ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 769/2003)
17 Ιανουαρίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΕΤΕΒΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ,
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
Κυρ. Κενεβέζος, για Τάσσο Παπαδόπουλο και Σια, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 6.6.2003, με την οποία δόθηκε στη μελέτη του ενδιαφερόμενου μέρους το πρώτο βραβείο στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό ανέγερσης του νέου κτιρίου του Υπουργείου ΄Αμυνας και του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς.
Ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός προκηρύχθηκε στις 12.7.2002, και σ΄ αυτόν έλαβαν μέρος 9 αρχιτεκτονικά γραφεία, συμπεριλαμβανομένων των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους.
Η κριτική επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση όλων των μελετών σε δύο της συνεδρίες και προέβη σε λεπτομερή σχόλια για κάθε μελέτη. Τελικά, επέλεξε, κατά πλειοψηφία, πέντε μελέτες, μεταξύ των οποίων αυτές των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους για συμμετοχή στο δεύτερο και τελικό στάδιο του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού.
Στο δεύτερο στάδιο υπέβαλαν μελέτες και οι πέντε επιλεγέντες αρχιτέκτονες. Η κριτική επιτροπή όταν συνήλθε στην πρώτη της συνεδρία στις 20.5.2003, διαπίστωσε την εγκυρότητά τους. Στη συνέχεια συνήλθε σε άλλες τέσσερις συνεδρίες και αφού διεξήλθε τις παρατηρήσεις του πρώτου σταδίου, όπως αυτές είχαν καταγραφεί και κοινοποιήθηκαν στους ενδιαφερόμενους, ασχολήθηκε με την αξιολόγηση των μελετών.
Τελικά, στη συνεδρία της ημερ. 6.6.2003, απένειμε το πρώτο βραβείο στη μελέτη του ενδιαφερόμενου μέρους και το δεύτερο στους αιτητές.
Οι αιτητές με επιστολή τους ημερ. 14.7.2003 προς τον Υπουργό ΄Αμυνας, αναφέρθηκαν σε σοβαρές παραλείψεις και αποκλίσεις που έγιναν από τους όρους του διαγωνισμού, ισχυρισμοί οι οποίοι απορρίφθηκαν στις 19.9.2003.
Υποστηρίζουν ότι δεν τηρήθηκαν νόμιμα πρακτικά όπως απαιτείται από το άρθρο 24(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν. 158(Ι)/99. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι δεν τηρήθηκαν πρακτικά για τις συνεδρίες της κριτικής επιτροπής σχετικά με το πρώτο στάδιο ημερ. 3.1.03, 7.1.03 και 9.1.03 που αφορούσαν την εξέταση και αξιολόγηση μελετών. Επίσης, αναφορικά με τις συνεδρίες ημερ. 20.5.2003, 21.5.2003, 26.5.2003, 28.5.2003 και 4.6.2003, κατά τις οποίες εξετάστηκαν και αξιολογήθηκαν οι μελέτες στο δεύτερο στάδιο. Τέλος, πρακτικά δεν τηρήθηκαν, σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, ούτε στη συνεδρία ημερ. 6.6.2003, κατά την οποία ελήφθη και η προσβαλλόμενη απόφαση. Αντί πρακτικών των πιο πάνω συνεδριάσεων, παρουσιάστηκαν κάποια έγγραφα τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως σημειώματα, στα οποία καταγράφτηκαν μόνο η ώρα έναρξης και η διάρκεια της συνεδρίας και τα απόντα μέλη. Δεν έχει καταγραφεί όσα λέχθηκαν στις συνεδρίες.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι για να είναι νόμιμη η απόφαση της κριτικής επιτροπής θα έπρεπε να είχε συγκλιθεί συνεδρία, ύστερα από πρόσκληση όλων των μελών της, να σχηματιζόταν απαρτία και να καταγράφονταν οι λόγοι της απουσίας, ενώ θα έπρεπε να βεβαιώνεται ότι η πρόσκληση είχε παραληφθεί. Θα έπρεπε, ακόμα, να καταγραφεί η συζήτηση και η αιτιολογία των επιχειρημάτων.
Τα συλλογικά όργανα πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και να τηρούν πρακτικά των συνεδριάσεών τους. Ωστόσο, στην απουσία νομοθετικής διάταξης που να ρυθμίζει το θέμα, η μη τήρηση πρακτικών από το συλλογικό όργανο, δεν καθιστά αφ΄εαυτής άκυρη τη συγκεκριμένη διοικητική πράξη, εκτός αν η απουσία πρακτικών ή η ασάφειά τους τείνει να στερήσει την πράξη της δέουσας αιτιολογίας (Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, 359. Βλέπε ακόμα Στασινόπουλος, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, 1951, σελ. 223).
Ως προς το πρώτο στάδιο εξέτασης από την κριτική επιτροπή, οι αιτητές δεν νομιμοποιούνται να εγείρουν θέμα πρακτικών, αφού από τη διαδικασία αυτή οι ίδιοι επωφελήθηκαν, μια και η μελέτη τους ήταν μια από τις μελέτες που είχαν εγκριθεί.
Το άρθρο 24(1) του Ν.158(Ι)/1999, προβλέπει την τήρηση λεπτομερών πρακτικών των συνεδριάσεων στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Στην προκείμενη περίπτωση η κριτική επιτροπή συνεδρίασε στις 6.6.2003, οπόταν και έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση. Η απόφαση συνοδεύεται από την έκθεση αξιολόγησης της κριτικής επιτροπής στο δεύτερο στάδιο, με βάση την οποία ελήφθη. Στην έκθεση αυτή αναλύονται με κάθε λεπτομέρεια οι παρατηρήσεις της για όλες τις μελέτες. Οι παρατηρήσεις που γίνονται για τις διάφορες μελέτες, αλλά ιδιαίτερα για τη μελέτη των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους, που μας ενδιαφέρουν στην παρούσα υπόθεση, είναι λεπτομερέστατες.
Για τη μελέτη των αιτητών καταγράφεται σωρεία αρνητικών, μεταξύ των οποίων η υπέρβαση του κόστους της προκαταρκτικής εκτίμησης κατά £1.374.375, καθώς και προβλήματα ασφάλειας στο συγκρότημα. Αντίθετα, για τη μελέτη των ενδιαφερομένων μερών, ελάχιστες παρατηρήσεις γίνονται.
Ιδεωδώς, θα έπρεπε, βέβαια, να υπάρχουν πρακτικά και των προηγουμένων συνεδριών της Κριτικής Επιτροπής για τις ημερομηνίες, 21.5.2003, 26.5.2003 και 28.5.2003, όμως, δεν φαίνεται ότι η παράλειψη αυτή στερεί την τελική απόφαση της δέουσας αιτιολογίας. Αντίθετα, η αιτιολογία που δόθηκε είναι λεπτομερέστατη.
Τα πιο πάνω απαντούν και τους ισχυρισμούς των αιτητών για έλλειψη αιτιολογίας και δέουσας έρευνας. Σημειώνω ότι τα θέματα του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού είναι, εν πάση περιπτώσει, τεχνικής φύσης και το Δικαστήριο, σύμφωνα με πάγια νομολογία, δεν μπορεί να υπεισέλθει στην εξέτασή τους (Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.α., ανωτέρω, σελ. 361).
Οι αιτητές υποστηρίζουν ακόμα ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί δεν υπάρχει εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήση στη συνεδρία όλων των μελών της κριτικής επιτροπής για αριθμό συνεδριάσεων, κατά τις οποίες έγινε εξέταση και αξιολόγηση των μελετών στο δεύτερο στάδιο. Το επιχείρημα ισχύει για το μέλος Φιλίππου για δύο, για το Λαμπρινό για τρεις και για τον Πενταρά, για τέσσερις συνεδρίες. Υποστηρίζουν, ακόμα, ότι δεν γίνεται καμιά αναφορά στα πρακτικά, σε σχέση με το διορισμό του γραμματέα της κριτικής επιτροπής. Γίνεται ειδική αναφορά στα πρακτικά ημερ. 24.8.2001 όπου καταγράφεται ότι «παρακαθήμενος είναι ο κ. Θεοδοσίου». Συνεπώς, σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, δεν παρίστατο νομίμως στις συνεδρίες της κριτικής επιτροπής.
Θα πρέπει να λεχθεί ότι ο δικηγόρος των καθ΄ ων η αίτηση, δεν έχει ασχοληθεί καθόλου με το πιο πάνω θέμα, ενώ ο δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους απάντησε συνοπτικά υποστηρίζοντας απλώς ότι το συνόλο των συνεδριάσεων έγινε με απαρτία, όπως αυτή επιβαλλόταν από τους κανονισμούς προκήρυξης του διαγωνισμού.
Μελέτη του διοικητικού φακέλου δείχνει ότι ο ισχυρισμός των αιτητών θα πρέπει να απορριφθεί. Στις 14.5.2003, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου ΄Αμυνας και πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, μέσω του γραμματέα της επιτροπής, με επιστολή του ενημέρωσε όλα τα μέλη, τα οποία, ταυτόχρονα, κάλεσε σε συνεδρίες για τις ημερομηνίες 20.5.2003, 21.5.2003, 23.5.2003 και 26.5.2003. Κατά συνέπεια απορρίπτεται ο ισχυρισμός για μη νομότυπη κλήση των τριών μελών της Επιτροπής.
Ως προς τη συνεδρία ημερ. 28.5.2003 και την απουσία του Φιλίππου, όπως φαίνεται στο σχετικό σημείωμα στο διοικητικό φάκελο, φαίνεται ότι αυτός έλαβε γνώση από την προηγούμενη συνεδρία ημερ. 26.5.2003, στην οποία και παρίστατο. Το ίδιο ισχύει και για την απουσία του Πενταρά στη συνεδρία ημερ. 4.6.2003, ο οποίος φαίνεται ότι έλαβε γνώση κατά την προηγούμενη συνεδρία ημερ. 28.5.2003.
Ούτε το επιχείρημα ότι στη συνεδρία της κριτικής επιτροπής ημερ. 6.6.2003, οπότε και λήφθηκε η επίδικη απόφαση, απουσίαζαν οι Πενταράς και Λαμπρινός, ευσταθεί. Στο πρακτικό καταγράφεται ότι ο Πενταράς ήταν μεταξύ των μελών που ψήφισαν κατά πλειοψηφία υπέρ της επιλογής του πρώτου βραβείου στο ενδιαφερόμενο μέρος, ενώ ο Λαμπρινός ήταν μεταξύ εκείνων που για τους λόγους που καταγράφονται, διατύπωσαν τη θέση να μη δοθεί πρώτο βραβείο. Και οι δύο υπέγραψαν στο τέλος του πρακτικού της επίδικης απόφασης.
Αναφορικά, τέλος, με το διορισμό του γραμματέα, αρκεί να λεχθεί ότι ο διορισμός του έγινε νομότυπα από την ίδια την επιτροπή στη συνεδρία της ημερ. 24.8.2001 και συνεπώς η συμμετοχή του στις συνεδρίες ήταν νόμιμη.
Τέλος, οι αιτητές προβάλλουν ένα πολύ γενικό ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί στα πρακτικά δεν φαίνεται να υπάρχει έγκριση της απόφασης της κριτικής επιτροπής από το Υπουργείο ΄Αμυνας. Και αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί, αφού, από το διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι μετά από σύσταση προς έγκριση του Γενικού Διευθυντή, υπάρχει η σημείωση από κάτω «εγκρίνεται 9.6.2003» (βλέπε σημείωση 7 διοικητικού φακέλου, τεκμήριο 1Α).
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των αιτητών.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ