ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 622/2004)
27 Ιανουαρίου, 2006
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Αλ. Καλησπέρα, Νομικός Λειτουργός, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ζητείται όπως κηρυχθεί άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα απόφαση των καθ' ων η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 5/5//2004. Αφορά απόρριψη ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή εναντίον απόφασης του Διευθυντή Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών, («ο Διευθυντής Αλιείας»), να μην ανανεώσει και/ή να ανακαλέσει την άδεια παράκτιας αλιείας, που χορηγήθηκε στον αιτητή για το έτος 2004.
Σε συντομία, τα γεγονότα έχουν ως εξής:-
Ο αιτητής, σύμφωνα με το Αρχείο του Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών, ασχολείται, από αρκετών ετών, με την παράκτια αλιεία. Συγκεκριμένα, μεταξύ των ετών 1981 - 1983, εργαζόταν ως βοηθός στη λέμβο του πατέρα του, την οποία και αγόρασε το 1984. ΄Εκτοτε, η άδεια αλιείας εκδιδόταν επ' ονόματί του, ως ιδιοκτήτη αλιευτικής λέμβου, μέχρι και το 2004.
Στις 27/8/2003, το Τμήμα Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, με ανακοίνωσή του, κάλεσε τους ενδιαφερομένους για απόκτηση επαγγελματικής άδειας αλιείας για το έτος 2004, όπως υποβάλουν τις αιτήσεις τους μεταξύ 1/9/2003 - 15/10/2003. Ταυτόχρονα, γνωστοποίησε ότι, για το συγκεκριμένο έτος, θα εκδίδονταν μέχρι 500 άδειες παράκτιας αλιείας.
Ο αιτητής, στις 29/9/2003, με σχετική αίτησή του, ενόψει των πιο πάνω, ζήτησε την έκδοση άδειας παράκτιας αλιείας για το έτος 2004. Η αίτησή του εγκρίθηκε και, στις 19/11/2003, του απεστάλη η άδεια υπ' Αριθμό 275/2004. Ως ημερομηνία έκδοσής της αναφέρεται η 12η Νοεμβρίου, 2003.
Στη συνέχεια, το αρμόδιο τμήμα, με επιστολή του ημερομηνίας 12/12/2003, πληροφόρησε τον αιτητή ότι η εν λόγω άδεια, εκ παραδρομής, του εστάλη και δεν ισχύει, τον κάλεσε δε να την επιστρέψει, για να καταστραφεί. Πρόσθετα, τον ενημέρωσε ότι, βάσει του Κ.25 των περί Αλιείας Κανονισμών του 1990 μέχρι 2000, (οι «Κανονισμοί»), έχει δικαίωμα να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή. Συγκεκριμένα, του αναφέρθηκαν τα εξής:- (Βλ. Παράρτημα Γ της ένστασης.)
«Αν δεν ικανοποιήστε με την απόφαση αυτή μπορείτε, με βάση το ΄Αρθρο 25 των περί Αλιείας Κανονισμών του 1994 μέχρι 2000, εντός 30 ημερών, να υποβάλετε έγγραφη προσφυγή στον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος υποδεικνύοντας εναντίον ποιου ή ποιων στρέφεται η προσφυγή σας.»
Καθώς προκύπτει από το φάκελο - Τεκμήριο 1(α), (ερυθρό 125) - η απόρριψη της αίτησής του οφείλεται στην, κατά το προηγούμενο έτος, μη αξιοποίηση της άδειας αλιείας, η οποία αποτελεί βασικό κριτήριο για την έκδοσή της. Ο αιτητής απουσίαζε στο εξωτερικό, το δε σκάφος του βρισκόταν στο καρνάγιο για 18 μήνες.
Ιεραρχική προσφυγή του αιτητή, ημερομηνίας 5/1/2004, στον Υπουργό, απορρίφθηκε ως αβάσιμη, για το λόγο, καθώς αναφέρεται, ότι:-
«... δεν στρέφεται εναντίον συγκεκριμένων ατόμων στους οποίους χορηγήθηκαν άδειες αλιείας ως ήταν και η υπόδειξη στη σχετική επιστολή του Διευθυντή Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών.»
Με την παρούσα προσφυγή, προσβάλλεται η συγκεκριμένη απόφαση, προβάλλεται δε από τους καθ' ων η αίτηση προδικαστική ένσταση για έλλειψη εννόμου συμφέροντος του αιτητή.
Προδικαστική ΄Ενσταση:
Οι καθ' ων η αίτηση, με έρεισμα την αρχή ότι η κατοχή από τον αιτητή άμεσου ενεστώτος εννόμου συμφέροντος, το οποίο πλήττεται ευθέως με την πράξη που προσβάλλεται, απαιτείται να υπάρχει όχι μόνο κατά το χρόνο της έκδοσης ή της λήψης της επίδικης διοικητικής πράξης ή απόφασης αλλά και κατά το χρόνο άσκησης της προσφυγής και καθ' όλη τη διάρκεια της δίκης - (βλ. παράγραφο 2 του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος και Κλεάνθους κ.α. ν. Αρχής Τηλεπικοιν. Κύπρου (1991) 4 Α.Α.Δ. 2971) - ήγειραν, στη γραπτή τους αγόρευση, προδικαστική ένσταση, ισχυριζόμενοι ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος προσβολής της επίδικης απόφασης. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι, εφόσον η υπό εξέταση υπόθεση αφορά τη μη χορήγηση άδειας παράκτιας αλιείας για το έτος 2004, καθίσταται πρόδηλο ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος, ιδιαίτερα κατά το στάδιο της συζήτησης της αίτησης ακύρωσης.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Η νομολογία επί του θέματος είναι πλούσια. Στη Σεργίδου ν. Δήμου Λευκωσίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 189, όπου έγινε ευρεία ανάλυση του θέματος του εννόμου συμφέροντος και του επηρεασμού του, λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:- (σελ. 193)
«Για να δικαιούται να ασκήσει διοικητική προσφυγή ο αιτητής θα πρέπει να έχει υποστεί βλάβη από την προσβαλλόμενη πράξη υπό ορισμένη ιδιότητα που αναγνωρίζεται από τους κανόνες του δικαίου. Θα πρέπει δηλαδή να υπάρχει μια ειδική έννομη σχέση μεταξύ του και της προσβαλλόμενης πράξης. Το συμφέρον δεν είναι ταυτόσημο με δικαίωμα.
Η έννοια του συμφέροντος στην περίπτωση της άσκησης της αίτησης ακύρωσης είναι ευρύτερη από την έννοια του νομικού δικαιώματος. Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτητής βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια που θίγεται από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή που μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν (Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2498).»
Ο αιτητής, στην παρούσα περίπτωση, υπέβαλε εμπρόθεσμα αίτηση, για να του χορηγηθεί άδεια παράκτιας αλιείας για το έτος 2004. Η αίτησή του εγκρίθηκε και του εστάλη η σχετική άδεια. Στη συνέχεια, η αρμόδια διοικητική αρχή ακύρωσε τη συγκεκριμένη άδεια και, αντί του αιτητή, προτιμήθηκαν άλλοι. ΄Οταν ο αιτητής άσκησε το προβλεπόμενο από το νόμο δικαίωμα υποβολής ιεραρχικής προσφυγής, αυτή απορρίφθηκε ως αβάσιμη, με αποτέλεσμα να υποστεί ο ίδιος, ως άμεσος αποδέκτης της εν λόγω απόφασης, υλική βλάβη. Το γεγονός ότι η άδεια αφορά την περίοδο 2004, κατ' ουδένα τρόπο δεν επηρεάζει το έννομο συμφέρον του αιτητή, από τη στιγμή που αυτός παραμένει ιδιοκτήτης του σκάφους, για το οποίο ζητήθηκε η άδεια.
Λόγοι ακύρωσης:
Ο αιτητής, στη γραπτή του αγόρευση, πρόβαλε και ανάπτυξε σειρά νομικών σημείων, που, κατά την εισήγησή του, τεκμηριώνουν λόγους ακυρότητας. Με ένα από αυτά υποστήριξε ότι λανθασμένα η αρμόδια διοικητική αρχή, ακολουθώντας γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, αποφάσισε ότι, για να θεωρηθεί προσφυγή νομότυπη, θα πρέπει αυτή να στρέφεται εναντίον συγκεκριμένου ή συγκεκριμένων προσώπων.
Συμφωνώ με την πιο πάνω θέση του αιτητή.
Η άδεια παράκτιας αλιείας, η οποία χορηγήθηκε στον αιτητή, ακυρώθηκε, χωρίς να δοθεί συγκεκριμένος λόγος. Απλή αναφορά ότι η άδεια του είχε σταλεί εκ παραδρομής δεν αρκεί. Ποτέ δεν εξηγήθηκαν στον αιτητή οι λόγοι για τους οποίους η άδειά του ακυρώθηκε, ή εάν η ακύρωσή της είχε σχέση με άλλους αιτητές αδειών, στους οποίους χορηγήθηκε ήδη άδεια, ώστε να δύναται να στραφεί ονομαστικά εναντίον τους ή εναντίον μερικών εξ αυτών. Βέβαια, όπως έχω ήδη αναφέρει, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, προκύπτει ξεκάθαρα ότι ο λόγος απόρριψης της αίτησής του ήταν η μη αξιοποίηση της άδειας αλιείας που του χορηγήθηκε το προηγούμενο έτος, δηλαδή το 2003, γεγονός, όμως, για το οποίο δεν ενημερώθηκε ο αιτητής, ούτε και του δόθηκε η ευκαιρία να ακουστεί, καίτοι η απόφαση ακύρωσης της άδειάς του ήταν μέτρο επιβαρυντικό για τα δικαιώματα ή τα συμφέροντά του.
Στο σύγγραμμα Π.Δ. Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", Τέταρτη Αναθεωρημένη Έκδοση, σελ. 289, σε σχέση με το δικαίωμα του διοικουμένου να ακουστεί όταν αυτό δεν προβλέπεται από το νόμο, αναφέρονται τα εξής:-
«Από τα ανωτέρω προκύπτουν, επίσης, τρεις τουλάχιστον π ρ ο ϋ π ο θ έ σ ε ι ς της υποχρεώσεως της προηγούμενης ακροάσεως του ενδιαφερομένου, σε περίπτωση σιωπής του νόμου.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι ότι η διοικητική ενέργεια ή το διοικητικό μέτρο είναι ε π ι β α ρ υ ν τ ι κ ό για τα δικαιώματα ή συμφέροντα του ιδιώτη και μάλιστα επιφέρει θετική βλάβη στα υπάρχοντα δικαιώματα ή συμφέροντά του.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι ότι η βλάβη π ρ ο έ ρ χ ε τ α ι α π ό τ ο ί δ ι ο τ ο δ ι ο ι κ η τ ι κ ό μ έ τ ρ ο και είναι αποτέλεσμα ασκήσεως δ ι α κ ρ ι τ ι κ ή ς ε υ χ έ ρ ε ι α ς της διοικήσεως. Αν προέρχεται απ' ευθείας από τον νόμο ως 'αυτόματη' έννομη συνέπειά του, ενώ στην διοίκηση δεν απομένουν παρά 'δέσμιες' ενέργειες, η προηγούμενη ακρόαση δεν απαιτείται, γιατί είναι άσκοπη, αφού δεν μπορεί να επηρεάσει την απόφαση της διοικήσεως.
Η τρίτη προϋπόθεση είναι ότι ο ενδιαφερόμενος δ ε ν ε ί χ ε ή δ η τ η ν ε υ κ α ι ρ ί α να εκθέσει στην διοίκηση τις απόψεις του. ...»
Θεωρώ ότι, στην υπό εξέταση περίπτωση, δεν εδικαιολογείτο η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, χωρίς αυτή να εξεταστεί στην ουσία της.
Και αν ακόμη ήθελε θεωρηθεί πως η εν λόγω απόφαση της αρμόδιας διοικητικής αρχής να ακυρώσει την άδεια παράκτιας αλιείας που είχε αρχικά χορηγηθεί στον αιτητή, για το λόγο που μόλις αναφέρθηκε, ήταν απόλυτα δικαιολογημένη και ορθή, από τη στιγμή που ο ίδιος ο αιτητής αμφισβητεί την ορθότητά της, ασκώντας το προβλεπόμενο από το νόμο δικαίωμά του - της υποβολής ιεραρχικής προσφυγής - το αρμόδιο όργανο (στην προκείμενη περίπτωση ο Υπουργός Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος) ήταν υποχρεωμένο και όφειλε να εξετάσει την προσφυγή του. ΄Αλλωστε, η υποχρέωση αυτή προβλέπεται και στον Κ. 25 των Κανονισμών, ο οποίος δεν εξαρτά την εξέταση των ιεραρχικών προσφυγών, που εκάστοτε υποβάλλονται, από όρους ή προϋποθέσεις. Ο εν λόγω Κανονισμός, στο εδάφιο (2) αυτού, προβλέπει τα εξής:-
«(2) Ο Υπουργός εξετάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την προσφυγή που έγινε προς αυτόν και, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους πάνω στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή, αποφασίζει σχετικά και κοινοποιεί την απόφασή του χωρίς καθυστέρηση στον προσφεύγοντα:
Νοείται ότι, ο Υπουργός μπορεί να αναθέτει σε λειτουργό ή επιτροπή από λειτουργούς του Υπουργείου του να εξετάζει ορισμένα θέματα που περιλαμβάνει η προσφυγή και να υποβάλλει σ' αυτόν το πόρισμα της εξέτασης αυτής πριν από την έκδοση της απόφασής του για την προσφυγή.»
Καταληκτικά, ο αιτητής είχε κάθε δικαίωμα να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους ακυρώθηκε η αρχικά παρασχεθείσα σ' αυτόν άδεια. Πρόσθετα, στερήθηκε και του δικαιώματος της ακρόασης της ιεραρχικής προσφυγής του.
Θεωρώ αχρείαστη, ενόψει των πιο πάνω, την εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακύρωσης που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ