ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σεργίδου Λουκία A. ν. Δήμου Λευκωσίας και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 189
Χαραλάμπους Σύλβια Παναγιώτη και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 149
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 310/2004)
14 Νοεμβρίου, 2005
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 23 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΡΙΑΛΑ,
2. ΜΑΡΙΑ ΡΙΑΛΑ,
3. MARIALA ESTATES LTD,
Αιτητές,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΓΕΡΜΑΣΟΓΕΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Χρ. Ιωαννίδης, για τους Αιτητές.
Κ. Στιβαρού (κα), για Κακογιάννη & Δημητρίου, για τους
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ζητείται όπως κηρυχθεί άκυρη η Διοικητική Πράξη Αρ. 8, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 3793 / 2/1/2004. Αφορούσε ανάκληση της Γνωστοποίησης του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, με το οποίο, μεταξύ άλλων, απαλλοτριώθηκε μέρος της περιουσίας των αιτητών στον Ποταμό Γερμασόγειας, υπό στοιχεία:-
Τεμάχιο 114/20 (μέρος), Τεμάχιο 114/21 (μέρος) και Τεμάχιο 114/22 (μέρος), του Φύλλου/Σχεδίου LIV/52.
Σε συντομία, τα γεγονότα έχουν ως εξής:-
Με Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, Αρ. 151 - (Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ. 1668 / 27/2/1981) - η Απαλλοτριούσα Αρχή - (το τότε Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερμασόγειας) - γνωστοποίησε την απαλλοτρίωση, (στη συνέχεια αναφερόμενη ως η «πρώτη απαλλοτρίωση»), μεταξύ άλλων, και των τεμαχίων 114/20 (μέρος), 114/21 (μέρος) και 114/22 (μέρος), του Φύλλου/Σχεδίου LIV/52, στη Γερμασόγεια, (στη συνέχεια αναφερόμενα ως «τα επίδικα τεμάχια»). Το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης, Αρ. 1499, των επίδικων τεμαχίων δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 1744 / 3/12/1981.
Με Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης Αρ. 237 - (Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ. 2035 / 22/2/1985) - η Απαλλοτριούσα Αρχή γνωστοποίησε την απαλλοτρίωση, (στη συνέχεια αναφερόμενη ως η «δεύτερη απαλλοτρίωση»), μεταξύ άλλων, και των επίδικων τεμαχίων. Το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης Αρ. 1744 της δεύτερης απαλλοτρίωσης των επίδικων τεμαχίων δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 2099 / 20/12/1985.
Παρά το γεγονός ότι κανένα ποσό δεν προσφέρθηκε στους ιδιοκτήτες των επίδικων τεμαχίων ως αποζημίωση, αυτοί δεν καταχώρισαν Παραπομπή στο Επαρχιακό Δικαστήριο, παρά μόνο οι αιτητές Αρ. 3, χρόνια αργότερα (13/3/2002), καταχώρισαν την Παραπομπή Αρ. 8/02, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.
Το 1986, εκδόθηκε στους ιδιοκτήτες των επίδικων τεμαχίων η άδεια οικοδομής Αρ. 1493, σύμφωνα με το φάκελο Β84/85, στην οποία τέθηκε ως όρος - (όρος (ιδ)) - όπως η έκταση της δεσμευτικής ρυμοτομίας, η οποία συμπίπτει με την έκταση της πρώτης και δεύτερης απαλλοτρίωσης, παραχωρηθεί για τη διαπλάτυνση του παραλιακού δρόμου Λεμεσού - Λευκωσίας.
Η προαναφερόμενη άδεια οικοδομής έχει υλοποιηθεί και, σύμφωνα με επιστολή του Επάρχου Λεμεσού, ημερομηνίας 27/9/1989, προς τον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό Λεμεσού, έχουν τροποποιηθεί οι εγγραφές των επίδικων τεμαχίων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (2) του ΄Αρθρου 13 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, ΚΕΦ. 96, (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»).
Στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 3793 / 2/1/2004, με τη Διοικητική Πράξη Αρ. 7 ανακλήθηκε η πρώτη απαλλοτρίωση και με τη Διοικητική Πράξη Αρ. 8 ανακλήθηκε η δεύτερη απαλλοτρίωση.
Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής αποτελεί η ανάκληση της δεύτερης απαλλοτρίωσης.
Προδικαστικές Ενστάσεις:
Με την ένστασή του, ο καθ' ου η αίτηση Δήμος, (ο «Δήμος»), ήγειρε σειρά προδικαστικών ενστάσεων, ισχυριζόμενος, ουσιαστικά, ότι η αιτούμενη θεραπεία και/ή η παρούσα προσφυγή είναι απαράδεκτη, λόγω:-
(α) Της μη ύπαρξης εννόμου συμφέροντος των αιτητών, άξιου προστασίας, αφού η επίδικη περιουσία έχει ήδη παραχωρηθεί από τους ίδιους, λόγω δεσμευτικής ρυμοτομίας, και έχει εγγραφεί ως δημόσιος δρόμος, δυνάμει του ΄Αρθρου 13(2) του Νόμου.
(β) Του αλυσιτελούς του παρόντος ένδικου μέσου. Ακόμα και σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής -
(ι) Η θέση των αιτητών δεν πρόκειται να διαφοροποιηθεί προς το καλύτερο, αφού το όποιο δικαίωμά τους έχει απωλεσθεί από άλλη αιτία, δηλαδή τη δεσμευτική ρυμοτομία. και
(ιι) αυτή θα αφορά μόνο στην ανάκληση της δεύτερης απαλλοτρίωσης (Δ.Π. 8, ημερομηνίας 2/1/2004), η οποία αναφέρεται σε πολύ μικρό μέρος της επίδικης περιουσίας, και όχι στην ανάκληση της πρώτης απαλλοτρίωσης (Δ.Π. 7, ημερομηνίας 2/1/2004), η οποία αναφέρεται σε μεγαλύτερο μέρος αυτής.
(γ) Απώλειας του εννόμου συμφέροντος των αιτητών, με την αποδοχή όρου στην άδεια οικοδομής για παραχώρηση της επίδικης περιουσίας που καλύπτεται από δεσμευτική ρυμοτομία, αφού καμιά προσφυγή δεν καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα εναντίον του όρου αυτού, αλλά ούτε και οποιαδήποτε άλλη διαδικασία αποζημίωσης, δυνάμει του ΄Αρθρου 13(1) του Νόμου, έχει κινηθεί από τους αιτητές.
Πριν από την εξέταση των προδικαστικών ενστάσεων, θα πρέπει να σημειώσω ότι γίνονται από τους αιτητές λανθασμένες αναφορές γεγονότων, οι οποίες έχουν άμεση σχέση με τις προβαλλόμενες από τους καθ' ων η αίτηση ενστάσεις.
Στην παράγραφο 2 της γραπτής τους αγόρευσης, αναφέρονται μόνο στη Δ.Π. 151/81, ημερομηνίας 27/2/1981, η οποία αφορά σε Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης - (πρώτη απαλλοτρίωση) - και σε κάποιο Διάταγμα Απαλλοτρίωσης, με Αρ. 237/85.
΄Οπως, όμως, προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και τα Παραρτήματα που επισυνάπτονται σ' αυτή, η πρώτη απαλλοτρίωση ολοκληρώθηκε με το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης Αρ. 1499 του 1981 και όχι με το ανύπαρκτο Διάταγμα Απαλλοτρίωσης με Αρ. 237/85. Ο συγκεκριμένος αριθμός, που επικαλούνται οι αιτητές, αφορά σε Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ημερομηνίας 22/2/1985 - (η δεύτερη απαλλοτρίωση) - την οποία ακολούθησε το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης με Αρ. 1744 και ημερομηνία 20/12/1985. Στη βάση δε των λανθασμένων αυτών αναφορών, επισημαίνουν, τόσο στην παράγραφο 9 των γεγονότων της προσφυγής όσο και στην παράγραφο 5 (σελ. 1) της γραπτής τους αγόρευσης, ότι η εν λόγω απαλλοτρίωση ανακλήθηκε με τη Δ.Π. 8, ημερομηνίας 2/1/2004. ΄Ομως, όπως προκύπτει από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, με τη Δ.Π. 8, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, το τι ανακλήθηκε είναι η δεύτερη απαλλοτρίωση, που αφορά σε μικρό μόνο μέρος των επίδικων τεμαχίων.
΄Ολα τα πιο πάνω στηρίζουν την υπό (β)(ιι) προδικαστική ένσταση, η οποία αφορά στο αλυσιτελές του παρόντος ένδικου μέσου. ΄Οπως υποστηρίζεται, ακόμα και σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής, αυτή θα αφορά μόνο στην ανάκληση της δεύτερης απαλλοτρίωσης, (Δ.Π. 8, ημερομηνίας 2/1/2004), η οποία καλύπτει μικρό μόνο μέρος των επίδικων τεμαχίων. Δε θα αφορά στην ανάκληση της πρώτης απαλλοτρίωσης, (Δ.Π. 7, ημερομηνίας 2/1/2004), η οποία καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των επίδικων τεμαχίων - (Η Δ.Π. 7 δεν προσβάλλεται με την παρούσα.).
΄Οσον αφορά την υπό β(ι) προδικαστική ένσταση, υποστηρίχθηκε ότι, αφού το 1986 εκδόθηκε στους τότε ιδιοκτήτες των επίδικων τεμαχίων άδεια οικοδομής, με όρο την παραχώρηση ποσοστού 26% του συνόλου του κτήματος για δημόσιο δρόμο, το οποίο συμφώνησαν και παραχώρησαν στη Δημοκρατία, το παρόν ένδικο μέσο δε θα διαφοροποιήσει τη θέση τους προς το καλύτερο, ακόμα και σε περίπτωση επιτυχίας. Τα επίδικα τεμάχια έχουν ήδη παραχωρηθεί, λόγω δεσμευτικής ρυμοτομίας, και έχουν εγγραφεί ως δημόσιος δρόμος, δυνάμει του ΄Αρθρου 13(2) του Νόμου. Το όποιο δικαίωμά τους έχει ήδη επηρεαστεί από τη δεσμευτική ρυμοτομία και, συνεπώς, στερούνται εννόμου συμφέροντος άξιου προστασίας.
Προς υποστήριξη αυτής τους της θέσης, παρέπεμψαν στη Χαραλάμπους κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 373/97, 30/7/98 (απόφαση Νικολάου, Δ.), η οποία επικυρώθηκε κατ' έφεση - (Χαραλάμπους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 149).
Στην κατ' έφεση Χαραλάμπους κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), αναφέρεται:- (σελ. 155-156)
«Κι αυτός ο λόγος θα πρέπει να απορριφθεί. Του συγκεκριμένου τεμαχίου η απαλλοτριούσα αρχή έλαβε κατοχή, ουχί δυνάμει του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, αλλά διαταγμάτων επίταξης τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν. Η αναφορά στο γεγονός ότι η περιουσία δεν είναι αναγκαία για τους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας που αναφέρεται στη Γνωστοποίηση, είναι φανερό ότι έγινε γιατί η απαλλοτρίωση δεν ήταν πλέον αναγκαία για σκοπούς εγγραφής του συγκεκριμένου τεμαχίου ως δημόσιου δρόμου, μια και το τεμάχιο δόθηκε στο Δήμο από τις εφεσείουσες κατά την έκδοση της άδειας οικοδομής.
Το νομικό καθεστώς μεταβλήθηκε με τη βούληση των εφεσειουσών οι οποίες παραχώρησαν το επηρεαζόμενο τμήμα του ακινήτου τους στο Δήμο Πάφου. Οι εφεσίβλητοι, καμιά ανάμειξη δεν είχαν σ' αυτό. Ουσιαστικά ακολούθησαν τη μόνη ανοικτή διέξοδο που είχαν για να τηρήσουν τις νόμιμες διαδικασίες, μια και δεν θα ήταν νοητό να συνεχίσουν τη διαδικασία απαλλοτρίωσης τεμαχίου το οποίο δεν ανήκε πλέον στις εφεσείουσες, αλλά που είχε παραχωρηθεί με τη δική τους συναίνεση στο Δήμο Πάφου.
Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι πιθανόν να τίθεται και θέμα εννόμου συμφέροντος αφού οι εφεσείουσες δεν είναι πλέον ιδιοκτήτριες του συγκεκριμένου τεμαχίου. Δυνατόν να στερούνται εννόμου συμφέροντος μια και η πριν την εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης απώλεια της νομικής κατάστασης ή ιδιότητας που προβάλλει αιτητής ως βάση του εννόμου συμφέροντός του που έχει θιγεί καθ' οιονδήποτε τρόπο από την προσβαλλόμενη πράξη καθιστά άνευ αντικειμένου την αίτηση, αφού η τυχόν συζήτηση και αποδοχή της καμιά συνέπεια δεν θα είχαν στην κατάσταση ή ιδιότητα που είχε και απώλεσε στο σύνολό της από άλλη νομική αιτία ο αιτητής (Σεργίδου ν. Δήμου Λευκωσίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 189). Πολύ δε περισσότερο όταν η ιδιότητα αυτή δεν υπήρχε καν κατά το χρόνο καταχώρησης της προσφυγής. ΄Ομως επειδή το θέμα δεν τέθηκε στους διάδικους για να έχουμε την άποψή τους, αποφασίσαμε να μην το εξετάσουμε.
Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι με την έκδοση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης η ιδιοκτησία των συγκεκριμένων ακινήτων δεν μεταβλήθηκε. Απλώς άρχισε η διαδικασία για την απόκτησή της από τη Δημοκρατία. Από τη στιγμή που το συγκεκριμένο τμήμα της ακίνητης περιουσίας των εφεσειουσών άλλαξε ιδιοκτησία και περιήλθε στο Δήμο Πάφου, δεν υπήρχε καν νόημα συνέχισης της διαδικασίας απαλλοτρίωσης. ΄Οπως είδαμε στην αρχή ήταν πλέον καθήκον της απαλλοτριούσας αρχής να ανακαλέσει την απόφασή της, εν όψει νέων γεγονότων που καθιστούσαν την ανάκληση αναγκαία.»
Εξέταση των γεγονότων της παρούσας αποκαλύπτει ότι η ιδιοκτησία των επίδικων τεμαχίων δε μεταβλήθηκε με την έκδοση των Διαταγμάτων Απαλλοτρίωσης. Η αλλαγή στην ιδιοκτησία επήλθε στα πλαίσια όρου στην άδεια οικοδομής και είναι στη βάση του όρου αυτού που η συγκεκριμένη περιουσία περιήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία. Συνέχιση της διαδικασίας απαλλοτρίωσης δεν είχε πλέον οποιαδήποτε σημασία. ΄Ηταν καθήκον της Απαλλοτριούσας Αρχής, δηλαδή του Δήμου, να προχωρήσει στην ανάκληση. Οι αιτητές παραχώρησαν τα επίδικα τεμάχια στην Κυπριακή Δημοκρατία, ανεξάρτητα από ανάμειξη των καθ' ων η αίτηση. Τα επίδικα τεμάχια, με τη μεταβίβασή τους στην Κυπριακή Δημοκρατία, έπαυσαν πλέον να ανήκουν στους αιτητές και, συνεπώς, δεν ετίθετο θέμα συνέχισης της διαδικασίας απαλλοτρίωσης. Περαιτέρω, από τη στιγμή που οι αιτητές, κατά το χρόνο καταχώρισης της παρούσας, δεν ήταν πλέον δικαιούχοι ή ιδιοκτήτες των επίδικων τεμαχίων, αφού τα είχαν ήδη παραχωρήσει δυνάμει όρου στην άδεια οικοδομής, τον οποίο ουδέποτε προσέβαλαν με οποιαδήποτε διαδικασία, δεν τίθεται θέμα ύπαρξης εκ μέρους τους εννόμου συμφέροντος. Η ανάκληση από μέρους του Δήμου της απαλλοτρίωσης κανένα δικαίωμα δεν τους προσέβαλε.
Καταλήγω ότι η προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση, σε σχέση με την έλλειψη του εννόμου συμφέροντος, ευσταθεί.
Ενόψει της επιτυχίας της προδικαστικής αυτής ένστασης, δε χρειάζεται να ασχοληθώ με την εξέταση των λόγων ακύρωσης που προβάλλονται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ