ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 158/2004)
21 Δεκεμβρίου, 2005
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Δ. Μέρτακκα για Τ. Παπαδόπουλο & Σία, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α. Παναγιώτου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.
Για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3: Ουδεμία εμφάνιση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα.
Στις 21/12/2001 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) προήγαγε μετά από επανεξέταση τον Χρίστο Καραμανή, Χλόη Δημητριάδου και Φειδία Κωνσταντίνου (ενδιαφερόμενα μέρη) στη μόνιμη θέση Ταχυδρομικού Επιθεωρητή στο Τμήμα Ταχυδρομικών Υπηρεσιών αναδρομικά από τις 15/7/1998. Οι πιο πάνω προαγωγές ακυρώθηκαν με τις υπ' αρ. 243 και 245/2003 προσφυγές που καταχώρισε ο αιτητής, γιατί διαπιστώθηκε ότι η σύσταση του Διευθυντή Ταχυδρομικών Υπηρεσιών δεν ήταν αιτιολογημένη.
Μετά την ακύρωση των προαγωγών η Ε.Δ.Υ. επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης των κενών θέσεων και αφού άκουσε το Διευθυντή και έλαβε υπόψη το περιεχόμενο του φακέλου, σύμφωνα με το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, επαναπροήγαγε τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη από τις 15/7/1998.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής αμφισβητεί την ορθότητα της επίδικης απόφασης ισχυριζόμενος ότι υπερείχε έκδηλα των ενδιαφερόμενων μερών και ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι παράνομη, αναιτιολόγητη και ότι παραβιάζει την αρχή του δεδικασμένου.
(β) Η νέα σύσταση του Διευθυντή.
Έχει υποβληθεί από την ευπαίδευτη δικηγορίνα του αιτητή ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει, αφού παραβιάζει το δεδικασμένο που απορρέει από την ακυρωτική απόφαση των προσφυγών 243 και 245/2003, δεν είναι σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων, βασίζεται σε προσωπικές αντιλήψεις του Διευθυντή, δεν αποκαλύπτει τους λόγους προτίμησης των συστηθέντων και εισάγει εξωγενή στοιχεία κρίσης.
Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σε αυτό το στάδιο το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστή Κρονίδη στις πιο πάνω προσφυγές, όπως επίσης και τη σύσταση του Διευθυντή, που συνδέονται άμεσα με τον πιο πάνω λόγο ακυρότητας:
"Έχω μελετήσει και αξιολογήσει τη νέα σύσταση του Διευθυντή, έχοντας υπόψη και την προηγούμενη σύσταση η οποία κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ως αναιτιολόγητη. Έχω διαπιστώσει ότι η νέα επίδικη σύσταση αναδιατυπώνει την παλαιά χωρίς να προσθέτει ή να αφαιρεί οτιδήποτε ουσιαστικό. Κινείται στα ίδια ακριβώς επίπεδα και στα ίδια στοιχεία της προηγούμενης. Η επωδός της σύστασης ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν ή δεν υστερούν έναντι των άλλων υποψηφίων και κατά συνέπεια και του αιτητή, δεν προκύπτει από τους φακέλους. Τόσο τα ενδιαφερόμενα μέρη όσο και ο αιτητής επί σειράν ετών βαθμολογούνται ως εξαίρετοι σε όλα τα σημεία. Ο αιτητής έχει επιπρόσθετα προσόντα τα οποία, όπως παραδέχεται ο Διευθυντής και η ΕΔΥ, είναι συναφή με τα καθήκοντα της θέσης. Ο αιτητής, όμως, υστερεί στην αρχαιότητα κατά 1-2 χρόνια. Ο Διευθυντής δεν αναφέρεται συγκεκριμένα για την αρχαιότητα και ιδιαίτερα εάν αυτό το στοιχείο τον οδήγησε για να συστήσει τα ενδιαφερόμενα μέρη.
....................................................................................................
Ο Διευθυντής, με τη σύστασή του, η οποία, όπως ανέφερα προηγουμένως, δε διαφέρει ουσιαστικά από την προηγούμενη που κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ως αναιτιολόγητη, μετέφερε στην ΕΔΥ το μήνυμα της υπεροχής των ενδιαφερομένων μερών, ώστε αυτά να αναδεικνύονται ως τα καταλληλότερα. Δεν προκύπτει, όμως, τέτοια υπεροχή από τους φακέλους. Ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη βαθμολογούνται σε όλα τα στοιχεία ως εξαίρετοι. Υπάρχει δηλαδή μια πλήρης και ισοπεδωτική ισότητα όλων ως προς την αξία. Παρά ταύτα, ο Διευθυντής, χωρίς να αναφέρεται καθόλου στον αιτητή, εξαίρει μόνο τις ικανότητες των ενδιαφερομένων μερών τις οποίες μάλιστα υπερτονίζει. Δεν αποδίδει καμιά ιδιαίτερη σημασία στα επιπλέον προσόντα του αιτητή, παρά το γεγονός ότι θεωρεί αυτά ως συναφή με τα καθήκοντα του σχεδίου υπηρεσίας. Δεν αναφέρεται δε ρητά στην αρχαιότητα ως αποφασιστικό στοιχείο που τον οδήγησε στη σύσταση υπέρ των ενδιαφερομένων μερών.
Ενόψει των πιο πάνω, το περιεχόμενο της νέας σύστασης του Διευθυντή δοκιμάζεται από τις σκέψεις και το λόγο της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στη Μοδίτης (πιο πάνω). Κατέληξα δε ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν αντέχει στην κρίση της νόμιμα αιτιολογημένης σύστασης. Εξάλλου, όπως παρατήρησα προηγουμένως, αυτή αποτελεί αναπαραγωγή της πρώτης σύστασής του, η οποία κρίθηκε αναιτιολόγητη από το Ανώτατο Δικαστήριο. Κατά συνέπεια, ο σχετικός λόγος ακυρότητας ευσταθεί και οδηγεί αναπόφευκτα σε ακύρωση της επίδικης απόφασης της ΕΔΥ.
Η πλήρης σύσταση του Διευθυντή έχει πάρει την πιο κάτω μορφή:
"Ο,τιδήποτε θα αναφέρω στη σύστασή μου αφορά στον ουσιώδη χρόνο. Γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους και έχω άμεση γνώση της εργασίας που εκτελούν. Παρόλα αυτά, έχω διαβουλευθεί και με τους άμεσα προϊσταμένους τους και έχω, επίσης, μελετήσει τους Προσωπικούς τους Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεών τους. Αφού συνεκτίμησα όλα αυτά και λαμβάνοντας υπόψη και τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - καθώς και τις γνώσεις και τις εμπειρίες που διαθέτουν οι υποψήφιοι και τις ικανότητες και ιδιότητες που απαιτούνται για να εκτελέσουν με επιτυχία τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, συστήνω για προαγωγή τους Καραμανή Χρίστο, Δημητριάδου Χλόη και Κωνσταντίνου Φειδία.
Ο Καραμανής Χρίστος, σ' ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη, υπερτερεί σε αξία των υποψηφίων που προηγούνται αυτού σε αρχαιότητα και είναι ίσος με τους υπόλοιπους και/ή υστερεί μόνο οριακά έναντι των υποψήφιων Μυλωνά Αντωνάκη, Πρωτοπαπά Σάββα, Παστελλή Γεώργιου και Δημητριάδη Δημήτριου (σε ένα μόνο στοιχείο κατά το έτος 1994), έναντι των οποίων όμως υπερτερεί σε αρχαιότητα.
Διαθέτει τις οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες που απαιτούνται για να εκτελέσει με επιτυχία τα καθήκοντα της θέσης Ταχυδρομικού Επιθεωρητή.
Οι Δημητριάδου Χλόη και Κωνσταντίνου Φειδίας υπερτερούν σε αξία των υποψηφίων που προηγούνται αυτών σε αρχαιότητα και υπερτερούν και/ή είναι ίσοι με τους υποψηφίους που έπονται σε αρχαιότητα.
Διαθέτουν τις οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες που απαιτούνται για να εκτελέσουν με επιτυχία τα καθήκοντα της θέσης Ταχυδρομικού Επιθεωρητή.
Προβαίνοντας στις πιο πάνω συστάσεις, έλαβα υπόψη την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, μελέτησα εξ υπ' αρχής όλα τα δεδομένα που είχα υπόψη μου και σημείωσα ότι ο υποψήφιος με α/α 23, Δημητριάδης Δημήτριος, ο οποίος είναι και ο τελευταίος στον κατάλογο αρχαιότητας, έχει πρόσθετα προσόντα, τα οποία έχουν κάποια συνάφεια με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης, δεν προβλέπονται όμως στο Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν. Συσχέτισα τα προσόντα αυτά με τα καθήκοντα της θέσης Ταχυδρομικού Επιθεωρητή, κατέληξα όμως στο συμπέρασμα ότι η ύπαρξη των προσόντων αυτών δεν θα μπορούσε να με επηρεάσει να διαφοροποιήσω τη σύστασή μου, λαμβανομένου υπόψη ότι ο Δημητριάδης υστερεί σε αρχαιότητα των υποψηφίων που συστήνω κατά δύο χρόνια στην παρούσα τους θέση."
Η πιο πάνω παράθεση του μέρους εκείνου της απόφασης στις προσφυγές 243 και 245/2003, όπως επίσης και του κειμένου της νέας σύστασης του Διευθυντή είναι αρκετά διαφωτιστικές σε σχέση με τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης.
Οι αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα της επανεξέτασης καθορίζουν ότι το διορίζον όργανο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα σημεία που εξετάστηκαν και κρίθηκαν τρωτά στην προηγούμενη δικαστική απόφαση (βλ. Αργυρού ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 639).
Στη νέα σύσταση ο Διευθυντής αναφέρει ότι οι συστηθέντες Χ. Καραμανής, Χ. Δημητριάδου και Φ. Κωνσταντίνου "διαθέτουν τις οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες που απαιτούνται για να εκτελέσουν με επιτυχία τα καθήκοντα της θέσης Ταχυδρομικού Επιθεωρητή". Όμως και ο αιτητής, για τον οποίον ο Διευθυντής παρέλειψε να αναφέρει αν και σε ποιο βαθμό διέθετε τις πιο πάνω ιδιότητες, έχει κριθεί στις υπηρεσιακές εκθέσεις, οι οποίες και αντικατοπτρίζουν την επαγγελματική αξία των υποψηφίων, ότι διαχρονικά διέθετε σε εξαίρετο βαθμό "τις απαιτούμενες ικανότητες για αποτελεσματικό προγραμματισμό, οργάνωση, διεύθυνση, συντονισμό, εποπτεία και έλεγχο της εργασίας του και του προσωπικού που έχει ή που μπορεί να έχει στη διάθεσή του". Η μελέτη των υπηρεσιακών εκθέσεων και των όσων ο Διευθυντής εξειδίκευσε για το κάθε ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη ως ιδιότητες και ικανότητες, που τα καθιστούσαν συγκριτικά με τον αιτητή καταλληλότερα, αποκαλύπτει ότι οι πιο πάνω ικανότητες ήταν στοιχεία που βαθμολογήθηκαν διαχρονικά στο υπ' αριθμόν 8 κριτήριο των εμπιστευτικών εκθέσεων ("Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα") και δεν δικαιολογούν τη μονόπλευρη επίκλησή τους υπέρ των ενδιαφερόμενων μερών αφού και ο αιτητής ήταν, ως προς τις πιο πάνω ιδιότητες, ισοδύναμος.
Στην προηγούμενη ακυρωτική απόφαση είχε τονιστεί ότι ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη βαθμολογούνται σε όλα τα στοιχεία ως εξαίρετοι και ότι υπάρχει μια "πλήρης και ισοπεδωτική ισότητα όλων ως προς την αξία". Τονίστηκε επίσης η παράλειψη αναφοράς στον αιτητή και ο παράλληλος υπερτονισμός των ικανοτήτων των ενδιαφερόμενων μερών. Εξυπακούεται έτσι ότι ούτε η νέα σύσταση συνάδει με την ακυρωτική απόφαση. Οι αναφορές του Διευθυντή στις οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες των συστηθέντων συγκρούονται με το περιεχόμενο των φακέλων και γι' αυτό το λόγο παραβιάζεται το δεδικασμένο.
Η πιο πάνω μορφή της σύστασης δεν επιδοκιμάζεται από τη νομολογία. Όπως τονίστηκε στην απόφαση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695,
"Όσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε. Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δε συστήνει. Κατ' ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. Ώστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΑΕ 2037, ημερομηνίας 20.11.98). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και, πάντως, η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων. Σημειώνουμε συναφώς πως ο ίδιος προϊστάμενος αξιολόγησε τον αιτητή τα δυο τελευταία χρόνια, το 1996 και το 1997. Και τον βρήκε εξαίρετο σε όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία αξιολόγησης. Οπότε, κατά την πάγια νομολογία μας, δεν θα έπρεπε να της είχε προσδοθεί βαρύτητα."
Με βάση τα πιο πάνω διαπιστώνω ότι η νέα σύσταση του Διευθυντή πάνω στην οποία βασίστηκε και η επίδικη απόφαση της Ε.Δ.Υ. πάσχει.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα σε βάρος της Ε.Δ.Υ.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ