ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ.652/2003 και 771/2003)

 

13 Οκτωβρίου, 2005

 

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 28 και 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ. 652/2003)

 

ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΒΡΑΑΜΙΔΟΥ,

 

Αιτήτρια,

 

- KAI -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ης η Αίτηση.

 

- - - - - -

 

(Υπόθεση Αρ. 771/2003)

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,

 

Αιτητής,

 

- KAI -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ης η Αίτηση.

- - - - - -

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 652/2003.

 

Χρ. Χριστοφίδης, για τον Αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 771/2003.

 

Α. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.

 

Λ. Κληρίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με επιστολή του προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ημερομηνίας 9.4.2002, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών ζήτησε την πλήρωση μιας κενής μόνιμης θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας (Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής). Αφού δημοσιεύθηκε η θέση, υποβλήθηκαν δώδεκα αιτήσεις. Ακολούθως, ο Γραμματέας της ΕΔΥ απέστειλε τις αιτήσεις στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία, αφού συνήλθε σε δύο συνεδριάσεις, με επιστολή της ημ. 27.12.2002, υπέβαλε την έκθεσή της, ημ. 6.12.2002, προς την ΕΔΥ.

 

Στις 3.1.2003 η ΕΔΥ, αφού έλεγξε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής αποφάσισε, μεταξύ άλλων, όπως, (α) όσον αφορά το επιπρόσθετο προσόν, ζητήσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή να διευκρινίσει τα κριτήρια στη βάση των οποίων κατέληξε στην απόφασή της ότι η διετής υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Πολεοδομίας ικανοποιούσε την απαίτηση του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας για "πολύ καλή γνώση των ειδικών συνθηκών που αφορούν θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως στην Κύπρο", και, (β) εκτός των τεσσάρων υποψηφίων που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή (μεταξύ των οποίων δεν  περιλαμβάνονταν η Ευτυχία Αβρααμίδου, αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 652/2003, ούτε ο Χριστόδουλος Κυπριανού, αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 771/2003), καλέσει σε προφορική εξέταση δύο επιπλέον υποψηφίους "διότι η συμπερίληψή τους δικαιολογείται με βάση την αρχαιότητα, τα προσόντα τους και την αξιολόγησή τους στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής προφορική εξέταση". Ένας από τους δύο αυτούς υποψηφίους ήταν η Ευτυχία Αβρααμίδου. Ο Χριστόδουλος Κυπριανού δεν κλήθηκε σε προφορική εξέταση.

 

Στις 7.4.2003 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών απέστειλε στην ΕΔΥ το σχετικό πρακτικό της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπου διευκρινίζονταν τα κριτήρια στη βάση των οποίων η επιτροπή είχε καταλήξει στην απόφαση ότι η διετής υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Πολεοδομίας ικανοποιούσε την απαίτηση του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας για το επιπρόσθετο προσόν. Το πρακτικό είχε ως εξής:

 

"Αναφορικά με τη διάρκεια και την ποιότητα της πείρας σε καθήκοντα που απαιτείται για σκοπούς του επιπρόσθετου προσόντος, ως αυτό καθορίζεται στη παράγραφο 3Γ του Σχεδίου Υπηρεσίας, η Συμβουλευτική Επιτροπή διευκρίνισε ότι οι υποψήφιοι θα πρέπει να έχουν τουλάχιστο διετή υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Πολεοδομίας. Η Επιτροπή κατέληξε στην ανωτέρω απόφαση, εφόσον δεν υπήρχαν εξωτερικοί υποψήφιοι που διεκδικούσαν την εν λόγω κενή θέση, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των καθηκόντων που εκτελούν οι Ανώτεροι Λειτουργοί Πολεοδομίας, έκρινε ότι κατέχουν το τεκμήριο της πολύ καλής γνώσης των ειδικών συνθηκών που αφορούν θέματα πολεοδομίας, χωροταξίας και οικήσεως στην Κύπρο. Συναφώς αναφέρεται ότι οι Ανώτεροι Λειτουργοί Πολεοδομίας, ανεξάρτητα από το πόστο στο οποίο υπηρετούν, κατά κανόνα λαμβάνουν γνώση ολόκληρου του φάσματος των εργασιών του Τμήματος, αλλά επίσης συμμετέχουν στη συζήτηση των διαφόρων θεμάτων και στη διαμόρφωση πολιτικής αναφορικά με τους τομείς δραστηριοτήτων του Τμήματος, μέσα από ομαδική εργασία και μέσα από τη συμμετοχή τους σε τακτικές συντονιστικές συνεδρίες. Περαιτέρω αναφέρεται ότι ο καθορισμός των δύο ετών που καθορίστηκε από την Συμβουλευτική Επιτροπή, κρίθηκε ως επαρκής ώστε να διασφαλιστεί η απόκτηση των γνώσεων αυτών, ενώ παράλληλα δεν έχει αποκλειστεί με τον τρόπο αυτό κανένας εκ των Ανώτερων Λειτουργών Πολεοδομίας."

 

Στις 10.4.2003 η ΕΔΥ υιοθέτησε το πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσον αφορά την κατοχή του επιπρόσθετου προσόντος. Κατά την ίδια συνεδρία, εξέτασε, μεταξύ άλλων, και αίτημα του Χριστόδουλου Κυπριανού για συμπερίληψή του στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων. Αφού μελέτησε τόσο το περιεχόμενο της σχετικής επιστολής του όσο και την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, περιλαμβανομένων των στοιχείων των προσωπικών φακέλων και των φακέλων των υπηρεσιακών εκθέσεων όλων των υποψηφίων, αποφάσισε ότι δεν εδικαιολογείτο η συμπερίληψή του στον τελικό κατάλογο.

 

Η προφορική εξέταση των έξι υποψηφίων έγινε από την ΕΔΥ στις 22.4.2003. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ο οποίος είχε κληθεί να παραστεί στη συνεδρία, αφού αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων, σύστησε για προαγωγή την Αθηνά Αριστοτέλους-Κληρίδου, της οποίας την απόδοση χαρακτήρισε ως "εξαίρετη". Την απόδοση της Ευτυχίας Αβρααμίδου χαρακτήρισε ως "πάρα πολύ καλή". Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η Επιτροπή αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Την απόδοση της Αθηνάς Αριστοτέλους-Κληρίδου χαρακτήρισε ως "σχεδόν εξαίρετη", ενώ της Ευτυχίας Αβρααμίδου ως "πολύ καλή". Στη συνέχεια, η ΕΔΥ, στα πλαίσια της γενικής αξιολόγησης και σύγκρισης των υποψηφίων, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, στο σύνολό τους, έκρινε ότι η Αθηνά Αριστοτέλους-Κληρίδου υπερείχε γενικά των άλλων πέντε υποψηφίων και αποφάσισε την προαγωγή της στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας από 1.6.2003. Το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της 22.4.2003 έχει ως εξής:

 

"Η Επιτροπή, κατά πλειοψηφία, διαφωνούντος του κ. Α. Αναστασίου, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων και των καθιερωμένων κριτηρίων στο σύνολό τους, έκρινε ότι η ΚΛΗΡΙΔΟΥ-ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ Αθηνά υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων, την επέλεξε ως την πιο κατάλληλη και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτήν προαγωγή στη μόνιμη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας, Τμήμα Πολεοδομίας και Οίκησης.

 

Η πλειοψηφία, επιλέγοντας την Κληρίδου-Αριστοτέλους Αθηνά, έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, και ως Σχεδόν εξαίρετη κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, που είναι η υψηλότερη αξιολόγηση μεταξύ των υποψηφίων που προσήλθαν ενώπιον της Επιτροπής, με εξαίρεση την αξιολόγηση του κ. Α. Αναστασίου για τον υποψήφιο Σεργίδη. Η επιλεγείσα έχει εξαίρετες αξιολογήσεις επί σειρά ετών, όπως αυτές προκύπτουν από τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων, με ιδιαίτερη έμφαση σ΄ αυτές των πέντε τελευταίων ετών, και δεν υστερεί ή/και υπερέχει των ανθυποψηφίων της σε αξία, και διαθέτει επίσης τη σύσταση του Διευθυντή.

 

Επίσης η επιλεγείσα διαθέτει και M.Sc. in Urban Planning Studies του Oxford Polytechnic, το οποίο αν και δεν απαιτείται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε ως πλεονέκτημα, ούτε ως πρόσθετο προσόν, εντούτοις, επειδή είναι σχετικό με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, του έχει αποδοθεί η ανάλογη βαρύτητα. Επίσης, η επιλεγείσα διαθέτει το επιπρόσθετο προσόν, όπως και οι υπόλοιποι υποψήφιοι. Η πλειοψηφία δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι η επιλεγείσα υστερεί σε αρχαιότητα, στην παρούσα θέση, των Αβρααμίδου, Κωνσταντινίδου και Σεργίδη, παρόλα αυτά, επειδή, η υπό πλήρωση θέση η οποία είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, είναι ψηλά στην ιεραρχία, κρίνει ότι η εν λόγω αρχαιότητα έχει περιορισμένη σημασία και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να ανατρέψει τη γενική υπεροχή της επιλεγείσας, όπως αυτή παρατίθεται αναλυτικά πιο πάνω."

 

Προσφυγή Αρ. 652/2003

 

Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι η επίδικη απόφαση για προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους είναι προϊόν πραγματικής πλάνης οφειλόμενης σε μη δέουσα έρευνα της πραγματικής υπηρεσιακής προσφοράς ενός εκάστου των υποψηφίων και, ιδιαίτερα, της αιτήτριας. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, σύμφωνα με την εισήγηση, οδηγήθηκε στην ετοιμασία της έκθεσής της αγνοώντας πλήρως την τριαντάχρονη και εκτεταμένη πείρα της αιτήτριας, ως Λειτουργού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, και, στηριζόμενη αποκλειστικά στην, κατά την κρίση της, υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους, όπως τη διαπίστωσε στα πλαίσια μιας ολιγόλεπτης προφορικής εξέτασης.

 

Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί. Η προφορική εξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή είχε διάρκεια, σύμφωνα με την έκθεση της 6.12.2002, τριάντα περίπου λεπτών για τον κάθε υποψήφιο, οι δε ερωτήσεις που υποβλήθηκαν απέβλεπαν στη διαπίστωση των γνώσεων των υποψηφίων όσον αφορά τις διαδικασίες εκτέλεσης των εργασιών όλων των κλάδων του Τμήματος, των γνώσεών τους αναφορικά με την περί Δημοσίων Υπαλλήλων Νομοθεσία, τις γενικές τους γνώσεις και την προσωπικότητά τους. Η εξέταση ήταν, επομένως, ικανοποιητικά εκτενής για αρκετό χρόνο και όχι ολιγόλεπτη. Πέραν τούτου, όπως προκύπτει από τα ίδια πρακτικά, η τελική αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή δε στηρίχθηκε αποκλειστικά στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, αλλά σε όλα τα απαραίτητα στοιχεία. Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:

 

"Στη συνέχεια η Συμβουλευτική Επιτροπή προέβηκε σε τελική αξιολόγηση των υποψηφίων λαμβάνοντας υπόψη, τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, την αξία, τα προσόντα, την αρχαιότητα, καθώς και όλα τα υπόλοιπα στοιχεία σύμφωνα με τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων. Λήφθηκαν επίσης υπόψη τα στοιχεία που παρουσιάζονται στις αιτήσεις τους και διατυπώνονται στην συνημμένη κατάσταση (Παράρτημα Β), καθώς επίσης τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, με ιδιαίτερη έμφαση στα πέντε τελευταία χρόνια. Η Επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω στοιχεία, καθώς και τη γενική εντύπωση που δημιούργησε ο κάθε υποψήφιος, αποφάσισε να περιλάβει στον Κατάλογο συστηνομένων τους ακόλουθους τέσσερις υποψηφίους κατά αλφαβητική σειρά, συστήνοντάς τους για επιλογή στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως:

 

.................................................................................................................."

 

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν έδωσε οποιαδήποτε αιτιολογία αναφορικά με την κρίση της ως προς την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση.

 

Η θέση αυτή δεν είναι ορθή. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει στην έκθεσή της αναλυτικά τους λόγους για τους οποίους βαθμολόγησε με τον Α ή Β βαθμό την απόδοση του κάθε υποψηφίου κατά την προφορική εξέταση. (Βλ. Παράρτημα 6 στην Ένσταση).

 

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι ο Διευθυντής δεν είχε καμιά εξουσία να εκφράσει άποψη αναφορικά με την επίδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση και ότι η άποψή του αυτή δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στις Κ. Κυριάκου ν. ΕΔΥ, ΑΕ3524 και ΑΕ3534, 30.1.2004:

 

"Ο εφεσείων υποστήριξε πρωτόδικα ότι ο Γενικός Διευθυντής κακώς εξέφρασε άποψη αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων και τούτο γιατί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (αρ. 1/90) ο Γενικός Διευθυντής έπρεπε να περιοριστεί στις συστάσεις του και δεν είχε αρμοδιότητα να προβεί σε αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στις συνεντεύξεις και μάλιστα χωρίς να αιτιολογήσει την άποψη του.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αποφάνθηκε ότι η άποψη του Διευθυντή για την απόδοση των υποψηφίων δεν αποτελούσε κριτήριο επιλογής αλλά παράγοντα που βοηθούσε στη διαμόρφωση άποψης αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων, απέρριψε τη σχετική εισήγηση.

 

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα του πιο πάνω ευρήματος επαναλαμβάνοντας την εισήγηση ότι ο Γενικός Διευθυντής δεν είχε αρμοδιότητα και κακώς εξέφρασε την κρίση του, που ήταν και αναιτιολόγητη.

 

Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η άποψη του Διευθυντή αποτέλεσε παράγοντα που βοήθησε στη διαμόρφωση άποψης χωρίς να αποτελέσει κριτήριο επιλογής, είναι ορθή. Από τα πρακτικά της υπόθεσης φαίνεται ότι η αξιολόγηση του Διευθυντή δεν επέδρασε, αλλά ούτε και επηρέασε την ΕΔΥ η οποία προέβηκε στη δική της αξιολόγηση που μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν διαφορετική από εκείνη του Διευθυντή. Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Ιωνά κ.α ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1775, 1788, αναφορικά με τις εντυπώσεις που εκφράζει ο Διευθυντής,

 

     "Οι εντυπώσεις του Διευθυντή του Τμήματος και η εκτίμησή του για την απόδοση των υποψηφίων σε συνεντεύξεις δεν αποτελούν σύσταση με το νόημα του άρθρου 44(3). Στην υπόθεση Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852, 856, αποφασίστηκε ότι η απόδοση των υποψηφίων στη συνέντευξη είναι διαδικασία, η οποία βοηθά την αξιολόγηση των υποψηφίων κυρίως αναφορικά με την αξία και σε κάποιο βαθμό με τα προσόντα."

 

Η εισήγηση ότι η άποψη του Διευθυντή θα έπρεπε να ήταν αιτιολογημένη δεν ευσταθεί και τούτο γιατί το άρθρο 34(9) του Ν.1/90 που εφαρμόζεται σε περιπτώσεις πλήρωσης θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής όπως στην παρούσα περίπτωση, δεν επιβάλλει την ύπαρξη αιτιολογίας."

 

Σχετικά με τη βαρύτητα που πρέπει να δίδεται στην προφορική εξέταση, σύμφωνα με την νομολογία, αυτή πρέπει να είναι ιδιαίτερη, προκειμένου περί θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, ψηλά στην ιεραρχία, όπως η επίδικη θέση.

 

Ενδεικτικά, παραπέμπω στις ακόλουθες αποφάσεις της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου:

 

Στη Δημοκρατία ν. Σαββίδη κ.ά. (1995) 3 ΑΑΔ 69, στη σελίδα 73, αναφέρθηκε ότι:

 

"Η θέση είναι διευθυντική, ψηλά στην Ιεραρχία και εφόσον είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής η προφορική εξέταση ήταν σημαντική στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου."

 

Στη Δημοκρατία κ.ά. ν. Μιχαηλίδη κ.ά. (1999) 3 ΑΑΔ 756, στη σελίδα 763, λέχθηκαν τα εξής:

 

"Περαιτέρω, το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υπέρ του τη σύσταση του προϊσταμένου και τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης. Είναι γνωστό το βάρος που η νομολογία δίδει στη σύσταση του προϊσταμένου, ενώ όταν πρόκειται για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία, μεγάλη σημασία δίδεται επίσης και στην προφορική εξέταση. Συνεπώς το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερεί σε αξία".

 

Στη Χατζηλουκά ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 643, στη σελίδα 646, λέχθηκαν τα εξής:

 

"Το Ενδιαφερόμενο Μέρος όμως είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή και την καλύτερη επίδοση στις συνεντεύξεις ενώπιον της Ε.Δ.Υ. Δεδομένου δε ότι η θέση είναι υψηλόβαθμη τα στοιχεία αυτά αποκτούν μεγαλύτερη σημασία."

 

Σύμφωνα με την ίδια νομολογία, η αρχαιότητα σε θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής έχει περιορισμένη σημασία. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην Πανταζή ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 47, στη σελίδα 53:

 

"Η Επιτροπή έλαβε υπόψη της την αρχαιότητα του εφεσίβλητου, στην οποία έκαμε ειδική αναφορά. Παρατήρησε όμως ορθά ότι η αρχαιότητα για σκοπούς πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής αποτελεί στοιχείο περιορισμένης σημασίας, ιδιαίτερα για διευθυντικές θέσεις, όπως η παρούσα περίπτωση. Η Επιτροπή καθήκον είχε να συνεκτιμήσει όλα τα στοιχεία για την επιλογή του καλύτερου υποψήφιου."

 

Παραπέμπω, επίσης, στο ακόλουθο απόσπασμα από την Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 ΑΑΔ 374, στη σελίδα 391:

 

"Σε ό,τι αφορά την αρχαιότητα, προβάδισμα είχε ο Λ. Παιονίδης, αλλά ο Π. Πούρος έπετο των Δ. Πελεκάνου και Ε. Δημητρίαδη. Η Ε.Δ.Υ. ανέφερε πως λάμβανε υπόψη την αρχαιότητα, διευκρίνισε όμως πως "η αρχαιότητα, παρόλον που λαμβάνεται υπόψη, εντούτοις δεν είναι ουσιαστικής σημασίας δεδομένου του επιπέδου της θέσης, που είναι η ανώτατη στη δημόσια υπηρεσία, καθώς επίσης και του γεγονότος ότι η θέση είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, η οποία διεκδικείται και από υποψηφίους που είναι εκτός δημόσιας υπηρεσίας". Δεν μπορεί να επικριθεί αυτή η προσέγγιση."

 

Στην περίπτωση του ενδιαφερόμενου μέρους σημειώνω ότι αυτό διέθετε εξαίρετες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, καλύτερες της αιτήτριας, υπερείχε σε προσόντα καθότι διέθετε και το MSc in Urban Planning Studies, αξιολογήθηκε σε ψηλότερο επίπεδο τόσο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και από την ΕΔΥ κατά την προφορική εξέταση και είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή. Με αυτά τα δεδομένα, εύλογα μπορούσε να παρακαμφθεί, όπως και παρακάμφθηκε, η αρχαιότητα της αιτήτριας, στα πλαίσια της νομολογίας που έχω προαναφέρει.

 

ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 771/2003

 

Όπως έχω ήδη σημειώσει, ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή δεν συστήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ούτε περιλήφθηκε στον τελικό κατάλογο από την ΕΔΥ. Επομένως, το μόνο επίδικο ζήτημα που εγείρεται στην προσφυγή του είναι κατά πόσο εύλογα η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν τον περιέλαβε στον κατάλογο που στάληκε στην ΕΔΥ.  Σύμφωνα με το δικηγόρο του αιτητή, αυτός θα έπρεπε να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των συστηθέντων για επιλογή, διότι υπερείχε σε πείρα και αρχαιότητα.

 

Η εισήγηση δεν είναι ορθή. Με βάση τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως αυτά περιγράφονται στο Παράρτημα 6 της Ένστασης, ήταν εύλογα επιτρεπτό για τη Συμβουλευτική Επιτροπή να επιλέξει και συστήσει τους τέσσερις υποψηφίους, ήτοι τους Μ. Ιωαννίδου, Α. Αριστοτέλους-Κληρίδου, Ε. Ρ. Κλόκκαρη και Χ. Σεργίδη, αντί του αιτητή.

 

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι, όσον αφορά το επιπρόσθετο προσόν, εσφαλμένα η Συμβουλευτική Επιτροπή και, στη συνέχεια, η ΕΔΥ, θεώρησε ότι προηγούμενη διετής υπηρεσία στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Πολεοδομίας ικανοποιούσε τη σχετική απαίτηση του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας. Σύμφωνα με την εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή, η υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Πολεοδομίας θα έπρεπε να καθοριστεί στα τρία, αντί στα δύο έτη.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Ο καθορισμός της διετούς υπηρεσίας από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, για σκοπούς κατοχής του επιπρόσθετου προσόντος, όπως και ο συνακόλουθος καθορισμός του ίδιου χρόνου από την ΕΔΥ, ήταν εύλογα επιτρεπτός για τους λόγους που εξηγά η Συμβουλευτική Επιτροπή και υιοθετήθηκαν από την ΕΔΥ. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τα πρακτικά της ΕΔΥ της 10.4.2003:

 

"Ο Γενικός Διευθυντής Υπουργείο Εσωτερικών, ως Πρόεδρος της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, με επιστολή του με αρ. φακ. 15.21.3.1 και ημερ. 7.4.03, διαβίβασε στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας την απάντηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής σχετικά με το ερώτημα που τέθηκε με την επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με αρ. φακ. 15.21.001.16.03.02/02.

 

Ειδικότερα, στην επιστολή του ο Πρόεδρος της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ζητούσε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όπως διευκρινίσει τα κριτήρια που αυτή έθεσε, προκειμένου να καταλήξει στην απόφαση ότι η διετής υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Πολεοδομίας αντιστοιχεί στην απαίτηση του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας για κατοχή επιπρόσθετου προσόντος.

 

Ο Γενικός Διευθυντής, με την πιο πάνω επιστολή του, σε απάντηση του ερωτήματος που τέθηκε, παρέπεμψε στο πρακτικό της Συμβουλευτικής Επιτροπής με ημερομηνία 21.10.02, το οποίο επισυνάπτει στην πιο πάνω επιστολή και στο οποίο αναφέρεται ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού αξιολόγησε το επιπρόσθετο προσόν, ως αυτό διατυπώνεται στην παράγραφο 3 (Απαιτούμενα προσόντα) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, έκρινε ότι, εφόσον δεν υπήρχαν εξωτερικοί υποψήφιοι που διεκδικούσαν την εν λόγω κενή θέση αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των καθηκόντων που εκτελούν οι Ανώτεροι Λειτουργοί Πολεοδομίας, έκρινε ότι αυτοί κατέχουν το τεκμήριο της πολύ καλή γνώσης των ειδικών συνθηκών που αφορούν θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως στην Κύπρο. Συναφώς αναφέρεται στην επιστολή, ότι οι Ανώτεροι Λειτουργοί Πολεοδομίας, ανεξάρτητα από το πόστο στο οποίο υπηρετούν, κατά κανόνα λαμβάνουν γνώση ολόκληρου του φάσματος των εργασιών του Τμήματος, αλλά επίσης συμμετέχουν στη συζήτηση των διαφόρων θεμάτων και στη διαμόρφωση πολιτικής αναφορικά με τους τομείς δραστηριοτήτων του Τμήματος, μέσα από ομαδική εργασία και μετά από τη συμμετοχή τους σε τακτικές συντονιστικές συνεδρίες. Επίσης, αναφέρεται ότι ο καθορισμός των δύο ετών από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, κρίθηκε ως επαρκής ώστε να διασφαλιστεί η απόκτηση των γνώσεων αυτών."

 

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι λανθασμένα η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει για τον αιτητή ότι «πρόκειται για άτομο με πρωτοβουλία», ενώ για το ενδιαφερόμενο μέρος ότι διαθέτει «ισχυρή προσωπικότητα και πρωτοβουλία». Και τούτο γιατί, σύμφωνα με την εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή, στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, στο στοιχείο (5), που είναι η Πρωτοβουλία, αξιολογείται τα έτη 2002, 2001, 2000 και 1998 ως "εξαίρετος", ενώ το έτος 1999 ως "πολύ ικανοποιητικά".

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Εν πρώτοις, σ΄ όλα τα πιο πάνω έτη, το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογείται ως "εξαίρετος" στο στοιχείο (5), Πρωτοβουλία. Εν πάση περιπτώσει, δεν υπάρχει σύγκρουση ή αντίθεση μεταξύ των λεχθέντων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και του περιεχόμενου των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, παρόλο που κάτι τέτοιο, και αν ακόμα συνέβαινε, θα ήταν απόλυτα φυσιολογικό. Και τούτο διότι, η διαπίστωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τον αιτητή ότι "πρόκειται για άτομο με πρωτοβουλία", είναι το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης που διεξήγαγε η Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία απαρτιζόταν από διαφορετικά πρόσωπα, με αποτέλεσμα η οποιαδήποτε τυχόν διαφορά εκτίμησης μεταξύ Συμβουλευτικής Επιτροπής και Υπηρεσιακών Εκθέσεων να θεωρείται φυσιολογική.

 

Όντως, κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων, λήφθηκε υπόψη και η "πρωτοβουλία" τους, όπως αυτή διαφαινόταν ως αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης. Στο σχετικό πρακτικό βλέπουμε ότι η πρωτοβουλία, ήταν ένα από τα κριτήρια που αξιολογήθηκαν από τις απαντήσεις που έδωσαν οι υποψήφιοι. Ειδικότερα, στο πρακτικό αναφέρεται:

 

"Λόγω της φύσης της προφορικής εξέτασης, συμφωνήθηκε όπως κατά τη βαθμολογία σταθμιστούν και ληφθούν υπόψη: Η αυτοπεποίθηση η σαφήνεια και ο τρόπος παρουσίασης των σχετικών επιχειρημάτων κατά τις απαντήσεις του υποψηφίου, η διοικητική και οργανωτική γνώση και σκέψη, η πρωτοβουλία, η υπευθυνότητα, η υπομονετικότητα και γενικά η προσωπικότητα όπως προκύπτει από την όλη παρουσία ενώπιον της Επιτροπής, το θάρρος και την ανεξαρτησία της γνώμης, οι γνώσεις που προκύπτουν μέσα από τις απαντήσεις και ασφαλώς ορθότητα των απαντήσεων."

 

Αναφορικά με το επιχείρημα ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή αγνόησε και ή δεν αξιολόγησε την πείρα και αρχαιότητα των υποψηφίων παραπέμπω απλώς στα όσα ανέφερα σχετικά με την Προσφυγή Αρ. 652/2003.

 

Οι προσφυγές απορρίπτονται. Με έξοδα υπέρ της καθ΄ης η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

 

/ΧΤΘ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο