ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 437/2001)
30 Νοεμβρίου, 2005
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MODA ENCANDO LTD,
Αιτήτρια,
ν.
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ
Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 19 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ, 2003
________________________
Γ. Τεουλίδης, για την Αιτήτρια.
Λ. Χριστοδουλίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την κυρίως υπόθεση (Προσφυγή), οι αιτητές ζητούν διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση, ημερομηνίας 7/5/2001, με την οποία πληροφορήθηκαν ότι, με βάση τα στοιχεία που προσκόμισαν, κατά τα έτη 1997 - 1998 το ύψος των αποφευχθέντων δασμών και Φ.Π.Α. ανέρχεται στις £4.081,00 και £15,427,00, αντίστοιχα, και με την οποία κλήθηκαν να καταβάλουν τα πιο πάνω ποσά στο γραφείο του καθ' ου η αίτηση εντός 21 ημερών, είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.
Μετά τη συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων και τον ορισμό της υπόθεσης για διευκρινίσεις, οι αιτητές καταχώρισαν την παρούσα αίτηση, για την οποία είχαν δηλώσει την πρόθεσή τους από τις 9/12/2003. Με την αίτησή τους ζητούν:-
«Α. Οδηγίες του Σεβαστού Δικαστηρίου δι' απόδειξη των γεγονότων εφ' ων βασίζεται η Αιτούσα με καταχώρηση ενόρκων ομολογιών από τους Χαράλαμπο Πογιατζή, Διευθυντή Τελωνείων Λευκωσίας κατά τον ουσιώδη χρόνο και από τον Σώζο Χουλιώτη Διευθυντή της Αιτούσας και/ή οιονδήποτε άλλο πρόσωπο του οποίου η μαρτυρία θεωρηθεί αναγκαία.»
Νομική βάση της αίτησης είναι οι Κανονισμοί 10 και 19 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του Διευθυντή των αιτητών - (4/6/2004) - που υποστηρίζει την αίτηση, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι, προτού οι αιτητές αρχίσουν τις εισαγωγές, στις οποίες και αφορά η φορολογία, ο ίδιος, μαζί με τρία πρόσωπα από την Ισπανία, εκπροσώπους της εταιρείας Inditex SA, επισκέφθηκαν, πριν από τις 29/10/1996, τον τότε Διευθυντή Τελωνείων Λευκωσίας - Χαράλαμπο Πογιατζή - στο γραφείο του και του παρουσίασαν σχετική συμφωνία, που είχε υπογραφεί μεταξύ των αιτητών και της εταιρείας Inditex SA. Αντικείμενο της συζήτησης ήταν οι τελωνιακοί δασμοί και το θέμα των royalties, σε σχέση με τη χρήση του εμπορικού σήματος ZARA. Οι εκπρόσωποι από την Ισπανία δήλωσαν σαφέστατα ότι το royalty είναι ενσωματωμένο στην αξία των προϊόντων, ενώ ο κ. Πογιατζής επέμενε ότι αυτό θα έπρεπε να διευκρινιστεί περαιτέρω πριν από την πρώτη εισαγωγή. Αποτέλεσμα, εστάλη από τους προμηθευτές η επιστολή ημερομηνίας 29/10/1996 - Παράρτημα 5 της ένστασης - το περιεχόμενο της οποίας, καθώς του ανέφερε ο κ. Πογιατζής, ικανοποιούσε πλήρως το Τελωνείο. Ενόψει της διαβεβαίωσης αυτής, οι αιτητές προχώρησαν στην εισαγωγή των προϊόντων. Το πρόβλημα των δασμών δημιουργήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα. Ουδέποτε τέθηκε κατά την εισαγωγή των προϊόντων. Η άδεια, η οποία ζητείται, είναι για καταχώριση ενόρκων δηλώσεων από τον ίδιο το Διευθυντή της εταιρείας και τον κ. Χαράλαμπο Πογιατζή.
Ο καθ' ου η αίτηση ενίσταται στην παραχώρηση της αιτούμενης άδειας. Προβάλλει ότι το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του Διευθυντή των αιτητών δε δημιουργεί δυνατότητα επιτυχίας της αίτησης. Τα όσα επιδιώκεται να αναφερθούν από τον κ. Χαράλαμπο Πογιατζή δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με τη διερεύνηση της τελωνειακής αξίας, που διενεργήθηκε από τον Κλάδο Αξιών του Αρχιτελωνείου, στη βάση της έγγραφης συμφωνίας των αιτητών με την εταιρεία Inditex SA, ημερομηνίας 7/8/1996, οι λειτουργοί του οποίου είναι οι μόνοι αρμόδιοι για το θέμα που προέκυψε. Ο κ. Χαράλαμπος Πογιατζής, ο οποίος έχει αφυπηρετήσει - τότε Ανώτερος Τελωνειακός Λειτουργός Λευκωσίας - δεν είχε εξουσία διερεύνησης της τελωνειακής αξίας προϊόντων.
Η διερεύνηση έφερε σε φως την παράλειψη των αιτητών να δηλώσουν επί των εισαγωγών των ετών 1997, 1998, ότι υφίσταντο και καταβάλλονταν δικαιώματα royalties σχετικά με τα εισαγόμενα εμπορεύματα που πληρώνονται ως όρος της πώλησης.
Κύριο επιχείρημα των αιτητών είναι ότι η επιδιωκόμενη να προσαχθεί μαρτυρία θα συμβάλει στην επίλυση του επίδικου ζητήματος, της ορθότητας, δηλαδή, της επιβληθείσας πρόσθετης φορολογίας.
Ο καθ' ου η αίτηση υποστήριξε ότι η οποιαδήποτε μαρτυρία προσκομιστεί από τον κ. Πογιατζή δεν έχει σχέση με τα επίδικα θέματα. Η μαρτυρία, η οποία επιδιώκεται να προσαχθεί, αφορά σε ερμηνεία και δεν μπορεί να είναι δεσμευτική. Κι αν ακόμα, υπέβαλε, ο κ. Πογιατζής έδωσε την ερμηνεία που ισχυρίζονται οι αιτητές, αυτή δεν μπορεί να αντικαθιστά την οποιαδήποτε νομική ενέργεια και εξουσία του Τελωνείου να επιβάλει δασμούς.
Σχετική με την προσαγωγή μαρτυρίας είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Sportsman Betting Co. Ltd v. Δημοκρατίας (2000 ) 3 Α.Α.Δ. 591, όπου αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 595-596)
«Από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου προκύπτει σαφώς η αρχή ότι προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική διαδικασία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα. (Βλέπε: Ρούσος ν. Ιωαννίδης κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, Τάσου Μιχαηλίδη κ.ά. ν. Συμβούλιο Βελτιώσεως Παλαιχωρίου, Υπόθ. αρ. 530/97, ημερ. 5.7.2000). Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει την διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αποδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. Ο διάδικος που ζητά την έκδοση οδηγιών για προσαγωγή μαρτυρίας, είτε προφορικής είτε υπό μορφή ένορκης δήλωσης, οφείλει να προσδιορίσει με εύλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα τα οποία επιδιώκει να αποδείξει και να ικανοποιήσει επίσης το Δικαστήριο ότι τα γεγονότα αυτά είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα που εγείρονται στην προσφυγή, λαμβανομένων υπόψη των νομικών σημείων και των γεγονότων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή. Επιτρέπεται η προσκόμιση γεγονότων με μαρτυρία μόνο όταν είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα και όταν η απόδειξή τους δυνατό να τεκμηριώσει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης. (Βλέπε: Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (Αρ. 1) (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330, Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1993) 4 Α.Α.Δ. 609, Lordos Hotels Holdings Ltd. v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, Υπόθ. Αρ. 71/97, ημερ. 18.11.99).»
Επανερχόμενη στην υπόθεση, διαπιστώνω ότι τα γεγονότα, τα οποία οι αιτητές επιδιώκουν να αποδείξουν με ένορκες δηλώσεις, προσδιορίζονται με εύλογη λεπτομέρεια και το μόνο το οποίο αμφισβητείται και θα πρέπει να εξεταστεί είναι εάν η μαρτυρία, η οποία επιδιώκεται να παρουσιαστεί, είναι σχετική.
΄Εχοντας υπόψη τη νομολογία που διέπει το ζήτημα, την προσβαλλόμενη πράξη και τους λόγους που προβάλλονται για ακύρωσή της, δε βρίσκω σχετικότητα στην επιδιωκόμενη να παρουσιαστεί μαρτυρία. Εάν και κατά πόσο δικαιολογείται η επιβληθείσα με την προσβαλλόμενη απόφαση φορολογία, είναι ζήτημα ερμηνείας των εγγράφων στα οποία στηρίχθηκε ο καθ' ου η αίτηση και όχι της όποιας προφορικής γνώμης, που, έστω, εξέφρασε κατά τον ουσιώδη χρόνο υπάλληλος του Τμήματος Τελωνείων, στα πλαίσια συζήτησης και διερεύνησης από τους αιτητές του τρόπου που μελλοντικά θα φορολογούνταν εισαγωγές τους.
Καταλήγω, ενόψει των πιο πάνω, ότι η αιτούμενη άδεια δε δικαιολογείται.
Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του καθ' ου η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ