ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1033/2002)

 

28 Φεβρουαρίου, 2006

 

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΕΙΡΗΝΗ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,

 

Αιτήτρια,

 

- KAI -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ης η Αίτηση.

- - - - - -

 

Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

 

Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.

 

Γ. Χατζημιχαήλ, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1, Ε. Απέγητου.

 

Μ. Μιχαήλ, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3, Ε. Θωμά και

 Μ. Καραγιώργη.

 

Σ. Νικολάου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 4 και 6, Ν. Μανώλη και Σ. Σάββα.

 

Κ. Τουβανάς, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 5, Ε. Πηλαβάκη.

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με επιστολή του ημερομηνίας 5.9.2001 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών ζήτησε την πλήρωση οκτώ μόνιμων θέσεων Ακολούθου, Εξωτερικές Υπηρεσίες (θέση πρώτου διορισμού). Αφού δημοσιεύθηκαν οι θέσεις, υποβλήθηκαν 210 αιτήσεις. Στη συνέχεια, ο Γραμματέας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) απέστειλε όλες τις αιτήσεις στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών, ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, ο οποίος, με τη σειρά του, διαβίβασε στην ΕΔΥ την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Με την έκθεση υποβλήθηκε προκαταρκτικός κατάλογος που περιείχε, κατ΄ αλφαβητική σειρά, τα ονόματα των καταλληλότερων υποψηφίων για διορισμό στη θέση.

 

Στη συνεδρία της 22.5.2002, η ΕΔΥ διαπίστωσε ότι οι προς πλήρωση κενές θέσεις ήσαν επτά και όχι οκτώ, για το λόγο ότι, στα πλαίσια επανεξέτασης της πλήρωσης άλλων θέσεων Ακολούθου, που παρέμεναν κενές ύστερα από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είχε επιλέξει για αναδρομικό διορισμό σε μια θέση άτομο που δεν ήταν δημόσιος υπάλληλος. Γι΄ αυτό η ΕΔΥ αποφάσισε να προχωρήσει στην πλήρωση επτά θέσεων.

 

Στη συνεδρία της 27.6.2002 η ΕΔΥ, αφού μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, προχώρησε στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου των καταλληλότερων υποψηφίων. Περιέλαβε δεκαοκτώ υποψήφιους. Ακολούθως, στις συνεδρίες της 29.8.2002 και της 5.9.2002, δέχτηκε χωριστά σε προφορική εξέταση τους δεκαοκτώ υποψηφίους. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών, που παρίστατο, αξιολόγησε την απόδοση ενός εκάστου των υποψηφίων κατά την εξέταση και αποχώρησε. Στη συνέχεια, η ΕΔΥ, αφού αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, και, αφού προχώρησε και με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, επέλεξε για διορισμό στη θέση επτά από τους δεκαοκτώ υποψηφίους, τους οποίους και, τελικά, διόρισε από 15.10.2002.

 

Η αιτήτρια στην παρούσα προσφυγή, Ειρήνη Νεοφύτου, περιλαμβανόταν μεταξύ των δεκαοκτώ υποψηφίων, αλλά δε διορίστηκε. Εξού και καταχώρησε την παρούσα προσφυγή με την οποία προσβάλλει το διορισμό των έξι από τους επτά διορισθέντες, ήτοι των 1. Ελένης Απέγητου, 2. Έλενας Θωμά, 3. Μιχάλη Καραγιώργη, 4. Νικόλα Μανώλη, 5 Ελευθέριου Πηλαβάκη και 6. Σόλωνα Σάββα.

 

Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι "πάσχει η αξιολόγηση του Γενικού Διευθυντή αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική συνέντευξη για το λόγο ότι η εν λόγω αξιολόγηση είναι αναιτιολόγητη". Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί. Προκειμένου περί θέσεων πρώτου διορισμού, ο Γενικός Διευθυντής καλείται από την ΕΔΥ ως "Βοηθός Λειτουργός" στα πλαίσια των άρθρων 17 και 33(10) του Νόμου 1/1990. Καλείται για να την βοηθήσει κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων, λόγω των ειδικών του γνώσεων, ως Γενικού Διευθυντή του αρμόδιου Υπουργείου, στην προκείμενη περίπτωση του Υπουργείου Εξωτερικών, ιδιότητα που τον θέτει σε ιδιάζουσα θέση να αξιολογεί το επίπεδο γνώσεων και την ικανότητα του καθενός από τους υποψηφίους να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης. Όσον αφορά το θέμα της εκ μέρους του αιτιολόγησης της αξιολόγησης του κάθε υποψηφίου, παρατηρώ ότι, εφόσον ο Νόμος δεν απαιτεί αιτιολόγηση των απόψεων που παρέχονται στην Επιτροπή από αρμόδιους λειτουργούς, μέσα στα πλαίσια των άρθρων 17 και 33(10), υποχρέωση για αιτιολόγηση δεν υπάρχει και, ως εκ τούτου, η μη αιτιολόγηση δε συνιστά αφ΄ εαυτής λόγο ακυρώσεως της τελικής απόφασης της ΕΔΥ αν η τελευταία στηριχθεί σ΄ αυτή.. (Βλ. σχετικά Μιχαήλ ν. ΕΔΥ,  648/1999, 11.5.2000). Η θέση αυτή υποστηρίζεται και από το άρθρο 34(9) του Νόμου. Εκεί η σύσταση του Διευθυντή, που έχει ευρύτερο χαρακτήρα από την απλή αξιολόγηση της απόδοσης κατά την εξέταση, δεν πάσχει αφ΄ εαυτής αν είναι αναιτιολόγητη και μπορεί να ληφθεί υπόψη από την ΕΔΥ, ανεξάρτητα, βέβαια, του τι βαρύτητα θα της δοθεί.

 

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι η ΕΔΥ, προτιμώντας για διορισμό τα ενδιαφερόμενα μέρη Νικόλα Μανώλη, Ελευθέριο Πηλαβάκη και Σόλωνα Σάββα, τα οποία δεν κατείχαν το πρόσθετο προσόν, παραγνώρισε το πρόσθετο προσόν της αιτήτριας, εκείνο δηλαδή της κατοχής της Γαλλικής γλώσσας (GCE A Level) χωρίς ειδική αιτιολογία. Ο λόγος αυτός ευσταθεί. Στα πρακτικά της ΕΔΥ της 5.9.2002, Παράρτημα 11 στην Ένσταση, αναφέρονται τα εξής:

 

"Επιλέγοντας τους Μανώλη Νικόλα, Πηλαβάκη Ελευθέριο και Σάββα Σόλωνα, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι αυτοί δεν διαθέτουν το επιπρόσθετο προσόν, ενώ ορισμένοι από τους υποψηφίους που δεν επιλέγηκαν το διαθέτουν. Ωστόσο, σε ένα συνυπολογισμό όλων των ουσιωδών στοιχείων κρίσης, συμπεριλαμβανομένης της υπέρτερης αξιολόγησής τους στην ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, έκρινε ότι αυτοί γενικά υπερέχουν των μη επιλεγέντων."

 

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, η κατοχή πρόσθετου προσόντος από κάποιο υποψήφιο επαυξάνει ουσιωδώς τις διεκδικήσεις του για κατάληψη της θέσης.  Όταν, επομένως, το διορίζον όργανο επιλέγει αντ΄ αυτού άλλο υποψήφιο που δεν κατέχει το πρόσθετο προσόν, πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία γι΄ αυτή του την προτίμηση. Παραπέμπω στην απόφαση της Ολομέλειας Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 1, στη σελίδα 7, όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

".Η αρχή της Γεωργίου (πιο πάνω) στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο  αποτελεί αταλάντευτη και απαρασάλευτη αρχή της νομολογίας μας. Αφετηρία της ήταν η υπόθεση Τουρπεκή ν. Δημοκρατίας (1973) 3 ΑΑΔ 592, η οποία - έκτοτε - έχει υιοθετηθεί από μεγάλη σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη Χατζηγιάννη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 317 (απόφαση της ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι η αρχή είναι πως όταν το διορίζον όργανο αποφασίσει να επιλέξει υποψήφιο που δεν έχει το πρόσθετο προσόν, πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία γι΄  αυτή του την απόφαση. Οι λόγοι δε αυτοί πρέπει να εμφαίνονται στην αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής. Δεν μπορεί να συναχθούν από τα πρακτικά της Επιτροπής. Στην Δημοκρατία κ.α. ν. Υψαρίδη κ.α. (αρ. 2) (1993) 3 ΑΑΔ 347 (απόφαση της ολομέλειας) επισημαίνεται ότι η ειδική αιτιολόγηση σκοπεί στην εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο ποσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της πληρούμενης θέσης."

 

Στην ίδια υπόθεση (Φιλίππου) κρίθηκε ότι η αιτιολόγηση που δόθηκε από την ΕΔΥ - καλύτερη απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους στην προφορική εξέταση - δε συνιστούσε επαρκή εξειδίκευση των λόγων που αντιστάθμιζαν το πλεονέκτημα που κατείχε η αιτήτρια.

 

Στην προκείμενη περίπτωση, στο απόσπασμα από τα πρακτικά της ΕΔΥ της 5.9.2002, που παρέθεσα πιο πάνω, γίνεται γενική, ασαφής και αόριστη αναφορά "σε ένα συνυπολογισμό όλων των ουσιωδών στοιχείων κρίσης, συμπεριλαμβανομένης της υπέρτερης αξιολόγησής τους στην ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση". Η αναφορά αυτή δε μπορεί να θεωρηθεί, κατά την κρίση μου, ούτε πειστική ούτε ειδική αιτιολογία που να αντισταθμίζει το πλεονέκτημα που παρείχε στην αιτήτρια το πρόσθετο προσόν της εκ μέρους της κατοχής της Γαλλικής γλώσσας.

 

Άλλος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται, ο οποίος άπτεται και των ενδιαφερόμενων μερών που κατείχαν το πρόσθετο προσόν, όπως και η αιτήτρια, ήτοι των ενδιαφερομένων μερών Ελένης Απέγητου, Έλενας Θωμά και Μιχάλη Καραγιώργη, είναι ότι, παρά το γεγονός ότι η αιτήτρια με επιστολή της ημερομηνίας 23.8.2002, που λήφθηκε από την ΕΔΥ στις 26.8.2002, πριν, δηλαδή, τη διεξαγωγή της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων που άρχισε στις 29.8.2002, πληροφόρησε την ΕΔΥ ότι είχε αποκτήσει και τα πρόσθετα μη προβλεπόμενα προσόντα GCE O Level στα Ισπανικά και άδεια δικηγόρου, γι΄  αυτά τα προσόντα δε γίνεται καμιά αναφορά από την ΕΔΥ, κατά πόσο δηλαδή τα θεωρεί σχετικά ή συναφή με τα καθήκοντα της θέσης ή όχι και, αν ναι, τι βαρύτητα τους αποδίδει. Και αυτός ο λόγος ευσταθεί. Σύμφωνα με τη νομολογία, προκειμένου περί προσόντων που προβλέπονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας - απαιτούμενα, πρόσθετα ή πλεονεκτήματα - αυτά δε μπορούν να ληφθούν υπόψη αν αποκτήθηκαν μετά τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τα επιπρόσθετα μη προβλεπόμενα προσόντα τα οποία, "είναι νόμιμο να εκτιμηθούν και μέχρι της ημέρας λήψης της απόφασης". (Βλ. σχετικά τις αποφάσεις της Ολομέλειας στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Ανδρέου κ.ά. (1993) 3 ΑΑΔ 153, στη σελίδα 159 και Ευαγγέλου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 570, στη σελίδα 573). Εδώ η ΕΔΥ δεν ασχολείται καθόλου με τα προσόντα αυτά. Αν, δηλαδή, τα θεωρεί ή όχι σχετικά ή συναφή με τα καθήκοντα της θέσης και, αν ναι, τις βαρύτητα τους αποδίδει. (Βλ. μεταξύ άλλων τις αποφάσεις της Ολομέλειας στην Γιαγκουλλή ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 481, Πούρος κ.ά. ν. Χ"Στεφάνου κ.ά. (2001) 3(Α) ΑΑΔ 374, στη σελίδα 395 και Παπαδόπουλος κ.ά. ν. ΕΔΥ, Προσφυγή Αρ. 698/2004, 25.10.2005).

 

Ο διορισμός και των έξι ενδιαφερόμενων μερών ακυρώνεται με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο