ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ANTONIADES & OTHERS ν. REPUBLIC (1979) 3 CLR 641
Θεοχαρίδης Πανίκος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 63
Φράγκου Στέφανος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 529/2004)
29 Δεκεμβρίου, 2005
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
PAVLOS PH. VARELLA TRADING CO LTD,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Σ. Κώστα, για Κ. Καλλή & Δ. Καλλή, Αργυρού & Δημοσθένους, για την Αιτήτρια.
Στ. Θεοδούλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι αιτητές, εισαγωγείς και έμποροι μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από την Ιαπωνία, εκτελώνισαν κατά ή περί την 1/3/2004 το μεταχειρισμένο αυτοκίνητο με στοιχεία C. N. CT9A - 0006602, E.N. 4G63CY6612, MITSUBISHI LANCER KM33605, 1501cc - 2500cc, (το «όχημα»).
Οι καθ' ων η αίτηση, κατά τον τελωνισμό του οχήματος, επέβαλαν, λαμβάνοντας υπόψη τον κυβισμό του αντί την τιμολογιακή του αξία, δασμό ύψους £5.424,00. Την απόφαση αυτήν οι αιτητές, με την προσφυγή τους, την χαρακτηρίζουν παράνομη, αυθαίρετη, αντισυνταγματική και στερούμενη εννόμου αποτελέσματος.
Προδικαστική ένσταση, την οποία ήγειραν οι καθ' ων η αίτηση για έλλειψη εννόμου συμφέροντος, στη βάση ότι οι ίδιοι οι αιτητές είχαν επιλέξει τη μέθοδο υπολογισμού των δασμών και φόρων κατανάλωσης, εγκαταλείφθηκαν - και ορθά - κατά το στάδιο των διευκρινίσεων.
Βασικός λόγος, τον οποίο επικαλούνται οι αιτητές για ακύρωση της απόφασης, είναι ότι ο υπολογισμός της επίδικης φορολογίας εσφαλμένα έγινε στη βάση του κυβισμού του οχήματος. Αυτός, ισχυρίζονται, θα έπρεπε να γίνει στη βάση της τιμολογιακής του αξίας, αφού οι φόροι κατανάλωσης ισοδυναμούν με δασμούς. Προς τούτο, επικαλούνται την υπόθεση Peterswald v. Bartley [1904] HCA 21; (1904) 1 CLR 497, του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αυστραλίας, αντίγραφο της οποίας και επεσύναψαν στη γραπτή τους αγόρευση. Είναι η θέση τους ότι, από τη στιγμή που ο φόρος κατανάλωσης αποτελεί τελωνειακό δασμό, οι καθ' ων η αίτηση δεσμεύονται από τις πρόνοιες της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου, γνωστής ως GATT (General Agreement for Tariffs and Trade), η οποία και υπερισχύει, με βάση το ΄Αρθρο 169 του Συντάγματος, της ημεδαπής νομοθεσίας.
Τα πιο πάνω οι καθ' ων η αίτηση τα αντικρούουν, με κεντρικό άξονα της θέσης τους την ουσιώδη διάκριση μεταξύ τελωνειακών δασμών και φόρων κατανάλωσης, που επιβάλλονται κατά τον τελωνισμό. Η μόνη, ισχυρίζονται, επιλογή υπολογισμού της επίδικης φορολογίας, η οποία υπήρχε κατά το χρόνο τελωνισμού του οχήματος, ήταν στη βάση του κυβισμού της μηχανής, όπως προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία. Η προσβαλλόμενη απόφαση αφορά επιβολή φόρου κατανάλωσης επί του κυβισμού του οχήματος και όχι δασμό στη βάση της τιμολογιακής του αξίας, ώστε να εφαρμόζεται το ΄Αρθρο vii της GATT και το ΄Αρθρο 159 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967, (Ν. 82/67), στο οποίο παραπέμπει η GATT, όπως εισηγούνται οι αιτητές. Παρέπεμψαν δε, για τη διάκριση μεταξύ τελωνειακών δασμών και φόρων κατανάλωσης, στον περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμο του 2003, (Ν. 200(Ι)/2003), (ο «Νόμος»), όπου οι τελωνειακοί δασμοί καθορίζονται στο Δεύτερο Πίνακα, ενώ οι φόροι κατανάλωσης στον Τρίτο Πίνακα. Για το επίδικο όχημα, το οποίο έφτασε στη Δημοκρατία μετά την 31/12/2003, εφαρμόζεται ο Τέταρτος Πίνακας του Νόμου, σύμφωνα με τον οποίο ο φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται με βάση τον κυβισμό.
Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι κατά πόσο οι φόροι κατανάλωσης θεωρούνται ή όχι δασμοί.
Ανάλογο ερώτημα απασχόλησε τον Κραμβή, Δ., στην Pavlos Ph. Varella Trading Co Ltd ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 502/2004, 17/10/05 - και η κατάληξή του, με την οποία και συμφωνώ, ήταν αρνητική. Αναφέρονται τα εξής:-
«Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι οι φόροι κατανάλωσης για τα μηχανοκίνητα οχήματα της δασμολογικής κλάσης στην οποία εντασσόταν το όχημα, υπολογίζονται με γνώμονα τον κυβισμό.
Στην παρούσα υπόθεση, εφόσον επρόκειτο για αυτοκίνητο που εισήχθη στη Δημοκρατία μετά την εφαρμογή του Νόμου, οι καθ' ων η αίτηση δεν είχαν διακριτική ευχέρεια αλλά δέσμια αρμοδιότητα βάσει του πλέγματος των διατάξεων που παρατέθηκε πιο πάνω να επιβάλλουν τη συγκεκριμένη φορολογία στη βάση του κυβισμού.»
Προβάλλουν, επίσης, οι αιτητές για ακύρωση της επίδικης απόφασης, ισχυρισμό αντισυνταγματικότητας του ΄Αρθρου 8 του Νόμου. Ενώ, ισχυρίζονται, με το ΄Αρθρο 8(1)(α) του Νόμου, ο υπολογισμός του φόρου κατανάλωσης για αυτοκίνητα γίνεται με βάση τον κυβισμό τους, στο ΄Αρθρο 8(2)(α) και (β) αυτού, για σειρά άλλων εμπορευμάτων, είτε εισαγομένων είτε εγχώριας παραγωγής, ο φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται με βάση την τιμολογιακή ή δασμολογητέα αξία. Η διάκριση αυτή θεωρούν ότι παραβιάζει το ΄Αρθρο 28.1 του Συντάγματος, το οποίο καθιερώνει την αρχή της ισότητας, αρχή η οποία παραβιάζεται και λόγω επιβολής φόρου κατανάλωσης επί εισαγομένων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, ενώ δεν επιβάλλεται τέτοιος επί των μεταχειρισμένων τα οποία πωλούνται στην εγχώρια αγορά. Το ΄Αρθρο 28.1 του Συντάγματος παραβιάζεται, επίσης, και γιατί, καθώς αναφέρουν:-
«... το ποσό του φόρου καταναλώσεως που εισπράττεται για εισαγόμενο από άλλο κράτος μεταχειρισμένο αυτοκίνητο υπερβαίνει το ποσό του κατάλοιπου του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην αξία ενός παρόμοιου μεταχειρισμένου αυτοκινήτου ήδη εισαχθέντος στην Κυπριακή Δημοκρατία.»
Η διαφοροποίηση αυτή εισάγει, εισηγούνται, δυσμενή διάκριση, η οποία πλήττει την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Παραπέμπουν δε, σχετικά, στην Υπόθεση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C-375/95, 23/10/97 και στην C-393/98, 22/2/01.
Η ισότητα, όπως κατοχυρώνεται από το ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος, αποκλείει διακρίσεις, οι οποίες δεν ανάγονται σε εγγενείς διαφορές μεταξύ των υποκειμένων ή αντικειμένων του δικαίου. Αν τα υποκείμενα ή αντικείμενα της ρύθμισης είναι ομοιογενή, δε χωρεί διάκριση, αν όμως αυτά είναι ανομοιογενή, παρέχεται ευχέρεια θεσμοθέτησης διάφορου κανόνα ή υιοθέτησης διάφορης ρύθμισης. ΄Οπως αναφέρεται στη Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 63, και στη Νικολαΐδου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 7, η ομοιογένεια ή η ανομοιογένεια, ανάλογα με την περίπτωση, πρέπει να είναι ουσιαστική, ώστε να δικαιολογείται η όμοια μεταχείριση ή η διάκριση μεταξύ των υποκειμένων του δικαίου. Σε θέματα, μάλιστα, οικονομικής πολιτικής, γενικά, ή φορολογικής φύσης παρέχεται, κατά τον καθορισμό κριτηρίων, ευρεία διακριτική ευχέρεια - (βλ. Antoniades & others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641).
΄Εχοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές, δε συμμερίζομαι τη θέση των αιτητών περί αντισυνταγματικότητας του ΄Αρθρου 8 του Νόμου. Στην προκείμενη περίπτωση, πρόκειται για διαφορετικά εμπορεύματα, έτσι ώστε δικαιολογείται η ένταξή τους σε διαφορετικές δασμολογικές κλάσεις. Δε χωρεί οποιαδήποτε ομοιότητα μεταξύ εισαγομένων αυτοκινήτων και άλλων εμπορευμάτων, τα οποία, επίσης, εισάγονται. Η διάκριση στην επιβολή φόρου κατανάλωσης δικαιολογείται απόλυτα από τη διαφορετικότητα της φύσης των εισαγομένων εμπορευμάτων. Καταλήγω ότι οι αιτητές δεν έχουν επιτύχει να αποσείσουν το βάρος απόδειξης, το οποίο φέρουν, για παραβίαση της αρχής της ισότητας.
Ούτε ο ισχυρισμός τους ότι το ποσό του φόρου κατανάλωσης που εισπράττεται για εισαγόμενο μεταχειρισμένο υπερβαίνει το ποσό του κατάλοιπου του φόρου, που παραμένει ενσωματωμένο στην αξία παρόμοιου μεταχειρισμένου εισαχθέντος ήδη στην Κύπρο έχει δυνατότητα επιτυχίας. Οι αποφάσεις, στις οποίες παρέπεμψαν, και ειδικότερα η υπόθεση C-393/98, δεν τυγχάνουν εδώ εφαρμογής, αφού αναφέρονται σε σύστημα φορολόγησης μεταχειρισμένων οχημάτων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την εν λόγω απόφαση:-
«2) Το ΄Αρθρο 95, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ναι μεν επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος να εφαρμόζει επί των εισαγομένων από άλλα κράτη μέλη μεταχειρισμένων οχημάτων σύστημα φορολογήσεως, κατά το οποίο η απόσβεση της πραγματικής αξίας των εν λόγω οχημάτων υπολογίζεται κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και κλιμάκων οριζομένων με νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη, αλλά μόνον υπό τον όρον ότι τα εν λόγω κριτήρια ή κλίμακες εγγυώνται ότι το ποσό του φόρου δεν υπερβαίνει - ούτε καν σε ορισμένες περιπτώσεις - το ποσό του καταλοίπου του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην αξία των ομοειδών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων οχημάτων που είναι ήδη εγγεγραμμένα στα μητρώα του οικείου κράτους.»
Σ' ό,τι αφορά τους ισχυρισμούς για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, ούτε αυτοί ευσταθούν.
Ο πρώτος ισχυρισμός, με την κατάληξη ότι οι πρόνοιες του Νόμου που έχουν εφαρμόσει οι καθ' ων η αίτηση δεν είναι αντισυνταγματικές, καταρρίπτεται.
Ο ισχυρισμός για έλλειψη αιτιολογίας, επίσης, δεν ευσταθεί. ΄Ολα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου, τα οποία λήφθηκαν υπόψη από τους καθ' ων η αίτηση, παρέχουν δυνατότητα άσκησης δικαστικού ελέγχου και θεωρώ ότι αιτιολογούν επαρκώς την απόφαση - (βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 273).
Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ