ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αίτηση αρ. 4/2005
21 Οκτωβρίου, 2005
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ
ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(1)/2002)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ SVETLANA SHALAEVA
Αιτήτρια
------------------------------------------
Π. Μιχαήλ , για την αιτήτρια
Δ. Κούσιου-Xρυσανδρέα (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον καθού η αίτηση
----------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Στις 1/8/05 η αιτήτρια καταχώρησε την προσφυγή με αρ. 869/05 με την οποία ζητά «απόφαση και/ή διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο το/α διάταγμα/τα κράτησης και/ή απέλασης της αιτήτριας να κηρύσσονται παράνομα και/ή άκυρα και χωρίς οιαδήποτε νομική ισχύ».
Εκκρεμούσης της προσφυγής της και αφού μεσολάβησε και αίτηση για προσωρινό διάταγμα, στις 19/9/05 καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση με την οποία η αιτήτρια ζητά νομική αρωγή για σκοπούς προώθησης της προσφυγής της. Η πλευρά των καθών η αίτηση δηλαδή ο Γενικός Εισαγγελέας, έφερε ένσταση η ουσία της οποίας είναι ότι οι υποθέσεις με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος δεν καλύπτονται από το σχετικό νόμο που διέπει το θέμα. Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας δέχθηκε ότι ο εν λόγω νόμος, δηλαδή ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος του 2002 (Ν. 165(1)/02 όπως έχει τροποποιηθεί από το Ν. 22(1)/05), δεν προβλέπει για νομική αρωγή που να καλύπτει την παρούσα περίπτωση. Εισηγήθηκε όμως ότι το δικαστήριο μπορεί να εγκρίνει το αίτημα με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 30.3(γ) του Συντάγματος (προφανώς θα εννοούσε το Άρθρο 30.3.(δ) του Συντάγματος) και το Άρθρο 35. Εισηγήθηκε περαιτέρω ότι ο Ν. 165(1)/02 είναι αντισυνταγματικός.
Το Άρθρο 30.3.(δ) του Συντάγματος διαλαμβάνει ως εξής:
«30.3. Έκαστος έχει το δικαίωμα:
(α) ...........................................................
(δ) να έχη συνήγορον της ιδίας αυτού εκλογής και να έχη δωρεάν νομικήν αρωγήν, οσάκις το συμφέρον της δικαιοσύνης απαιτή τούτο και όπως ο νόμος ορίζει,
(ε) ...............................................»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Το Άρθρο 35 του Συντάγματος το οποίο επίσης επικαλέστηκε ο συνήγορος της αιτήτριας έχει ως ακολούθως:
«Αι νομοθετικαί, εκτελεστικαί και δικαστικαί αρχαί της Δημοκρατίας υποχρεούνται να διασφαλίζωσι την αποτελεσματικήν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος μέρους, εκάστη εντός των ορίων της αρμοδιότητος αυτής.»
Εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς. Το πρώτο θέμα που θα πρέπει να αποφασιστεί (βλ. Καν. 5(1) του περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικού Κανονισμού (Αρ. 1) του 2003) είναι το κατά πόσο η περίπτωση καλύπτεται από την πρόνοια του Νόμου. Έχω καταλήξει, όπως άλλωστε ήταν και η θέση του δικηγόρου της αιτήτριας, ότι η παρούσα περίπτωση δεν καλύπτεται από το νόμο. Αυτό υποστηρίζεται και από τις υποθέσεις Ανδρέας Κωνσταντίνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας υποθ. αρ. 1/03, ημερ. 19/12/03 και Σταύρος Μαραγκός, αίτηση αρ. 2/04 ημερ. 4/10/04.
Το ερώτημα είναι αν μπορεί η αιτήτρια να δικαιούται νομική αρωγή με βάση τις πρόνοιες των προαναφερθέντων προνοιών του Συντάγματος.
Το εδ. 3(δ) του Άρθρου 30 θέτει ως όρο το «οσάκις το συμφέρον της δικαιοσύνης απαιτή τούτο και όπως ο νόμος ορίζει». Δηλαδή το δικαίωμα δεν είναι αυτόματο αλλά θα πρέπει να καθορίζεται από το νόμο. Εδώ ο Ν. 165(1)/02 δεν έδωσε τέτοιο δικαίωμα για προσφυγές. Αν δεν υπήρχε η φράση «και όπως ο νόμος ορίζει» τότε δυνατό να είχε το δικαίωμα τούτο η αιτήτρια απευθείας από το Σύνταγμα. (Βλ. Τάκης Γιάλλουρος ν. Ευγένιος Νικολάου (2001) 1 (Α) Α.Α.Δ. 558.)
Παρόμοια πρόνοια περιέχεται και στο Άρθρο 12.5(γ) του Συντάγματος το οποίο θέτει ως μόνο κριτήριο (εκτός από την οικονομική αδυναμία του αιτητή να διορίσει δικηγόρο) να απαιτεί το διορισμό το συμφέρον της δικαιοσύνης. Δεν περιέχεται εκεί η φράση «και όπως ο νόμος ορίζει» που έχουμε στο Άρθρο 30.3(δ) του Συντάγματος. Όμως το Άρθρο 12.5(γ) από το ίδιο το λεκτικό του φαίνεται ότι περιορίζεται καθαρά σε ποινικές υποθέσεις (βλ. ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ Α. Ν. ΛΟΙΖΟΥ, σελ. 207).
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι η αιτήτρια δε δικαιούται νομική αρωγή βασιζόμενη απευθείας στο ίδιο το Σύνταγμα.
Ήταν περαιτέρω ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας ότι ο Ν. 165(1)/02 είναι αντισυνταγματικός διότι «στερεί από την προστασία του» όπως το έθεσε, μεγάλη μερίδα πολιτών οι οποίοι δεν μπορούν να έχουν νομική αρωγή. Δε διευκρίνησε ποιό άρθρο του νόμου παραβιάζει το Σύνταγμα και πώς το παραβιάζει. Ένας νόμος τεκμαίρεται συνταγματικός μέχρις ότου αυτός που τον αμφισβητεί αποδείξει το αντίθετο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. (Βλ. μεταξύ άλλων Αttorney General v. Imbrahim (1964) C.L.R. 195, σελ. 232, The Board for Registration of Archtitects and Civil Engineers v. Kyriakides (1996) 3 C.L.R. 650 sel. 654-655, Matsis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 245 σελ. 258, Republic v. Nishan Arakian a.o. (1972) 3 C.L.R. 294, Antoniades a.o v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641, Savvas Raftis & Co. Ltde. V. Municipality of Paphos (1982) 2 C.L.R. 1, σελ. 6, Alecos Constantinides v. Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 798, σελ. 807, Aloupas v. National Bank of Greece (1983) 1 C.L.R. 55, Nicos Mylonas v. Republic a.o. (1984) 3 C.L.R. 1094 σελ. 1103, Papanicopoulos v. Morphou Co-operative Credit Society (1986) 1 C.L.R. 288, Papanicopoulos v. Morphou Co-operative Credit Society (1986) 1 C.L.R. 288, Meropi Michael Loizou v. Sewage Board of Nicosia (1988) 1 C.L.R. 122 σελ. 127 και πιο πρόσφατα Δημήτρης Πιτσιλλίδης κ.α. ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, υποθ. αρ. 79/02 κ.α. ημερ. 19/1/04 σελ. 15-16)
Μια άλλη αρχή είναι ότι το δικαστήριο δεν εξετάζει το θέμα αντισυνταγματικότητας θεωρητικά και αόριστα (in abstracto) αλλά μόνο όταν τούτο είναι απόλυτα αναγκαίο για επίλυση της επίδικης διαφοράς. Να ωφελείται δηλαδή αυτός που ζητά την κήρυξη του νόμου ως αντισυνταγματικού (βλ. The Board for the Registration of Architects v. Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 640 και Dias United Publishing Co. Ltd. v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550). Εδώ δεν εξήγησε ο συνήγορος πώς ωφελείται η αιτήτρια με το να κηρυχθεί γενικά αντισυνταγματικός ο Ν. 165(1)/02.
Με βάση όλα τα πιο πάνω κρίνω την αίτηση ανεδαφική.
Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα.
Μ. Φωτίου, Δ.