρηση και υπολογισμό του αριθμού των θέσεων σύμφωνα με το νόμο.  Κατά την επαναεπιθεώρηση στις 27/5/04 το όχημα βρέθηκε ακατάλληλο για οδική χρήση.  Συνεπώς έχει γίνει η δέουσα έρευνα.  Ο Έφορος στηρίχθηκε στα ευρήματα των εμπειρογνωμόνων επιθεωρητών, όπως αυτά διατυπώνονται στη σχετική έκθεση του επαρχιακού επιθεωρητή ημερ. 27/10/03, την ορθότητα των οποίων το δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει, αφού σύμφωνα με πάγια νομολογία, το δικαστήριο κατά την άσκηση της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του, δεν μπορεί να υπεισέλθει ή να εξετάσει την ορθότητα επιστημονικών ή τεχνικών ευρημάτων ειδικών οργάνων (βλ. μεταξύ άλλων, Antigoni Eraclidou v. Compensation Officer (1986) 3 C.L.R. 44, H. And D. Health and Diet Food Centre Ltd. v. The Republic of Cyprus (1986) 3 C.L.R., sel. 1529, Theodossis Ioannou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 380, 384, 385).

 

Όπως προκύπτει από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης κατά την εγγραφή του οχήματος του αιτητή πληρούνταν οι προϋποθέσεις της νομοθεσίας που ίσχυε τότε (ΚΔΠ 142/74) αλλά όχι της πρότασης της Οδηγίας 2001/85/ΕΚ, η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είχε μεταφερθεί στην κυπριακή έννομη τάξη καθότι ήταν ακόμη στο στάδιο πρότασης της επιτροπής και όχι οδηγία.  Επομένως ορθά είχε εγγραφεί το όχημα του αιτητή.  Όταν όμως εκ των υστέρων κλήθηκε για επιθεώρηση, το όχημα του αιτητή κρίθηκε ακατάλληλο, καθότι πλέον δεν τηρούσε τις προδιαγραφές του περί των Λεωφορείων και Πούλμαν Διατάγματος του 2003 (Κ.Δ.Π. 525/03 ημερ. 6/6/03), με το οποίο μεταφέρθηκε στην κυπριακή έννομη τάξη η Οδηγία 2001/85/ΕΚ.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθών η αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                   Μ. Φωτίου, Δ.

/ΚΑΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο