ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 482/2003)

 

20 Οκτωβρίου, 2005

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΜΑΙΡΗ ΝΙΚΟΥ ΣΕΒΑΣΤΟΥ,

 

Αιτήτρια,

 

ν. 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

                                   (Α) ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

                                    (Β) ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

 

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Α. Ευτυχίου, για την Αιτήτρια.

 

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού  Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Στις 6/7/2001 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας "Γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης" διαφόρων τεμαχίων για τη διάνοιξη και κατασκευή δρόμων στα χωριά Μαζωτός, Κιβισίλι και Σοφτάδες της επαρχίας Λάρνακας, μέσα στα οποία συμπεριλαμβανόταν και ένα χωράφι έκτασης 1 δεκαρίου και 961 τ.μ. της αιτήτριας. Στις 2/9/2002 η αιτήτρια πληροφορήθηκε εγγράφως από το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λάρνακας ότι ενόψει της δημοσιευθείσας ήδη Γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης της προσφερόταν ποσό £9.800 ως αποζημίωση "για την απόκτηση της πιο πάνω ιδιοκτησίας από την Απαλλοτριούσα Αρχή". Η αιτήτρια απέρριψε την πιο πάνω προσφορά. Το σχετικό Διάταγμα απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε στις 5/7/2002. Στις 7/11/2002 η αιτήτρια καταχώρισε την υπ' αρ. 1049/2002 προσφυγή με την οποία αμφισβητούσε το κύρος της Γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης της 6/7/2001. Στην πιο πάνω προσφυγή η αιτήτρια προέβαλε μεταξύ άλλων και τον ακόλουθο ισχυρισμό:

 

"4. Η Αιτήτρια πληροφορήθηκε για πρώτη φορά ότι απαλλοτριώθηκε το χωράφι της ως πιο πάνω αναφέρεται με επιστολή ημερ. 2/9/2002 του Χρ. Χρυσοστόμου για Διευθυντή Κτηματολογίου και Χωρομετρίας που στάληκε σ' αυτή αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α."

 

 

Στις 9/4/2003 δόθηκε στην αιτήτρια αντίγραφο του Διατάγματος απαλλοτρίωσης, ως αποτέλεσμα του οποίου η αιτήτρια απέσυρε την πιο πάνω προσφυγή. Έντεκα μήνες αργότερα, στις 6/6/2003, η αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή με την οποία αμφισβητεί για διάφορους λόγους την εγκυρότητα του Διατάγματος απαλλοτρίωσης της 5/7/2002.

 

Αρχικά υποβλήθηκε προδικαστική ένσταση από τον ευπαίδευτο συνήγορο της Δημοκρατίας ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη. Η ένσταση αυτή αποσύρθηκε με τη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου των καθ'ων η αίτηση. Η πιο πάνω απόσυρση της ένστασης για το εκπρόθεσμο της προσφυγής δεν δεσμεύει το Δικαστήριο το οποίο μπορεί αυτεπάγγελτα, τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση, να εξετάσει το εμπρόθεσμο μιας προσφυγής. (Βλ. Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (2002) 3 ΑΑΔ 314). Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια το Δικαστήριο θα προχωρήσει να εξετάσει το εμπρόθεσμο της προσφυγής.

 

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας ότι η τελευταία έλαβε γνώση του επίδικου Διατάγματος απαλλοτρίωσης στις 9/4/2003, όταν της παραδόθηκε σχετικό αντίγραφο του Διατάγματος και έτσι η παρούσα προσφυγή είναι εμπρόθεσμη αφού έχει ως σημείο έναρξης της χρονικής περιόδου των 75 ημερών την 9/4/2003. Αναφορικά με την έγγραφη προσφορά των καθ'ων η αίτηση της 2/9/2002 με την οποία της προσφερόταν το ποσό των £9.800, υποβλήθηκε εκ μέρους της αιτήτριας ότι το περιεχόμενο της ήταν παραπλανητικό και δεν μπορούσε να ενεργοποιήσει τη χρονική περίοδο των 75 ημερών.

 

Οι αρχές που διέπουν το θέμα του εμπρόθεσμου μιας προσφυγής έχουν επεξηγηθεί νομολογικά σε διάφορες αποφάσεις και εξαρτώνται πάντα από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Στην υπόθεση Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (1) (1998) 3 ΑΑΔ 197, τονίστηκε μεταξύ άλλων ότι,

 

     "Αν η πράξη είναι εύκολα προσιτή στον ενδιαφερόμενο, η ουχί εντός εύλογου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψη πλήρους γνώσης της πράξης, αποτελεί παράλειψη της οποίας οι συνέπειες εξομοιώνονται προς τη μη εμπρόθεσμο άσκηση της αίτησης ακύρωσης.

 

     Η επάρκεια της γνώσης που κτάται κρίνεται κατά περίπτωση στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε υπόθεσης (Ευθυμία Σωφρονίου ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Κακοπετριάς, Υποθ. Αρ. 1179/91, ημερ. 13.9.1993 και Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2498)."

 

 

Το ίδιο θέμα εξετάστηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Ακίνητα Λούλλας Ιωνίδου Λτδ. ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (2001) 3 ΑΑΔ 1011, όπου με αναφορά στο σύγγραμμα του Θ.Δ. Τσάτσου "Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας" τονίστηκαν τα πιο κάτω:

 

     "Ο ευπαίδευτος συγγραφέας κάμνει διάκριση ανάμεσα στην περίπτωση όπου ορισμένα στοιχεία είναι προσιτά στον ενδιαφερόμενο αν καταβάλει την οφειλόμενη επιμέλεια ανάλογα με τις περιστάσεις και την περίπτωση όπου τα στοιχεία είναι απρόσιτα στον ενδιαφερόμενο ακόμη και αν καταβάλει την οφειλόμενη επιμέλεια. Στην πρώτη περίπτωση η γνώση είναι πλήρης "υπό την προϋπόθεσιν όμως, εάν πρόκειται περί δημοσιεύσεως, ότι προκύπτει εκ ταύτης σαφώς το ζημιογόνον αποτέλεσμα του περιεχομένου ως προς τον ενδιαφερόμενον. Εις την δευτέραν περίπτωσιν η γνώσις εκ της δημοσιεύσεως ή κοινοποιήσεως είναι ελλιπής" (Βλ. και L´ Union Nationale (Tourism & Sea Resorts) Ltd και Άλλων ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας (1998) 3 Α.Α.Δ. 513, στην οποία έχουν υιοθετηθεί τα νομολογηθέντα στην Papaioannou (πιο πάνω) και οι πιο πάνω θέσεις του Θ.Δ. Τσάτσου).

 

     Έχουμε εξετάσει προσεκτικά το περιεχόμενο της επίδικης επιστολής. Θεωρούμε ότι το περιεχόμενο της δίνει σαφώς και με βεβαιότητα το αποτέλεσμα ως προς την εφεσείουσα. Ήταν αρκετά «εκτεταμένο έτσι που να πληροφορεί την εφεσείουσα επαρκώς για τις επιπτώσεις της απόφασης επί της κατάστασης και θέσης της και να την καθιστά ικανή να λάβει τα θεραπευτικά μέτρα που προσφέρονται από το Νόμο».

 

     Έχουμε περαιτέρω την άποψη πως η εφεσείουσα θα μπορούσε, με την καταβολή της οφειλόμενης επιμέλειας και επιμελούμενη των δικών της συμφερόντων, να αποταθεί στον Έφορο και να λάβει γνώση οποιωνδήποτε περαιτέρω στοιχείων σχετιζόμενων με την απόφαση. Ακολουθεί πως το περιεχόμενο της επιστολής ημερ. 9.6.93 ήταν ικανό για να κινήσει την προθεσμία."

 

 

Στην παρούσα περίπτωση ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν έλαβε γνώση του Διατάγματος συγκρούεται με την παραδοχή της στη δικογραφία της προσφυγής της 1049/2002, με την οποία παραδέχεται ότι πληροφορήθηκε ότι απαλλοτριώθηκε η ακίνητη περιουσία της με επιστολή του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λάρνακας της 2/9/2002. Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι αν και η αιτήτρια γνώριζε για την απαλλοτρίωση του κτήματός της πριν από την καταχώριση της προσφυγής της στις 7/11/2002, παρέλειψε να λάβει έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα για να εκδηλώσει την αντίδραση της ή να ζητήσει περισσότερες πληροφορίες. Μπορεί τα στοιχεία που υπήρχαν τότε να μην ήταν πλήρη, ήταν όμως εκτεταμένα σε βαθμό που έπρεπε να οδηγήσουν στην κινητοποίηση της αιτήτριας για την αμφισβήτηση του Διατάγματος απαλλοτρίωσης της 5/7/2002.

 

Η επίκληση της απόφασης Ηρακλεíδης κ.ά. ν. Δημοκρατíας (2002)                  3 ΑΑΔ 518 δεν ενισχύει τις εισηγήσεις της αιτήτριας, αφού η πιο πάνω υπόθεση διαφοροποιείται από τα περιστατικά της παρούσας διαδικασίας.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, με £500 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.

 

 

 

                                                                   Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                                            Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο