ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ.738/2004)

 

20 Απριλίου, 2006

 

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

1.      ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΦΑΝΙΔΗΣ,

2.      ΑΝΔΡΕΑΣ Β. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

 

Αιτητές,

 

- KAI -

 

ΑΡΧΗ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

                            

Καθ΄ης η Αίτηση.

 

- - - - - -

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

 

Δ. Μέρτακκα, για την Καθ΄ης η Αίτηση.

 

Γ. Θαλασσινός, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.

 

Δ. Διομήδους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 3.

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφασή του ημερομηνίας 21.7.1997, το Διοικητικό Συμβούλιο της καθ΄ης η αίτηση Αρχής Λιμένων Κύπρου (η Αρχή) αποφάσισε το διορισμό στη θέση Λιμενικού Λειτουργού και Πλοηγού, 2ης Τάξης, των Ευγένιου Ζήνωνα, Αχιλλέα Νάτσου και Ανδρέα Πάρη, από 11.8.1997. Η απόφαση προσβλήθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο από το Χαράλαμπο Φανίδη και Ανδρέα Παπακωνσταντίνου, με την προσφυγή 859/1997. Με την απόφασή του, που εκδόθηκε στις 11.10.1999, το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχτηκε την προσφυγή και ακύρωσε το διορισμό των τριών ενδιαφερόμενων μερών. Στις 24.1.2000, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης των τριών θέσεων, υπό το φως της ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Αποφάσισε να διορίσει, και πάλι, τους Ευγένιο Ζήνωνα, Αχιλλέα Νάτσο και Ανδρέα Πάρη, αναδρομικά, από 11.8.1997. Οι δύο αιτητές στην προσφυγή 859/1997, προσέφυγαν, και πάλι, στο Ανώτατο Δικαστήριο, με νέα προσφυγή, την 546/2000. Με την απόφασή του, που εκδόθηκε στις 21.10.2002, το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχτηκε την προσφυγή και ακύρωσε, για δεύτερη φορά, τους διορισμούς των τριών ενδιαφερόμενων μερών. Στις 25.5.2004, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής επανεξέτασε το θέμα, υπό το φως, τώρα, της δεύτερης ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, να διορίσει, και πάλι, τους Ευγένιο Ζήνωνα, Αχιλλέα Νάτσο και Ανδρέα Πάρη, αναδρομικά, από 11.8.1997, ταυτόχρονα δε να τους προάξει στη συνδυασμένη θέση Λιμενικού Λειτουργού και Πλοηγού, 1ης Τάξης, αναδρομικά, από 1.9.2000.

 

Με την παρούσα προσφυγή οι ίδιοι αιτητές επιδιώκουν, για τρίτη φορά, την ακύρωση του διορισμού των Ευγένιου Ζήνωνα, Αχιλλέα Νάτσου και Ανδρέα Πάρη.

 

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η επίδικη απόφαση πάσχει, για το λόγο ότι παραβιάζει το δεδικασμένο που δημιούργησαν οι δύο ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προσφυγές 859/1997 και 546/2000· και τούτο διότι η διαδικασία επανεξέτασης, παρά τις ακυρωτικές αποφάσεις, σύμφωνα με τις οποίες η έρευνα της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπασχε, καθότι περιορίστηκε μόνο στην εγκυρότητα του πιστοποιητικού και όχι, ως έπρεπε, και στην αξία του, δεν ξεκίνησε από το στάδιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Κατά την επανεξέταση, με άλλα λόγια, δε συστάθηκε, ως έπρεπε, νέα Συμβουλευτική Επιτροπή, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 33 του Νόμου 1/1990, με αποτέλεσμα το σφάλμα της προηγούμενης Επιτροπής, να μην εξεταστεί από νέα Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί. Προκειμένου περί διορισμών στην Αρχή Λιμένων δεν εφαρμόζονται αναλογικά οι πρόνοιες του Νόμου 1/1990. Εφαρμόζονται, από τις 11.4.1997, οι περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμοί του 1997 (ΚΔΠ114/1997). Σύμφωνα με τον Κανονισμό 9(4), η σύσταση Συμβουλευτικών Επιτροπών από το Διοικητικό Συμβούλιο, για να το συμβουλεύουν σχετικά με την επιλογή των υποψηφίων για διορισμό στην Αρχή, είναι προαιρετική. Ο Κανονισμός αναφέρει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο "μπορεί να προβαίνει στη σύσταση Συμβουλευτικών Επιτροπών". Πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχει νομική υποχρέωση να πράξει κάτι τέτοιο αν δεν το θεωρήσει αναγκαίο. Ούτε, βέβαια, έχει υποχρέωση, επειδή σε προηγούμενη διαδικασία συνέστησε Συμβουλευτική Επιτροπή, να επανασυστήσει τέτοια Επιτροπή στα πλαίσια επανεξέτασης μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απλώς και μόνο διότι το Ανώτατο Δικαστήριο διαπίστωσε σφάλμα της προηγούμενης Συμβουλευτικής Επιτροπής. Μπορεί, κατά την επανεξέταση, να επιληφθεί το ίδιο της όλης διαδικασίας και καταλήξει σε απόφαση για διορισμό, χωρίς να επιδιώξει, και πάλι, τη βοήθεια Συμβουλευτικής Επιτροπής, εφόσον η σύσταση τέτοιας Επιτροπής δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στη διαδικασία διορισμού. Τηρουμένων των αναλογιών, σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Αντωνάκης Πιερίδης ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 3(Α) ΑΑΔ 61, στη σελ. 63:

 

"Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των Καθ΄ων η Αίτηση να μην εξασφαλίσουν κατά την επανεξέταση νέα σύσταση από τον αρμόδιο προϊστάμενο, δεν συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας, ούτε και επηρέασε τη νομιμότητα της διαδικασίας. Σύμφωνα με τους περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Διορισμοί και Προαγωγαί) Κανονισμούς του 1987, Κ.Δ.Π.317/87, η υποβολή σύστασης εκ μέρους του προϊσταμένου δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στη διαδικασία διορισμού ή προαγωγής."

 

 

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως αφορά μόνο δύο από τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη, τον Ευγένιο Ζήνωνα και τον Ανδρέα Πάρη. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι τα δύο αυτά ενδιαφερόμενα μέρη δεν κατείχαν το προσόν της παραγράφου 4(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ήτοι "Δίπλωμα Πλοιάρχου Α΄ Τάξης, ή ισότιμο προσόν". Κατείχαν μόνο Λιβεριανό πιστοποιητικό το οποίο δεν είναι προσόν "ισότιμο" με το δίπλωμα Πλοιάρχου Α΄ Τάξης. Δεν ήσαν, επομένως, προσοντούχοι και έπρεπε να είχαν αποκλειστεί από τη διαδικασία, έστω κατά την τρίτη επανεξέταση. Διαζευκτικά, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι, εν πάση περιπτώσει, η κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου ότι το Λιβεριανό πιστοποιητικό ήταν ισότιμο με δίπλωμα Πλοιάρχου, Α΄ Τάξης, ήταν προϊόν μη δέουσας έρευνας και/ή έρευνας που δεν οδήγησε στην επιβεβαίωση της ισοτιμίας.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Σύμφωνα με τη νομολογία, η ερμηνεία και εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας και η αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων για διορισμό ανήκει στο διορίζον διοικητικό όργανο. Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν υπάρχει υπέρβαση των ακραίων ορίων της εξουσίας του διορίζοντος οργάνου. Στην προκείμενη περίπτωση, προκειμένου να μορφώσει κρίση επί του Λιβεριανού προσόντος, το Διοικητικό Συμβούλιο προέβη στη συλλογή στοιχείων και πληροφοριών από τις πηγές που εύλογα έκρινε ότι θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε αυτή του την προσπάθεια. Αξιολόγησε τα στοιχεία και τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν και, χωρίς να δεσμεύεται από αυτά, εύλογα έκρινε ότι το Λιβεριανό προσόν ήταν ισότιμο με το δίπλωμα Πλοίαρχου Α.

 

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής παραγνώρισε το πρόσθετο προσόν των δύο αιτητών το οποίο, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, συνιστούσε πλεονέκτημα.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής είχε ενώπιόν του τους προσωπικούς φακέλους όλων των υποψηφίων από τους οποίους προέκυπτε ότι τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν το πρόσθετο προσόν με το οποίο και πιστώθηκαν, ήτοι το προσόν της υπηρεσίας ως κυβερνήτη σε ποντοπόρα σκάφη με χωρητικότητα πάνω από 3.000 κόρους (παράγραφος 3(ε) του Σχεδίου Υπηρεσίας). Επομένως, εφόσον τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν πιστωθεί με το πρόσθετο προσόν, δεν παρίστατο ανάγκη οποιασδήποτε ειδικής αιτιολογίας, όπως απαιτείται στην περίπτωση που προτιμάται υποψήφιος που δεν κατέχει το πρόσθετο προσόν έναντι κάποιου που το κατέχει.

 

Ο τελευταίος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Η τελική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για επιλογή των ενδιαφερόμενων μερών, όπως καταγράφεται στο σχετικό πρακτικό (Παράρτημα Δ στην Ένσταση), είναι, κατά την άποψή μου, επαρκώς αιτιολογημένη.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος των αιτητών.

 

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο