ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Προσφυγή αρ. 869/2005
24 Μαρτίου, 2006
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6, 9, 11, 12, 13, 15, 25, 26, 28, 29, 39, 32, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SVETLANA SHALAEVA
Αιτήτρια,
- ν. -
KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθών η αίτηση.
------------------
Αίτηση ημερ. 1/2/06 για ασφάλεια εξόδων
Δ. Κούσιου-Χρυσανδρέα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους αιτητές
Π. Μιχαήλ για την καθής η αίτηση/αιτήτρια στην προσφυγή
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Η αιτήτρια στην προσφυγή υπέβαλε αίτημα στους καθών η αίτηση όπως της παραχωρηθεί άδεια εργασίας το οποίο απορρίφθηκε. Στη συνέχεια συνελήφθη από την Αστυνομία για το λόγο ότι εναντίον της εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης. Έτσι καταχώρησε την υπό τον άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή με την οποία ζητά την ακύρωση των εν λόγω διαταγμάτων.
Σημειώνω εδώ ότι η αιτήτρια είχε καταχωρήσει και αίτηση για προσωρινό διάταγμα που να αναστέλλει την ισχύ των πιο πάνω διαταγμάτων η οποία όμως απορρίφθηκε από το δικαστήριο τούτο με έξοδα εναντίον της με απόφαση ημερ. 11/10/05 εναντίον της οποίας έχει καταχωρηθεί η Α.Ε. 122/05.
Με την παρούσα αίτηση η Κυπριακή Δημοκρατία ζητά (α) διάταγμα που να διατάσσει την καθής η αίτηση (αιτήτρια στην προσφυγή) όπως εντός 20 ημερών από την έκδοση του διατάγματος ή άλλου χρόνου που θα καθορίσει το δικαστήριο δώσει ασφάλεια εξόδων για το ποσό των £1000 ή για οποιοδήποτε άλλο ποσό που το δικαστήριο ήθελε κρίνει ορθό, (β) διάταγμα αναστολής της διαδικασίας μέχρι να δοθεί η ασφάλεια εξόδων και (γ) όπως σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, η προσφυγή να απορριφθεί.
Νομική βάση της αίτησης είναι οι Καν. 2, 14, 17-19 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 και η Δ.60 θ. 1 και 5 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Αναφορικά με τα γεγονότα, η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της Παναγιώτας Ναθαναήλ, Διοικητικής Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης. Η ουσία της εν λόγω ένορκης δήλωσης είναι ότι η καθής η αίτηση είναι από τη Ρωσία και ότι σε κάποιο στάδιο της δόθηκε άδεια προσωρινής παραμονής για να διαμένει στην Κύπρο μαζί με τον Κύπριο σύζυγο της η οποία όμως άδεια έληγε στις 31/3/05. Όμως περί το Σεπτέμβριο του 2004 αυτή εγκατάλειψε το συζυγικό οίκο και ο σύζυγος της καταχώρησε αίτηση διαζυγίου. Έτσι στις 14/12/04 που αποτάθηκε για άδεια προσωρινής διαμονής και εργασίας, αυτή απορρίφθηκε στις 12/5/05 και η αιτήτρια καταχώρησε τότε την προσφυγή 824/05. Στις 4/7/05 εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης τα οποία προσέβαλε με την παρούσα (869/05) προσφυγή. Υπέβαλε στη συνέχεια νέο αίτημα το οποίο επίσης απορρίφθηκε και η αιτήτρια καταχώρησε την προσφυγή 1064/05. Αφού επανεξετάστηκε το αίτημα και υπήρξε νέα άρνηση, αυτή προσβλήθηκε με την προσφυγή 1333/05. Εξ' όσων πιστεύει η υπόθεση της αιτήτριας είναι πολύ αδύνατη και εφόσον αυτή έχει την κατοικία της εκτός Κύπρου θα πρέπει να διαταχθεί να δώσει ασφάλεια εξόδων. Την ένορκη δήλωση συνοδεύει και κατάλογος υπολογισμού των εν λόγω εξόδων στις £685.
Από πλευράς της καθής η αίτηση (αιτήτριας στην προσφυγή) καταχωρήθηκε ένσταση η οποία έχει την ίδια νομική βάση με την αίτηση. Διατυπώνονται διάφοροι λόγοι ένστασης μεταξύ των οποίων ισχυρισμοί ότι η αίτηση είναι κακόβουλη, καταχρηστική και με μοναδικό σκοπό την παρεμπόδιση της αιτήτριας να προωθήσει την προσφυγή της και ότι αυτή υποβλήθηκε πολύ καθυστερημένα. Όσον αφορά τα γεγονότα αυτά περιέχονται στην ένορκη δήλωση του δικηγόρου της καθής η αίτηση. Επαναλαμβάνεται ο ισχυρισμός περί καθυστέρησης υποβολής της αίτησης και για το ότι η οικονομική κατάσταση της αιτήτριας είναι τέτοια που δεν πρέπει να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα αφού η έκδοση του θα είχε ως συνέπεια την παρεμπόδισή της να προωθήσει την προσφυγή της.
Κατά την ακρόαση της αίτησης οι ευπαίδευτοι συνήγοροι προώθησαν τις προαναφερθείσες αντίστοιχες θέσεις τους. Ο συνήγορος της καθής ουσιαστικά υιοθέτησε δική μου απόφαση επί του θέματος (βλ. Ιdrees Ali v. Κυπριακής Δημοκρατίας προσφ. αρ. 930/04 γημερ. 19/10/05)
Επαναλαμβάνω και στην παρούσα αυτά που ανάφερα στην εν λόγω απόφαση μου και τα οποία είχα διατυπώσει ως ακολούθως:
«Από τις αγορεύσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων φαίνεται να είναι κοινώς αποδεκτό ότι το θέμα είναι στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Άλλωστε τούτο είναι σαφώς νομολογημένο από αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου που ερμήνευσαν τις πρόνοιες της Δ.60 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. (βλ. μεταξύ άλλων Continental Insurance Co. of Hampshire v. O´Regan (1988) 1 A.AΔ. 1087, Union des Co-operatives v. Apak Agro (αρ. 2) (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1170, Alahmari v. Alia The Royal Jordanian Airline (1990) 1 A.A.. 434, HE.NI.PA Estates Co. Ltd. V. Club Dido Gesmbh (1995) 1 A.AΔ. 373 και Vincent David Conway v. Νεόφυτου Ηλία. Π.Ε. 11265 ημερ. 21/10/02). Τούτο προκύπτει και από το λεκτικό του Καν. 14 του περί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 που διαλαμβάνει ότι «το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται καθ' οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας να διατάξη οιονδήποτε διάδικον να δώση εγγύησιν δια τα συνεπαγόμενα έξοδα». Βέβαια η βάση της αίτησης στην δική μας περίπτωση είναι ουσιαστικά η Δ.60 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών αφού η Δημοκρατία στηρίζεται στο γεγονός ότι ο αιτητής στην κυρίως προσφυγή είναι κάτοικος εξωτερικού.
Στις προαναφερθείσες υποθέσεις Continental Insurance Co. of Hampshire και Vincent David Conway αποφασίστηκε ότι το δικαστήριο δε θα εκδώσει τέτοιο διάταγμα εκεί που ο καθού η αίτηση είναι τέτοιας κακής οικονομικής κατάστασης που θα αδυνατεί να συμμορφωθεί, καθότι σε τέτοια περίπτωση πλήττεται ο πυρήνας του συνταγματικού του δικαιώματος να προσφύγει στο δικαστήριο.»
Με τα γεγονότα της δικής μας υπόθεσης όπως παρουσιάζονται τόσο από την πλευρά των αιτητών (Κυπριακής Δημοκρατίας) όσο και της καθής η αίτηση, είμαι της άποψης ότι η έκδοση τέτοιου διατάγματος εναντίον αλλοδαπού ο οποίος κατά την καταχώρηση της υπόθεσης του τελούσε υπό κράτηση και με την προσφυγή αμφισβητεί τόσο την απέλαση όσο και την κράτηση, θα συνιστά ουσιαστικά άρνηση του δικαιώματος του να προσφύγει στη δικαιοσύνη αφού λόγω της κακής οικονομικής του κατάστασης δε θα μπορεί να συμμορφωθεί με το διάταγμα. Η κακή οικονομική κατάσταση της αιτήτριας εκτός του ότι αναφέρεται στην ένορκη δήλωση που καταχωρήθηκε εκ μέρους της τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι αποτάθηκε επανειλημμένα για νομική αρωγή για τις υποθέσεις της, αίτημα που απορρίφθηκε. Άλλωστε δεν υπάρχει περί του αντιθέτου ισχυρισμός αναφορικά με την οικονομική της κατάσταση.
Αυτό που με προβλημάτισε κάπως, είναι το γεγονός ότι η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση έγινε από τον ίδιο το δικηγόρο της αιτήτριας πρακτική που έχει επανειλημμένα επικριθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο (βλ. μεταξύ άλλων Ahapittas v. Roc Chic Ltd. (1968) 1 C.L.R. 1, in Re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 319 και Thanos Hotels Ltd. v. Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036). Αν αυτή η αίτηση ήταν περίπτωση που το βάρος απόδειξης είχε η καθής η αίτηση (αιτήτρια στην προσφυγή), δυνατό να κατέληγα ότι η εν λόγω ένορκη δήλωση να μην ήταν επαρκής. Όμως το βάρος απόδειξηξς της αίτησής τους το έχουν οι αιτητές, δηλαδή η Κυπριακή Δημοκρατία, οι οποίοι δεν αντέκρουσαν τον ισχυρισμό της καθής η αίτηση ότι δε θα είναι σε θέση να συμμορφωθεί με διάταγμα παροχής ασφάλειας εξόδων. Με απασχόλησε επίσης και το γεγονός ότι, με τα όσα αναφέρει ο συνήγορος της στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση, αυτή έχει ήδη απελαθεί και βρίσκεται στο εξωτερικό. Θα ήταν όμως πρόωρο να αποφασίσω, στα πλαίσια της παρούσας αίτησης, αν το γεγονός αυτό καθιστά την προσφυγή της άνευ αντικειμένου ή όχι, ούτως ώστε να θεωρείται ότι προωθεί αυτή αδικαιολόγητα.
Και αν ακόμη η περίπτωση ήταν τέτοια που θα μπορούσε η αίτηση να εγκριθεί στην ουσία της, εδώ τα γεγονότα είναι τέτοια που η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου θα έπρεπε να ασκηθεί εναντίον των αιτητών (Κυπριακής Δημοκρατίας) λόγω μεγάλης καθυστέρησης στην υποβολή της αίτησης. Καθυστέρηση υπήρξε και στην καταχώρηση της ένστασης στην προσφυγή. Ενώ είχαν δοθεί οδηγίες από το δικαστήριο από τις 29/11/05 για καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων (1 εβδομάδα η αιτήτρια στην προσφυγή και 6 εβδομάδες Δημοκρατία) και η υπόθεση ορίστηκε για διευκρινίσεις στις 6/2/06 και ενώ η αιτήτρια καταχώρησε τη δική της αγόρευση στις 5/12/05, η Δημοκρατία δεν καταχώρησε τη δική της και ήλθε 5 μέρες πριν την ημερομηνία των διευκρινίσεων να καταχωρήσει την παρούσα αίτηση. Αν καταχωρούσε τη γραπτή της αγόρευση η υπόθεση αυτή θα αποπερατώνετο στην ουσία της. Με αυτά τα γεγονότα και αν ακόμη κατέληγα ότι ήταν περίπτωση που θα μπορούσε να διαταχθεί η παροχή ασφάλειας εξόδων, θα ασκούσα τη διακριτική μου ευχέρεια ενάντια των αιτητών.
Ως αποτέλεσμα η αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα να είναι έξοδα στην κυρίως προσφυγή αλλά σε καμιά περίπτωση εναντίον της αιτήτριας στην προσφυγή.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς