ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ODYSSEAS GEORGHIOU ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1976) 3 CLR 74
IERIDES ν. REPUBLIC (1980) 3 CLR 165
ALEXANDRIDOU ν. C.T.O. (1980) 3 CLR 360
HADJISAVVA ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 76
HJIIOANNOU ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 1041
REPUBLIC ν. ZACHARIADES (1986) 3 CLR 852
GEORGHIOU & OTHERS ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 678
Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1318
Δημοκρατία ν. Πανταζή (1991) 3 ΑΑΔ 47
Mουρτζής Mάριος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1997) 3 ΑΑΔ 605
Mιχαηλίδου Kάννα Στέλλα ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 112
Aριστοκλέους Παναγιώτης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 673
Xατζηβασιλείου Παναγιώτης ν. Aρχής Λιμένων Kύπρου (1998) 3 ΑΑΔ 755
Oνουφρίου Kίκης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 833
Σιακάς Ανδρέας ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 468
Moδίτης Ιωάννης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695
Μνάσωνος Στέλιος και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 555
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2005) 4 ΑΑΔ 372
13 Mαΐου, 2005
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΟΟΥΛΙΑΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 949/2003)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση του Προϊσταμένου ― Βαρύτητα της αρχαιότητας ― Η απαίτηση αποδείξεως από τον αιτητή έκδηλης υπεροχής ― Η επίδικη προαγωγή κρίθηκε καθ' όλα νόμιμη ― Περιστάσεις.
Ο αιτητής επεδίωξε την ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Δικαστικού Επιδότη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή δεν συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων αφού το ε.μ. υπερέχει σε αξία, όπως τούτο προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους. Ο Αρχιπρωτοκολλητής έλαβε υπόψη την αρχαιότητα του αιτητή και έδωσε τη γνώμη του ως προς τον πιο κατάλληλο για προαγωγή.
2. Αναφορικά με τον νομικό ισχυρισμό ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα έναντι του ε.μ., αυτός επίσης δεν ευσταθεί. Η υπεροχή του αιτητή περιορίζεται μόνο στην αρχαιότητα η οποία όμως είναι ένα από τα θεσμοθετημένα κριτήρια [(άρθρο 35(3) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90)] και αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις περιπτώσεις που στα άλλα δυο κριτήρια (αξία και προσόντα), οι συγκεκριμένοι υποψήφιοι είναι περίπου ίσοι. Εδώ όμως, στο κριτήριο αξία δεν ήσαν οι ίδιοι. Περαιτέρω σε θέσεις που είναι ψηλά στην ιεραρχία το κριτήριο της αρχαιότητας δεν έχει μεγάλη σημασία, καθότι σε τέτοιες περιπτώσεις η διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου είναι πολύ πιο ευρεία.
3. Στην περίπτωση επιλογής ενός υποψηφίου δεν είναι αναγκαίο για την Επιτροπή να δείξει, δικαιολογώντας την απόφασή της, ότι αυτός υπερείχε έκδηλα του άλλου ή άλλων υποψηφίων. Από την άλλη όμως το δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να ακυρώσει μια απόφαση, εκτός αν ο αιτητής αποδείξει ότι είχε έκδηλη υπεροχή έναντι του επιλεγέντος για διορισμό ή προαγωγή.
Ο αιτητής εδώ δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ε.μ. και κατά συνέπεια η υπόθεση του τουλάχιστον γι' αυτό το λόγο, δεν μπορεί να επιτύχει.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μοδίτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695,
Άσπρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 627/03, ημερ. 21.12.2004,
Hadjioannou ν. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041,
Μνάσωνος κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 Α.Α.Δ. 555,
Παυλίδης ν. Ε.Ε.Υ, Υπόθ. Αρ. 713/02, ημερ. 21.9.2004.
Προσφυγή.
Ο. Παλάτου για Ε. Χρυσοστομίδου, για τον Aιτητή.
Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Kαθ' ης η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση για το Ε/Μ.
Cur. adv. vult.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθής η αίτηση που δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 3750 ημερ. 12/9/03 με την οποία προήχθη από τις 15/8/03 ο Χρίστος Δημητρίου στη θέση Ανώτερου Δικαστικού Επιδότη είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.
Γεγονότα
Στις 20/1/03 ο Αρχιπρωτοκολλητής ζήτησε με επιστολή του την πλήρωση μιας μόνιμης θέσης Ανώτερου Δικαστικού Επιδότη, Δικαστική Υπηρεσία, που σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας είναι θέση προαγωγής. Για την επίδικη θέση υπήρχαν αρκετοί υποψήφιοι μεταξύ των οποίων ο αιτητής και το ε.μ. Χρίστος Δημητρίου.
Στη συνεδρία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 14/7/03 ήταν παρών και ο Αρχιπρωτοκολλητής ο οποίος και προέβη στην ακόλουθη σύσταση:
«Κατά τον ουσιώδη χρόνο, 22.1.2003, και οι 12 υποψήφιοι, τα ονόματα των οποίων εμφαίνονται στο σχετικό κατάλογο, κατείχαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα για προαγωγή.
Προκειμένου να προβώ στη σύσταση μου έχω ενδιατρίψει το σύνολο των στοιχείων που αφορούν τους υποψηφίους που κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα για προαγωγή, όπως αυτά φαίνονται στους Προσωπικούς και στους Υπηρεσιακούς τους Φακέλους.
Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω και συνεκτιμώντας τα καθιερωμένα κριτήρια προαγωγής στο σύνολό τους, ήτοι την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, κρίνω ως καταλληλότερο και συστήνω για προαγωγή το Δημητρίου Χρίστο.
Ο συστηνόμενος, από πλευράς αξίας, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις κατά τα έτη 1998-2002, στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τους υποψηφίους με α/α 5 και 8, υπερτερεί όμως, έστω και οριακά, των άλλων υποψηφίων. Ειδικότερα, σε σύγκριση με τον υποψήφιο με α/α 1 Τοουλιά Αντώνιο, ο οποίος έναντι του συστηνομένου υπερτερεί σε αρχαιότητα, στο σύνολο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων ο συστηνόμενος υπερέχει σε αξία. Αναφορικά με την αρχαιότητα των υποψηφίων, ο Δημητρίου υπερτερεί όλων, πλην του Τοουλιά Αντώνιου.
Σε μια συνεκτίμηση όλων των στοιχείων, ο συστηνόμενος για προαγωγή Δημητρίου Χρίστος υπερτερεί, κατά την κρίση μου, των λοιπών υποψηφίων.»
Ακολούθως η Επιτροπή επέλεξε το ε.μ. με το ακόλουθο σκεπτικό, το οποίο και παραθέτω αυτούσιο:
«Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.
Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το Φάκελο Πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, και έλαβε επίσης υπόψη την κρίση και τη σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή.
Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολο τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητα τους, η οποία φαίνεται στον ενώπιον της κατάλογο των υποψηφίων.
Η Επιτροπή, έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολο τους, αξία, προσόντα, αρχαιότητα, και αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιον τα ενώπιον της στοιχεία, περιλαμβανομένης της σύστασης του Αρχιπρωτοκολλητή και των όσων ανέφερε σχετικά, έκρινε ότι ο Δημητρίου Χρίστος υπερέχει των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτόν προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Δικαστικού Επιδότη, Δικαστική Υπηρεσία.
Η Επιτροπή, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, σημείωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι από πλευράς προσόντων είναι περίπου ίσοι. Σ' ότι αφορά δε την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση τα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο επιλεγείς δεν υστερεί και/ή υπερτερεί των υπόλοιπων υποψηφίων. Σ' ό,τι αφορά δε την αρχαιότητα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο επιλεγείς υπερέχει, πλην του Τοουλιά Αντώνιου, ωστόσο, ο επιλεγείς συγκρινόμενος με τον Τοουλίά, έχει καλύτερη από αυτόν συνολική υπηρεσιακή εικόνα και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι το στοιχείο της αρχαιότητας από μόνο του δεν μπορεί να υπερφαλαγκίσει τη γενική υπεροχή του Δημητρίου.»
Εξέταση νομικών ισχυρισμών
Από πλευράς των δικηγόρων του αιτητή προβάλλονται οι ακόλουθοι ουσιαστικά νομικοί ισχυρισμοί.
(α) παράλειψη επιλογής του καλύτερου και πλέον κατάλληλου υποψηφίου,
(β) η σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή ήταν αδικαιολόγητη και/ή αναιτιολόγητη και/ή παράνομη και
(γ) παραβιάστηκε η αρχή της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης.
Προτιμώ να αρχίσω την εξέταση της υπόθεσης από το δεύτερο νομικό ισχυρισμό δηλαδή της σύστασης του Αρχιπρωτοκολλητή.
Αναφορικά με το θέμα αυτό οι διϊστάμενες απόψεις της νομολογίας έχουν ευθυγραμμιστεί στην υπόθεση Ιωάννη Μοδίτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695 απόφαση πλειοψηφίας. Παραθέτω το εξής απόσπασμα:
«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τί από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος. Οπότε, και στην περίπτωση που η ΕΔΥ έχει άλλη άποψη ως προς το ποιός είναι ο καταλληλότερος να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά ......
Όσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε. Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δε συστήνει. Κατ' ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. Ώστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και πάντως, η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων. Σημειώνουμε συναφώς πως ο ίδιος προϊστάμενος αξιολόγησε τον αιτητή τα δυο τελευταία χρόνια το 1996 και το 1997. Και τον βρήκε εξαίρετο σε όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία αξιολόγησης. Οπότε, κατά την πάγια νομολογία μας, δεν θα έπρεπε να της είχε προσδοθεί βαρύτητα. Συνυπολογίστηκε κατά την τελική επιλογή στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας και η έφεση επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση παραμερίζεται. Τα έξοδα πρωτοδίκως και κατ' έφεση επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα.»
Αναφορικά με την αξία όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις υπηρεσιακές εκθέσεις, προσέχουμε ότι το ε.μ. υπερέχει οριακά στα 4 τελευταία έτη. Όμως αν ληφθούν υπόψη τα τελευταία 10 χρόνια υπερέχει σημαντικά. Κατά συνέπεια με το ένα ή το άλλο κριτήριο υπερέχει σε αξία το ε.μ. Βέβαια τόσο ο Αρχιπρωτοκολλητής όσο και η Ε.Δ.Υ. έδωσαν, και ορθά κατά τη γνώμη μου, ιδιαίτερη βαρύτητα στα τελευταία χρόνια. Στο κριτήριο «προσόντα» δε φαίνεται να προκύπτει υπεροχή οποιουδήποτε. Ο αιτητής έχει απολυτήριο του Κολλεγίου Πάφου, το δε ε.μ. απολυτήριο της Τεχνικής και Οικονομικής Σχολής Λευκωσίας Φρειδερίκου.
Σε ότι αφορά την αρχαιότητα υπάρχει μια δεκαπεντάμηνος αρχαιότητα του αιτητή έναντι του ε.μ. στη θέση Δικαστικού Επιδότη 1ης τάξης και 14 μηνών στη θέση Δικαστικού Επιδότη 2ης τάξης.
Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή δε συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων αφού το ε.μ. υπερέχει σε αξία όπως τούτο προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους. Ο Αρχιπρωτοκολλητής έλαβε υπόψη την αρχαιότητα του αιτητή και έδωσε τη γνώμη του ως προς τον πιο κατάλληλο για προαγωγή σε πλήρη αρμονία με τα νομολογηθένα στην υπόθεση Μοδίτης, πιο πάνω. Επομένως καταλήγω ότι η σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή ήταν καθόλα νόμιμη.
Αναφορικά τώρα με τον πρώτο νομικό ισχυρισμό ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα έναντι του ε.μ. αυτός επίσης δεν ευσταθεί. Η υπεροχή του αιτητή περιορίζεται μόνο στην αρχαιότητα η οποία όμως είναι ένα από τα θεσμοθετημένα κριτήρια [(άρθρο 35(3) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90)] και αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις περιπτώσεις που στα άλλα δυο κριτήρια (αξία και προσόντα), οι συγκεκριμένοι υποψήφιοι είναι περίπου ίσοι. Εξέτασα τις υποθέσεις που επικαλέστηκε η πλευρά του αιτητή αλλά κρίνω ότι δε βοηθούν την περίπτωση του. Αυτό που υποστηρίζεται είναι ότι στις περιπτώσεις όπου στα κριτήρια αξία και προσόντα οι υποψήφιοι είναι περίπου ισοδύναμοι τότε κανονικά θα πρέπει να προτιμάται ο υποψήφιος που υπερέχει σε αρχαιότητα. Εδώ όμως, όπως ήδη ανάφερα, στο κριτήριο αξία δεν ήσαν οι ίδιοι. Περαιτέρω σε θέσεις που είναι ψηλά στην ιεραρχία το κριτήριο της αρχαιότητας δεν έχει μεγάλη σημασία καθότι σε τέτοιες περιπτώσεις η διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου είναι πολύ πιο ευρεία.
Σχετικά με το θέμα αυτό στην υπόθεση Δημήτρης Άσπρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας υπόθ. αρ. 627/03, ημερ. 21/12/04, είχα αναφέρει τα ακόλουθα:
«Αυτό που μένει να απαντηθεί είναι κατά πόσο ήταν νομικά εφικτό να προτιμηθεί το ε.μ. τη στιγμή που ο αιτητής είχε μια ουσιαστική (όπως την περιέγραψαν ο Διευθυντή και η Ε.Δ.Υ.) αρχαιότητα 10 περίπου ετών έναντι του ε.μ. Είναι γεγονός ότι σύμφωνα με τη νομολογία, όταν πρόκειται για πλήρωση θέσης ψηλά στην ιεραρχία η διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου είναι πολύ ευρεία. Σε τέτοια περίπτωση η αρχαιότητα δεν αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα. (βλ. μεταξύ άλλων Φράγκος ν. Republic (1970) 3 C.L.R. 320, Ιερείδης ν. Δημοκρατίας (1980) 3 Α.Α.Δ. 165, Δημοκρατία ν. Θεόδουλου Πανταζή (1991) 3 Α.Α.Δ. 47, Μουρτζής ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 605, Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 112, Αριστοκλέους ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 673 και Σιακάς ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 468).
Στην προαναφερθείσα υπόθεση Μουρτζής ν. Δημοκρατίας, που αφορούσε προαγωγή στη θέση Ανώτερου Εκπαιδευτή στο Ινστιτούτο Εκπαίδευσης Προσωπικού Ξενοδοχείων και Επισιτιστικής Βιομηχανίας, κρίθηκε ότι η κατά 10 χρόνια αρχαιότητα του εφεσείοντα δε συνιστούσε υπεροχή έναντι του ε.μ. που είχε καλύτερα προσόντα και τη σύσταση του Διευθυντή.»
Στην παρούσα περίπτωση η αρχαιότητα του αιτητή δεν ήταν σημαντική. Τόσο η σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή όσο και η αιτιολογία που έδωσε η Ε.Δ.Υ. η οποία δεν παραγνώρισε το γεγονός αυτό της αρχαιότητας του αιτητή έγιναν καθόλα νομότυπα. Συγκεκριμένα η Ε.Δ.Υ. σημείωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι από πλευράς προσόντων είναι περίπου ίσοι και σε ότι αφορά την αξία σύμφωνα με τις υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων χρόνων κατάληξε ότι το ε.μ. «δεν υστερεί και ή υπερτερεί των υπολοίπων υποψηφίων».
Πρέπει να σημειώσω στο στάδιο αυτό ότι η υπόθεση Hadjioannou ν. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041, που επικαλέστηκε η πλευρά του αιτητή, σε τελική ανάλυση επενεργεί εναντίον της υπόθεσης του αιτητή. Στην εν λόγω υπόθεση έχει λεχθεί ότι στην περίπτωση επιλογής ενός υποψηφίου δεν είναι αναγκαίο για την Επιτροπή να δείξει, δικαιολογώντας την απόφαση της, ότι αυτός υπερείχε έκδηλα του άλλου ή άλλων υποψηφίων. Από την άλλη όμως το δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να ακυρώσει μια απόφαση εκτός αν ο αιτητής αποδείξει ότι είχε έκδηλη υπεροχή έναντι του επιλεγέντος για διορισμό ή προαγωγή.
Στην ίδια γραμμή είναι και τα όσα αναφέρθηκαν στην Στέλιος Μνάσωνος κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 Α.Α.Δ. 555, όπου ο Καλλής Δ. αναφέρει τα ακόλουθα:
«Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση ισχύουν οι αρχές που διέπουν το δικαστικό έλεγχο προαγωγών σε σχέση με τις οποίες στην Σοφοκλέους ν. Α.Η.Κ., υποθ. 922/97/14.10.98 έθεσα το θέμα ως εξής:
«Τελικά το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης πρέπει να εξεταστεί με βάση τις νομολογιακές αρχές που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο των προαγωγών. Το διορίζον όργανο για να δικαιολογήσει την επιλογή του δεν πρέπει να καταλήξει ότι ο διορισθείς υπερέχει έκδηλα των άλλων υποψηφίων. Από την άλλη επέμβαση του δικαστηρίου είναι δυνατή μόνο όπου ικανοποιείται από τον αιτητή ότι υπερείχε έκδηλα του υποψήφιου που έχει επιλεγεί. Μόνο σε τέτοια περίπτωση το όργανο που έχει προβεί στην επιλογή θεωρείται ότι έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας και έχει κάμει κακή χρήση της (βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1976) 3 Α.Α.Δ. 74, 8 - απόφαση Ολομέλειας και Γ. Μ. Παπαχατζή «Σύστημα του ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου», σελ. 729). Οσάκις ένα Ε.Μ. κατέχει τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα το δικαστήριο, αναφορικά με το θέμα της καταλληλότητας, δεν υποκαθιστά τη δική του διακριτική ευχέρεια με εκείνη του διορίζοντος οργάνου νοουμένου ότι το τελευταίο έχει ασκήσει σωστά τη διακριτική του ευχέρεια. Με άλλα λόγια το απλό γεγονός ότι αν το Δικαστήριο βρισκόταν στη θέση του διορίζοντος οργάνου δυνατόν να μην επέλεγε για διορισμό ή προαγωγή τον υποψήφιο που έχει επιλεγεί από το αρμόδιο όργανο δεν αποτελεί από μόνο του επαρκή λόγο για ακύρωση της απόφασης του αρμοδίου οργάνου (βλ. Christou and others v. Republic, 4 R.S.C.C. 1 και Χ"Bασιλείου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 755).
Το βάρος της απόδειξης έκδηλης υπεροχής βαρύνει τον αιτητή (βλ. Αλεξάνδρου ν. Κ.Ο.Τ. (1980) 3 Α.Α.Δ. 360). Ο τελευταίος δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή όπως αυτή έχει αναγνωρισθεί από τη νομολογία (βλ. Χ"Σάββας ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 76, 78 - απόφαση Πικής, Δ., όπως ήταν τότε). Δεν έχει καν αποδείξει απλή υπεροχή.»
Θεωρώ εδώ σχετικά και τα όσα ανάφερα στην υπόθεση Χρίστος Παυλίδης ν. Ε.Ε.Υ, προσφ. αρ. 713/02, ημερ. 21/9/04, σελ. 7:
«6. Η υπόθεση πρέπει να εξεταστεί με βάση τις δύο αρχές που συνόψισε η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σειρά αποφάσεων (βλ. μεταξύ άλλων, Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852, Georghiou and others v. Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 678, Κλέαρχος Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1318, ότι δηλαδή:
(α) Το διοικητικό δικαστήριο δεν ακυρώνει απόφαση διορισμού ή προαγωγής αν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το νόμο και τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και ήταν εύλογα επιτρεπτή.
(β) Το δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση, αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου για προαγωγή ή διορισμό, με την κρίση του αρμόδιου οργάνου.»
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι ο αιτητής δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ε.μ. και κατά συνέπεια η υπόθεση του τουλάχιστον γιαυτό το λόγο, δεν μπορεί να επιτύχει.
Τέλος μένει για εξέταση ο ισχυρισμός ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της ισότητας και ίσης μεταχείρισης. Με τα όσα ανάφερα πιο πάνω κρίνω ότι η Ε.Δ.Υ. ακολούθησε την διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 35 του Ν. 1/90. Από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν έχω διακρίνει οτιδήποτε που να συνηγορεί υπέρ της εισήγησης του αιτητή, ότι δηλαδή ή απόφαση της Ε.Δ.Υ. είναι προϊόν αλλότριου σκοπού ή ευνοϊκής μεταχείρισης του ε.μ. και/ή άνισης μεταχείρισης του αιτητή. Έτσι απορρίπτεται και αυτός ο λόγος.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, καταλήγω ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Ως αποτέλεσμα η προσφυγή απορρίπτεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος. Ο αιτητής να καταβάλει τα έξοδα της καθής η αίτηση όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
�