ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 4 ΑΑΔ 969
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1259/2003)
9 Δεκεμβρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡA 24 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΗΜΟΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/΄Η
ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Π. Πολυβίου, για τους Αιτητές.
Μ. Μαλαχτού-Παμπαλλή (κα.), για τους Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Στις 30.8.2002 ο αιτητής Δήμος Λευκωσίας, ως αρμόδια πολεοδομική Αρχή, εξέδωσε πολεοδομική άδεια με την οποία εγκρίθηκε η αίτηση για πολεοδομική άδεια για την ανάπτυξη τεμαχίου γης στην περιοχή ειδικού χαρακτήρα Αγίου Ανδρέα στη Λευκωσία, που υποβλήθηκε στις 22.5.2001, από την κα. Ειρήνη Γεωργίου. Η έγκριση αφορούσε τη χρήση μόνον του τεμαχίου και σ΄ αυτήν τέθηκαν ειδικοί όροι.
Οι όροι που τέθηκαν ήταν οι εξής:
1. Η ανάπτυξη του τεμαχίου θα πρέπει να εναρμονίζεται πλήρως με τις γενικές και ειδικές πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας που αναφέρονται στο σχεδιασμό και στην ένταξη νέων οικοδομών στις περιοχές ειδικού χαρακτήρα.
2. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στα πιο κάτω θέματα που σχετίζονται με:
1. Τη χωροθέτηση και διάταξη της οικοδομής και τις αποστάσεις από τα οδικά σύνορα με στόχο της νοητής οικοδομικής συνέχειας και οικοδομικής γραμμής.
2. Την ένταξη της οικοδομής στο τεμάχιο, ιδιαίτερα όσον αφορά τη σχέση καλυμμένου, ημικαλυμμένου και ακάλυπτου χώρου σύμφωνα με τα αυθεντικά πρώτυπα της περιοχής (σαφής επικράτηση του πρασίνου/της αυλής έναντι των σκληρών επιφανειών) και τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης.
3. Τη μέθοδο κατασκευής και τα υλικά ώστε να αποφεύγονται πολύπλοκοι συνδυασμοί και στοιχεία (π.χ. εμφανής μεταλλικός σκελετός, εκτεταμένες επιφάνειες αλουμινίου και επένδυση με ξύλινα πανέλα) που δεν εναρμονίζονται με τα ειδικά χαρακτηριστικά της Περιοχής Ειδικού Χαρακτήρα, όπως επίσης και ο δυσμενής επηρεασμός του χαρακτήρα της περιοχής και των ανέσεων γειτονικών ιδιοκτησιών.
4. Τη μορφή και το είδος στέγασης της οικοδομής που θα πρέπει να εναρμονίζεται με τον αρχιτεκτονικό χαρακτήρα των αξιόλογων οικοδομών της Περιοχής Ειδικού Χαρακτήρα Αγίου Ανδρέα (όπως το είδος στέγασης που επικρατεί στην άμεση και ευρύτερη περιοχή της οικοδομής-κεραμοσκεπείς, τετράρικτες κυρίως τύπου στέγες) τα υλικά και αναλογίες ανοιγμάτων κλπ.
Στις 27.9.2002 η ιδιοκτήτρια του τεμαχίου κα. Ειρήνη Γεωργίου υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή εναντίον της προαναφερόμενης απόφασης των αιτητών. Η αρμόδια Υπουργική Επιτροπή στη συνεδρία της ημερ. 26.9.2003 απεφάσισε να αποδεχθεί μερικώς την ιεραρχική προσφυγή της ιδιοκτήτριας, όσον αφορά τους όρους 2.1, 2.2 και 2.4 της Πολεοδομικής ΄Αδειας ενώ απεφάσισε να την απορρίψει σε σχέση με τον όρο 2.3.
Η απόφαση της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής γνωστοποιήθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών στον αιτητή, Δήμο Λευκωσίας, με επιστολή ημερ. 22.10.2003, η οποία λήφθηκε στις 29.10.2003. Στη συνέχεια ο Δημοτικός Μηχανικός των αιτητών με επιστολή του ημερ. 10.12.2003 ζήτησε από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών τα στοιχεία στα οποία βασίστηκε η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής και το Υπουργείο Εσωτερικών απάντησε με επιστολή του ημερ. 30.12.2003 δίνοντας τα στοιχεία που ζητήθηκαν.
Με την υπό εξέταση προσφυγή ζητείται δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και η απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση, όπως γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του καθ΄ ου η αίτηση ημερ. 22.10.2003, με την οποία αποδέχθηκε μερικώς την ιεραρχική προσφυγή της κας Ειρήνης Γεωργίου, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Κατά τους αιτητές η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη, παράτυπη και αντίθετη προς το Νόμο και τους Κανονισμούς, οδηγεί σε δυσμενή επηρεασμό του έννομου συμφέροντος του αιτητή, είναι αυθαίρετη, λήφθηκε κατά κατάχρηση εξουσίας και αντίθετα προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης, λήφθηκε χωρίς επαρκή έρευνα και χωρίς να δίδεται ικανοποιητική αιτιολογία, βασίζεται σε πλάνη περί το Νόμο και περί τα πράγματα και εξυπηρετεί αλλότριους σκοπούς.
Στην τροποποιημένη αίτηση των αιτητών εξειδικεύεται το έννομο συμφέρον τους το οποίο, σύμφωνα με αυτούς, επηρεάζεται δυσμενώς από την προσβαλλόμενη απόφαση. Σύμφωνα με τη θέση των αιτητών επηρεάζεται δυσμενώς η περιβαλλοντική πολιτική τους και η πολεοδομική διαμόρφωση της Περιοχής Ειδικού Χαρακτήρα του Αγίου Ανδρέα. Επίσης πλήττεται το Τοπικό Σχέδιο του Δήμου Λευκωσίας και παραγνωρίζονται οι τοπικές συνθήκες.
Στην ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση εγείρεται ζήτημα μη ύπαρξης εννόμου συμφέροντος των αιτητών και κατ΄ επέκταση εγείρεται θέμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή και ως εκ τούτου δεν ενεργοποιείται η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία υπό το φως των αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων. Αναφορικά με το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος των αιτητών θεωρώ πως εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση αφορά στην προστασία του περιβάλλοντος εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Λευκωσίας, ο Δήμος Λευκωσίας έχει έννομο συμφέρον, δεδομένων των αρμοδιοτήτων του σε θέματα περιβάλλοντος, πολεοδομίας και χωροταξίας (Δέστε: «Το ΄Εννομον Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως» της Γλυκερίας Π. Σιούτη, σελ. 278 κ.επ.).
Αφού έλαβα υπόψη τα όσα παρατηρήθηκαν στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου, Α.Ε. 2156 και 2158, ημερ. 27.2.2000, καταλήγω στο συμπέρασμα πως οι αιτητές, στην προκείμενη περίπτωση, έχουν και έννομο συμφέρον εγγενές στη φύση της αποστολής τους αλλά και συγκεκριμένον έννομο συμφέρον στην προκείμενη περίπτωση εφόσον με τα όσα επικαλούνται δείχνουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση προκαλεί δυσμενή επηρεασμό σε τομέα τον οποίο οι αιτητές έχουν δικαίωμα και καθήκον να προασπίσουν, δηλαδή το περιβάλλον εντός των δημοτικών τους ορίων.
Πέραν της κατάληξης για ύπαρξη εννόμου συμφέροντος των αιτητών στην προσβολή της προαναφερόμενης απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση, θεωρώ πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι και εκτελεστή διοικητική πράξη εφόσον με αυτή παράγονται έννομα αποτελέσματα.
Εν όψει των προαναφερομένων θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της προσφυγής. Τα βασικά παράπονα των αιτητών, όπως τα αντιλαμβάνομαι, είναι ότι δεν λήφθησαν δεόντως υπόψη οι θέσεις των αιτητών, από τους καθ΄ ων η αίτηση και ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.
Η προσβαλλόμενη απόφαση φαίνεται στα πρακτικά της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής για την εξέταση ιεραρχικών προσφυγών με βάση το άρθρο 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, που έγινε στο Υπουργείο Εσωτερικών στις 26.9.2003, η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 22.10.2003. Στην απόφαση αναγράφεται ότι η Επιτροπή μελέτησε το Σημείωμα 50/17 του Υπουργείου Εσωτερικών, εξέτασε τα πραγματικά γεγονότα και νομικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υποβληθείσα πολεοδομική αίτηση καθώς και τους λόγους που επικαλέστηκε η αιτήτρια (ιδιοκτήτρια του τεμαχίου) και απεφάσισε, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 31 του προαναφερόμενου νόμου, να αποδεχτεί μερικώς την ιεραρχική προσφυγή, όσον αφορά τους όρους 2.1, 2.2 και 2.4, κρίνοντας ότι η μορφολογία και τυπολογία της ανάπτυξης ήταν δυνατόν να αντιμετωπιστούν με μεγαλύτερη ευελιξία και να γίνει δεκτή η οργάνωση της κάτοψης της οικοδομής, η στέγαση της με επίπεδη στέγη και η χωροθέτηση της οικοδομής στο οικόπεδο. Η Υπουργική Επιτροπή απεφάσισε όμως να απορρίψει την προσφυγή σε σχέση με τον όρο 2.3, ο οποίος αφορά το θέμα των υλικών των όψεων και την ανάγκη τροποποίησης των σχεδίων που υποβλήθηκαν και να επικυρώσει τον αναφερόμενο όρο.
Εκτιμώ ότι η αναφορά, στην προσβαλλόμενη απόφαση, στο Σημείωμα αρ. 50/17 του Υπουργείου Εσωτερικών, ουσιαστικά ενσωματώνει το προαναφερόμενο σημείωμα και το περιεχόμενο του στην προσβαλλόμενη απόφαση. Δηλαδή εκτιμώ πως το περιεχόμενο του προαναφερόμενου σημειώματος συνιστά, στην πραγματικότητα, μέρος του σκεπτικού και της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Σύμφωνα με τη νομολογία που επιτρέπει να ληφθούν υπόψη τα στοιχεία ενός διοικητικού φακέλου, όταν εξετάζεται το ζήτημα της αιτιολόγησης μιας απόφασης, κρίνω ότι, κατ΄ αναλογία, είναι επιτρεπτό και στην προκείμενη περίπτωση να ληφθεί υπόψη το περιεχόμενο του Σημειώματος αρ. 50/17 του Υπουργείου Εσωτερικών, με σκοπό να αποφασιστεί το κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη καθώς και το κατά πόσο λήφθηκαν επαρκώς υπόψη οι θέσεις του αιτητή Δήμου (Δέστε: Λάμπρου ν. Δημοκρατίας (1970) 3 Α.Α.Δ. 75, 80 και Λαυρέντιος Α. Δημητρίου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1988) 3 Α.Α.Δ. 91, 100).
Κατά συνέπεια εξέτασα και το περιεχόμενο του προαναφερόμενου Σημειώματος αρ. 50/17 του Υπουργείου Εσωτερικών από το οποίο προκύπτει σαφώς ότι οι θέσεις του αιτητή Δήμου Λευκωσίας παρατέθηκαν και εξετάστηκαν όπως εξετάστηκαν και οι, αντίθετες σε πολλά σημεία, θέσεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Είναι προφανές πως ο αιτητής Δήμος, ενεργών ως αρμόδια πολεοδομική αρχή, θεώρησε ότι στην Περιοχή Ειδικού Χαρακτήρα του Αγίου Ανδρέα, όπου θα ανεγερθεί η οικοδομή της κας Ειρήνης Γεωργίου επικρατούν οι κεραμοσκεπείς οικοδομές και γι΄ αυτό επέβαλε και σχετικό όρο. Επέβαλε επιπλέον όρους, μεταξύ άλλων, ως προς τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν και τη χωροθέτηση και γενική μορφή της οικοδομής που θα ανεγερθεί. Από την άλλη ο Διευθυντής Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως θεώρησε πως οι οικοδομές στην Περιοχή Ειδικού Χαρακτήρα του Αγίου Ανδρέα δεν παρουσιάζουν καθολική ομοιογένεια όσον αφορά τον τύπο της στέγασης και τις αναλογίες των ανοιγμάτων και έδωσε βαρύτητα στην ανάγκη δημιουργίας χώρων στάθμευσης και ημιυπαίθριων χώρων. Ο Διευθυντής έκρινε πως η πολεοδομική αρχή θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την αρχιτεκτονική της οικοδομής της κας Ειρήνης Γεωργίου με μεγαλύτερη ευελιξία, σύμφωνα με την παράγραφο 1.4 του Παραρτήματος Ε του Τοπικού Σχεδίου και να αποδεχθεί τη μορφή της οικοδομής όσον αφορά την κάτοψη, τη στέγαση με επίπεδη στέγη και τη χωροθέτηση της οικοδομής στο οικόπεδο. ΄Ομως ως προς το ζήτημα των υλικών των όψεων και της σχετικής τροποποίησης των σχεδίων ο Διευθυντής έκρινε πως η απόφαση του αιτητή Δήμου ήταν ορθή. Στη βάση της εισήγησης του Διευθυντή, την οποία οι καθ΄ ων η αίτηση ακολούθησαν, κατέληξαν στην προσβαλλόμενη απόφασή τους ημερ. 26.9.2003 με την οποία ακύρωσαν τους προαναφερόμενους τρεις από τους τέσσερις όρους που επέβαλαν οι αιτητές αλλά επικύρωσαν τον όρο σε σχέση με τα υλικά των όψεων καθώς και την ανάγκη τροποποίησης των σχεδίων.
Ο όρος 1.4 του προαναφερόμενου Παραρτήματος Ε προνοεί ότι το Παράρτημα Ε δεν έχει σαν στόχο τον περιορισμό της αρχιτεκτονικής δημιουργικότητας αλλά στοχεύει στην παροχή βάσης με διευρυμένες αρχές και κριτήρια (ιδιαίτερα σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές) ώστε να αποτραπούν ενδεχόμενες αρχιτεκτονικές ανορθογραφίες και ασυναρτησίες που είναι ασυμβίβαστες με τον περιβάλλοντα χώρο.
Στην υπό εξέταση υπόθεση θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, κρινόμενη υπό το φως του προαναφερόμενου σημειώματος, είναι δεόντως αιτιολογημένη και δεν μπορεί να λεχθεί πως δεν λήφθηκαν επαρκώς υπόψη οι θέσεις του αιτητή Δήμου. Από τα ενώπιον μου στοιχεία είναι προφανές ότι οι καθ΄ ων η αίτηση, αφού έλαβαν υπόψη από τη μια τις θέσεις του αιτητή, Δήμου Λευκωσίας, που ήταν η αρμόδια πολεοδομική αρχή και από την άλλη τις θέσεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, απεφάσισαν να ακολουθήσουν τις θέσεις και εισηγήσεις του Διευθυντή και έτσι κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι τρεις προαναφερόμενοι όροι που είχε επιβάλει ο αιτητής Δήμος Λευκωσίας αναφορικά με την αίτηση της κας Ειρήνης Γεωργίου (όροι 2.1, 2.2 και 2.4) δεν ήταν απαραίτητοι αλλά ότι ο όρος 2.3 και η υποβολή νέων αρχιτεκτονικών σχεδίων ήταν στοιχεία απαραίτητα. Με αυτό τον τρόπο, σύμφωνα με το σκεπτικό των καθ΄ ων η αίτηση, δεν επηρεάζεται αρνητικά ο περιβαλλοντικός χαρακτήρας της Περιοχής Ειδικού Χαρακτήρα Αγίου Ανδρέα, εφόσον δεν υπάρχει ενιαίος τύπος σπιτιών στην περιοχή και με την επικύρωση του όρου 2.3 ως προς τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν για την οικοδομή και τα νέα σχέδια που θα πρέπει να υποβληθούν διαφυλάττεται επαρκώς η όψη και ο χαρακτήρας της περιοχής. Δεν βρίσκω οτιδήποτε το μεμπτό ή το επιλήψιμο σ΄ αυτό το σκεπτικό.
Με βάση τα προαναφερόμενα καταλήγω στο συμπέρασμα πως η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση είναι αιτιολογημένη, σ΄ αυτή λήφθηκαν επαρκώς υπόψη οι θέσεις του αιτητή στα πλαίσια έρευνας που έγινε και δεν συντρέχει οποιοσδήποτε από τους προβληθέντες λόγους ακύρωσης. Κατά συνέπεια η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
/ΕΑΠ. Δ.